Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2018

Θετικές συνέπειες της μετανάστευσης

- Η εισροή μεταναστών σε μια χώρα προσφέρει νέο εργατικό δυναμικό, το οποίο συχνά φέρει μαζί του γνώσεις και εμπειρίες που λειτουργούν ανανεωτικά για τις ακολουθούμενες μεθόδους από τους εκεί κατοίκους.
Οι αναπτυγμένες χώρες, μάλιστα, που προσελκύουν μετανάστες υψηλής επαγγελματικής και επιστημονικής κατάρτισης, επιτυγχάνουν σημαντικά οφέλη τόσο στους επιμέρους επαγγελματικούς κλάδους όσο και στο χώρο των επιστημών.
-ενίσχυση αγοράς: αυξάνονται οι οικονομικές συναλλαγές, διότι οι μετανάστες νοικιάζουν σπίτια, αγοράζουν αγαθά, επιφέρουν πρόσθετα εισοδήματα στην οικονομία  και αυξάνουν τα έσοδα από την κρατική φορολογία

- Οι μετανάστες, που συχνά αναλαμβάνουν δύσκολες χειρωνακτικές εργασίες, αποτελούν ένα σημαντικό στήριγμα τόσο για την τοπική παραγωγή όσο και για τα ασφαλιστικά ταμεία, μέσω των αντίστοιχων ασφαλιστικών εισφορών.

- αναζωογόνηση της παραμεθορίου: Αν οι μετανάστες εγκατασταθούν σε μη αστικές περιοχές, όπου ο ντόπιος πληθυσμός δεν είναι ιδιαίτερα αυξημένος, ενισχύουν τις περιοχές αυτές σε πληθυσμιακό επίπεδο, σε οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο. Συμβάλλουν πάνω από όλα στην απερημοποίηση αυτών των περιοχών

- πολιτιστικές ανταλλαγές, αποδοχή του διαφορετικού και συνεργασία: Οι μετανάστες εμπλουτίζουν σε πολιτισμικό επίπεδο την κουλτούρα των χωρών υποδοχής και δίνουν μια ευκαιρία στους ντόπιους πληθυσμούς να έρθουν σε επαφή μ’ έναν διαφορετικό τρόπο σκέψης και αντίληψης. Πρόκειται για μια διαδικασία συνύπαρξης που ευνοεί και τις δύο πλευρές, εφόσον αμφότεροι μέσα από τη γνωριμία τους βαθαίνουν τα αισθήματα σεβασμού τους για τον άλλο λαό και για το διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο.
Οι μετανάστες έχουν συνάμα την ευκαιρία να παρουσιάσουν στους κατοίκους των χωρών υποδοχής την κατάσταση που επικρατεί στη δική τους χώρα, ευαισθητοποιώντας τους έτσι για τα κρίσιμα προβλήματα που τους εξώθησαν στη μετανάστευση, η επίλυση των οποίων πιθανώς απαιτεί μια πιο ενεργή στάση της διεθνούς κοινότητας.

Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2018


ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Διαφήμιση είναι η δημοσιοποίηση και η προβολή των ιδιοτήτων ενός προϊόντος ή προσώπου με σκοπό οικονομικά ή άλλα οφέλη, καθώς και η προβολή μηνυμάτων για κοινωφελείς σκοπούς, την προστασία των πολιτών κ.λπ.
Η διαφήμιση αποτελεί τομέα και τεχνική της εμπορικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας για τη διάδοση πληροφοριών (για προϊόντα, κόμματα, ιδέες κ.ά.), που απευθύνονται σε ομάδα ανθρώπων (υποψήφιοι καταναλωτές), με σκοπό να επηρεάσουν την καταναλωτική συμπεριφορά.

Μορφές διαφήμισης: Η διαφήμιση πραγματώνεται με ποικίλους τρόπους, και όχι πάντοτε με το διακριτό τρόπο ενός διαφημιστικού μηνύματος (τηλεοπτικού /ραδιοφωνικού /διαδικτυακού) ή μιας διαφημιστικής καταχώρισης. Συχνή είναι, για παράδειγμα, η χρησιμοποίηση διασημοτήτων για την έμμεση προβολή προϊόντων -με την παράλληλη αξιοποίηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης- ή η λεγόμενη γκρίζα διαφήμιση, η συγκεκαλυμμένη, δηλαδή, διαφήμιση, με την προβολή ενός προϊόντος όχι στον προβλεπόμενο διαφημιστικό χώρο ή χρόνο, αλλά κατά τη διάρκεια της κανονικής ροής ενός προγράμματος ως στοιχείο του σκηνικού ή του σεναρίου.
Χαρακτηριστικά διαφημιστικού λόγου
·        Είναι απλός και επιγραμματικός.
·        Είναι ελλειπτικός, συνθηματικός (σλόγκαν), εντυπωσιακός και μερικές φορές προκλητικός.
·        Ανάλογα με την περίπτωση, γίνεται αφηγηματικός, περιγραφικός, επεξηγηματικός, μονόλογος ή διάλογος.
·        Χρησιμοποιεί νεολογισμούς και σχήματα λόγου (μεταφορά, παρομοίωση, αντίθεση, υπερβολή, παρήχηση), ευφυολογήματα, σπάνιες και εξεζητημένες λέξεις και φράσεις..
·        Συχνά είναι χιουμοριστικός.
·        Σπανιότερα επιχειρηματολογεί και χρησιμοποιεί τεκμήρια.
Μέσα και τεχνικές
·        Χρησιμοποιεί έντονη συγκινησιακή γλώσσα και απευθύνεται στο συναίσθημα του δέκτη, προκαλώντας του συναισθήματα φόβου, μειονεξίας και ενοχής, ευχαρίστησης, ευθύνης κ.λ.π.
·        Απευθύνεται στη λογική με επιχειρήματα, τεκμήρια και σοφιστικά τεχνάσματα.
·        Συχνά επικαλείται και την αυθεντία, δηλαδή έναν ειδικό, έναν επιστήμονα ή ένα δημοφιλές πρόσωπο.
·        Συχνά γίνεται διαφημιστική ταινία και προκαλώντας  συνειρμό ιδεών στο δέκτη, τον χειραγωγεί μέσω της αυθυποβολής.
·        . Βασίζεται σε πορίσματα της ψυχολογίας, απευθύνεται στο υποσυνείδητο και διεγείρει τις πιο απωθημένες ορμές, επιθυμίες και ανασφάλειες, που δεν ελέγχονται από την κρίση, προκειμένου να παρασύρει το κοινό.
·        Βασίζεται σε δεδομένα κοινωνιολογικής μελέτης και έρευνας: συνήθειες, αντιλήψεις, παιδεία του καταναλωτικού κοινού.
·        Αξιοποιεί τους κανόνες αισθητικής και εκμεταλλεύεται άριστα το λόγο, την εικόνα και τον ήχο
·        Η διαφήμιση αξιοποιεί για την επίτευξη των στόχων της διάφορες τεχνικές, που συχνά προκύπτουν από τα πορίσματα ψυχολόγων σχετικά με την πιθανή ανταπόκριση των υποψήφιων καταναλωτών. Βασική αρχή της διαφήμισης είναι πως, αν βρεθεί ο κατάλληλος τρόπος διατύπωσης του μηνύματος, είναι εφικτή η υποβολή μια συγκεκριμένης άποψης, και ειδικότερα μιας καταναλωτικής άποψης, στην πλειονότητα των ανθρώπων. Έτσι, με μηνύματα που απευθύνονται σε βασικές ανθρώπινες ανάγκες και επιθυμίες (έρωτας, προβολή, κοινωνική αποδοχή κ.ά.), οι διαφημιστές κατορθώνουν να δημιουργήσουν θετικές συσχετίσεις στη σκέψη των καταναλωτών για το προωθούμενο προϊόν.
·        Η διαφήμιση -ειδικά για τις σημαντικές εταιρείες- είναι μια πολυδάπανη επένδυση μακροπρόθεσμου σχεδιασμού, που επιδιώκει να καταστήσει την επωνυμία της εταιρείας αναγνωρίσιμη στους εν δυνάμει καταναλωτές από τη νεαρή τους ήδη ηλικία, ώστε με το πέρασμα των χρόνων να τη θεωρούν μέρος της πραγματικότητάς τους, και άρα μια εγγυημένη και αξιόπιστη επιλογή. Πολλές εταιρείες, άλλωστε, επιχειρούν -και επιτυγχάνουν- να ταυτίσουν, στη σκέψη των πολιτών, την επωνυμία τους με το υψηλό κοινωνικό κύρος, την οικονομική επιτυχία ή/και με τη νεανικότητα, το δυναμισμό, τη γοητεία και γενικότερα την «καλή ζωή».
·        Προκειμένου, μάλιστα, να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των καταναλωτών και να επιτύχουν τις επιζητούμενες θετικές συσχετίσεις, οι διαφημιστές επιδιώκουν την οπτική καλαισθησία και τη γλωσσική πρωτοτυπία· με την πάντοτε υπονοούμενη υπόσχεση πως η απόκτηση του διαφημιζόμενου προϊόντος θα ενισχύσει το κύρος, την αποδοχή και την ευζωία του αγοραστή.

Θετική συνεισφορά της διαφήμισης 

·        Ενημέρωση καταναλωτών και στήριξη εμπορικής δραστηριότητας: Η κύρια λειτουργία της διαφήμισης είναι σαφώς η ενημέρωση των καταναλωτών για νέα ή παλαιότερα προϊόντα και υπηρεσίες, ώστε αφενός να γνωρίζουν τις πιθανές επιλογές και αφετέρου να λαμβάνουν βασικές πληροφορίες για τα οφέλη και πλεονεκτήματα κάθε επιλογής.
·        Η δυνατότητα αυτής της ενημέρωσης κινεί, μάλιστα, σε σημαντικό βαθμό την εμπορική δραστηριότητα, καθώς η κυκλοφορία κάθε διαφημιζόμενου προϊόντος γίνεται γρήγορα γνωστή σ’ ένα εξαιρετικά ευρύ καταναλωτικό κοινό. Αποτελεί, επομένως, ένα σημαντικό παράγοντα της οικονομικής δραστηριότητας, καθώς η αύξηση των πωλήσεων που διασφαλίζει, ενισχύει και στηρίζει τις υπάρχουσες εμπορικές εταιρείες. Ενώ, συνάμα, η επίγνωση πως κάθε νέα εταιρεία έχει τη δυνατότητα να γνωστοποιήσει ταχύτατα τη δραστηριότητά της, συνιστά ενθαρρυντικό κίνητρο για τις νεοσυσταθείσες.
·        Μέσω της αύξησης των πωλήσεων και της ζήτησης υπηρεσιών, η διαφήμιση επιτυγχάνει, λοιπόν, να στηρίξει, όχι μόνο τη λειτουργία, αλλά και την επέκταση των εταιρειών, με αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Ενώ, παράλληλα, ο ίδιος ο χώρος της διαφήμισης απασχολεί ποικίλες ειδικότητες (κειμενογράφους, γραφίστες, διαφημιστές, ηθοποιούς κ.λπ.), προσφέροντας εργασία σε πολλούς υπαλλήλους.

·        Ενίσχυση ανταγωνισμού προς όφελος των καταναλωτών: Η διαφήμιση, και άρα η γνωστοποίηση στο κοινό, των ιδιοτήτων κάθε προϊόντος, καθώς και της κοστολόγησής τους, καθιστά εφικτή την άμεση σύγκριση μεταξύ ανταγωνιστικών προϊόντων (ή υπηρεσιών), γεγονός που εξαναγκάζει τις εταιρείες να αποζητούν τη διαρκή βελτίωση των παρεχόμενων προϊόντων και υπηρεσιών, με την παράλληλη μείωση των τιμών, προκειμένου να προσελκύσουν καταναλωτές.

·        Διάδοση κοινωφελών μηνυμάτων και στήριξη φιλανθρωπικών σκοπών: Πέρα από την προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών, η διαφήμιση αποτελεί καίριο εργαλείο στη διάθεση της πολιτείας για την έγκαιρη ευαισθητοποίηση των πολιτών σχετικά με ζητήματα που αφορούν τη δημόσια υγεία και ασφάλεια, καθώς και τους πιθανούς τρόπους ενίσχυσης σημαντικών προσπαθειών στον τομέα της φιλανθρωπίας και της υποστήριξης ατόμων και κοινωνικών ομάδων, που χρειάζονται τη βοήθεια των πολιτών (αιμοδοσία, ορφανοτροφεία κ.λπ.).

·        Διάδοση πολιτιστικού έργου: Με τη συνδρομή της διαφήμισης καθίσταται, επίσης, εφικτή η προώθηση πολιτιστικών εκδηλώσεων, λογοτεχνικών εκδόσεων, συναυλιών, θεατρικών παραστάσεων κ.ά., γεγονός που ενισχύει την καλλιτεχνική δημιουργία, αλλά και το ενδιαφέρον του κοινού.

·        Στήριξη λειτουργίας των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης: Για τα περισσότερα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης τα έσοδα από τις διαφημίσεις αποτελούν το μόνο ή το βασικό τους έσοδο. Επομένως, η διαφήμιση επιτρέπει σε αυτά να λειτουργούν χωρίς να καταφεύγουν στη στήριξη πολιτικών, κομματικών ή άλλων συμφερόντων, και να παρέχουν έτσι αδέσμευτη και ανεπηρέαστη ενημέρωση. Διασφαλίζεται, άρα, τόσο η δυνατότητα παροχής ενημέρωσης από ιδιωτικούς φορείς, όσο και η εργασία των δημοσιογράφων, των τεχνικών και των υπαλλήλων που απασχολούνται σε ειδησεογραφικά (τηλεοπτικά ή έντυπα) μέσα ενημέρωσης.

Αρνητικές επιπτώσεις της διαφήμισης

·        Το πλήθος των διαφημιστικών μηνυμάτων, στο οποίο εκτίθενται οι περισσότεροι πολίτες από μικρή ηλικία, και κυρίως η διαρκής παρότρυνση για την απόκτηση υλικών αγαθών, μέσω της εξιδανικευμένης εικόνας ενός αμιγώς υλιστικού προτύπου ζωής, επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις στην ψυχολογία, καθώς και στον τρόπο σκέψης των ανθρώπων.
·        Παρατηρείται, έτσι, η επίταση αρνητικών ψυχολογικών φαινομένων, καθώς μεγάλο μέρος των πολιτών βιώνει μια συνεχή αίσθηση διάψευσης, εφόσον δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει τις ολοένα αυξανόμενες καταναλωτικές επιθυμίες και ανάγκες. Παρά τη γενική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, πολλοί είναι εκείνοι, που έχοντας επηρεαστεί από τη στρεβλή και επίπλαστη πραγματικότητα των διαφημιστικών μηνυμάτων θεωρούν ελλιπή τη ζωή τους, και αδυνατούν να βιώσουν πραγματικά αισθήματα ικανοποίησης και πληρότητας.
·        Θεωρείται, άλλωστε, δεδομένη η υπονόμευση της πνευματικής αυτονομίας των σύγχρονων ανθρώπων, οι οποίοι, υπό την αδιάκοπη πίεση των διαφημιστικών μηνυμάτων, έχουν χάσει τη δυνατότητά τους να κρίνουν και να ιεραρχούν τις πραγματικές τους ανάγκες. Πολλοί άνθρωποι, πλέον, κινούνται με βάση τις έντεχνες υποδείξεις των διαφημιστών, διεκδικώντας στη ζωή τους, όχι ό,τι πραγματικά επιθυμούν οι ίδιοι, αλλά ό,τι τους έχει υποβληθεί ως ζητούμενο και ως αναγκαιότητα μέσω των διαφημίσεων.
·        Το πόσο σημαντική είναι η επιρροή της διαφήμισης, προκύπτει το δίχως άλλο κι από το γεγονός ότι την αξιοποιούν ακόμη και οι πολιτικοί κατά τη διάρκεια των προεκλογικών περιόδων προκειμένου να διασφαλίσουν την εκλογή ή την επανεκλογή τους. Είναι, άρα, σαφές πως ο τρόπος με τον οποίο κατανοούν και διαχειρίζονται την πραγματικότητα οι άνθρωποι μπορεί να επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό μέσω των διαφημιστικών μηνυμάτων.

·        Ηθική διαφθορά των ανθρώπων: Υπό την επίδραση της διαφήμισης (είτε αυτή πραγματώνεται άμεσα με διαφημιστικά μηνύματα είτε έμμεσα μέσω τηλεοπτικών και κινηματογραφικών παραγωγών), οι άνθρωποι έχουν πάψει να θέτουν ως πρώτη και αδιαπραγμάτευτη αξία το σεβασμό στη ζωή και στα συναισθήματα των συνανθρώπων τους, κι έχουν αρχίσει να θεωρούν πως μέτρο όλων είναι οι προσωπικές τους ανάγκες και επιθυμίες, που μπορούν να υλοποιηθούν μόνο μέσω της πρόσκτησης περισσότερων χρημάτων. Έχει προκύψει, έτσι, μια ουσιαστική αλλαγή στον τρόπο που αντιμετωπίζουν τα πράγματα, με εμφανή την αλλοίωση των ηθικών τους αξιών, προς όφελος πάντα του υλισμού και της κενής περιεχομένου αυτοπροβολής.

·        Οικονομική εκμετάλλευση των πολιτών: Η συνεχής ενίσχυση των πλασματικών αναγκών του σύγχρονου ανθρώπου οδηγεί σε μια αδιέξοδη προσήλωση στην απόκτηση ολοένα και περισσότερων προϊόντων, με αποτέλεσμα οι πολίτες πλέον να εργάζονται κυρίως για να μπορούν να καταναλώνουν. Μια άκρως ανησυχητική εξέλιξη, η οποία, αν και εξυπηρετεί τις επιχειρήσεις, -και κυρίως τους πολυεθνικούς γίγαντες, που ωφελούνται περισσότερο από τις δυνατότητες της διαφήμισης-, επιφέρει σημαντική επιδείνωση τόσο στον τρόπο ζωής, όσο και στην οικονομική κατάσταση πολλών ανθρώπων. Είναι γνωστός, άλλωστε, ο παραλογισμός των προηγούμενων χρόνων με τους αλλεπάλληλους δανεισμούς προκειμένου να ικανοποιηθούν, περιττές στην ουσία τους, καταναλωτικές ανάγκες. 

·        Κοινωνική και πολιτική αδρανοποίηση των πολιτών: Η λανθασμένη ιεράρχηση αξιών και επιδιώξεων έχει ως αρνητικό απότοκο και την τάση των πολιτών να απέχουν από οτιδήποτε δεν τους αποδίδει άμεσο ή εμφανές οικονομικό όφελος. Αδιαφορούν, λοιπόν, για την κοινωνική τους ευθύνη απέναντι στους συνανθρώπους τους, παραμελούν ή αποφεύγουν οποιαδήποτε συλλογική δράση, και αντιστοίχως μένουν αμέτοχοι θεατές των πολιτικών δρώμενων, καθώς είναι αφοσιωμένοι στις προσωπικές τους -καταναλωτικές- ανάγκες, οι οποίες αίφνης έχουν αποκτήσει πολύ μεγαλύτερη σημασία από κάθε πιθανή κοινωνική ή πολιτική δράση -και αντίδραση.
·        Ενώ, παράλληλα, η αίσθηση πως η προσωπική τους ικανοποίηση είναι σημαντικότερη από την ομαλή κοινωνική συνύπαρξη, οδηγεί συχνά σε άνομες πράξεις, όπως είναι, για παράδειγμα, η προσπάθεια αποφυγής φορολογικών υποχρεώσεων, προκειμένου να έχουν στη διάθεσή τους περισσότερα χρήματα προς κατανάλωση.


Τρόποι αντίδρασης στην αρνητική επίδραση των διαφημίσεων

·        Με δεδομένο το γεγονός πως η χρησιμότητα των διαφημίσεων είναι τέτοια, ώστε δεν πρόκειται να πάψουν να αποτελούν μέρος της καθημερινότητας των πολιτών, κρίνεται αναγκαία η έγκαιρη, με τη βοήθεια των φορέων αγωγής, προετοιμασία των νέων ανθρώπων, προκειμένου να αποφεύγεται, όσο το δυνατόν, ο επηρεασμός τους από αυτές.
·        Βασικό ζητούμενο αποτελεί η ενίσχυση της κριτικής ικανότητας των νέων, ώστε να μπορούν από νωρίς να αξιολογούν και να διαχωρίζουν τις πραγματικές τους ανάγκες, από εκείνες που σκοπίμως και εντέχνως επιχειρούν να τους δημιουργήσουν οι εμπορικές επιχειρήσεις μέσω των διαφημίσεων. Είναι σημαντικό, άρα, να γίνει έγκαιρα αντιληπτό από τους νέους πως η πραγματική αξία της ζωής, και κατ’ επέκταση η δυνατότητα βίωσης της ευτυχίας, δεν προκύπτει με την αγορά καταναλωτικών αγαθών, αλλά με την ορθή εκτίμηση πολύ σημαντικότερων πτυχών του ανθρώπινου βίου, όπως είναι η φιλία, η οικογένεια, η πνευματική καλλιέργεια, η τέχνη, ο αθλητισμός, και εν γένει κάθε πράξη και συναίσθημα, που κινείται ανεξάρτητα από τα χρήματα και τα υλικά αγαθά.

·        Η οικογένεια και το σχολείο: Οι βασικοί φορείς αγωγής οφείλουν να ενισχύσουν μέσω του διαλόγου την ικανότητα του νέου να αντιλαμβάνεται τις προθέσεις των διαφημιστών, αλλά και τη δυνατότητα να διαμορφώσει μια ουσιαστική καταναλωτική συμπεριφορά, που θα έχει ως γνώμονα τις πραγματικές του ανάγκες.
·        Καίρια είναι, επομένως, η προσπάθεια στήριξης της κριτικής θέασης του τηλεοπτικού και διαδικτυακού κόσμου, κατά τρόπο τέτοιο, ώστε ο νέος να μπορεί να αξιοποιεί τα μέσα αυτά προς όφελός του, χωρίς να παρασύρεται από τα αδιάκοπα κελεύσματα των διαφημιστικών μηνυμάτων.

·        Η πολιτεία: Παράλληλα με τις προσπάθειες των φορέων αγωγής να ευαισθητοποιήσουν τους νέους απέναντι στους κινδύνους του καταναλωτικού προτύπου ζωής, θα πρέπει να κινηθεί και η πολιτεία, προκειμένου να διασφαλιστεί η λειτουργία και η πραγμάτωση της διαφήμισης σύμφωνα με τον σχετικό κώδικα δεοντολογίας.
·        Θα πρέπει η πολιτεία να φροντίζει ώστε τα διαφημιστικά μηνύματα να μην επιχειρούν την παραπλάνηση των πολιτών, να σέβονται τη νοημοσύνη και την αισθητική του κοινού, αλλά και να μην κατακυριεύουν οι διαφημιστές την τηλεοπτική πραγματικότητα με την προβολή μεγάλου αριθμού διαφημίσεων.
Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΗΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ
Η γυναίκα αποτελεί το ωραίο φύλο και η διαφήμιση χρησιμοποιεί, τόσο την αυταρέσκειά της, όσο και τη θηλυκότητά της, για να πετύχει την κατανάλωση συγκεκριμένων προϊόντων.
Επωμίζεται-σε μικρότερο βέβαια βαθμό από το παρελθόν-την ευθύνη αγοράς των προϊόντων σχετικά με την οικογένεια και το σπίτι.
 Το παιδί διακρίνεται για τη φυσική του ευπιστία εξαιτίας της άγνοιάς του και της έλλειψης κριτικής ματιάς στα πράγματα. Γι’ αυτό δεν μπορεί συχνά να διακρίνει το πραγματικό από το φανταστικό.
Είναι επιρρεπές στη μίμηση σε υπερβολικό βαθμό και χαρακτηρίζεται από βουλιμία, γιατί δεν έχει  ακόμα διαμορφώσει την ταυτότητά του.
Ως μέσα
·        Παραπλανητική και γεμάτη ψευδαισθήσεις είναι η εικόνα της γυναίκας και του παιδιού που προβάλλουν οι διαφημιστές, με μοναδικό στόχο την προώθηση προϊόντων.
·        Η γυναίκα προβάλλεται ως αντικείμενο ερωτικού πόθου, πάντα ελκυστική, σαγηνευτική και νέα, υποδουλωμένη στα υλικά αγαθά και συνήθως υποδεέστερη από τον άντρα.
·        Το παιδί εμφανίζεται συνήθως αθώο, αυθόρμητο κι αγνό, να αποδέχεται την αγάπη των μεγάλων.

·        Συνέπειες της προβολής
·        Προσβολής της αξιοπρέπειας, υποτίμηση της γυναικείας οντότητας και κατ’ επέκταση καταπάτηση των δικαιωμάτων της.
·        Διαιώνιση στερεοτυπικών αντιλήψεων και προκαταλήψεων για τις γυναίκες και εξώθησή τους στον καταναλωτισμό με ό,τι αυτός συνεπάγεται: άγχος, υπερεργασία, αποπνευματοποίηση.
·        Τα παιδιά αποπροσανατολίζονται από το αληθινό νόημα της ζωής και μαζοποιούνται, ενώ στρέφονται στην υπερκατανάλωση και στην ανούσια διασκέδαση. Παράλληλα, απομακρύνονται από τα πνευματικά αγαθά και τις παραδοσιακές αξίες που φέρουν οι γονείς και κυριεύονται από σύγχυση και ξενομανία.  
·        Ποια γνωρίσματα της παιδικής ηλικίας και προσωπικότητας εκμεταλλεύεται η διαφήμιση;
·        Έλλειψη εμπειρίας και γνώσης
·        Άγνοια της αξίας του χρήματος και της φθίνουσας αγοραστικής δύναμης των μισθοσυντήρητων γονέων
·        Ευπιστία, ευήθεια, αφέλεια
·        Έλλειψη κριτικής ικανότητας = αδυναμία κριτικού ελέγχου

·        Οργιώδης φαντασία που βρίσκει γόνιμο έδαφος στο φαντασιακό κόσμο της διαφήμισης, όπου έχουν περίοπτη θέση ήρωες με υπεράνθρωπες ικανότητες και δυνάμεις- οι διαφημιστές εκμεταλλεύονται την αδυναμία των παιδιών να διακρίνουν τα όρια φαντασίας – πραγματικότητας.
Γιατί η διαφήμιση χρησιμοποιεί τα παιδιά ακόμα και για την προβολή προϊόντων που δεν απευθύνονται σε αυτό το καταναλωτικό κοινό αλλά στους ενήλικους αγοραστές;
·        Οι διαφημιστές στοχεύουν με τις εκστρατείες τους στα παιδιά, σε μια προσπάθεια να προσελκύσουν την καταναλωτική ισχύ των γονιών τους. Αυτό δείχνει ότι τα παιδιά κρύβουν σημαντική δύναμη ως καταναλωτές, καθώς η επιρροή τους στις αγορές των γονιών επεκτείνεται πέρα από την επιλογή παιχνιδιών και άλλων ανώδυνων αγαθών σε ακριβότερους τομείς, όπως οι διακοπές, τα στερεοφωνικά, οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και τα αυτοκίνητα.
·        Οι διαφημιστές επιχειρούν να κατακτήσουν αυτήν τη δεξαμενή νεανικών εξόδων, δηλαδή απευθύνονται στα παιδιά με απώτερο στόχο τα πορτοφόλια των γονιών τους



Το Μανιφέστο Ράσελ - Αϊνστάιν 
παρουσιάστηκε στο Λονδίνο στις 9 Ιουλίου 1955 από τον Μπέρτραντ Ράσελ (Bertrand Russell) και ενώ βρισκόταν στο απόγειό του ο Ψυχρός Πόλεμος. Προέβαλε την επικινδυνότητα των πυρηνικών όπλων και κάλεσε τους ηγέτες του κόσμου να επιδιώξουν ειρηνικά ψηφίσματα για να ανακόψουν τη διεθνή διαμάχη. Το μανιφέστο υπέγραφαν έντεκα εξέχοντες διανοούμενοι και επιστήμονες, περιλαμβανομένου του Άλμπερτ Αϊνστάιν (ο οποίος το υπέγραψε μόλις μερικές ημέρες πριν από το θάνατό του στις 18 Απριλίου του 1955). Λίγες ημέρες μετά την παρουσίασή του, ο Καναδός φιλάνθρωπος Σάιρους Ήτον (Cyrus S. Eaton) προσφέρθηκε να υποστηρίξει μια διάσκεψη, προκειμένου να υποστηριχθεί το Μανιφέστο, στη γενέτειρά του, το χωριό Pugwash, στη Νέα Σκωτία του Καναδά. Το συνέδριο αυτό ήταν το πρώτο από τις "Διασκέψεις Pugwash", όπως επικράτησε πλέον να ονομάζονται για την Επιστήμη και τις Παγκόσμιες Υποθέσεις και πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 1957.
Παρουσιάστηκε στο Λονδίνο στις 9 Ιουλίου 1955. Το παρουσίασε ο ίδιος ο Ράσελ, το υπέγραφαν όμως, εκτός από τον ίδιο, και άλλοι δέκα γνωστότατοι επιστήμονες και λόγιοι (οι δέκα είναι κάτοχοι Βραβείου Νόμπελ, πλην του Λέοπολντ Ίνφελντ):
·         Μαξ Μπορν
·         Πέρσι Μπρίτζμαν
·         Χέρμαν Μύλλερ
·         Σέσιλ Πάουελ
·         Τζόζεφ Ρότμπλατ
Στο Μανιφέστο υπογραμμίζονται τα εξής σημεία:
1.      Οι επιστήμονες έχουν σημαντική ευθύνη στην αφύπνιση του κοινού σχετικά με τις τεχνολογικές - και ιδιαίτερα τις ατομικής φύσεως - απειλές, οι οποίες εγείρονται ενώπιον της ανθρωπότητας
2.      Οι επιστήμονες με τη μεγαλύτερη γνώση της κατάστασης είναι οι κατά κύριο λόγο επιφορτισμένοι με τον προαναφερόμενο στόχο
3.      Τα Ατομικά Όπλα θέτουν σε κίνδυνο τις μεγαλύτερες πόλεις και απειλούν το μέλλον της Ανθρωπότητας
4.      Σε περίπτωση επικείμενης ατομικής απειλής, η Ανθρωπότητα οφείλει να παραμερίσει τις διαφορές της και να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα
5.      Η απαγόρευση των σύγχρονων όπλων δεν αποτελεί επαρκή λύση απέναντι στην απειλή: Ο πόλεμος είναι κατάσταση που είναι επιτακτικό να αποφευχθεί
6.      Ως πρώτο βήμα πρέπει να αποκηρυχτούν σε παγκόσμιο επίπεδο τα ατομικά όπλα
7.      Η Ανθρωπότητα πρέπει είτε να βρει ειρηνικούς τρόπους διευθέτησης των διενέξεων είτε πρέπει να αντιμετωπίσει τον Παγκόσμιο Θάνατο.
Το πλήρες κείμενο
The Russell-Einstein Manifesto
9 July 1955
In the tragic situation which confronts humanity, we feel that scientists should assemble in conference to appraise the perils that have arisen as a result of the development of weapons of mass destruction, and to discuss a resolution in the spirit of the appended draft.
We are speaking on this occasion, not as members of this or that nation, continent, or creed, but as human beings, members of the species Man, whose continued existence is in doubt. The world is full of conflicts; and, overshadowing all minor conflicts, the titanic struggle between Communism and anti-Communism.  
Almost everybody who is politically conscious has strong feelings about one or more of these issues; but we want you, if you can, to set aside such feelings and consider yourselves only as members of a biological species which has had a remarkable history, and whose disappearance none of us can desire.
We shall try to say no single word which should appeal to one group rather than to another. All, equally, are in peril, and, if the peril is understood, there is hope that they may collectively avert it.
We have to learn to think in a new way. We have to learn to ask ourselves, not what steps can be taken to give military victory to whatever group we prefer, for there no longer are such steps; the question we have to ask ourselves is: what steps can be taken to prevent a military contest of which the issue must be disastrous to all parties?
The general public, and even many men in positions of authority, have not realized what would be involved in a war with nuclear bombs. The general public still thinks in terms of the obliteration of cities. It is understood that the new bombs are more powerful than the old, and that, while one A-bomb could obliterate Hiroshima, one H-bomb could obliterate the largest cities, such as London, New York, and Moscow.
No doubt in an H-bomb war great cities would be obliterated. But this is one of the minor disasters that would have to be faced. If everybody in London, New York, and Moscow were exterminated, the world might, in the course of a few centuries, recover from the blow. But we now know, especially since the Bikini test, that nuclear bombs can gradually spread destruction over a very much wider area than had been supposed.
It is stated on very good authority that a bomb can now be manufactured which will be 2,500 times as powerful as that which destroyed Hiroshima.
Such a bomb, if exploded near the ground or under water, sends radio-active particles into the upper air. They sink gradually and reach the surface of the earth in the form of a deadly dust or rain. It was this dust which infected the Japanese fishermen and their catch of fish.
No one knows how widely such lethal radio-active particles might be diffused, but the best authorities are unanimous in saying that a war with H-bombs might possibly put an end to the human race. It is feared that if many H-bombs are used there will be universal death, sudden only for a minority, but for the majority a slow torture of disease and disintegration.
Many warnings have been uttered by eminent men of science and by authorities in military strategy. None of them will say that the worst results are certain. What they do say is that these results are possible, and no one can be sure that they will not be realized. We have not yet found that the views of experts on this question depend in any degree upon their politics or prejudices. They depend only, so far as our researches have revealed, upon the extent of the particular expert’s knowledge. We have found that the men who know most are the most gloomy.
Here, then, is the problem which we present to you, stark and dreadful and inescapable: Shall we put an end to the human race; or shall mankind renounce war?1 People will not face this alternative because it is so difficult to abolish war.
The abolition of war will demand distasteful limitations of national sovereignty.2 But what perhaps impedes understanding of the situation more than anything else is that the term “mankind” feels vague and abstract. People scarcely realize in imagination that the danger is to themselves and their children and their grandchildren, and not only to a dimly apprehended humanity. They can scarcely bring themselves to grasp that they, individually, and those whom they love are in imminent danger of perishing agonizingly. And so they hope that perhaps war may be allowed to continue provided modern weapons are prohibited.
This hope is illusory. Whatever agreements not to use H-bombs had been reached in time of peace, they would no longer be considered binding in time of war, and both sides would set to work to manufacture H-bombs as soon as war broke out, for, if one side manufactured the bombs and the other did not, the side that manufactured them would inevitably be victorious.
Although an agreement to renounce nuclear weapons as part of a general reduction of armaments3 would not afford an ultimate solution, it would serve certain important purposes.
First, any agreement between East and West is to the good in so far as it tends to diminish tension. Second, the abolition of thermo-nuclear weapons, if each side believed that the other had carried it out sincerely, would lessen the fear of a sudden attack in the style of Pearl Harbour, which at present keeps both sides in a state of nervous apprehension. We should, therefore, welcome such an agreement though only as a first step.
Most of us are not neutral in feeling, but, as human beings, we have to remember that, if the issues between East and West are to be decided in any manner that can give any possible satisfaction to anybody, whether Communist or anti-Communist, whether Asian or European or American, whether White or Black, then these issues must not be decided by war. We should wish this to be understood, both in the East and in the West.
There lies before us, if we choose, continual progress in happiness, knowledge, and wisdom. Shall we, instead, choose death, because we cannot forget our quarrels? We appeal as human beings to human beings: Remember your humanity, and forget the rest. If you can do so, the way lies open to a new Paradise; if you cannot, there lies before you the risk of universal death.
Resolution:
We invite this Congress, and through it the scientists of the world and the general public, to subscribe to the following resolution:
“In view of the fact that in any future world war nuclear weapons will certainly be employed, and that such weapons threaten the continued existence of mankind, we urge the governments of the world to realize, and to acknowledge publicly, that their purpose cannot be furthered by a world war, and we urge them, consequently, to find peaceful means for the settlement of all matters of dispute between them.”
Signatories:
MaxBorn
PercyW.Bridgman
Albert Einstein
LeopoldInfeld
FredericJoliot-Curie
HermanJ.Muller
LinusPauling
CecilF.Powell
JosephRotblat
BertrandRussell
Hideki Yukawa
Notes:
1.  Professor Joliot-Curie wishes to add the words:  “as a means of settling differences between States.”
2.  Professor Joliot-Curie wishes to add that these limitations are to be agreed by all and in the interests of all.
3.  Professor Muller makes the reservation that this be taken to mean “a concomitant balanced reduction of all armaments.”

Author’s Note:  Footnotes added from Joseph Rotblat, ed., Proceedings of the First Pugwash Conference on Science and World Affairs (Pugwash Council, 1982), 167-170