Σάββατο 6 Απριλίου 2019

Το βιβλίο

Η μελέτη ποιοτικών βιβλίων ανεξάρτητα από το ιδιαίτερο περιεχόμενό τους (λογοτεχνικό, φιλοσοφικό, επιστημονικό ή άλλο) προσφέρει ουσιαστικά οφέλη στο άτομο, τα οποία σχετίζονται τόσο με την απόκτηση γνώσεων, όσο και με την πρόσκτηση μιας πιο διαλλακτικής προσέγγισης στα επιμέρους ζητήματα με τα οποία έρχεται αντιμέτωπο το άτομο στη δημόσια, αλλά και στην προσωπική του ζωή.

Ειδικότερα, το βιβλίο:

Αποτελεί σημαντική πηγή γνώσεων και ιδεών: Το άτομο μπορεί να έρθει σ’ επαφή με ένα μεγάλο κομμάτι της συλλογικής γνώσης -όποια κι αν είναι τα ειδικότερα ενδιαφέροντά του- καθώς τόσο τα επιστημονικά επιτεύγματα κάθε εποχής όσο και τα ιστορικά δεδομένα και οι φιλοσοφικές αναζητήσεις, έχουν καταγραφεί και αναλυθεί εκτενώς. Δίνεται έτσι η ευκαιρία στο άτομο να μελετήσει προσεκτικά και, άρα, να εμβαθύνει σε όποιο επιστημονικό ή άλλο αντικείμενο κινεί το ενδιαφέρον του.
Συνάμα, πέρα από την πρακτική πτυχή της απόκτησης γνώσεων, η επαφή με τα βιβλία προσφέρει στο άτομο τη δυνατότητα να παρακολουθήσει το ξεδίπλωμα της σκέψης και τους ποικίλους συλλογισμούς άλλων ανθρώπων -επιστημόνων, σημαντικών συγγραφέων, φιλοσόφων, ερευνητών κ.ά.-, με απώτερο όφελος τη συνειδητοποίηση της ευρύτητας του ανθρώπινου πνεύματος.
Το άτομο έχει την ευκαιρία να αντικρίσει τον κόσμο και την κοινωνία μέσα από τα μάτια ενός άλλου ανθρώπου∙ έχει την ευκαιρία να κατανοήσει πόσο και πώς διαφοροποιείται η προσέγγιση της πραγματικότητας από διαφορετικούς μεταξύ τους ανθρώπους. Έρχεται, έτσι, αντιμέτωπο με την αλήθεια της πολυποίκιλης θεώρησης και κατανόησης των πραγμάτων και κάνει ένα καίριο βήμα προς την αναγκαία διαλλακτικότητα και το σεβασμό των διαφορετικών απόψεων και αντιλήψεων.

Ενισχύει τη συλλογιστική ικανότητα του ατόμου: Μέσα από την προσεκτική μελέτη βιβλίων το άτομο έχει τη δυνατότητα να ασχοληθεί εκτενώς με τα ζητήματα που το απασχολούν, αποκτώντας όχι μόνο έτοιμες γνώσεις και ιδέες, αλλά -κυρίως- την ικανότητα να διαμορφώνει και να αποκρυσταλλώνει τις προσωπικές του απόψεις. Διερευνώντας από διαφορετική κάθε φορά οπτική γωνία το ίδιο θέμα αντιλαμβάνεται το πλήθος των παραμέτρων που οφείλει να λάβει υπόψη του προτού οδηγηθεί στα συμπεράσματα εκείνα που ικανοποιούν πληρέστερα τη δική του θεώρηση και αντίληψη. Ενώ, παράλληλα, μαθαίνει να διακρίνει τις επιφανειακές προσεγγίσεις, τις απλουστεύσεις, αλλά και τις δογματικές προσεγγίσεις, και καθίσταται έτσι πολύ πιο προσεκτικό στη διατύπωση των δικών του συλλογισμών.
Η πλήρης διερεύνηση, άλλωστε, ενός θέματος, όπως αυτή φανερώνεται στο πλαίσιο ενός βιβλίου, συνιστά μια διαδικασία πολλών επιπέδων, υπό την έννοια πως πρέπει κάθε φορά να εξετάζονται κι οι αντίθετες θέσεις, ώστε να προκύπτουν ολοκληρωμένα και άρτια συμπεράσματα. Πρόκειται για μια διαλεκτική διαδικασία, που εθίζει το άτομο στη διεξοδική προσέγγιση των θεμάτων που το απασχολούν και, φυσικά, στην ανάγκη να αποζητά -και όχι να αποφεύγει- τον αντίλογο, διότι μόνο έτσι μπορεί να αντικρίζει τα καίρια ζητήματα από κάθε πιθανή πτυχή, και να καταλήγει σε ασφαλή συμπεράσματα.
Επιπλέον, κάθε φορά που το άτομο έρχεται αντιμέτωπο με μια θεώρηση εκ διαμέτρου αντίθετη από τη δική του ή με μια εντελώς πρωτότυπη προσέγγιση, οδηγείται σ’ έναν προβληματισμό που βαθαίνει καίρια τη σκέψη του.

Αποτελεί ιδανική μορφή ψυχαγωγίας: Η μελέτη βιβλίων προσφέρει στο άτομο μια πολύτιμη διέξοδο από την κούραση και την ένταση της καθημερινότητας∙ μια διέξοδο που το εκτονώνει από τις συγκρουσιακές καταστάσεις που του προκαλούν οι πολλαπλές δυσκολίες της πραγματικότητας. Το άτομο απομακρύνεται, για λίγο, από τα προβλήματα της προσωπικής του ζωής και «ταξιδεύει» σε νέους ή διαφορετικούς κόσμους, βιώνοντας πρωτόγνωρες εμπειρίες μέσα από τις διαδρομές των λογοτεχνικών ηρώων.
Έτσι, η ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων προσφέρει μια ακόμη ιδιαίτερα επωφελή δυνατότητα, καθώς το άτομο έχει την ευκαιρία να βιώσει κατά τρόπο έμμεσο, και άρα χωρίς την ένταση της άμεσης εμπλοκής, διλήμματα, δύσκολες ή και οριακές καταστάσεις, τραγικά επεισόδια, αλλά και αποφάσεις που αλλάζουν δραματικά τη ζωή ενός ανθρώπου, και να γνωρίσει ακόμα καλύτερα τον ίδιο του τον εαυτό, καθώς θα συλλογίζεται πώς θα αντιδρούσε ο ίδιος σε μια τέτοια περίπτωση ή πώς θα αντιμετώπιζε μια τέτοια δυσκολία.
Αντί, λοιπόν, να σκορπά ανώφελα το χρόνο του, έχει την ευκαιρία με τη βοήθεια ενός βιβλίου να ζήσει πρωτόγνωρες καταστάσεις, αλλά και να έρθει σ’ επαφή με τη συγκεντρωμένη γνώση και εμπειρία ενός άλλου ανθρώπου -του συγγραφέα-, και να αποκομίσει με αυτό τον τρόπο πολύτιμες γνώσεις και βιώματα.

Εμπλουτίζει τις γλωσσικές και εκφραστικές δυνατότητες του ατόμου: Η ανάγνωση βιβλίων προσφέρει -ιδίως στους νέους ανθρώπους- τη δυνατότητα να έρθουν σ’ επαφή με τα εκφραστικά μέσα πολλών συγγραφέων και να γνωρίσουν έτσι ποικίλους τρόπους γλωσσικής διατύπωσης. Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό όφελος, καθώς μέσω της γλωσσικής αυτής καλλιέργειας το άτομο διευρύνει, όχι μόνο τις εκφραστικές του δυνατότητες, αλλά και την ικανότητά του να κατανοεί ολοένα και πιο δύσκολα κείμενα.
Ας μη λησμονούμε, άλλωστε, πως το εύρος και οι εκφραστικές δυνατότητες της γλώσσας μας φανερώνονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στα χέρια των έμπειρων και ικανών συγγραφέων, προσφέροντας στους νέους την ευκαιρία να αντιληφθούν πληρέστερα την εξαίρετη ομορφιά της.

Στηρίζει σημαντικές πτυχές του πολιτισμού: Μέσα από βιβλία στα οποία εκλαϊκεύονται επιστημονικά, ιστορικά, φιλοσοφικά ή άλλα ζητήματα, καθίσταται εφικτή η μετάδοση της γνώσης σε ευρύτερα πληθυσμιακά στρώματα. Μια τέτοια μορφή εκλαΐκευσης επιτυγχάνεται, άλλωστε, και με τα εκπαιδευτικά εγχειρίδια, μέσω των οποίων πραγματοποιείται η εκπαίδευση των νέων.
Συνάμα, η ελεύθερη διακίνηση των βιβλίων, ενισχύει τη δημοκρατική λειτουργία της κοινωνίας, καθώς με την ελεύθερη έκφραση και την ανεμπόδιστη κυκλοφορία των ιδεών γίνεται σαφές πως μια δημοκρατική πολιτεία επιτρέπει, αποδέχεται -και ενίοτε υιοθετεί- ακόμη και ιδέες οι οποίες στο πρώτο τους άκουσμα μοιάζουν εντελώς ρηξικέλευθες ή ίσως και ανατρεπτικές. Πολλές καίριες αλλαγές, άλλωστε, στον τρόπο λειτουργίας των κοινωνιών έχουν προκύψει ακριβώς μέσα από θεωρίες και προσεγγίσεις που έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με τα έως τότε παραδεδομένα.

Η υποβάθμιση του βιβλίου
Ένα ανησυχητικό για την εποχή μας φαινόμενο είναι πως τα τελευταία χρόνια μειώνεται ολοένα και περισσότερο η επαφή των πολιτών με τα βιβλία∙ στοιχείο που γίνεται ιδιαίτερα πρόδηλο από το γεγονός ότι, ιδίως οι νεότερες γενιές, διαβάζουν ελάχιστα, κι αυτό προκύπτει τόσο από τις μειωμένες πωλήσεις βιβλίων όσο και από την εύκολα διαπιστούμενη άγνοια των νεότερων για τους λογοτέχνες και τη λογοτεχνική παραγωγή της χώρας μας.
Τα αίτια αυτού του φαινομένου θα μπορούσαν να αναζητηθούν στους ακόλουθους παράγοντες:

Η ευρύτατη διάδοση των μέσων μαζικής ενημέρωσης: Για την πλειονότητα των πολιτών η τηλεόραση και το διαδίκτυο αποτελούν -πλέον- την «αυτονόητη» επιλογή, όταν έχουν ελεύθερο χρόνο ή όταν θέλουν να εκτονώσουν την ένταση της ημέρας. Η ευκολία της έτοιμης εικόνας, αλλά και ο εντυπωσιακός χαρακτήρας της τηλεοπτικής εμπειρίας (κινηματογραφικές ταινίες, τηλεοπτικές σειρές, ψυχαγωγικές ή ενημερωτικές εκπομπές) ενέχουν ένα σημαντικό πλεονέκτημα έναντι της πιο απαιτητικής επαφής με το βιβλίο, όπου ο αναγνώστης καλείται να επεξεργαστεί το προσλαμβανόμενο υλικό και να ενεργοποιήσει τη σκέψη και τη φαντασία του.
Αντιστοίχως, η αίσθηση της κοινωνικότητας που ενέχει η επαφή με το διαδίκτυο, χάρη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, προσφέρει έναν επίσης εύκολο και διασκεδαστικό τρόπο «αξιοποίησης» του ελεύθερου χρόνου, ο οποίος θεωρείται σαφώς προτιμότερος για τους νέους απ’ ό,τι η ανάγνωση ενός βιβλίου.
Ενώ, παράλληλα, το γεγονός ότι μέσω του διαδικτύου είναι εφικτή η αναζήτηση οποιασδήποτε πληροφορίας, δημιουργεί στους ανθρώπους την ψευδαίσθηση της εύκολης απόκτησης γνώσεων, χωρίς να γίνεται αντιληπτό πως η αποσπασματική αυτή επαφή με έτοιμες πληροφορίες δεν μπορεί να υποκαταστήσει την παιδευτική αξία της μελέτης ενός βιβλίου.

Ο καταναλωτισμός και η χρησιμοθηρία της εποχής μας:  Το καταναλωτικό πρότυπο των ημερών μας ωθεί τους περισσότερους ανθρώπους σ’ ένα συνεχές κυνήγι του χρήματος και των υλικών αγαθών, θέτοντας σε υποδεέστερη μοίρα τα πνευματικά ενδιαφέροντα. Ο σύγχρονος άνθρωπος ενδιαφέρεται κυρίως για ό,τι μπορεί να επιδείξει ως απόκτημα και, φυσικά, για ό,τι μπορεί να του αποδώσει οικονομικά οφέλη. Υπό αυτή την έννοια, η επαφή των ανθρώπων με τη μελέτη περιορίζεται μόνο στο πλαίσιο των σπουδών, ώστε να υπάρξει η αναγκαία επαγγελματική αποκατάσταση. Η μελέτη είναι ιδωμένη εδώ κυρίως χρησιμοθηρικά, και μόνο ως το μέσο για την επίτευξη κάποιου οικονομικού οφέλους. Σε ό,τι αφορά, μάλιστα, τους ενήλικες που έχουν πια επιτύχει την επαγγελματική τους αποκατάσταση, η μελέτη βιβλίων φαντάζει χαμένος χρόνος, αφού δεν προκύπτει από αυτή κάποιου είδους οικονομικό κέρδος.

Έλλειψη ελεύθερου χρόνου: Ένα σύνηθες επιχείρημα των ενηλίκων -κάποτε και των εφήβων- για την απομάκρυνση από το διάβασμα βιβλίων, είναι η πλήρης απουσία ελεύθερου χρόνου, καθώς οι μεν ενήλικες βρίσκονται αντιμέτωποι μ’ έναν καταιγισμό -κυρίως επαγγελματικών- υποχρεώσεων, οι δε έφηβοι καλούνται να αντεπεξέλθουν σ’ ένα φορτωμένο πρόγραμμα (σχολείο, φροντιστήριο, εκμάθηση ξένων γλωσσών, άθληση), το οποίο εκμηδενίζει, όχι μόνο τον ελεύθερο χρόνο τους, αλλά και τις αντοχές τους.

Η απωθητική εικόνα του βιβλίου στο χώρο του σχολείου: Ένα από τα τρωτά σημεία της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι πως συχνά δημιουργεί αρνητικά συναισθήματα στους μαθητές απέναντι στο σχολικό βιβλίο, και κατ’ επέκταση απέναντι στο βιβλίο γενικότερα. Οι μαθητές συνδέουν στη σκέψη τους το βιβλίο με την στείρα αποστήθιση, τα διαγωνίσματα, τις προαγωγικές εξετάσεις, και κατόπιν με τις πανελλήνιες εξετάσεις, αποκτώντας σταδιακά μια τελείως αρνητική διάθεση απέναντι σε αυτό. Όπως ακριβώς αντικρίζουν το σχολείο ως μια επιβεβλημένη και εξαναγκαστική περίοδο μαθητείας σε αντικείμενα εντελώς αδιάφορα, έτσι καταλήγουν να βλέπουν και το βιβλίο ως κάτι το απωθητικό, που δεν έχει τίποτε το ουσιώδες να τους προσφέρει.

Η έλλειψη ορθής προώθησης και καλλιέργειας της φιλαναγνωσίας: Οι φορείς αγωγής (οικογένεια, σχολείο, πολιτεία) δεν στηρίζουν επαρκώς τη διάθεση φιλαναγνωσίας των νέων. Τη στιγμή που οι γονείς θα έπρεπε να λειτουργούν ως πρότυπα για τη στενή σχέση με τη μελέτη βιβλίων και η πολιτεία θα έπρεπε να προσφέρει πλήθος ευκαιριών για την επαφή των νέων με το βιβλίο (πλούσιες σχολικές και δημοτικές βιβλιοθήκες, διοργάνωση εκδηλώσεων), παρατηρείται πως αυτό δεν συμβαίνει ή τουλάχιστον δεν συμβαίνει σε ικανοποιητικό βαθμό.

Τρόποι προώθησης του βιβλίου και της φιλαναγνωσίας

Έγκαιρη ανάδειξη των ωφελειών που προσφέρει η μελέτη βιβλίων: Με τη συνδρομή των εκπαιδευτικών (πρωτίστως των δασκάλων), της οικογένειας και της πολιτείας, οφείλει να γίνει μια συστηματική προσπάθεια, ώστε οι νέες γενιές να συνειδητοποιήσουν εγκαίρως τα οφέλη της ανάγνωσης. Οι νέοι θα πρέπει να κατανοήσουν πως τόσο η ικανότητά τους να σκέφτονται και να διερευνούν με πληρότητα τα ζητήματα της πραγματικότητας, όσο και οι λεκτικές τους δεξιότητες, αλλά και η δημιουργικότητά τους, μπορούν να ωφεληθούν σε πολύ μεγάλο βαθμό από την επαφή με τα βιβλία.
Οι νέοι θα πρέπει να αντιληφθούν πως η «κατάχρηση» της τηλεόρασης και του διαδικτύου υπονομεύει τη δυνατότητά τους να ενισχύσουν τις νοητικές τους δεξιότητες, αφού τους τρέπει σε παθητικούς δέκτες έτοιμου υλικού, και μάλιστα υλικού χαμηλής ποιότητας. Θα πρέπει να κατανοήσουν πως η εντύπωση που έχουν πως χάρη στην τηλεόραση και το διαδίκτυο γνωρίζουν όλα όσα χρειάζεται να γνωρίζουν, είναι εντελώς λανθασμένη, αφού στην πραγματικότητα τρέπονται σε αναμεταδότες πληροφοριών, και όχι σε σκεπτόμενους πολίτες με δική τους αυτόνομη κριτική ικανότητα.

Προώθηση του βιβλίου από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης: Τα ΜΜΕ έχουν αποδεδειγμένα τη δυνατότητα να επηρεάζουν τις καταναλωτικές συνήθειες, αλλά και τις γενικότερες επιλογές των πολιτών, και η δυνατότητα αυτή μπορεί να αξιοποιηθεί, ώστε να φέρει τους νέους σε επαφή με το ποιοτικό βιβλίο. Η προβολή εκπομπών αφιερωμένων στο βιβλίο, καθώς και η προβολή κοινωνικών μηνυμάτων για την αξία της ανάγνωσης, μπορούν να λειτουργήσουν ενισχυτικά στην προσπάθεια προώθησης της φιλαναγνωσίας.

Στήριξη του βιβλίου από την πολιτεία: Η πολιτεία οφείλει να λάβει τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να καθιστά βιώσιμη την εκδοτική παραγωγή στη χώρα μας, επιτρέποντας στους εκδότες να επιλέγουν ποιοτικά βιβλία και όχι να αναζητούν εμπορικούς τίτλους -έστω κι αν δεν αποτελούν καλές αναγνωστικές επιλογές- μόνο και μόνο γιατί θα τους αποφέρουν το αναγκαίο οικονομικό κέρδος.
Παράλληλα, η πολιτεία θα πρέπει να στηρίζει τη λειτουργία βιβλιοθηκών σε κάθε πόλη και σε κάθε δήμο της χώρας, ώστε οι πολίτες να μπορούν εύκολα και ανέξοδα να δανείζονται βιβλία. Είναι σημαντικό, άλλωστε, να λαμβάνουμε υπόψη μας πως λόγω της οικονομικής κρίσης, υπάρχουν αρκετοί πολίτες που αδυνατούν να δαπανήσουν χρήματα για την αγορά βιβλίων, έστω κι αν ανήκουν στους φίλους του βιβλίου και της ανάγνωσης.

Επαναπροσέγγιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας: Το σχολείο οφείλει να λειτουργεί ως χώρος όπου οι νέοι θα δημιουργούν μια σταθερή σχέση αγάπης με το βιβλίο και όχι ως χώρος όπου το βιβλίο θα αντιμετωπίζεται ως μέσο καταπίεσης. Είναι σημαντικό, επομένως, να ληφθεί μέριμνα ώστε η εκπαιδευτική διαδικασία να αποδεσμευτεί από την αυστηρή και ανούσια αποστήθιση και να στραφεί σε μια πιο δημιουργική και πιο γόνιμη επαφή με τη γνώση.
Τα λεγόμενα εξωσχολικά βιβλία μπορούν, αν αξιοποιηθούν σωστά, να αποτελέσουν μια χρήσιμη βάση για την ανάπτυξη της επιδιωκόμενης ορθής σχέσης των νέων με την ανάγνωση. Ζητούμενο για τους εκπαιδευτικούς είναι να γίνει αντιληπτό από τους μαθητές πως η επαφή με το βιβλίο μπορεί να τους ωφελήσει κατά τρόπο καίριο και διηνεκώς επωφελή.

Η φιλαναγνωσία θα πρέπει να καλλιεργείται ήδη από τις μικρότερες τάξεις του δημοτικού σχολείου. Ο εκπαιδευτικός, λοιπόν, που καλείται να προωθήσει τη φιλαναγνωσία:

1. Λειτουργεί ως πρότυπο και μεταδίδει σε καθημερινή βάση τον ενθουσιασμό του για το διάβασμα.
2. Είναι ενημερωμένος και έχει διαβάσει μεγάλο όγκο ποιοτικής λογοτεχνίας για παιδιά και νέους.
3. Οργανώνει βιβλιοθήκη τάξης με πλούσιο και προσβάσιμο αναγνωστικό υλικό (έντυπο και ηλεκτρονικό) ενώ αξιοποιεί στον μέγιστο βαθμό μεγαλύτερες βιβλιοθήκες, ειδικά την κεντρική βιβλιοθήκη του σχολείου.
4. Βοηθά τα παιδιά να εξοικειωθούν με τα ποικίλα είδη αναγνωσμάτων που έχουν στη διάθεσή τους.
5. Ενθαρρύνει τα παιδιά να επιλέξουν αναγνώσματα που τα ενδιαφέρουν.
6. Προωθεί το διάβασμα για ευχαρίστηση, καθώς και το διάβασμα προς αναζήτηση γνώσεων και πληροφοριών.
7. Παρέχει ικανοποιητικό χρόνο για σιωπηρό ελεύθερο διάβασμα στο σχολείο.
8. Σχεδιάζει κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και συνεργασίες για το βιβλίο και το διάβασμα.
9. Στηρίζει τα παιδιά που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην ανάγνωση.
10. Διαβάζει μεγαλόφωνα στα παιδιά για ευχαρίστηση και ψυχαγωγία.
11. Αποφεύγει τη μετάδοση αρνητικών μηνυμάτων για την ανάγνωση.
12. Παρέχει κίνητρα τα οποία αντανακλούν την αξία της ανάγνωσης.
13. Προωθεί και τα λεγόμενα «ελαφρά αναγνώσματα» / “light reading” (π.χ. κόμικς και περιοδικά).
14. Επιδιώκει και ενισχύει τη συνεργασία σχολείου, οικογένειας και ευρύτερης κοινότητας για την προώθηση της φιλαναγνωσίας.
15. Έχει μεγάλες προσδοκίες από τους μαθητές και τους ενθαρρύνει να κάνουν το ίδιο.

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Μητρότητα – Οικογένεια – Παιδί

Άρθρο 21. 1. Η οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους.
[Σύνταγμα της Ελλάδας]

Μητρότητα
Η μητρότητα συνιστά αναμφίβολα μια έννοια καίριας σημασίας, μιας και αποτελεί απολύτως αναγκαία διαδικασία για τη διασφάλιση της συνέχισης, όχι μόνο της ανθρώπινης ζωής, αλλά και κάθε εθνικής υπόστασης. Κάθε χώρα, επομένως, -και πολύ περισσότερο εκείνες που βρίσκονται αντιμέτωπες με φαινόμενα υπογεννητικότητας-, οφείλει να εφαρμόζει κάθε απαραίτητο μέτρο για την προστασία της. Όπως είναι, άλλωστε, σαφές, η απόκτηση και η ανατροφή ενός παιδιού -ιδίως στη σύγχρονη εποχή- κοστίζει τόσο σε επίπεδο χρημάτων όσο και σε επίπεδο χρόνου. Η Πολιτεία οφείλει, άρα, μεταξύ άλλων, να φροντίσει για τα ακόλουθα ζητήματα:

Οικονομική ενίσχυση πολύτεκνων και μονογονεϊκών οικογενειών. Μια πολύτεκνη οικογένεια, όπως και μια μητέρα που καλείται να μεγαλώσει μόνη της το παιδί της, έχουν να αντιμετωπίσουν αυξημένα οικονομικά βάρη, τα οποία πιθανώς δεν μπορούν να καλύψουν με τους δικούς τους και μόνο οικονομικούς πόρους. Το κράτος οφείλει, λοιπόν, να εκφράζει τη στήριξή του τόσο απέναντι σ’ εκείνες τις οικογένειες που αποκτούν τρία και παραπάνω παιδιά, όσο και απέναντι στις γυναίκες που για τον οποιονδήποτε λόγο αναγκάζονται -ή επιλέγουν- να αναθρέψουν μόνες τους το παιδί τους.
Ας μη λησμονούμε πως τόσο η διαδικασία του τοκετού, όσο και ο αναγκαίος εξοπλισμός για τη φροντίδα και την ανατροφή του βρέφους, μεταφράζονται σε σημαντικά χρηματικά ποσά, τα οποία δεν μπορούν να καλυφθούν πλέον απ’ όλους τους πολίτες, και τα οποία μπορούν να λειτουργήσουν αποτρεπτικά τόσο για τους νέους ανθρώπους που σκέφτονται να αποκτήσουν το πρώτο τους παιδί, όσο και για τις οικογένειες που θέλουν να αποκτήσουν περισσότερα του ενός.  

Μέριμνα για τη φύλαξη των βρεφών και των μικρών παιδιών. Το βρέφος από την πρώτη κιόλας στιγμή της ύπαρξής του απαιτεί τη συνεχή παρουσία κάποιου ανθρώπου για τη φροντίδα, αλλά και για την προφύλαξή του∙ μια υποχρέωση που δεν μπορεί να καλυφθεί επαρκώς μόνο από τη μητέρα του. Αν, μάλιστα, η μητέρα αυτή είναι μόνη της, χωρίς σύζυγο και χωρίς τους γονείς της, τότε βρίσκεται αντιμέτωπη με εξαιρετικά δύσκολες καταστάσεις, εφόσον δεν μπορεί να λείψει στιγμή απ’ το πλευρό του μωρού της, τη στιγμή όμως που έχει να καλύψει πλείστες υποχρεώσεις που απαιτούν την παρουσία της εκτός του σπιτιού. Πολύ περισσότερο, βέβαια, όταν λίγες βδομάδες μετά οφείλει να επιστρέψει στην εργασία της, προκειμένου να έχει τα αναγκαία έσοδα για να συντηρήσει τον εαυτό της και το παιδί της.
Έμπρακτη στήριξη της μητρότητας, επομένως, δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς την ύπαρξη και την απρόσκοπτη λειτουργία χώρων φύλαξης για τα βρέφη, αλλά και για τα μικρά παιδιά, ώστε η κάθε μητέρα να μπορεί να εργάζεται ή να μπορεί να εκπληρώνει τις όποιες καθημερινές υποχρεώσεις.

Προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων της γυναίκας, πριν και μετά την απόκτηση του παιδιού. Έχει κατά καιρούς διαπιστωθεί πως στον ιδιωτικό κυρίως τομέα το ενδεχόμενο απόκτησης παιδιού από τις γυναίκες υπαλλήλους δημιουργεί προβληματισμό, αν όχι ενόχληση, στις διάφορες εταιρείες, εφόσον προκύπτει μια ανεπιθύμητη διακοπή στη ροή της εργασίας και στην επαφή της υπαλλήλου με την πορεία των υπό εξέλιξη υποθέσεων και εργασιών. Έτσι, κάποιες εταιρείες είτε θέτουν ανεπίσημα ως όρο τη μη απόκτηση παιδιού στα αμέσως επόμενα χρόνια από την πρόσληψη της γυναίκας είτε αποφεύγουν τελείως την πρόσληψη γυναικών σε θέσεις ευθύνης, καθώς μια πιθανή κύηση τις απομακρύνει από τις επαγγελματικές τους υποχρεώσεις και προκαλεί αναστάτωση στην ομαλή λειτουργία της εταιρείας.
Αποτελεί, επομένως, υποχρέωση της Πολιτείας να διασφαλίζει πλήρως τα εργασιακά δικαιώματα των γυναικών, όπως σαφώς και το να μην αποτελεί η μητρότητα ανασταλτικό παράγοντα στην επαγγελματική τους αποκατάσταση και εξέλιξη.
Θα πρέπει να σημειωθεί πως ο νόμος απαγορεύει την απόλυση εργαζόμενης γυναίκας τόσο κατά την περίοδο της κύησης, όσο και κατά το πρώτο διάστημα μετά την απόκτηση του παιδιού, προφυλάσσοντας έτσι τις γυναίκες υπαλλήλους από άδικες απολύσεις∙ απολύσεις που θα καθιστούσαν τη μητρότητα ανεπιθύμητη κατάσταση, εφόσον θα οδηγούσε τις γυναίκες στην ανεργία. 

Προστασία του δικαιώματος στο θηλασμό. Ο μητρικός θηλασμός είναι πολλαπλά ωφέλιμος τόσο για την υγεία του βρέφους όσο και για την υγεία της ίδιας της μητέρας. Είναι σημαντικό, επομένως, να διασφαλίζονται οι απαραίτητες συνθήκες, ώστε η νέα μητέρα να μπορεί απρόσκοπτα να τηρεί το πρόγραμμα θηλασμού του μωρού της. Αυτό σημαίνει πως είτε βρίσκεται στο χώρο εργασία της είτε βρίσκεται σε κάποιο δημόσιο χώρο, δεν θα πρέπει να της το απαγορεύουν ή να την κάνουν να αισθάνεται άσχημα που θέλει να θηλάσει το παιδί της. Ειδικότερα, οι διάφορες εταιρείες οφείλουν να παρέχουν στη μητέρα τον αναγκαίο χρόνο και χώρο, προκειμένου να αντλήσει το γάλα του μωρού με την ειδική αντλία θηλασμού -η μητέρα που θηλάζει, ακόμη κι αν είναι μακριά από το μωρό της οφείλει να αντλεί το γάλα ανά τακτά διαστήματα, διαφορετικά το σώμα της σταματά να το παράγει. Επίσης, αν η μητέρα βρίσκεται σε κάποιο δημόσιο χώρο και είναι ώρα να θηλάσει το μωρό της, δεν θα πρέπει να είναι εξαναγκασμένη να κρύβεται, επειδή οι άνθρωποι γύρω της αντιμετωπίζουν το θηλασμό ως κάτι το ανάρμοστο ή το αποκρουστικό∙ ο θηλασμός είναι και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια απόλυτα φυσική διαδικασία, που απαιτεί το σεβασμό όλων.

Προφύλαξη του τοκετού από την κερδοσκοπία και στήριξη της επαρχίας. Το γεγονός ότι τα δημόσια μαιευτήρια δεν επαρκούν για να καλύψουν τις πάγιες ανάγκες του πληθυσμού, οδηγεί πολλές γυναίκες στα ιδιωτικά μαιευτήρια, τα οποία τείνουν να κοστολογούν ακριβά τις υπηρεσίες που παρέχουν, ενώ δε διστάζουν να προωθούν την επιλογή της καισαρικής -που τους αποδίδει περισσότερα κέρδη- ακόμη κι όταν δεν είναι αναγκαία.
Σημαντικό, άλλωστε, είναι το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στις απομακρυσμένες περιοχές της χώρας και ιδίως στα μικρά νησιά, καθώς δεν έχουν τη δυνατότητα της άμεσης πρόσβασης στο μαιευτήριο σε περίπτωση που παρουσιαστεί κάποια περιπλοκή. Έτσι, η περίοδος της κύησης που προκαλεί ούτως ή άλλως άγχος στη μέλλουσα μητέρα, επιβαρύνεται με ακόμη μεγαλύτερο άγχος από το γεγονός ότι σε περίπτωση ανάγκης δεν είναι δυνατή η γρήγορη και έγκαιρη μετάβαση στο μαιευτήριο, εφόσον αυτά εντοπίζονται μόνο σε αστικές περιοχές.

Παροχή ψυχολογικής στήριξης στις νέες μητέρες. Η κύηση και η διαδικασία τοκετού προκαλούν σημαντική συναισθηματική ένταση στη νέα μητέρα, επηρεάζουν δραστικά τα επίπεδα ορμονών στο σώμα της και σηματοδοτούν συνάμα μια ριζική αλλαγή στη ζωή της. Όλα αυτά έχουν ως συνέπεια η νέα μητέρα να βρίσκεται αντιμέτωπη με τον ενδεχόμενο της επιλόχειας κατάθλιψης, μιας ιδιαίτερα επικίνδυνης κατάστασης για τη συναισθηματική και ψυχολογική της υγεία. Κρίνεται, άρα, εξαιρετικά σημαντικό να υπάρχουν οι κατάλληλες δομές από την Πολιτεία, ώστε κάθε νέα μητέρα να έχει πρόσβαση στην αναγκαία ψυχολογική στήριξη, προκειμένου να αντιμετωπίζει έγκαιρα και αποτελεσματικά τέτοιου είδους ζητήματα.

Προφύλαξη από περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Οι ποικίλες αλλαγές που προκύπτουν με τον ερχομό ενός μωρού στη ζωή του ζευγαριού, όπως και οι αυξημένες οικονομικές ανάγκες, δημιουργούν συχνά ανεπιθύμητες εντάσεις, που ενδέχεται να καταλήξουν είτε σε σωματική είτε -συχνότερα- σε ψυχολογική βία εις βάρος της νέας μητέρας. Είναι, άρα, σημαντικό να υπάρχουν οι κατάλληλες δομές, ώστε η νέα μητέρα να μπορεί να αναζητήσει έγκαιρα στήριξη και βοήθεια, μιας και είναι -ή πρέπει να είναι- απολύτως σαφές πως δεν έχει κανένα λόγο να υπομένει τα βίαια ξεσπάσματα του ανέτοιμου ή του ψυχολογικά πιεσμένου συζύγου ή συντρόφου της.

Έγκαιρη ενημέρωση για την πρόληψη ανεπιθύμητων κυήσεων και αμβλώσεων. Παρά το γεγονός ότι τόσο η εγκυμοσύνη όσο και η μητρότητα αποτελούν μια εμπειρία μέγιστης αξίας για τις γυναίκες που συνειδητά επιλέγουν να αποκτήσουν παιδί, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά όταν πρόκειται για γυναίκες στα πρώτα χρόνια της νεότητας ή ακόμη και στο τέλος της εφηβείας, οι οποίες καταλήγουν να κυοφορούν μόνο και μόνο διότι δεν έχουν επαρκή γνώση πάνω στο θέμα της αντισύλληψης. Τότε η εγκυμοσύνη αντιμετωπίζεται ως τελείως άκαιρη και ως πηγή μεγάλης στενοχώριας για τις νέες αυτές γυναίκες και τις οικογένειές τους, με αποτέλεσμα να επιλέγεται, όχι δίχως σημαντικό προβληματισμό, η άμβλωση.
Πρόκειται για μια διαδικασία που τραυματίζει συναισθηματικά -κάποτε και σωματικά- τη νέα γυναίκα, προκαλώντας της πλήθος ενοχών και τύψεων, και δημιουργώντας της αρνητικά συναισθήματα απέναντι στον εαυτό της. Είναι, δίχως άλλο, αναγκαίο να υπάρχει έγκαιρη ενημέρωση, ήδη από τα χρόνια της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, σχετικά με την αντισύλληψη και τη σεξουαλική δραστηριότητα, ώστε η εγκυμοσύνη να αποτελεί απόρροια μόνο συνειδητής επιλογής και όχι πρώιμων σεξουαλικών πειραματισμών.  

Οικογένεια  
Ομάδα ατόμων που συνδέονται μεταξύ τους με δεσμούς αίματος, γάμου ή υιοθεσίας και διαμένουν κάτω από την ίδια στέγη.
Η οικογένεια -είτε έχει την παραδοσιακή μορφή, είτε είναι μονογονεϊκή, είτε αποτελείται από γονείς του ίδιου φύλου- καλείται να εκπληρώσει πάντοτε την ίδια εξαιρετικά σημαντική λειτουργία στη ζωή των παιδιών. Οι γονείς είναι εκείνοι που πέρα από το βασικό ζητούμενο της κάλυψης των εξόδων διατροφής του παιδιού και της φροντίδας της υγείας του,  προσφέρουν τις βασικές αρχές διαπαιδαγώγησής του.
Το παιδί αντλεί στο πλαίσιο της οικογένειας όλα όσα χρειάζεται για την κάλυψη των συναισθηματικών του αναγκών (αγάπη, στοργή, αποδοχή, σεβασμό) από τους γονείς του∙ αποκτά χάρη σε αυτούς τα πρώτα και βασικότερα στοιχεία κοινωνικοποίησης, καθώς και τα πρώτα πολύ ουσιαστικά πνευματικά ερεθίσματα. Κατά τρόπο συνοπτικό οι γονείς είναι υπεύθυνοι για τη διάπλαση της προσωπικότητας του παιδιού μέσα από το δικό τους καθημερινό παράδειγμα, μέσα από την επικοινωνία τους με το παιδί, καθώς και μέσα από τη συμπεριφορά που έχουν απέναντί του.

Προβλήματα που αντιμετωπίζει η σύγχρονη οικογένεια
Πρόκειται, σαφώς, για έναν ρόλο πολύ μεγάλης ευθύνης, ο οποίος δεν επιτυγχάνεται πάντοτε με τον αρτιότερο τρόπο, όσο αγαθές προθέσεις κι αν έχουν οι γονείς, καθώς υπάρχουν ή προκύπτουν αρκετά προβλήματα στο πλαίσιο της σύγχρονης οικογένειας. Ειδικότερα:  

Έλλειψη ποιοτικού χρόνου ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας. Η ανάγκη να εργάζονται και οι δύο γονείς κι οι ποικίλες καθημερινές υποχρεώσεις εκμηδενίζουν ουσιαστικά τα περιθώρια χρόνου για μια ουσιαστική επικοινωνία και μια ποιοτική ενασχόληση με τα παιδιά. Συνήθως οι οικογένειες λειτουργούν διαχειριστικά απέναντι στα διάφορα ζητήματα, εφόσον δεν έχουν το χρόνο να εμβαθύνουν σε αυτά.
Η έλευση, άλλωστε, του διαδικτύου, όπως και της τηλεόρασης, έχει εντείνει την απόσταση ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας, εφόσον ο καθένας επιλέγει να αφιερώσει συχνά σημαντικό μέρος του ελεύθερου χρόνου του στα ηλεκτρονικά αυτά μέσα, ζητώντας έναν ευχάριστο περισπασμό από τα προβλήματα και τις εντάσεις της καθημερινότητας.

Δυσκολία διατήρησης της αρμονίας στις σχέσεις του ζευγαριού. Το ποσοστό των διαζυγίων, όπως και το ποσοστό των δυσλειτουργικών σχέσεων, βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα, καθώς οι σύγχρονοι άνθρωποι μοιάζουν να δυσκολεύονται να δημιουργήσουν σχέσεις ανοιχτής και ουσιαστικής επικοινωνίας. Τα οικονομικά προβλήματα, η αίσθηση των ανθρώπων πως δεν είναι αρκετά ευτυχισμένοι μέσα στη σχέση τους, καθώς και το πλήθος των συμβιβασμών που καλείται να κάνει κάθε άνθρωπος στο πλαίσιο ενός γάμου, τείνουν να προκαλούν εντάσεις, τσακωμούς και, όχι σπάνια, να οδηγούν στη διάλυση του γάμου.
Είναι, άλλωστε, σαφές πως ένας γάμος δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς αμοιβαίες υποχωρήσεις και χωρίς προσωπικές θυσίες από τη μεριά του κάθε συζύγου, στοιχεία, ωστόσο, που δεν ευχαριστούν τους ανθρώπους της σύγχρονης εποχής, εφόσον καθοδηγούμενοι από τα επίπλαστα πρότυπα ευτυχίας που παρουσιάζουν συνεχώς τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, θεωρούν πως «δικαιούνται» μια κατά πολύ πιο ευτυχισμένη ζωή από αυτή που έχουν και αρνούνται να προχωρήσουν σε συμβιβασμούς.

Άγνοια των γονιών για το πώς επιτυγχάνεται η ορθή αγωγή του παιδιού. Οι γονείς παρά το γεγονός ότι γνωρίζουν εκ των προτέρων πως η διαπαιδαγώγηση του παιδιού αποτελεί δική τους ευθύνη, δεν φροντίζουν ωστόσο να ενημερωθούν σχετικά με τους ορθούς τρόπους διαχείρισης των ποικίλων ζητημάτων που σχετίζονται με την αγωγή και την ανατροφή ενός παιδιού. Καταλήγουν, έτσι, είτε να προχωρούν σε επιζήμιους αυτοσχεδιασμούς είτε σε στερεοτυπικές συμπεριφορές που είχαν βιώσει κι οι ίδιοι ως παιδιά από τους δικούς τους γονείς. Το αποτέλεσμα αυτών των αναποτελεσματικών προσεγγίσεων είναι να μην επιτυγχάνεται η καλύτερη δυνατή αγωγή του παιδιού και να έρχονται σύντομα αντιμέτωποι με τις συνέπειες των λανθασμένων επιλογών τους.

Παιδί
Η παιδική ηλικία αποτελεί μια σημαντικότατη περίοδο της ζωής κάθε ανθρώπου, μιας και στο πλαίσιο αυτής τίθενται επί της ουσίας οι βάσεις για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Ζητούμενο, άρα, είναι τα παιδιά, ήδη από τις πρώτες μέρες της ζωής τους, να βρίσκονται σ’ ένα περιβάλλον όπου κυριαρχούν συναισθήματα αγάπης και αποδοχής, προκειμένου να αποφευχθεί η πρόκληση συμπλεγμάτων, που θα αλλοιώσουν μελλοντικά την ποιότητα του χαρακτήρα τους και τη διάθεσή τους να έχουν μια ζωή γεμάτη με δημιουργικότητα, ευδαιμονία και αγάπη για τους άλλους. Ένα παιδί το οποίο για τον οποιονδήποτε λόγο αισθάνεται πως δεν γίνεται πλήρως αποδεκτό από τους γονείς του και πως δεν καλύπτει πλήρως τις προσδοκίες τους, θα γίνει στο μέλλον ένας συμπλεγματικός ενήλικας που θα βιώνει εσωτερικά συγκρουσιακές καταστάσεις και δεν θα μπορεί να αντιμετωπίσει με την απαραίτητη αυτοπεποίθηση τα του βίου του.
Η προστασία της παιδικής ηλικίας σχετίζεται με μια σειρά από επιμέρους θέματα. Ειδικότερα:

Τα παιδιά έχουν ανάγκη τη σταθερότητα, την ασφάλεια και το παιχνίδι. Η διασφάλιση μιας ομαλής και συναισθηματικά υγιούς παιδικής ηλικίας απαιτεί από τη μεριά των γονιών, αλλά και της Πολιτείας, τη δυνατότητα δημιουργίας ενός σταθερού οικογενειακού περιβάλλοντος, στο πλαίσιο του οποίου το παιδί θα αισθάνεται απολύτως ασφαλές, ώστε να μπορεί να απολαμβάνει την ξεγνοιασιά και τη χαρά που αποτελούν τα μόνα αποδεκτά χαρακτηριστικά γι’ αυτή την ηλικία.
Μια οικογένεια που έρχεται αντιμέτωπη με οικονομικά προβλήματα -σημαντικό και σύνηθες πρόβλημα των τελευταίων χρόνων- ή ακόμη χειρότερα μια οικογένεια αντιμέτωπη με την ανεργία και το διαρκές άγχος της επόμενης μέρας, δεν μπορεί να διασφαλίσει την αίσθηση ηρεμίας που απαιτείται για την καλύτερη δυνατή ανατροφή του παιδιού, κι αυτό είναι ένα σημαντικό πρόβλημα που οφείλει να επιλύσει η Πολιτεία μέσα από την ορθή αντιμετώπιση του ζητήματος της οικονομικής κρίσης.
Το μικρό παιδί αντιλαμβάνεται πότε οι γονείς του είναι αναστατωμένοι και πότε δεν έχουν ούτε καν το κουράγιο να προσποιηθούν πως όλα πηγαίνουν καλά. Ακόμη κι αν δεν έχει τη δυνατότητα να εκφραστεί, συναισθάνεται εντούτοις το κλίμα της ανησυχίας και του άγχους, κι αυτό δρα ανασταλτικά για την άρτια συναισθηματική του ανάπτυξη. Ζητούμενο, ωστόσο, είναι να υπάρχει ένα κλίμα συναισθηματικής σταθερότητας και διάθεση για παιχνίδι και ενασχόληση με το παιδί, ώστε αυτό να κοινωνικοποιηθεί ομαλά.

Διασφάλιση κλίματος αποδοχής σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης. Ένα από τα βασικότερα ζητούμενα του εκπαιδευτικού χώρου είναι η δημιουργία κλίματος αποδοχής, ώστε από την αρχή κιόλας του σχολικού τους βίου τα παιδιά να αισθάνονται πως βρίσκονται σ’ ένα περιβάλλον που τους προσφέρει, πέρα από την εκπαιδευτική εμπειρία, αγάπη και σεβασμό. Είναι, άλλωστε, ο χώρος του σχολείου που φέρνει συχνά τα παιδιά σ’ επαφή με την απόρριψη, τις μειωτικές και ρατσιστικές συμπεριφορές, τον ανταγωνισμό και το φθόνο, έστω κι αν έχουν προφυλαχθεί από τέτοια αρνητικά φαινόμενα στο οικογενειακό τους πλαίσιο. Ένα μικρό παιδί που έρχεται αντιμέτωπο με το χλευασμό, την κοροϊδία και την απόρριψη των συμμαθητών του, πληγώνεται και επηρεάζεται κατά τρόπους που δεν μπορούμε πάντοτε να αντιληφθούμε.      

Τερματισμός του φαινομένου της παιδικής εργασίας. Ο εξαναγκασμός μικρών παιδιών σε καθημερινή εργασία, και μάλιστα σε άθλιες συνθήκες, όπως αυτό συμβαίνει σε μεγάλο βαθμό στις αναπτυσσόμενες χώρες αποτελεί ένα επώδυνο φαινόμενο, εφόσον στερεί από τα μικρά αυτά παιδιά το δικαίωμα στη χαρά, στο παιχνίδι και στην ανεμελιά∙ τους στερεί το δικαίωμα στην ομαλή συναισθηματική και σωματική ανάπτυξη και τα καταδικάζει στην πρόωρη συντριβή της παιδικότητάς τους.
Στις χώρες του δυτικού κόσμου τέτοιου είδους φαινόμενα είναι περιορισμένα -όχι ανύπαρκτα-, αντικαθίστανται, όμως, με ένα διαφορετικό είδος εκμηδένισης του χρόνου ανάπαυλας και παιχνιδιού των παιδιών, που προκύπτει μέσα από την ανάθεση σχολικών εργασιών και μελέτης. Πρόκειται, βέβαια, για μια ενασχόληση εκπαιδευτικής υφής, η οποία όμως δεν παύει να καταπατά το αναφαίρετο δικαίωμα των παιδιών στον ελεύθερο χρόνο. Ιδίως, μάλιστα, στην Ελλάδα το φαινόμενο αυτό λαμβάνει απρόσμενες διαστάσεις, εφόσον ήδη από τα χρόνια του Γυμνασίου, οι μαθητές είναι αντιμέτωποι με επιπλέον φροντιστηριακές ώρες σχολικών μαθημάτων και ξένων γλωσσών, αφού το δημόσιο σχολείο μοιάζει να αδυνατεί να καλύψει στοιχειώδεις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών.  

Προστασία των παιδιών από φαινόμενα παρενόχλησης και παιδικής πορνογραφίας. Τα παιδιά έχουν κάθε δικαίωμα στην αθωότητα, οι γονείς τους όμως όχι∙ οφείλουν να βρίσκονται σε διαρκή επαγρύπνηση, καθώς η σύγχρονη κοινωνία μαστίζεται από διάφορα φαινόμενα ακραίας ανηθικότητας και εγκληματικού εκφυλισμού. Το φαινόμενο της παιδεραστίας αποτελεί μία από αυτές τις ακραίες εγκληματικές πράξεις που μπορούν να ζημιώσουν ανεπανόρθωτα την ψυχολογική, αν όχι και τη σωματική, ακεραιότητα ενός παιδιού. Οι γονείς θα πρέπει, επομένως, να φροντίζουν για την αδιάκοπη προστασία του παιδιού τους, και να μην επιτρέπουν καν τη δίχως έλεγχο επαφή του παιδιού με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η σύγχρονη εμπειρία δείχνει, άλλωστε, πως οι σελίδες κοινωνικής δικτύωσης αποτελούν το νέο τρόπο προσέγγισης ανηλίκων από ενήλικες με εγκληματικές διαθέσεις.
Ενώ, έχει γίνει γνωστό πως μεγάλο μέρος του φωτογραφικού υλικού που διακινείται στις σελίδες παιδικής πορνογραφίας αντλείται από τις φωτογραφίες που ανεβάζουν στα κοινωνικά δίκτυα οι ίδιοι οι γονείς, θέλοντας να μοιραστούν με φίλους στιγμές από την καθημερινότητα των παιδιών τους
Προπαγάνδα είναι η με κάθε μέσο συστηματική προσπάθεια μονόπλευρου επηρεασμού της κοινής γνώμης προς ορισμένη κατεύθυνση.

[Ετυμολογία: μεσαιωνικά λατινικά.: propaganda < λατινικά: propago «μοσχεύω – εκτείνω, αυξάνω» < pro- «προ» + -pago< ρήμα pangere «μπήγω, φυτεύω». Η λέξη εμφανίστηκε στην ονομασία Congregatio de propaganda fide (Σύνοδος προς διάδοση της πίστεως), που αποτελούσε συνοδικό όργανο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, το οποίο συνεστήθη το 1559 από τον πάπα Κλήμεντα Η΄, προκειμένου να διαδώσει την πολιτική του ενωτισμού (Ουνία). Αναδιοργανώθηκε το 1622 από τον πάπα Γρηγόριο ΙΕ΄.] Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Γ. Μπαμπινιώτη

Η προπαγάνδα έχει συνδεθεί σε μεγάλο βαθμό με τα ολοκληρωτικά / δικτατορικά καθεστώτα, όπου ο έλεγχος και ο επηρεασμός των πολιτών είναι ιδιαίτερα σημαντικός για τη διατήρηση της εξουσίας, αλλά και για τη συμμετοχή των πολιτών στα σχέδια του καθεστώτος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ναζιστική Γερμανία του Αδόλφου Χίτλερ, όπου ο Υπουργός Προπαγάνδας Γκαίμπελς (JPGoebbels) είχε αναλάβει να πείσει τους πολίτες για την ορθότητα των σχεδιασμών του Χίτλερ και ιδίως για την επεκτατική του πολιτική. Με βασικά μέσα τον Τύπο, τον κινηματογράφο, το πρόγραμμα εκπαίδευσης, αλλά και τις εκδηλώσεις και τις δημόσιες ομιλίες, όπου κυριαρχούσε η επίκληση στο συναίσθημα, κατόρθωσε να χειραγωγήσει τους Γερμανούς πολίτες.
Ακόμη και σήμερα, άλλωστε, χρησιμοποιούμε τον όρο γκαιμπελικός για να αναφερθούμε στη χρήση της παραπληροφόρησης, στις συκοφαντίες και στην αθέμιτη προπαγάνδα.

Η προπαγάνδα, ωστόσο, δεν αφορά μόνο τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, καθώς συνεχίζει να χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα, και μάλιστα σε δημοκρατικά κράτη. Σαφή παρουσίαση της σύγχρονης προπαγάνδας και του ρόλου που διαδραματίζουν τα Μ.Μ.Ε. για την επιτυχή επιβολή της, μας έχει δώσει ο Noam Chomsky, ο οποίος στηλιτεύοντας τις υπερπόντιες στρατιωτικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ, υποδεικνύει τη συστηματική προσπάθεια των Μ.Μ.Ε. να στηρίξουν και να δικαιολογήσουν τις επιλογές της κυβέρνησης παραποιώντας γεγονότα, αποκρύπτοντας την αλήθεια και λαμβάνοντας εμφανή θέση υπέρ της επιθετικής αυτής πολιτικής.  
Χαρακτηριστικό είναι το σύντομο απόσπασμα που ακολουθεί από το βιβλίο των Noam Chomsky και Edward S. Herman «Ευεργετικά λουτρά αίματος στα γεγονότα και στην προπαγάνδα»:
«Το μέγα μάθημα στις δημόσιες σχέσεις, που μας έδωσε ο πόλεμος στο Βιετνάμ, είναι πως σε κάθε περίπτωση «το μεγάλο ψέμα» μπορεί να πιάσει παρ’ όλες τις ευκαιριακές διαφυγές που μπορούν να διαρρεύσουν σ’ έναν ελεύθερο τύπο. Όχι μόνο μπορεί να επιζήσει και να προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες, χωρίς να είναι ανάγκη να νοιάζεται κανείς για ολότελα δικαιολογημένες και οριστικές ανασκευές, αλλά μπορούν και ορισμένες πατριωτικές αλήθειες να αποκατασταθούν σταθερά στα μάτια της πλειοψηφίας με την επίμονη επανάληψη. Η κυβέρνηση μπορεί, με το βαθμό συνεργασίας που χρειάζεται από την πλευρά των μέσων μαζικής ενημέρωσης και όχι χωρίς εξασφαλισμένη περίπου επιτυχία, να εμπλακεί στη «διαχείριση των φρικαλεοτήτων» μόνο με το βάρος των πληροφοριών που μπαίνουν σε κυκλοφορία, με την εκλεκτική χρησιμοποίηση των αναφορών για τις βιαιοπραγίες που αποδίδονται στον εχθρό, με τη δημιουργία αφηγήσεων και μύθων για λουτρά αίματος και με τον εξωραϊσμό τους. Οι μύθοι αυτοί δεν πεθαίνουν ποτέ∙ ανασύρονται από τις στάχτες και προβάλλονται αδιάκοπα, παρά το γεγονός ότι η απόδειξη που τους διαψεύδει είναι εύκολα αποδεκτή.»

Οι στόχοι και τα μέσα της προπαγάνδας
Η ανάγκη των κυβερνήσεων, αλλά και των ισχυρών οικονομικών παραγόντων, να ελέγχουν την κοινή γνώμη, ώστε οι πολίτες αφενός να συμμορφώνονται με τις αποφάσεις τους κι αφετέρου να μην απαιτούν ποτέ απόδοση ευθυνών, όσο εμφανείς κι αν είναι οι αποτυχίες των κυβερνώντων, καθιστά την προπαγάνδα πολύτιμο εργαλείο.
Τα βασικά ζητούμενα των κυβερνώντων, για την επίτευξη των οποίων αξιοποιείται η προπαγάνδα, είναι μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
- Διεκδίκηση και κατόπιν διατήρηση της εξουσίας.
- Άσκηση οικονομικής πολιτικής που να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της κυβέρνησης, αλλά και τα συμφέροντα εκείνων των παραγόντων που τη στηρίζουν. Οικονομικής πολιτικής, μάλιστα, που να είναι προφανώς προσανατολισμένη στην ενίσχυση των ισχυρών, έστω κι αν για λόγους συγκάλυψης τείνει να προσφέρει ή να υπόσχεται πως θα προσφέρει οικονομικές ελαφρύνσεις και στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα.
- Άσκηση -στην περίπτωση ισχυρών κρατών- πολεμικής ή έντονα επιθετικής πολιτικής, με τη στήριξη ή έστω την ανοχή των πολιτών.
- Αποφυγή ανάληψης ευθυνών, ακόμη κι όταν είναι πασιφανές πως η πολιτική που ακολουθήθηκε έβλαψε τα συμφέροντα των πολιτών.

Η προπαγάνδα επιτυγχάνεται με την αξιοποίηση ποικίλων μεθόδων, οι οποίες έχουν δοκιμαστεί ήδη στο παρελθόν κι έχουν πλέον βελτιστοποιηθεί, ώστε να είναι ακόμη πιο αποτελεσματικές. Μέθοδοι, άλλωστε, που αξιοποιούν όλο το φάσμα εκείνων των επιστημών που σχετίζονται με την ανθρώπινη συμπεριφορά και επιτρέπουν τη διαμόρφωση τεχνικών για τη χειραγώγηση των πολιτών, όπως είναι η ψυχολογία και η κοινωνιολογία.
Ειδικότερα:

- Εκτεταμένη χρήση των Μ.Μ.Ε., ώστε να επιτευχθεί ο επιθυμητός επηρεασμός της κοινής γνώμης. Μέσα από παραποιημένες ειδήσεις και επιλεκτική παρουσίαση της αλήθειας (παραπληροφόρηση), οι πολίτες καταλήγουν να διαμορφώσουν εκείνες τις απόψεις που εξυπηρετούν καλύτερα τα συμφέροντα των ισχυρών. Είναι, άλλωστε, αποδεδειγμένο πως η συχνή επανάληψη μιας άποψης, όσο κι αν στην αρχή προκαλέσει αντιδράσεις, στην πορεία κάμπτει τις αντιστάσεις των πολιτών και τελικά γίνεται αποδεκτή ως θεμιτή επιλογή.

- Συνεχής χρήση της επίκλησης στο συναίσθημα στις ομιλίες των πολιτικών προσώπων, ώστε να παρακάμπτεται η λογική επεξεργασία των πραγματικών προθέσεων της εκάστοτε πολιτικής παράταξης. Οι πολιτικοί, μάλιστα, τείνουν να επιστρατεύουν έννοιες με υψηλή συναισθηματική φόρτιση, όπως είναι η πατρίδα, το έθνος, η δημοκρατία, η θρησκεία κ.ά., ώστε να επιδρούν κυρίως στο συναίσθημα των πολιτών, και να παρουσιάζονται οι ίδιοι ως υπερασπιστές και θεράποντες κάθε λαϊκής αξίας και κάθε λαϊκού συμφέροντος.

- Εκμετάλλευση των μεθόδων του λαϊκισμού, ώστε να καταστεί εφικτή η κατάκτηση της εξουσίας. Παρατηρείται, έτσι, καταφυγή στις υποσχέσεις για παροχές και ελαφρύνσεις, για την επίλυση χρόνιων προβλημάτων και για την εν γένει ικανοποίηση κάθε λαϊκού αιτήματος, μέχρι του σημείου όπου οι πολίτες παύουν να προβληματίζονται με το αν όλα αυτά είναι πραγματοποιήσιμα και αδημονούν για την εποχή που το σωτήριο αυτό κόμμα θα έρθει στην εξουσία.

- Έμφαση στην έννοια του πατριωτισμού και στην προάσπιση των εθνικών συμφερόντων από υπαρκτούς -ή και ανύπαρκτους- εχθρούς. Τεχνική που ωθεί τους πολίτες να αποδέχονται οποιαδήποτε απόφαση της πολιτείας, αρκεί να είναι σαφές πως οι ίδιοι είναι πατριώτες και πως είναι διατεθειμένοι να κάνουν οτιδήποτε για χάρη της πατρίδας τους.
Η τεχνική αυτή, που είναι υπεύθυνη για τη διατήρηση ή τη δημιουργία εχθροτήτων ανάμεσα σε διάφορα έθνη, έχει αξιοποιηθεί τόσο από μικρότερα κράτη, όπως είναι η Ελλάδα, όσο και από πολύ ισχυρότερα, όπως είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Στις ΗΠΑ, μάλιστα, όπου η στρατιωτική επέμβαση σε ξένα κράτη αποτελεί πλέον πάγια τακτική, επιστρατεύεται ακόμη και η βιομηχανία του κινηματογράφου για να ενισχύσει στους πολίτες το αίσθημα του πατριωτισμού και να αιτιολογήσει τις μιλιταριστικές επιλογές της κυβέρνησης.

- Η δημιουργία ενός αισθήματος ανασφάλειας και φόβου στους πολίτες απέναντι σε μια οικονομική ή στρατιωτική ή άλλη μορφή κρίσης, που καθιστά αναγκαία τη λήψη έκτακτων και δραστικών μέτρων. Οι πολίτες εξωθούνται να πιστέψουν πως η δράση της κυβέρνησής τους είναι επιβεβλημένη, γι’ αυτό και αποδέχονται ή ανέχονται ακόμη και επιλογές, τις οποίες υπό διαφορετικές συνθήκες θα καταδίκαζαν απερίφραστα και θα απέρριπταν.

- Επίθεση στο ήθος των πολιτικών αντιπάλων με συκοφαντίες και κάθε είδους κατηγορία που μπορεί να βρει ανταπόκριση στη συνείδηση των πολιτών. Προκειμένου οι πολιτικοί αντίπαλοι και οι διαφωνούντες να χάσουν την αξιοπιστία τους στα μάτια των πολιτών, ώστε οι αντιρρήσεις τους να μη λαμβάνονται υπόψη, έστω κι αν είναι πραγματικά βάσιμες, οι κυβερνώντες και οι με το μέρος τους οικονομικοί παράγοντες καταφεύγουν σε κάθε πιθανό μέσο σπίλωσης.
Ιδιαίτερα αξιοποιήσιμη είναι εδώ η τακτική του διχασμού και της πόλωσης, ώστε οι πολίτες να θεωρούν πως υπάρχει ένα κρίσιμο δίλημμα, στο οποίο όσοι παίρνουν το μέρος της κυβέρνησης είναι γνήσιοι και αληθινοί πατριώτες, που σκέφτονται μόνο το καλό της πατρίδας και του λαού, ενώ οι άλλοι είναι ασυνείδητοι προδότες, που εξυπηρετούν ξενόφερτα συμφέροντα. Είναι, μάλιστα, τέτοια η δύναμη αυτής της πόλωσης, ώστε επί της ουσίας οι πολίτες ελάχιστα σκέφτονται και επεξεργάζονται αυτά στα οποία καλούνται να συναινέσουν∙ το μόνο που τους απασχολεί είναι να μην αμφισβητηθεί ο πατριωτισμός τους.

Συνέπειες της προπαγάνδας
Η προπαγάνδα επιτρέπει στους ισχυρούς να κατευθύνουν και να ελέγχουν την κοινή γνώμη, λαμβάνοντας εκείνες τις αποφάσεις και εκτελώντας εκείνους τους σχεδιασμούς που οι ίδιοι επιθυμούν, χωρίς να αντιμετωπίζουν σημαντικές αντιδράσεις από τους πολίτες. Προκύπτει, έτσι, μια δραστική υπονόμευση του δημοκρατικού πολιτεύματος, αφού οι πολίτες ψηφίζουν και συναινούν μη έχοντας πραγματική γνώση των καταστάσεων.
Ειδικότερα:

- Υπονομεύεται η ελευθερία των πολιτών, αφού επί της ουσίας χειραγωγούνται και δρουν ως υποχείρια των ισχυρών, έχοντας απολέσει το δικαίωμα στην αληθινή πληροφόρηση και στην πλήρη γνώση των δεδομένων. Οι πολίτες παύουν να δρουν ως σκεπτόμενα όντα με αυτόνομη κρίση και πραγματική επίγνωση των αποφάσεών τους, και καταλήγουν να υποκινούνται από εκείνους που ελέγχουν την πληροφόρηση, οι οποίοι σκοπίμως και εντέχνως διαμορφώνουν μια εικονική πραγματικότητα που να εξυπηρετεί τις δικές τους επιδιώξεις.

- Λόγω της εκτεταμένης χρήσης τακτικών πόλωσης της κοινής γνώμης επιδρά επιζήμια για την κοινωνική συνοχή και την αρμονική συνύπαρξη των πολιτών. Οι πολίτες χωρίζονται σε αντίπαλες παρατάξεις κι έρχονται σε συνεχείς αντιπαραθέσεις, χρησιμοποιώντας ως επιχειρήματα αυτές ακριβώς τις απόψεις που τους έχουν υποβάλει μέσω της προπαγάνδας οι κυβερνώντες και οι ισχυροί.

- Αντιστοίχως, η επιλογή των ισχυρών να αξιοποιούν την έννοια του πατριωτισμού για να αιτιολογούν στρατιωτικές επεμβάσεις ή άλλες επιθετικές πολιτικές, προκαλεί έξαρση του εθνικισμού και οδηγεί στην παρατεταμένη ύπαρξη ενός πολεμικού κλίματος. Οι διακρατικές εντάσεις, αλλά και ρατσιστικές συμπεριφορές των πολιτών, προκαλούνται και συντηρούνται, ακριβώς επειδή οι πολιτικοί τείνουν να εκμεταλλεύονται διαρκώς την εύλογη αγάπη κάθε πολίτη για τη χώρα και το έθνος τους.
Ανάλογη λαϊκιστική εκμετάλλευση του έθνους και του πατριωτισμού των Ελλήνων παρατηρείται έντονα στις μέρες μας, από πολιτικούς που προκειμένου να εκλεγούν δεν διστάζουν να βασίζουν τις ομιλίες και την πολιτική τους δράση στην πρόκληση μίσους και έχθρας εις βάρος προσφύγων και μεταναστών, τους οποίους στοχοποιούν αδιαφορώντας πλήρως για τις συνέπειες αυτής τους της εθνικιστικής πολιτικής.

Τρόποι αντιμετώπισης της προπαγάνδας
Ο Γκαίμπελς θεωρούσε πως είναι πάρα πολύ εύκολο να χειραγωγήσει κανείς τους πολίτες, κι αυτή η διαπίστωση βασίζεται στα εκπληκτικά αποτελέσματα που είχε η δική του προσπάθεια. Κι η αλήθεια είναι πως ακόμη και σήμερα επιβεβαιώνεται η ευκολία εξαπάτησης των πολιτών μέσω του λαϊκισμού, αλλά και η πρόκληση κλίματος πόλωσης, προκειμένου να διευκολυνθούν τα σχέδια των πολιτικών.
Προκειμένου, λοιπόν, να ενισχυθούν οι αντιστάσεις των πολιτών απέναντι στους μηχανισμούς της προπαγάνδας, απαιτούνται ορισμένες καίριες προϋποθέσεις.
Ειδικότερα:

Διασφάλιση της ανεξαρτησίας των Μ.Μ.Ε.
Με δεδομένη την έντονη επίδραση που ασκούν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στους πολίτες, αλλά και του γεγονότος ότι οι πολίτες διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό τις απόψεις τους και την αντίληψη που έχουν για τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις βασιζόμενοι στις πληροφορίες που λαμβάνουν από αυτά, κρίνεται αναγκαία η διασφάλιση της ανεξαρτησίας των Μ.Μ.Ε. από πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα.
Πρόκειται, βέβαια, για ένα εξαιρετικά δυσεπίτευκτο αίτημα από τη στιγμή που κύριος στόχος των Μ.Μ.Ε. είναι το οικονομικό κέρδος, και παραμένουν άρα ευάλωτα στις δελεαστικές προτάσεις των οικονομικά ισχυρών παραγόντων. Κρίνεται, επομένως, απολύτως σημαντική η διασφάλιση της τήρησης των αρχών του κώδικα δημοσιογραφικής δεοντολογίας με τη συνδρομή της πολιτείας, προκειμένου να παρέχουν στους πολίτες αντικειμενική και πλήρη ενημέρωση.

Υιοθέτηση ενός αυστηρού θεσμού λογοδοσίας των πολιτικών
Η διαχρονική τάση των πολιτικών να εξαπατούν τους πολίτες με πλήθος ανεδαφικών υποσχέσεων προκειμένου να καταλάβουν την εξουσία, καθώς και η υπόνοια πως πολλοί από αυτούς αποκομίζουν κατά τη διάρκεια της πολιτικής τους δράσης σημαντικά οικονομικά οφέλη, καθιστά αναγκαία τη θέσπιση μιας ανεξάρτητης αρχής που θα ελέγχει ενδελεχώς τις πράξεις, τις παραλείψεις, αλλά και τις οικονομικές δοσοληψίες των πολιτικών προσώπων μετά την ολοκλήρωση των βουλευτικών ή των υπουργικών τους καθηκόντων.
Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι στα πρόσωπα της πολιτικής έχει ιδιαίτερη σημασία για την περαιτέρω ομαλή λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Χρειάζεται, επομένως, μια σαφής κίνηση προς την κατεύθυνση της διαφάνειας και της ανάληψης προσωπικών ευθυνών, ώστε οι πολίτες να μην αντιμετωπίζουν πλέον τους πολιτικούς ως ανεύθυνους οπορτουνιστές που μόνο τους μέλημα είναι η εξυπηρέτηση ίδιων συμφερόντων.

Ενίσχυση της κριτικής ικανότητας των πολιτών.
Παρά την εύλογη τάση των πολιτών -λόγω των δυσμενών οικονομικών συνθηκών- να παρασύρονται από τις υποσχέσεις των πολιτικών, είναι σημαντικό να προκύψει μέσω της παιδείας μια ταχεία ωρίμανση της πολιτικής τους αντίληψης. Οι πολίτες θα πρέπει να καταστούν αφενός πολύ πιο επιφυλακτικοί απέναντι στις υποσχέσεις για εύκολες λύσεις και αφετέρου θα πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί για τις λανθασμένες πολιτικές αποφάσεις και τις συνέπειες που είχαν αυτές στα δημοσιονομικά της χώρας.
Οι πολίτες θα πρέπει να στέκουν κριτικά απέναντι στις πηγές πληροφόρησης, φροντίζοντας να εμπλουτίζουν την ενημέρωσή τους με ποικίλα εγχώρια αλλά και διεθνή μέσα, ώστε να μπορούν να αντιπαραβάλουν τις διάφορες πληροφορίες και απόψεις. Θα πρέπει, συνάμα, να στέκουν κριτικά απέναντι σε διχαστικά και πολωτικά μηνύματα, αναζητώντας τα βαθύτερα κίνητρα κάθε πολιτικής παράταξης και λαμβάνοντας ως δεδομένο πως η πλειονότητα των πολιτικών ελάχιστα ενδιαφέρεται για τα συμφέροντα του λαού.
Η μελέτη της σύγχρονης ιστορίας και η απλή σύγκριση ανάμεσα σε όσα υποσχέθηκε και σε όσα τελικά έπραξε κάθε πολιτικός, έχουν να φανερώσουν πολλά για την πραγματική δράση των πολιτικών προσώπων.

Μέριμνα για την ολοκληρωμένη παιδεία των νέων.
Το γεγονός ότι η σύγχρονη κοινωνία τείνει να απομακρύνει τους νέους από την ενασχόληση με τα της πολιτικής, δελεάζοντάς τους με άλλα θέματα και θεάματα, που ανταποκρίνονται περισσότερο στις νεανικές επιθυμίες και επιδιώξεις, λειτουργεί επιζήμια για το πολιτειακό μέλλον της χώρας, αφού προετοιμάζει επί της ουσίας ένα εύκολα χειραγωγούμενο εκλογικό σώμα.
Αν οι νέοι αφήνονται να αδιαφορούν για την ουσιαστική μελέτη της ιστορίας του τόπου, αν αποθαρρύνονται μπροστά στις απαιτήσεις μιας πραγματικής μόρφωσης, που θα ενισχύσει τις νοητικές τους ικανότητες και θα καταστήσει τη σκέψη τους δύσκολα ελέγξιμη από τους μηχανισμούς της προπαγάνδας, τότε είναι πραγματικά δύσκολο να υπάρξει αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας των πραγμάτων.
Οι εκπαιδευτικοί της χώρας, παρά τις πλείστες δυσκολίες που προκύπτουν, θα πρέπει να φροντίσουν, ώστε οι νέοι να αποκτήσουν διάθεση ουσιαστικής εμβάθυνσης στα πολιτικά και οικονομικά ζητήματα της χώρας, και να προετοιμαστούν έτσι κατάλληλα για μια κριτική αντιμετώπιση του συνόλου του πολιτικού κόσμου.

Στήριξη της δημοκρατίας.
Η ουσιαστική βάση της δημοκρατίας βρίσκεται στη δυνατότητα να ακούγονται και να τίθενται στην κρίση των πολιτών όλες οι απόψεις, όσο κι αν διαφοροποιούνται μεταξύ τους. Κύριο όπλο, όμως, της προπαγάνδας είναι ακριβώς η δαιμονοποίηση της αντίθετης άποψης και η παρουσίασή της ως αντιπατριωτικής και αντεθνικής ή ως επιζήμιας και καταστροφικής.  
Χρειάζεται, επομένως, η ώριμη εκείνη στάση των πολιτών που δεν θα επιτρέψει τη φίμωση ή την άρνηση του αντιλόγου, καθώς μόνο μέσα από τον αντίλογο προκύπτουν τα τρωτά της άλλης άποψης. Δημοκρατική, είναι, λοιπόν μόνο εκείνη η κοινωνία στην οποία η αντίθετη άποψη, όχι μόνο δεν καταδιώκεται και δεν απορρίπτεται, αλλά κρίνεται εξαιρετικά σημαντική, ώστε να φωτιστεί χάρη σε αυτή το εξεταζόμενο ζήτημα από όλες τις πλευρές του.

Οι πολίτες θα πρέπει, άρα, να επιζητούν τον αντίλογο και να μελετούν με προσοχή τα επιχειρήματα της αντίθετης παράταξης, διότι μόνο έτσι θα μπορούν να προσεγγίζουν πληρέστερα την αλήθεια