Τετάρτη 8 Μαρτίου 2017

Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, Ενότητα 9η
Μετάφραση

Για παράδειγμα, είναι δυνατόν (κανείς) και να φοβηθεί και να δείξει θάρρος και να επιθυμήσει
και να οργιστεί και να ευσπλαχνιστεί και γενικά να ευχαριστηθεί και να δυσαρεστηθεί και σε
μεγαλύτερο και σε μικρότερο βαθμό (από αυτόν που πρέπει), και τα δύο αυτά δεν είναι καλά· όμως το να αισθανθεί κανείς αυτά τη στιγμή που πρέπει και σε σχέση με τα πράγματα που πρέπει και σε σχέση με τους ανθρώπους που πρέπει και για τον λόγο που πρέπει και με τον τρόπο που πρέπει, (αυτό είναι) το μέσον και το άριστο, το οποίο ακριβώς έχει σχέση με την αρετή. Όμοια και
στις πράξεις υπάρχει υπερβολή και έλλειψη και το μέσον. Η αρετή λοιπόν αναφέρεται στα συναισθήματα και στις πράξεις, στα οποία η υπερβολή αποτελεί σφάλμα και κατακρίνεται,
το ίδιο και η έλλειψη, ενώ το μέσον επαινείται και είναι το σωστό· και τα δύο αυτά έχουν σχέση με την αρετή. Επομένως, η αρετή είναι ένα είδος μεσότητας, αφού βέβαια έχει για στόχο της το μέσον.

H ΜΕΣΟΤΗΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΤΟ ΜΟΝΟΤΡΟΠΟ, ΤΟ ΣΤΑθΕΡΟ, ΤΟ ΚAΘΙEPΩMENO ΚΑΙ ΤΟ ΑΜΕΤΑΚΛΗΤΟ
“Λέγοντας "το πότε πρέπει και το για ποια πρέπει και το για ποιους και το για ποιο λόγο και το όπως πρέπει, αυτό είναι η μεσότητα και το άριστο, αυτό ακριβώς είναι το γνώρισμα της αρετής" ο φιλόσοφος εννοεί εμμέσως πλην σαφώς ότι η μεσότητα δεν είναι κάτι το μονότροπο, το σταθερό, το καθιερωμένο και το αμετάκλητο. Πραγματικά, μεσότητα δε σημαίνει κατ' ανάγκη ίση απόσταση ανάμεσα σε δύο άκρα, γιατί δεν πρέπει να νοηθεί "καθαυτή" αλλά σε σχέση με μας. Άρα, δεν είναι υπόθεση ποσότητας, είναι υπόθεση ποιότητας. Πιο συγκεκριμένα, η μεσότητα είναι κάτι σχετικό με τον καθένα μας: όποιος ενδιαφέρεται γι' αυτήν, οφείλει, αφού προηγουμένως απομακρυνθεί από την υπερβολή και την έλλειψη, να αναζητήσει ο ίδιος, με προσωπική του ευθύνη, το κατάλληλο σημείο για την ορθή τοποθέτησή του ανάμεσά τους. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να δράσει την κατάλληλη στιγμή (...), με τον ενδεδειγμένο τρόπο και με σαφή αντίληψη όχι μόνο των προσώπων που αφορά η πράξη του αλλά και των στόχων στους οποίους αποβλέπει. Μεσότητα - δηλαδή ποιοτική τελειότητα-χαρακτηρίζει τις πράξεις μας, όταν είναι προσεκτικά υπολογισμένες, ώστε, ανάλογα με τις περιστάσεις, να μας εξασφαλίζουν το καλύτερο δυνατόν αποτέλεσμα. Και ενάρετος μπορεί, ακριβώς, να θεωρηθεί όποιος στις πράξεις και στα "παθήματά" του σταθμίζει ορθολογικά τα υπάρχοντα δεδομένα. Ο ωφελιμιστικός - με την ευρύτερη σημασία του όρου - χαρακτήρας της ελληνικής και ιδιαίτερα της αριστοτελικής ηθικής βλέπει την αρετή ως προϋπόθεση της ευδαιμονίας. Αν όμως, για να είναι κανείς ευτυχής, πρέπει να γίνει ενάρετος, η αρετή-μεσότητα εκδηλώνεται ως η ηθικά εύστοχη εκείνη συμπεριφορά που θεμελιώνεται στην επιτυχημένη εκτίμηση, κάθε φορά, των αντικειμενικών συνθηκών κατά την ώρα της πράξης


Πώς καταλήγει στην Ενότητα 9η ο Αριστοτέλης ότι η αρετή είναι μεσότητα;
   Ο Αριστοτέλης σ’ αυτή την ενότητα δίνει το συμπέρασμα του συλλογισμού που προηγήθηκε στην ενότητα 8η και τον είχε διατυπώσει υποθετικά και δυνητικά, ότι η αρετή είναι μεσότητα. Ο συλλογισμός εδώ είναι ο εξής:
Α. Στα πάθη και στις πράξεις έχουμε υπερβολή, έλλειψη και μεσότητα-ακρότητα που έχει σχέση με την αρετή και σε σχέση με αυτούς που πρέπει, τη στιγμή που πρέπει, με τα πράγματα που πρέπει, με τον τρόπο που πρέπει και για το λόγο που πρέπει
Β. όταν στις πράξεις και στα πάθη έχουμε μεσότητα, τότε λέμε ότι πετυχαίνουμε το ορθό και αυτό το πράγμα επαινείται
Γ. η επιτυχία του ορθού και ο έπαινος αυτού του πράγματος είναι ιδιότητα της αρετής, είναι αρετή
ΑΡΑ:η αρετή είναι μεσότητα
Η ΑΡΕΤΗ ΕΙΝΑΙ ΜΕΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ, ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ, ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ ΤΗ ΜΕΣΟΤΗΤΑ
Μεσότης τις ἄραἐστίν ἡ  ἀρετή, στοχαστική γεοὖσατοῦ μέσου.
 Ο  Αριστοτέλης συσχετίζει την αρετή με τη μεσότητα σύμφωνα με δύο κριτήρια: α) Με το τι είναι η αρετή. Και β) Με το τι αυτή ε­πιδιώκει. Με βάση το πρώτο κριτήριο, η αρετή είναι μεσότητα «μεσότης τις ἄραἐστὶν ἡ ἀρετή»), ή, ακριβέστερα, ένα είδος μεσότητας «<τις», αφού δεν ταυτίζεται με ολόκληρο το πλάτος αυτής της έννοιας αλλά μόνο με τη μεσότητα σε σχέση με εμάς, και μάλιστα «περὶ πάθη καὶ πράξεις». Και με βάση το δεύτερο κριτήριο, η αρετή σκοπεύει στο μέσο, επιδιώκει τη μεσότητα μεταξύ της υπερβολής και της έλλειψης.
         Πώς όμως είναι δυνατόν η αρετή-μεσότητα να επιδιώκει τη μεσότητα; Ε­φόσον η αρετή είναι μεσότητα, δεν υπάρχει λόγος να την επιδιώκει. Αν, πά­λι, η αρετή δεν ταυτίζεται με τη μεσότητα, τότε δεν είναι αρετή. Προφανώς, με τη φράση «στοχαστική γεοὖσατοῦ μέσου» ο φιλόσοφος υποδηλώνει τη διπλή ιδιότητα της αρετής ως έξης και ως ενέργειας. Η αρετή είναι έξη, μόνιμη ποιότητα που πραγματώνει το ηθικά αγαθό. Και ταυτόχρονα, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, είναι υπέρβαση των ακροτήτων και επίτευξη της μεσότητας. Με τη φράση: «Μεσότης τις ἄραἐστὶν ἡ ἀρετή, στοχα­στική γεοὖσατοῦ μέσου», ο Αριστοτέλης δηλώνει εμφατικά την ταύτιση της αρετής-έξης με την αρετή-ενέργεια και, σε τελευταία ανάλυση, προβάλλει το δυναμικό χαρακτήρα της αρετής.
1. Κριτήρια αξιολόγησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς και εκδήλωσης των συναισθημάτων.
α. Ο χρόνος, κατά τον οποίο πρέπει να νιώθει κανείς ένα συναίσθημα (τεδε). Η χαρά θα πρέπει να εκδηλώνεται την πρέπουσα χρονική στιγμή, ώστε να τηρούνται οι επιταγές της μεσότητας.
β. Τα πράγματα, σε σχέση με τα οποία πρέπει να εκδηλώνουμε κάποιο συναίσθημα. Η εκδήλωση στενοχώριας για κάποιο πράγμα, για το οποίο δεν αξίζει να στενοχωριέται κανείς είναι κάτι «οκε».
γ. Οι άνθρωποι, σε σχέση με τους οποίους εκδηλώνεται κάποιο συναίσθημά μας. Για παράδειγμα, το συναίσθημα της οργής ή της φιλικής διάθεσης , δεν είναι αντικειμενικά κακό ή καλό, αλλά κρίνεται ως τέτοιο, ανάλογα με τους ανθρώπους προς τους οποίους εκδηλώνεται. Η οργή απέναντι σ’ έναν αγαπημένο άνθρωπο είναι κάτι «οκε». Αντιθέτως, η οργή που μπορεί να εκδηλώσει κανείς απέναντι σ’ έναν εχθρό που εισβάλλει βίαια στην πατρίδα του, είναι κάτι δικαιολογημένο και «ε».
δ. Ο σκοπός για τον οποίο εκδηλώνεται ένα συναίσθημα. Για παράδειγμα, ακόμα και το θετικό συναίσθημα της ευσπλαχνίας που μπορεί να εκδηλωθεί προς κάποιο πρόσωπο, δεν είναι οπωσδήποτε βέβαιο ότι καλώς εκδηλώνεται, αλλά μπορεί να θεωρηθεί «οκε», αν ο σκοπός της ελεημοσύνης είναι να φανεί κανείς καλός προς το κοινωνικό σύνολο και να κερδίσει κάποιο όφελος.
ε. Ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να εκδηλωθεί το κάθε συναίσθημα. Χρησιμοποιώντας το προηγούμενο παράδειγμα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η εκδήλωση ελεημοσύνης προς κάποιο πρόσωπο είναι κάτι «οκε», όταν γίνεται με έναν τρόπο που μειώνει και ταπεινώνει το πρόσωπο το οποίο λυπούμαστε.

2. Ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι η μεσότητα, που είναι κάτι το άριστο, αποτελεί χαρακτηριστικό στοιχείο της αρετής. Ο Αριστοτέλης οδηγείται στο συμπέρασμα αυτό μέσω ενός συλλογισμού, ο οποίος είναι ο ακόλουθος:
α. Το να ενεργεί κανείς όπως πρέπει, όταν πρέπει, γι' αυτά που πρέπει, προς αυτούς που πρέπει, με το σκοπό που πρέπει, είναι η μεσότητα και η άριστη συμπεριφορά.
β. Η μεσότητα και η άριστη συμπεριφορά είναι στοιχείο της αρετής.
Υ. Άρα, αρετή είναι να ενεργεί κανείς όπως πρέπει, γι' αυτά που πρέπει, προς αυτούς που πρέπει, με το σκοπό που πρέπει.

3. 'μοίωςδκαπερτς πράξεις στνπερβολκαὶἔλλειψιςκατ μέσον
Ο Αριστοτέλης αναφέρει αυτό που είδαμε από το τέλος της προηγούμενης ενότητας. Εκεί είχε κάνει λόγο για τη μεσότητα, η οποία είχε παρουσιαστεί ως χαρακτηριστικό στοιχείο της ηθικής αρετής. Συγκεκριμένα, είχε τονίσει ότι η μεσότητα σχετίζεται μόνο με την ηθική αρετή, επειδή αυτή σχετίζεται με τα συναισθήματα και τις πράξεις. Στην ενότητα αυτή κάνει λόγο για ποικίλα συναισθήματα, τα οποία μπορούν να εκδηλωθούν και με υπερβολή και με έλλειψη και με μέτρο. Ωστόσο, δεν έκανε ο φιλόσοφος καμιά αναφορά σε πράξεις. Τώρα, λοιπόν, αναφέρει ότι, όσα ειπώθηκαν για τα συναισθήματα (πάθη), ισχύουν και για τις πράξεις. Όμως, βλέπουμε ότι δε δίνει ονομαστικά κάποια παραδείγματα πράξεων, όπως έκανε με τα συναισθήματα (φόβος, έλεος κ.λπ.). Έτσι, για παράδειγμα, μπορεί κάποιος να κάνει γυμναστική. Η πράξη αυτή μπορεί να γίνεται είτε ελλειπτικά, σε μικρό βαθμό, γεγονός που είναι «οκε», καθώς δεν εξασφαλίζεται η υγεία του σώματος και η καλή φυσική κατάσταση, μπορεί, επίσης, να γίνεται και σε υπερβολικό βαθμό, κάτι που επίσης δεν είναι καλό, καθώς μπορεί να προκαλέσει τραυματισμούς και εξάντληση του οργανισμού. Αντιθέτως, η πράξη της άθλησης μπορεί να γίνει με μέτρο και να επιφέρει όλα τα θετικά αποτελέσματα.

4. Πρέπει να προσεχθεί ότι ο φιλόσοφος προσδίδει μια κοινωνική διάσταση στην αρετή. Δηλαδή, ο χαρακτηρισμός ενός ανθρώπου ως ενάρετου ή όχι θα κριθεί από την παρουσία του στην κοινωνία, αλλά και από τη στάση που κρατά η κοινωνία απέναντί του. Πιο συγκεκριμένα, τα ρήματα «ψέγεται» και «παινεται» φανερώνουν ότι το κριτήριο για το χαρακτηρισμό μιας συμπεριφοράς ως σύμφωνης ή όχι με την αρετή είναι ο έπαινος ή η κατηγορία που δέχεται ένας άνθρωπος από την κοινωνία. Επίσης, η εκτενής χρήση του ρήματος «δε», που είδαμε προηγουμένως, φανερώνει ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά ρυθμίζεται από μια σειρά από «πρέπει», τα οποία αποτελούν συμβάσεις, κανόνες και περιορισμούς που επιβάλλει η κοινωνία. Γίνεται, λοιπόν, κατανοητό ότι η κοινωνία είναι εκείνη που θα αποτελέσει τον κριτή των ανθρώπων και το χαρακτηρισμό τους ως ενάρετων η όχι. Μάλιστα, σχετικά με τον κοινωνικό έπαινο και τον ψόγο, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι πάντοτε προβαλλόταν από τους ομιλητές (πολιτικούς, ρήτορες) ως βασικό κίνητρο για την τέλεση κάποιων πράξεων. Για παράδειγμα, στους πολέμους οι στρατιώτες δέχονταν παραινέσεις να πολεμήσουν γενναία, για να κερδίσουν τον έπαινο. Ο Περικλής στο γνωστό «Επιτάφιο» κάνει λόγο για τον αιώνιο έπαινο που κέρδισαν οι νεκροί. Φυσικά, δεν πρέπει να μας προξενεί μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι η αρετή έχει αυτή την κοινωνική διάσταση, καθώς, όπως γνωρίζουμε, μέσα στα πλαίσια της πόλης κράτους του 5ου αιώνα π.Χ., ο πολίτης ήταν άρρηκτα συνδεδεμένος με την πόλη του. Η μοίρα του ήταν μοίρα κοινή με αυτήν της πόλης του, η στάση του και όλη του η ζωή ρυθμιζόταν από τους κανόνες λειτουργίας της πόλης του και, επομένως, είναι λογικό η αρετή του να προσδιορίζεται με κριτήρια τις πράξεις του ως πολίτη.
Από την άλλη, και οι σύγχρονοι άνθρωποι πολλές φορές χρησιμοποιούν τη φράση «έτσι πρέπει» ή «δεν πρέπει να ενεργείς έτσι», όταν σχολιάζουν ανθρώπινες συμπεριφορές. Αυτό το «πρέπει», δε «φωτογραφίζει» με ακρίβεια κάποια συγκεκριμένη συμπεριφορά, αλλά δίνει σε γενικές γραμμές τα πλαίσια μέσα στα οποία πρέπει να εκδηλώνονται οι ανθρώπινες συμπεριφορές. Σημαίνει. λοιπόν, ότι θεωρούμε ως δεδομένα κάποια κριτήρια ορθότητας των πράξεων μας. Τα κριτήρια αυτά είναι τα ακόλουθα:
α. Οι νόμοι, οι οποίοι έχουν θεσπιστεί από την πολιτεία και οι οποίοι πρέπει να τηρούνται.
β. Οι άγραφοι νόμοι, οι οποίοι έχουν καθιερωθεί ως σωστοί μέσα στο χρόνο. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι πρέπει να μιλάμε με σεβασμό στους ηλικιωμένους δεν το υπαγορεύει κανένας γραπτός νόμος, αλλά αποτελεί άγραφη αρχή συμπεριφοράς.
γ. Η καθιερωμένη ηθική, η οποία βασίζεται σε κάποιες αξίες και κώδικες ηθικής συμπεριφοράς, τους οποίους κληρονομούμε από τις προηγούμενες γενιές και τους οποίους θα κληροδοτήσουμε με τη σειρά μας στην επόμενη γενιά.
δ. Η θρησκεία, η οποία, επίσης, έχει τις δικές της ηθικές επιταγές, τις οποίες εφαρμόζουν στα σύνολό τους οι πολίτες.
ε. Η παράδοση του τόπου, τα ιστορικά πρότυπα, τα ήθη του λαού, το κοινό αίσθημα περί δικαίου, το οποίο ουσιαστικά μετατρέπεται σε νόμο, αλλά αποτελεί και τη φωνή της συνείδησης και μας υπαγορεύει το πώς πρέπει να ενεργούμε.
Τα κριτήρια αυτά ισχύουν σε κάθε εποχή και περιοχή και φυσικά ίσχυαν και στην αρχαία Ελλάδα. Οι αρχαίοι Έλληνες, μάλιστα, είχαν τη βεβαιότητα σχετικά με την ορθότητα κάποιων πράξεών τους, είχαν την αίσθηση ότι γνώριζαν τι ήταν το σωστό και τι το λάθος. Το βασικό στοιχείο που έδινε στον αρχαίο Έλληνα τη βεβαιότητα πως οι πράξεις του ήταν ορθές ήταν η τήρηση των νόμων. Όπως γνωρίζουμε από πλήθος κειμένων, οι αρχαίοι Έλληνες έθεταν το νόμο πιο ψηλά από οτιδήποτε άλλο και θεωρούσαν την υποταγή τους σε αυτόν ως το ύψιστο χρέος τους και ως την πλέον σωστή συμπεριφορά. Ας θυμηθούμε το Σωκράτη, ο οποίος προτίμησε να πεθάνει στη φυλακή, παρά να αποδράσει, καθώς κάτι τέτοιο θα σήμαινε απάντηση του νόμου της πόλης. Εκτός, όμως, από το νόμο, η χρήση του ορθού λόγου αποτελούσε άλλο ένα βασικό κριτήριο συμπεριφοράς που έδινε στον αρχαίο Έλληνα τη βεβαιότητα ότι ενεργούσε σωστά. Όταν, δηλαδή, οι πράξεις του βασίζονταν στις εντολές της λογικής και δεν αντέβαιναν στον ορθό λόγο, ήταν πράξεις σωστές και αξιέπαινες.

Γενικά
Ο Αριστοτέλης κατέληξε στην προηγούμενη ενότητα στο συμπέρασμα ότι η ηθική αρετή είναι καλύτερη και ακριβέστερη από όλες τις άλλες, γιατί έχει σχέ­ση με τα πάθη και τις πράξεις του ανθρώπου και γιατί επιδέχεται υπερβολή και έλλειψη, η στάθμιση των οποίων οδηγεί στη μεσότητα.
Η αναφορά λοιπόν σε συγκεκριμένα πάθη αποβλέπει στη στήριξη του συμπε­ράσματος αυτού. Ο Αριστοτέλης δηλαδή επιστρατεύει την επαγωγή για να επιβε­βαιώσει την ορθότητα του συλλογισμού του.
Η αναζήτηση όμως της μεσότητας, τονίζει ο Αριστοτέλης, διέπεται από ένα σύ­νολο δεοντολογικών κανόνων, που η εφαρμογή τους απαιτεί μόχθο και αγώνα. Η ακριβής στάθμιση αυτού που πρέπει (δεῖ) κάθε φορά συνδέεται με παραμέτρους που έχουν σχέση με τον χρόνο, τα πρόσωπα, τις συνθήκες, τον σκοπό, τον τρόπο. Τα απανωτά δεῖ του κειμένου, που επιδιώκουν να κατευθύνουν στο ηθικά ορθό, δεν μπορεί παρά να συνδέονται με τη συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα της πόλης - κράτους, την οποία βιώνει ο Αριστοτέλης. Η ηθική λοιπόν αρετή του Αριστοτέλη είναι «ελληνική» αρετή και έχει σαφώς πολιτικό χαρακτήρα. Ο ενά­ρετος είναι πολίτης και μέσα στην πολιτική κοινότητα πρέπει να σταθμίσει τη μεσότητα.
Πέρα όμως από το μέσον ως ιδιότητα της αρετής ο Αριστοτέλης προσθέτει και το    άριστον. Αν δηλαδή η αρετή ως μεσότητα προκύπτει από τη μεσότητα των πα­θών και των πράξεων, η ίδια ἀφ' ἑαυτῆς αποτελεί ακρότητα που δεν επιδέχεται υπερβολή ή έλλειψη, γιατί κάτι τέτοιο θα αναιρούσε την ουσία της ως αρίστης. Επομένως η «αρετή - μεσότητα πρέπει να νοηθεί ως ενιαία και αδιαίρετη ηθική τελειότητα στον ανώτερο αξιολογικό βαθμό». (κ. Κατσιμάνης, Τα φιλοσοφικά κείμενα στο Γυμνάσιο)
Ωστόσο σε άλλο σημείο των Ηθικών Νικομαχείων ο Αριστοτέλης δηλώνει ότι δεν ισχύει απόλυτα η αρχή της μεσότητας ούτε είναι δυνατός πάντα ο προσδιορι­σμός της ή η εφαρμογή της. Η μεσότητα είναι μεσότητα «κατά προσέγγισιν». Τε­λικά η αρχή της μεσότητας δεν είναι μια αυστηρή ηθική αρχή που δεσμεύει τον άνθρωπο και του αφαιρεί την ελευθερία. Ο Αριστοτέλης δεν θα ήθελε να κάνει τον άνθρωπο δούλο της ηθικής. Αφήνει μάλλον να εννοηθεί ότι πιστεύει σε μια χαλα­ρή και ευέλικτη εφαρμογή της «μεσότητας
υπερβολή
μεσότητα
Σημείο αναφοράς
ἁμαρτάνεται
κατορθοῦται
Αναφέρονται στο έργο του υποκειμένου της ηθικής πράξης
ψέγεται
ὅτεδεῖ, ὡςδεῖ, ἐπαινεῖται
Υποδηλώνουν την κοινωνική διάσταση της αρετής
ἔστικαὶμᾶλλον
ἀμφότερα
οὐκεὖ(ἐστὶ)









Ερωτήσεις
1.Ποια λέξη του κειμένου μας βοηθά να καταλάβουμε ότι η ηθική αρετή δεν ήταν για τον Αριστοτέλη μόνο μεσότητα αλλά και ακρότητα;Ποιο είναι το νόημα της αρετής ως μεσότητας και ποιο ως ακρότητας;
2.Σε τι αναφέρεται ο Αριστοτέλης με τη φράση «τατα δ’ μφωτςρετς».
3.Ποιον τρόπο ανάλυσης χρησιμοποιεί εδώ ο φιλόσοφος για να δώσει τις αναγκαίες διευκρινίσεις; Ποιες είναι αυτές οι διευκρινίσεις;
4.Η μεσότητα που έχει σχέση με την ηθική αρετή ορίζεται με υποκειμενικό κριτήριο με βάση την 7η ενότητα. Ποια κριτήρια προσθέτει εδώ ο φιλόσοφος,ώστε να οριστεί πληρέστερα η έννοια της μεσότητας;
5.Με βάση χωρία του κειμένου να δείξετε ότι η πράξη του ψεύδους μπορεί να είναι αρετή και το πάθος του ελέους κακία.
Λεξιλογικές
1.Να βρείτε στο κείμενο αντώνυμα των:φοβηθναι,λυπηθναι,ττον,λλειψις,μαρτά-νεται,παινεται,οκ ε
2.φοβηθναι,λεσαι:Να γράψετε τα ομόρριζα ουσιαστικά που αποτελούν όρους της τραγωδίας για τον Αριστοτέλη. Να δώσετε ένα συνώνυμο και ένα αντώνυμο στον κάθε όρο.
3.Να ετυμολογήσετε τις παρακάτω λέξεις:φοβομαι,περβολή,ργίζομαι,λε,θαρρ,
λυπομαι
4.Να γράψετε παράγωγα ουσιαστικά της Νέας ελληνικής από το β΄ συνθετικό του ρήματος «κατορθοται»,που να έχουν τις παρακάτω σημασίες:
-αποκατάσταση στην προηγούμενη θέση
-διόρθωση λάθους, αποζημίωση
-εξαιρετική επιτυχία, ανδραγάθημα

-ανέγερση, αποκατάσταση, βελτίωση

Δεν υπάρχουν σχόλια: