Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

Αριστοτέλης, Πολιτικά, Ενότητα 12η
Βασικοί Στόχοι-Ιδέες
1.Ο άνθρωπος είναι προορισμένος φύσει να ζει μέσα στην πόλη, είναι πολιτικό ζώον και η απομόνωση από την πόλη έρχεται σε αντίθεση με τη φύση του.
2.Η πόλη είναι το τρίτο στάδιο συμβίωσης των ανθρώπων,ύστερα από την οικογένεια και την κώμη και αποτελεί την ολοκλήρωση του εξελικτικού κύκλου.Είναι το τέλος των δυο προηγούμενων μορφών κοινωνίας,με την έννοια ότι ικανοποιεί τις πιο υψηλές ανάγκες του ανθρώπου.Δε δηλώνεται ωστόσο χρονική προτεραιότητα αλλά οντολογική-αξιολογική.
3.Η πόλη είναι είναι εκ φύσεως,εφόσον και οι πρώτες κοινωνίες είναι φύσει,με την έννοια ότι ο άνθρωπος μόνος του δεν μπορεί να επιβιώσει,πόσο μάλλον να ευτυχήσει.Εκ φύσεως επιζητεί το άλλο φύλο,δημιουργεί οικογένεια,έπειτα χωριό και στη συνένωσή τους πόλη,που εμπεριέχει τις προηγούμενες κοινωνικές οντότητες,αλλά και τις υπερβαίνει.Εκείνες εξασφαλίζουν μερικές ανάγκες του ανθρώπου,η πόλη συγκροτείται και αυτή για τη διασφάλιση της ζωής,αλλά στην πραγματικότητα υπάρχει για την εξασφάλιση της καλής ζωής(ουσα δε του ευ ζην).
4.΄Ετσι,η πόλη είναι τέλος των προηγούμενων κοινωνικών οντοτήτων και ο τελικός λόγος(τέλος) που εξηγεί την ύπαρξή της είναι η αυτάρκεια,η δυνατότητα να χαρίσει από μόνη της στον άνθρωπο το <ευ ζην>,δηλαδή την ευδαιμονία.
5.Πλέον ως αυτάρκης η πόλη αντιπροσωπεύει όλα όσα ο πολίτης επιθυμεί,για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του και να κατακτήσει το στόχο του,το υπέρτατο αγαθό,δηλαδή την ευδαιμονία,για να ολοκληρωθεί και να πραγματοποιήσει τη φύση του.
6.΄Αρα από τη φύση του ο άνθρωπος είναι προορισμένος να ζει σε πόλη,γιατί χαρακτηρίζεται ζωον πολιτικόν και γιατί όποιος ζει φύσει δίχως πόλη είναι κατώτερης ποιότητας ή ον πάνω από άνθρωπο.
7.Συλλογισμός καίριος:
-Ο τελικός σκοπός για τον οποίο έρχεται κάτι στην ύπαρξη και στη συνέχεια φτάνει στην τελειότητα,είναι κάτι φυσικό,κάτι έξοχο.
-έξοχο είναι και η αυτάρκεια ως τελικός στόχος
΄Αρα:η πόλη ανήκει στην κατηγορία των πραγμάτων που φύσει υπάρχουν ως το τέλος των πρώτων κοινωνικών οντοτήτων,οίκου,κώμης, εφόσον ο στόχος της, η αυτάρκεια, είναι κάτι το έξοχο, άρα κάτι φυσικό,αφού η φύση επιδιώκει πάντα το άριστο
8….και ότι ο άνθρωπος φύσει πολιτικόν ζωον=τέσσερα πράγματα εννοεί ο Αριστοτέλης:
α).αυτή η ιδιότητα απεικονίζει την ιδιαιτερότητα και ουσία του ανθρώπου.
β).αυτή η ιδιότητά του είναι ο σκοπός ύπαρξής του.
γ).για την εκπλήρωση του σκοπού και την πραγμάτωση της ουσίας του πέρασε από εξελικτική διαδικασία,η ολοκλήρωση της οποίας τον οδήγησε στην απόκτηση αυτής της ιδιότητας.
δ).αυτή η ιδιότητα αντιπροσωπεύει για τον άνθρωπο την τελείωση και τελειότητά του.Πβ.Ηθ.Ευδ.1242 a 23-26:<ὁ γάρ ἂνθρωπος οὐ μόνον πολιτικόν ἀλλά καὶ οἰκονομικόν ζῷον,…ἀλλά κοινωνικόν ἂνθρωπος ζῷον>.
Η πόλις-κράτoς
Η ένωση πολλών συνοικισμών σχηματίζει την κοινότητα της “πόλης”, την “τέλειον πόλιν”, που ο Αριστοτέλης δεν τη διακρίνει ακόμη από την πολιτεία - κράτος. Η πόλη - κράτος, η “τέλειος” πόλις, έχει ολοκληρωμένη αυτάρκεια, γιατί είναι η ευρύτερη και τελειότερη μορφή της πολιτικής κοινότητας, είναι η oλoκλήρωση της οικογένειας και του συνοικισμού(κώμης). Ο σκοπός της δεν περιορίζεται μόνο στη διατήρηση της ζωής, στην απόκρουση των εξωτερικών εχθρών ή, έστω, στην εξασφάλιση του δικαίου. Είναι κάτι πολύ υψηλότερο: η ευδαιμονία των πολιτών σε τέλεια κοινότητα ζωής, γιατί η ευδαιμονία είναι “ψυχῆς ἐνέργειά τις κατ' ἀρετην τελείαν”.Γι αυτόν ακριβώς το λόγο η “πόλη” κατά τη φύση της είναι πρωτύτερα από τον κάθε άνθρωπο και από την οικογένεια, όπως ακριβώς τα μέρη ενός όλου εξαρτώνται από το όλο. Επειδή η αρετή αποτελεί το κύριο μέρος της ευδαιμονίας, ο Αριστοτέλης θεωρεί πρώτιστο έργο της πολιτείας την αγωγή των πολιτών σύμφωνα με την αρετή.
Συνοψίζοντας:
1. Η πόλη - κράτος είναι “τέλος”, δηλαδή ολοκλήρωση του εξελικτικου κύκλου (οικία- κώμη- πόλις).
2. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα αλλά και σκοποί της πόλης είναι η ευδαιμονία και η αυτάρκεια.
3.Η αυτάρκεια, επειδή είναι ολοκλήρωση, είναι και υπέρτατο αγαθό,γιατί, όταν η πόλη έχει αυτάρκεια, μπορεί να καλύψει μόνη της τις υλικές, ηθικές, πνευματικές και πολιτικές ανάγκες της.
Η πόλη υπάρχει εκ φύσεως: Οι συλλογισμοί του Αριστοτέλη
Από την αρχή της ενότητας ο Αριστοτέλης επιδιώκει να αποδείξει με μια συλλογιστική διαδικασία ότι “η πόλη υπάρχει εκ φύσεως” και ότι “ο άνθρωπος είναι ένα ον προορισμένο από τη φύση να ζει σε οργανωμένη κοινωνία”.
Ο πρώτος συλλογισμός του Αριστοτέλη, με τον οποίο επιχειρεί να αποδείξει πως “ἡ πόλις φύσει ἐστὶν” είναι ο εξής:
1.Οι πρώτες κοινωνικές οντότητες (οικία, κώμη) είναι φυσικές υπάρξεις.
2.Κάθε πόλη δημιουργείται από τις πρώτες κοινωνίες, αφού αυτή είναι η ολοκλήρωση εκείνων.
Άρα: Κάθε πόλη είναι φυσική ύπαρξη.
Από το μέσον της ενότητας (“Επίσης: Ο τελικός λόγος...”) προστίθεται ένας καινούριος συλλογισμός:
1.Κάθε ον έχει να υπηρετήσει με την ύπαρξή του ένα στόχο.
2.Ο στόχος αυτός, επειδή ορίστηκε από τη φύση, είναι κάτι το εξαιρετικό, κάτι το άριστο.
3.ο στόχος της πόλης, η αυτάρκεια, είναι κάτι το άριστο, άρα κάτι το φυσικό, αφού η φύση επιδιώκει - και πραγματοποιεί- πάντοτε το άριστο.
Επομένως, και η πόλη ανήκει στην κατηγορία των φυσικών οντοτήτων(“φύσει ἐστὶν”)
Ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι η ολοκλήρωση και ο τελικός σκoπός κάθε όντος είναι υπέρτατο αγαθό. Άρα και η πόλη (που είναι ολοκλήρωση της οικίας και της κώμης και εξασφαλίζει την ευδαιμονία και την αυτάρκεια, δηλαδή το υπέρτατο αγαθό) είναι φυσική ύπαρξη. Αύτό είναι και το τελικό συμπέρασμα των συλλογισμών που προηγήθηκαν. Αυτό το συμπέρασμα, φυσικά, στηρίζει και το επιχείρημά του ότι ο άνθρωπος είναι προορισμένος από τη φύση του να ζει σε οργανωμένη κοι­νωνία.
Είναι γνωστό πως η άποψη του Αριστοτέλη γίνεται και σήμερα δεκτή από πάρα πολλούς, αν βέβαια θεωρήσουμε πως με τον όρο “φύσει” εννοούμε όχι ότι η οργανωμένη κοινωνία είναι φυσικό δημιούργημα, αλλά ότι δημιουργήθηκε από μια φυσική ανάγκη των ανθρώπων να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους και την απόλυτη αυτάρκεια.Με άλλα λόγια ότι ο άνθρωπος μόνος του δεν μπορεί ούτε καν να επιβιώσει, πόσο μάλλον να ευτυχήσει. Μ' αυτή την έννοια η κοινωνία αποτελεί ανάγκη του ανθρώπου, αλλά και προϋπόθεση για την ευδαιμονία του και την ανάπτυξη του πολιτισμού.

ΦΥΣΗ-ΤΕΛΟΣ-ΒΕΛΤΙΣΤΟ
1.Οι βασικές θέσεις του Αριστοτέλη είναι οι ακόλουθες:
α) Αφού οι πρώτες κοινότητες είναι “φύσει” και η πόλη αποτελείται από τις πρώτες κοινότητες, έπεται ότι και η πόλη είναι “φύσει”.
β) Αφού η αυτάρκεια είναι μέγιστο αγαθό (“βέλτιστον”) και η πόλη εξασφαλίζει την αυτάρκεια, έπεται ότι και η πόλη είναι μέγιστο αγαθό.
γ) Αφού το μέγιστο αγαθό ενός πράγματος είναι το “τέλος” του, δηλαδή ο σκοπός του, και η πόλη είναι το μέγιστο αγαθό των χωριών από τα οποία αποτελείται, έπεται ότι και η πόλη είναι το τέλος τους, ο σκοπός τους.
2. Τι σημαίνει όμως “φύσις” και τι σημαίνει “τέλος”;
Φύσις” ενός πράγματος είναι η υφή του, η ιδιαιτερότητά του, η ουσία του - αυτό.πσυ. το κάνει να είναι ό,τι είναι. Εξάλλου η “φύσις”, διδάσκει ο Αριστοτέλης, είναι “τέλος”.
Το “τέλος” ενός πράγματος δεν είναι το πέρας στο χώρο ή η τελευταία στιγμή μιας χρονικής διάρκειας σε σχέση με αυτό. Η λέξη “τέλος” έχει δύο σημασίες: Τέλος ενός πράγματος είναι ο σκοπός στον οποίο αυτό κατατείνει και η ολοκλήρωση των εξελικτικών διαδικασιών που συνδέονται με την πλήρη αξιοποίηση της φύσης του, άρα η πλήρης εκδίπλωσή του, η τελείωση και η τελειότητά του. Και επειδή ο σκοπός ενός πράγματος εμπεριέχει “δυνάμει” την τελείωση και την τελειότητά του και κατατείνει προς αυτές, οι δύο σημασίες της λέξης “τέλος”ταυτίζονται απολύτως. Συνώνυμο, εξάλλου, του “τέλους” είναι το “οὗ ἓνεκα”(= ο τελικός σκοπός, “αυτό, με σκοπό το οποίο...”) και γι' αυτό στη φράση “τὸ οὗ ἓνεκα καὶ τὸ τέλος-” το “καί” σημαίνει “δηλαδή”.
3. Αλλά η τελείωση και η τελειότητα ενός πράγματος είναι σε τελευταία ανάλυση η φύση του. Άλλωστε, αφού η φύση είναι τέλος και το τέλος είναι “βέλτιστον”, έπεται ότι και η φύση είναι “βέλτιστον”. Ο Αριστοτέλης δεν αφήνει εδώ καμιά αμφιβολία και αυτό που προκύπτει έμμεσα, με τη διαδικασία του συλλογισμού, το τονίζει χωρίς περιστροφές: “'Ο,τι είναι κάθε πράγμα όταν ο­λοκληρωθεί η δημιουργία του, αυτό λέμε ότι είναι η φύση του, όπως ακριβώς του ανθρώπου, του αλόγου και του σπιτιού” “<οἷον γάρ ἓκαστόν ἐστι τῆς γενέσεως τελεσθείσης, ταύτην φαμὲν τὴν φύσιν εἶναι ἑκάστου, ὣσπερ ἀνθρώπου ἵππου olκίας”). Επομένως, η φύση ενός πράγματος συμπίπτει με τη μεγαλύτερη δυνατή ολοκλήρωση των εξελικτικών διαδικασιών που θα το οδη­γήσουν στον υπέρτατο βαθμό της ανάπτυξής του. Και για να έρθουμε στη συγκεκριμένη περίπτωση της πόλης, “τέλος”, δηλαδή σκοπός, της πόλης είναι η αυτάρκεια και το “εὖ ζῆν”. Αλλά η τελείωση και η τελειότητα της πόλης, όταν ολοκληρωθεί η εκδίπλωση της ουσίας της, ταυτίζονται και αυτές με την αυτάρκεια και το “εὖ ζῆν”. Δεδομένου, όμως, ότι “φύσις” της πόλης, όπως και οποιουδήποτε όντος, είναι ό,τι ακριβώς προκύπτει όταν αυτή συμπληρώσει πλήρως την εξελικτική της πορεία, η “φύσις” της πόλης συμπίπτει με την επίτευξη της αυτάρκειας και του “εὖ ζῆν”, δηλαδή της τελειότητας. Επομένως, η φύσις”, το “τέλος” και το “βέλτιστον” ταυτίζονται.

Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΠΡΟΣ ΑΥΤΗΝ ΕΝΝΟΙΕΣ:Αν η πόλη είναι “φύσει”, αυτό οφείλεται στο ότι οι λειτουργίες της παρουσιάζουν χτυπητές αναλογίες με όσα ισχύουν στη φύση. Η φύση, κατά τον Αριστοτέλη, είναι μια αρχή οργάνωσης και κίνησης ενυπάρχουσα σε κάθε φυσικό ον. Κίνησης προς ποια κατεύθυνση; Προς την πραγμάτωση της ουσίας του έμβιου όντος. Και τι είναι ουσία ενός έμβιου όντος; Είναι η μορφή του, το είδος του, η υφή και η ιδιαιτερότητά του - ό,τι το κάνει να είναι αυτό που είναι (Το αριστοτελικό είδος είναι το αντίστοιχο της πλατωνικής ιδέας, με τη βασική ασφαλώς διαφορά ότι δεν έχει υπερβατικό χαρακτήρα, γιατί δεν τοποθετείται, όπως στον Πλάτωνα, σε έναν κόσμο νοητό, αλλά ενυπάρχει στα πράγματα.) Η ουσία ενός ζώου, κατά τον Αριστοτέλη, δεν είναι η ύλη από την οποία το ζώο αυτό αποτελείται (η σάρκα, τα οστά του κτλ.), αλλά είναι το είδος του, δηλαδή η ικανότητά του να εκπληρώνει τις βασικές λειτουργίες της ζωής (θρέΨη, αύξηση, πολλαπλασιασμό). Ένα ον προκύπτει, όταν στην ύλη του πραγματώνεται το είδος του, η μορφή του, που είναι και η αληθινή ουσία του. Από το άλλο μέρος, η ουσία ενός φυσικού όντος είναι και ο σκοπός της ύπαρξής του, ο λόγος για τον οποίο υπάρχει αυτό το ον. Σκοπός “τέλος” κάθε όντος είναι να τείνει προς την πραγμάτωση της ουσίας του, που είναι τελείωση και τελειότητά του. Ο σκοπός-τέλος ενός όντος είναι η ουσία-είδος του, που δεν έχει ακόμη πραγματωθεί και που θα επιτευχθεί όταν ολοκληρωθεί η εξελικτική εκδίπλωση αυτού του όντος. Και η ουσία-είδος του όντος αυτού είναι ο σκοπός-τέλος του που έχει ήδη εκπληρωθεί. Σε τελευταία ανάλυση, σκοπός-τέλος και ουσία-είδος ενός όντος ταυτίζονται και συναιρούνται στην έννοια της φύσης, που είναι ταυτόχρονα “τέλος”, “ουσία-είδος” και “βέλτιστον”.Αν, επομένως, κυριότερο γνώρισμα ενός φυσικού όντος είναι η κίνηση, αυτό οφείλεται στο ότι η εσώτερη φύση κάθε φυσικού όντος συμπίπτει με την ακατάπαυστη τάση προς ένα σκοπό, προς ένα τέρμα, στο οποίο πραγματώνεται η ουσία-είδος του.


Η πόλη εξασφαλίζει το «εὖ ζῆν»
1.Η πόλη προέρχεται από τη συνένωση πολλών χωριών, αλλά το χωριό δεν είναι ο πυρήνας της πόλης. Τον πυρήνα της πρέπει να τον αναζητήσουμε στην «οικία» (= στην οικογένεια), που προέρχεται από τη συμβίωση του άρρενος και του θήλεος με σκοπό την εξυπηρέτηση των καθημερινών α­ναγκών «ἡ μὲν οὖν εἰς πᾶσαν ἡμέραν συνεστηκυῖα κοινωνία... οἶκός ἐστιν»(Πολ.1252b12-14) και κυρίως την τεκνοποιία. Από τη συνένωση πολλών «οικιών» γεννιέται η «κώμη» (= το χωριό), που σκοπό έχει την ικανοποίηση ανα­γκών, οι οποίες δεν είναι τρέχουσες και καθημερινές «χρήσεως ἕνεκεν μὴ ἐφημέρου»(Πολ.1252b16), όπως η λατρεία του θεού και η απόδοση δικαιοσύνης. Τέλος, από τη συνένωση πολλών «κωμών» γεννιέται η πόλη.

ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ (Πολιτικά, 1252 a 24-b 3Ο)
ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ
ΜΕΡΗ
ΣΚΟΠΟΣ
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ
Συνένωση άρρενος και θήλεος
Ικανοποίηση καθημερινών αναγκών και, κυρίως, τεκνοποιία
«Οίκος»
(= οικογένεια)
Συνένωση πολλών οικογενειών
Ικανοποίηση αναγκών που ξεπερ­νούν την καθημερινότητα (λατρεία του Θεού, απόδοση δικαιοσύνης)
«Κώμη» (= χωριό)
Συνένωση πολλών χωριών
«Αυτάρκεια», «εὖ ζῆν»
Πόλις

2.H πολιτική οντότητα που προέκυψε από τη συνένωση περισσότερων χω­ριών είναι μια τέλεια πόλη που έχει φτάσει ως το «άκρο σημείο της πλή­ρους αυτάρκειας», δηλαδή έχει πετύχει την αυτάρκεια στο μέγιστο βαθμό.
=Στα Ηθικά Νικομάχεια η έννοια της αυτάρκειας χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει το απόλυτο αντικείμενο της βούλησής μας, που το επιζητού­με καθαυτό, ως αυτοσκοπό, και όχι ως μέσο για την επίτευξη κάποιου άλ­λου σκοπού. Πρόκειται για το υπέρτατο αγαθό, την ευδαιμονία, που είναι κάτι το «αύταρκες», αφού αρκεί μόνη της και δε χρειάζεται κάποιο συ­μπλήρωμα για να «γεμίσει» τη ζωή μας «<τὸ δ' αὒταρκες τίθεμεν ὅ μονού­μενον αἱρετὸν ποιεῖ τὸν βίον καὶ μηδενὸς ἐνδεᾶ»(1097 14-15)
=Ανάλογη είναι η σημασία του όρου στην προκειμένη περίπτωση. «Αυτάρ­κης» είναι η πόλη, σύμφωνα με την ορολογία των Πολιτικών, όταν έχει την ικανότητα μόνη της, χωρίς την προσφυγή σε ερείσματα έξω από αυτήν την ίδια, να ικανοποιεί τις αμυντικές ανάγκες της, να πετυχαίνει την εύρυθμη αυτοδιοίκησή της και να θεσπίζει τους νόμους που διέπουν τα δικαιώμα­τα και τις υποχρεώσεις των πολιτών της. Προπάντων όμως αυτάρκης εί­ναι, όταν, χάρη στη γεωγραφική θέση της, στην ανάπτυξη των πλουτοπα­ραγωγικών πηγών της (γεωργίας, εμπορίου) και στον ορθολογικό καταμε­ρισμό της εργασίας, διαθέτει αρκετά υλικά αγαθά, ώστε να είναι οικονομι­κώς ανεξάρτητη. Μια τέτοια πόλη συγκροτήθηκε με σκοπό την κατοχύρωση της ζωής «τοῦ ζῆν ἕνεκεν», αλλά, χάρη στην αυτάρκεια που έχει πετύχει, υπάρχει με σκοπό την εξασφάλιση της καλής ζωής, δηλαδή της ευδαιμονίας «του εὖ ζῆν».

Ο άνθρωπος φύσει πολιτικόν ζῷον
Ο ό­ρος «πολιτικόν» δε δηλώνει εδώ, τουλάχιστον άμεσα, το ον που μετέχει ε­νεργά στην πολιτική ζωή της πόλης. Η βασική, η «άμεση», σημασία του όρου είναι «έμβιο ον που έχει την ιδιότητα του πολίτη», δηλαδή εντάσσεται στην πόλη και ζει μέσα σε αυτήν, συμμετέχοντας στις δραστη­ριότητες (κοινωνικές, πολιτικές, πολιτιστικές, παιδευτικές κτλ.), αναλαμβά­νοντας τις υποχρεώσεις και απολαμβάνοντας τα αγαθά που σχετίζονται με αυτή την ιδιότητά του. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη όσα λέγει ο Αριστοτέ­λης για τον άνθρωπο στα Ηθικά Ευδήμεια(4.1242 a 23-26: «ὁ γὰρ ἂνθρωπος οὐ μόνον πολιτικὸν ἀλλὰ καὶ οlκονομικὸν ζῷoν, (...). ἀλλὰ κοινωνικὸν ἂνθρωπος ζῷoν») ότι δηλαδή είναι «ζῷον» όχι μόνο «πολιτικόν» αλλά και «οlκονομικόν» (=ζει στο πλαίσιο του οίκου, της οικογένειας) και «κοινωνικόν» (=ζει στο πλαίσιο της κοινότητας), αντιλαμ­βανόμαστε ότι ο άνθρωπος ως «φύσει πολιτικον ζῷον» αντιπροσωπεύει την ολοκλήρωση μιας εξελικτικής διαδικασίας, που ξεκίνησε από την κα­τάσταση του «οικογενειακού» (= του «οικονομικού») έμβιου όντος, πέρασε από το στάδιο του «κοινωνικού» και κορυφώθηκε στην ιδιότητα του «πο­λιτικού» έμβιου όντος, όπως φαίνεται και στο ακόλουθο σχήμα:

Ο άνθρωπος «φύσει πολιτικὸν ζῷον»
Οἰκονομικόν ζῷον→κοινωνικόν ζῷον→πολιτικόν ζῷον
Πώς θεμελιώνει ο Αριστοτέλης τη θέση του ότι ο άνθρωπος είναι φύ­σει ζῷον πολιτικόν;
Ο Αριστοτέλης στηρίζει τη θέση του ότι ο άνθρωπος είναι φύσει ζῷον πολιτικόν θετικά, αποδεικνύοντας δηλαδή λογικά με ποιον τρόπο μπορεί ο άνθρωπος να σχετίζεται με την πόλη ως αποτέλεσμα φυσικής εξέλιξης και στη συνέχεια αρνητικά, αναφερόμενος στην κοινή εμπειρία για να δείξει ότι μόνο ο άνθρωπος μπορεί να ζει σε πολιτική κοινωνία, δηλαδή ότι όποιος βρίσκεται έξω από αυτήν δεν μπορεί να είναι άνθρωπος.



Θετικά, οι συλλογισμοί του σχηματικά:

Κάθε φυσική ύπαρξη είναι ένα τέλος, Οι πρώτες κοινωνικές οντότητες
υπάρχει με κάποιον τελικό σκοπό δημιουργήθηκαν ως φυσικές
μέσα της. υπάρξεις.

Κάθε τέλος είναι το άριστο, ό,τι πιο ↓
αγαθό γι’ αυτή τη φυσική ύπαρξη. ↓


Η αυτάρκεια είναι κάτι το άριστο Η πόλις ποσοτικά αποτελεί συνένωση


το ιδεώδες. Και ποιοτικά τελείωση(τέλος), ολο-
κλήρωση, αυτών των κοινωνικών
οντοτήτων, είναι κι αυτή μια
φυσική ύπαρξη


Η αυτάρκεια είναι ένα τέλος, υπάρχει ↓
ως τελι­κός σκοπός κάποιας φυσικής
ύπαρξης.
Η αυτάρκεια είναι ο τελικός σκοπός ύπαρξης ↓
της πόλεως.
Η πόλις είναι μια φυσική ύπαρξη.
↓ ↓

  • Ο άνθρωπος, που δημιουργεί την πόλιν (με τη συνένωση οίκων και κωμών) και που ως πο­λίτης είναι το ελάχιστο συστατικό της στοιχείο (μόριον), είναι κι αυτός από τη φύση του μια ζωντανή πολιτική οντότητα (φύσει πολιτικὸν ζῷον).

  • Αρνητικά, το ον που από τη φύση του ζει εκτός πολιτικής κοινωνίας «δί­χως σόι, δίχως νόμους, δίχως σπιτικό" δεν μπορεί να είναι άνθρωπος πρό­κειται στην πραγματικότητα για ον ή κατώτερο ή ανώτερο από τον άνθρωπο.
Οι έννοιες «φύση», «αυτάρκεια», «εκ φύσεως», «τέλος», «τέλειος», «τελικός λόγος» με βάση το κείμενο της ενότητας.
1.«φύση»: αυτο που εχει καθοριστεί- δυνάμει -κατα φυσικό τρόπο «εκ φυ­σεως»- φύσει- ότι είναι ο προορισμός κάθε πράγματος, κάθε όντος από τη στιγμή που υπάρχει ή ζει. Η μορφή δηλαδή που αυτό θα έχει-ἐνεργείᾳ-όταν,ολοκληρωθεί η εξελικτική του πορεία.
2.«αυτάρκεια»: το ιδεώδες στο οποίο αποσκοπεί η δημιουργία της πόλε­ως και η κατάσταση που επιτρέπει την ολοκλήρωση των πολιτών της. Το περιεχόμενο της αυτάρκειας εδώ δεν είναι η διασφάλιση της ζωής αλλά η εξασφάλιση της καλής ζωής, του εὖ ζῆν, της εύδαιμονίας των πολιτών.
3.«τέλος»: ο προορισμός κάποιου πράγματος, ο σκοπός για τον οποίο είναι πλασμένο, όπως αυτός γίνεται φανερός κατά τη στιγμή της τελείωσης, της ακμής, της ολόκληρωσής του.Η στιγμή της ολοκλήρωσης δηλώνει και το τέλος της εξέλιξης,που δε σημαίνει όμως δια­κοπή κάποιας κατάστασης, αλλά ολοκλήρωση.
4.«τελικός λόγος»:ο τελικός σκοπός προς τον οποίο κατατείνει κάθε φυ­σική ενέργεια, καθώς η φύση οὐδέν μάτην ποιεῖ. Ο τελικός αυτός σκοπός της φυσικής εξέλιξης κάθε πράγματος ή όντος είναι η ολοκλήρωση και ταυτίζεται με το αγαθό (τό οὗ ἓνεκα καί τἀγαθόν τέλος γάρ γενέσεως καὶ κινήσεως πάσης τoῦτ' ἐστίν).
5.«τέλειος»: αυτός που έχει ολοκληρώσει την εξελικτική του πορεία, αυ­τός που έχει αποκτήσει την φύσιν που του αρμόζει, που έχει εκπληρώσει το τέλος, τον σκοπό της ύπαρξής του.

1.Οι συλλογισμοί του Αριστοτέλη για την απόδειξη της άποψης ότι η πόλη είναι φύσει
Πρώτος συλλογισμός:
α. Η φύση είναι μια μορφή ολοκλήρωσης.
β. Η πόλη είναι ολοκλήρωση της οικογένειας και της κώμης.
γ. Άρα, η πόλη είναι φυσική ύπαρξη, υπάρχει φύσει.
Δεύτερος συλλογισμός:
α. Οι πρώτες κοινωνίες (οίκος, κώμη) υπάρχουν φύσει.
β. Η πόλη προήλθε από τις πρώτες κοινωνίες.
γ. Άρα, η πόλη -αφού προήλθε από φύσει κοινωνίες- είναι και αυτή φύσει.
Τρίτος συλλογισμός:
α. Κάθε πράγμα υπηρετεί ένα στόχο φύσει, ο οποίος είναι κάτι το άριστο.
β. Ο στόχος της πόλης είναι η αυτάρκεια, που είναι κάτι το άριστο.
γ. Άρα, η πόλη είναι κάτι που υπάρχει φύσει, αφού υπηρετεί κάτι το άριστο.
2. Οι συλλογισμοί του Αριστοτέλη για την απόδειξη της άποψης ότι ο άνθρωπος είναι φύσει πολιτικό ζώον
Πρώτος συλλογισμός:
α. Η πόλη υπάρχει εκ φύσεως, όπως αποδείχτηκε προηγουμένως.
β. Η πόλη αποτελείται από ανθρώπους και υπάρχει για να υπηρετεί τους πολίτες της.
γ. Άρα, ο άνθρωπος είναι φύσει πολιτικό ζώο, αφού είναι προορισμένος να ζει σε ένα σχηματισμό που υπάρχει φύσει.

Δεύτερος συλλογισμός:
α. Όποιος ζει έξω από την πόλη φύσει (όχι λόγω τυχαίου γεγονότος), είναι ανώτερο ή κατώτερο ον από τον άνθρωπο.
β. Ο άνθρωπος εκ φύσεως δεν είναι ούτε ανώτερο ούτε κατώτερο ον από τον άνθρωπο.
γ. Άρα, ο άνθρωπος εκ φύσεως είναι προορισμένος να ζει σε πόλη.

3. Ο σχηματισμός της Πολιτείας - Οι διαφορετικές θεωρίες

α. Αριστοτέλης: Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η πόλη δημιουργήθηκε από φυσική αναγκαιότητα του ανθρώπου να συζεί με άλλους ανθρώπους. Δεν είναι μια σύμβαση στην οποία οδηγήθηκε απλά για να ικανοποιεί κάποιες ανάγκες του, αλλά είναι ένας σχηματισμός που υπάρχει εκ φύσεως, αφού απορρέει από την έμφυτη τάση του ανθρώπου να υπάρχει και να επικοινωνεί με τους άλλους ανθρώπους.
β. Πρωταγόρας: Ο Πρωταγόρας, όπως είδαμε στον ομώνυμο πλατωνικό διάλογο, θεωρούσε ότι η πόλη σχηματίστηκε από την ανάγκη του ανθρώπου να αντιμετωπίσει τους κινδύνους από τα άγρια θηρία και να εξασφαλίσει την επιβίωσή του. Επομένως, σύμφωνα με το σοφιστή, η πόλη είναι μια ανθρώπινη σύμβαση και όχι ένας σχηματισμός που υπάρχει εκ φύσεως. Η άποψη αυτή ήταν πολύ συνηθισμένη θέση όλων των σοφιστών (π.χ. Λυκόφρων), οι οποίοι πίστευαν ότι η συγκρότηση πόλεων ήταν μια μορφή σύμβασης ανάμεσα σε άρχοντες και αρχομένους.
γ. Διαφωτιστές: Αν κάνουμε ένα μεγάλο άλμα στο χρόνο και έρθουμε στα χρόνια του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, θα δούμε ότι οι απόψεις σχετικά με το σχηματισμό κοινωνιών, βρίσκονται πιο κοντά στις απόψεις του Πρωταγόρα. Ο Ζαν Ζακ Ρουσό, αλλά και ο Τζον Λοκ υποστήριζαν ότι οι κοινωνίες σχηματίστηκαν ύστερα από μια συμφωνία μεταξύ αρχόντων και αρχομένων, με σκοπό την προστασία των δικαιωμάτων των αρχομένων. Μάλιστα, ο Λοκ, επειδή θεωρούσε ότι αυτή και μόνο αυτή είναι η αιτία δημιουργίας των κοινωνιών, υποστήριζε ότι, αν οι άρχοντες δεν υπερασπίζονται τα δικαιώματα των πολιτών, αυτοί μπορούν -ακόμα και με επανάσταση- να εκδιώξουν τους άρχοντες. Επομένως, και οι Διαφωτιστές θεωρούσαν ότι η πόλη είναι ένας μηχανισμός που δεν υπάρχει φύσει.
δ. Πλάτωνας: Ο Πλάτωνας θεωρούσε ότι η συγκρότηση κοινωνιών προήλθε από την ανάγκη των ανθρώπων να εξασφαλίσουν την αυτάρκεια, κάτι που δεν μπορούσε να εξασφαλίσει μεμονωμένα το κάθε άτομο. Επομένως, και ο Πλάτωνας δε θεωρούσε φύσει το σχηματισμό των πόλεων.




4. Ο σκοπός της δημιουργίας και ύπαρξης της Πολιτείας, οι διαφορετικές θεωρίες
α. Αριστοτέλης: Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο σκοπός της Πολιτείας είναι η εξασφάλιση του «ζην» αρχικά, και του «ευ ζην» στη συνέχεια, δηλαδή η επίτευξη της ευδαιμονίας των πολιτών, η οποία θεωρείται ως το ύψιστο αγαθό.
β. Πρωταγόρας: Σκοπός της Πολιτείας, σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, είναι η ικανοποίηση του ενστίκτου της αυτοσυντήρησης και των βιολογικών αναγκών του ανθρώπου
γ. Διαφωτιστές: Σκοπός της Πολιτείας, σύμφωνα με τους Διαφωτιστές, είναι η κατοχύρωση των ελευθεριών των πολιτών, η προστασία των δικαιωμάτων τους και εξασφάλιση της ισότητάς τους.
δ. Πλάτωνας: Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, ο σκοπός από τη συγκρότηση Πολιτείας είναι
η εξασφάλιση της αυτάρκειας των πολιτών.

5. Ο τελολογικός χαρακτήρας της φιλοσοφίας του Αριστοτέλη
Όπως έχουμε ήδη πει αρκετές φορές, η φιλοσοφία του Αριστοτέλη έχει έναν έντονα τελολογικό χαρακτήρα, βλέπει δηλαδή την ύπαρξη ενός σκοπού σε κάθε ενέργεια, αλλά και στην ύπαρξη κάθε όντος. Ο τελολογικός χαρακτήρας της αριστοτελικής σκέψης, στην ενότητα αυτή, φαίνεται στα ακόλουθα σημεία:
α. Αναφέρει ότι η συγκρότηση πόλης έχει ένα σκοπό, ο οποίος είναι, αρχικά, η εξασφάλιση του «ζην» και, στη συνέχεια, η εξασφάλιση του «ευ ζην».
β. Θεωρεί ότι ένα ον έχει φτάσει στην τελείωσή του, δηλαδή έχει επιτύχει το σκοπό του, όταν αποκτήσει την τελική του μορφή, μετά από μια διαδικασία εξέλιξης.
γ. Αναφέρει ότι κάθε πράγμα υπάρχει για την επίτευξη ενός τελικού σκοπού. Μάλιστα, υποστηρίζει ότι ο τελικός σκοπός κάθε όντος είναι η επίτευξη κάποιου έξοχου αποτελέσματος.
δ. Μιλώντας για τον άνθρωπο, αναφέρει συχνά ότι είναι προορισμένος να ζει σε πόλη, φανερώνοντας έτσι ότι υπάρχει κάποιος σκοπός και προορισμός για τον άνθρωπο.
5. Η αυτάρκεια της πόλης
Η επίτευξη της αυτάρκειας μιας πόλης είναι αποτέλεσμα:
·         της καλής γεωγραφικής θέσης,
·         της εμπορικής ανάπτυξης,
·         των αμυντικών – στρατιωτικών δυνατοτήτων,
·         της ύπαρξης σωστής διοίκησης και σωστού συστήματος απονομής δικαιοσύνης και
·         της ικανότητας διατήρησης της ανεξαρτησίας.
Ο Σωκράτης υποστήριζε ότι, για να μπορεί μια πόλη να διαθέτει αυτάρκεια, πρέπει να έχει σε επάρκεια ανθρώπους που ασκούν τέσσερα επαγγέλματα: πρέπει να υπάρχουν υφαντουργοί, υποδηματοποιοί, οι οποίοι εξασφαλίζουν την ένδυση των πολιτών, γεωργοί, οι οποίοι εξασφαλίζουν τη διατροφή των πολιτών και οικοδόμοι, οι οποίοι εξασφαλίζουν την κατοικία των πολιτών. Ο Αριστοτέλης συμπληρώνει τον κατάλογο των απαραίτητων επαγγελματιών για την επίτευξη της αυτάρκειας, λέγοντας ότι χρειάζονται πολεμιστές, δικαστές, πολιτικοί, αυτοί, δηλαδή, που παίρνουν τις αποφάσεις για τη διακυβέρνηση της πόλης, οι διάφοροι αξιωματούχοι για τα αξιώματα της πόλης, ιερείς και, τέλος, πολίτες με οικονομική επιφάνεια, οι οποίοι μπορούν με τα χρήματά τους να αναλαμβάνουν έργα της πολιτείας. Μάλιστα, ο Αριστοτέλης, κάνοντας μια ιεράρχηση των αξιωμάτων αυτών, θεωρεί σημαντικότερους τους πολεμιστές και τους πολιτικούς. Βέβαια, ο Αριστοτέλης, συνειδητοποιώντας την αδυναμία επίτευξης της απόλυτης αυτάρκειας, θεωρούσε ότι έπρεπε να υπάρχουν και κάποιες εμπορικές σχέσεις με άλλες πόλεις, για την απόκτηση κάποιων αγαθών που δεν παράγει η πόλη. Επίσης, ο Αριστοτέλης δίνει ιδιαίτερη σημασία στον πληθυσμό μια πόλης, τον οποίο θεωρεί απαραίτητο όρο για την επίτευξη της αυτάρκειας, καθώς θεωρεί ότι ούτε μια πόλη με πολύ μικρό πληθυσμό μπορεί να είναι αυτάρκης, αλλά ούτε και μια πόλη με πολύ μεγάλο πληθυσμό μπορεί να λειτουργήσει σωστά, καθώς χάνεται η απαιτούμενη επικοινωνία και ο συνεκτικό ς δεσμός μεταξύ των πολιτών της.
ΓΕΝΙΚΑ

Ο Αριστοτέλης παρουσιάζει τα διαδοχικά στάδια της κοινωνικής συμβίωσης -oικία (οικογένεια), -κώμη, πόλις- επιχειρώντας να δώσει συγχρόνως και μια τεκμηριω­μένη πολιτική θεωρία. Η πόλη-κράτος γεννήθηκε για τη διασφάλιση της ζωής, όμως ικανοποιεί και τη βαθύτατη επιθυμία των πολιτών για ευζωία. Η ευζωία μάλι­στα, κατά την αριστοτελική αντίληψη, σημαίνει την ηθική και πνευματική δρα­στηριότητα του ανθρώπου. Έτσι, μέσω της πόλεως, επιτυγ­χάνεται η ιδανική σύζευξη που επιδίωκε ο Αριστοτέλης, δηλαδή η σύνδεση της ηθι­κής με την πολιτική, αφού και οι δυο έχουν έναν και μόνον κοινό σκοπό, να ανα­πτύξουν τις ανώτερες τάσεις του ανθρώπου και να τον καταστήσουν ικανό για την κατάκτηση της αρετής.
Κατόπιν ο Αριστοτέλης εξετάζει με γόνιμη πολιτική σκέψη τη γένεση της πόλης-­κράτους. Το κράτος αποτελεί μια ολοκληρωμένη κοινωνία, που προέκυψε από μια μακρά εξελικτική πορεία, μέσα από τα προηγούμενα κοινωνικά μορφώματα. Επίσης μολονότι το κράτος έχει προτεραιότητα σύμφωνα με τη φύση και την ουσία του, είναι υστερογενές πολιτικό δημιούργημα. Και αν οι πρώτες μορφές κοινωνίας έχουν φυσική προέλευση -και έχουν φυσική προέλευση, γιατί έχουν τις ρίζες τους στην ανθρώπινη φύση- έπεται ότι και η πόλις, που αποτελεί το τέλος της εξέλιξης και τον έσχατο σκοπό των προηγούμενων κοινωνιών, είναι μια φυσική ύπαρξη. Με τον τρόπο αυτό ο Αριστοτέλης αποκρούει την άποψη των σοφιστών Λυκόφρονα και Θρασυμάχου ότι ο νόμος και το κράτος αποτελούν προϊόντα συμβατικών ρυθμίσε­ων, δηλαδή ανθρώπινες παρεμβάσεις στην ελευθερία του κάθε πολίτη, προκειμένου να τον διασφαλίσουν από κάθε είδους προσβολή ή απειλή. Μέσα στην πόλη-κράτος ικανοποιούνται και όλες οι ανάγκες του αν­θρώπου, υλικές και ηθικές, και έτσι η πόλη ως ολότητα δεν χρειάζεται τίποτα έξω από αυτήν. Έχει δηλαδή η πόλη αυτάρκεια, η οποία ως απόλυτη πληρότητα αποτελεί και το ύψιστο αγαθό.1
Από την πόλη-κράτος ο Αριστοτέλης περνά στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος κατά πρώτον χαρακτηρίζεται ζῷον και εξισώνεται έτσι με το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο. Με βάση μάλιστα τα βασικά βιολογικά δεδομένα, τα ζώα διακρίνονται, ανάλογα με τον τρόπο διαβίωσής τους, σε αγελαία και μονήρη. Από τα αγελαία πάλι άλλα ζουν ως πολιτικά ζώα και άλλα διασκορπισμένα. Πολιτικά είναι τα ζώα που έχουν μια κοινή δραστηριότητα και σ' αυτά ανήκουν ο άνθρωπος, η μέλισσα, η σφήκα, το μυρμήγκι και ο γερανός. Τη διαπίστωση του Αριστο­τέλη ότι ο άνθρωπος παρουσιάζει εκ γενετής αγελαία χαρακτηριστικά, όπως και τα υπόλοιπα ζώα, έρχονται σήμερα να την επιβεβαιώσουν η επιστήμη της συμπεριφο­ράς (ηθολογία) και η εθνολογία. Ο άνθρωπος, λοιπόν, ως αγελαίο ζώο έχει από τη φύση του την ιδιότητα να ζει μέσα σε μια κοινωνία ανθρώπων, η οποία είναι οργα­νωμένη με πολίτευμα, νόμους, θεσμούς κι επομένως διαφέρει από οποιαδήποτε άλλη κοινωνία που δεν έχει αυτή την οργάνωση. Ο Αριστοτέλης τονίζει με έμφαση την κοινωνική ορμή του ανθρώπου προς διαβίωση σε μια πολιτική κοινότητα (Πολιτικά, 1253a 29) και προσθέτει ότι ο πρώτος ιδρυτής μιας τέτοιας κοινωνίας υλοποίησε αυτή την ορμή του ανθρώπου για συμβίωση, γι' αυτό και είναι άξιος επαίνου, αφού έγινε πρόξενος μεγίστων αγαθών. Από τα προηγούμενα λοιπόν συνάγεται ότι όποιος αδυνατεί να ζήσει μέσα σε μια πολιτική κοινότητα ή όποιος δεν χρειάζεται μια τέτοια κοινότητα, επειδή είναι αυτάρκης, αυτός είναι ή ένα ον που ξεπερνά την ανθρώπινη φύση (δηλαδή ένας θεός) ή ένας εκφυλισμένος άνθρωπος. Ένας τέτοιος άνθρωπος, δηλαδή ένας απολιτικός άνθρωπος, αποκαλείται από τον Αριστοτέλη και πολέμου επιθυμητής και, αν υπάρχει, αποτελεί εξαίρεση. Όπως προκύπτει μάλιστα από τα συμφραζόμενα, έναν τέτοιον άνθρωπο τον συγκρίνει ο Αριστοτέλης με τις βιολογικές τερατογενέσεις που μπορεί να υπάρχουν στη φύση (Περὶ ζῴων γενέσεως, IV 4. 770b 9 κ.ε.).
Με όλη αυτή την επιχειρηματολογία του για τον απολιτικό άνθρωπο ο Αριστο­τέλης αποκρούει την άποψη των κυνικών φιλoσόφων ότι ο σοφός άνθρωπος είναι αυτάρκης και δεν χρειάζεται να είναι πολίτης μιας χώρας, αλλά μόνο του κόσμου- μια άποψη η οποία τροφοδοτήθηκε από την απογοήτευση που κυριάρχησε στην Ελλάδα μετά την ήττα της Χαιρώνειας» (W. D. Ross, ό.π., σελ. 339).Εναντιώνεται κατά των στοχαστών του 4ου αι.πχ.(Κυνικοί,Στωϊκοί,Διογένης,Κράτης,Ζήνων κλπ)που υποστήριζαν ότι η ζωή της πόλης είναι ανώφελη συσσώρευση ή εμπόδιο της φύσης.2 Οι Στωϊκοί δεν αρνούνται βέβαια τα καθήκοντα του ανθρώπου απέναντι στην πολιτεία, για την οποία πιστεύουν ότι είναι αναγκαία εφόσον ο άνθρωπος είναι «φύσει πολιτικόν ζῷον».Ο Ζήνων μάλιστα φαίνεται(Διογένης Λαέρτιος VII, & 131)πως ασχολήθηκε με το θέμα της φυσικής φιλοσοφίας.Όμως, γι αυτούς πάνω από όλα τίθεται το φυσικό δίκαιο που συγκροτεί παγκόσμια πολιτεία.
Η ιδέα του Κοινωνικού Συμβολαίου (σε σχέση με την πολιτική διακυβέρνηση) αναπτύσσεται κυρίως στο Διαφωτισμό που έχει τη ρίζα του στην Αναγέννηση. Οι νεότερες θεωρίες (Λόκ, Χόμπς, Ρουσσό…)που αναφέρονται στην ύπαρξη «κοινωνικού συμβολαίου» ανάμεσα σε άρχοντες και αρχόμενους είναι ουσιαστικά αντίθετες με τη θεωρία του Αριστοτέλη.Αν η πολιτική κοινότητα είναι φυσική ύπαρξη, τότε δεν υπάρχει η ανάγκη κοινωνικού συμβολαίου. Ήδη το 1640 ο Hobbes στο έργο του Leviathan γράφει ότι οι άνθρωποι είναι μεμονωμένοι και ανεξάρτητοι και επομένως ατομικιστές. Σε αντίθεση με το Ρουσσό ο Χόμπς θεωρεί τον άνθρωπο κακό στη φυσική του κατάσταση. Ο πιο αδύναμος μάλιστα είναι σε θέση να σκοτώσει τον πιο ισχυρό, αλλά επειδή πολλοί άνθρωποι επιθυμούν ταυτόχρονα το ίδιο πράγμα έχουν και την αμοιβαία θέληση να καταστρέψουν ο ένας τον άλλο. Ο άνθρωπος έτσι είναι λύκος για τον άνθρωπο(homo homini lupus)και βρίσκονται σε συνεχή πόλεμο. Τα πάθη, αφημένα ελεύθερα οδηγούν σε πόλεμο όλων εναντίον όλων. Κανένας τρόπος για διάκριση δικαίου και αδίκου δεν υπάρχει, αν δεν εγκαθιδρυθεί ο νόμος. Στη φυσική κατάσταση, που είναι ο πόλεμος, κυριαρχεί η δύναμη και η απάτη. Ούτε ιδιοκτησία, ούτε βιομηχανία, ούτε γεωργία, ούτε ναυτιλία είναι δυνατό να αναπτυχτεί, άρα ούτε επιστήμες, ούτε γράμματα, ούτε τέχνες, ούτε κοινωνία. Και το χειρότερο απ' όλα, ένας αδιάκοπος φόβος κυριαρχεί, παντού καραδοκεί ο κίνδυνος του βίαιου θανάτου. Η ζωή των ανθρώπων κυλάει μοναχική, φτωχή, θλιβερή, ζωώδης και σύντομη. Το λογικό βέβαια ζητάει την ειρήνη, αλλά στη φυσική κατάσταση η φωνή του λογικού δεν ακούεται, γιατί κυριαρχούν τα πάθη. Επειδή όμως η φύση διδάσκει ότι οι άνθρωποι για να επιβιώσουν θα πρέπει να αναζητήσουν την ειρήνη, ο καθένας πρέπει να είναι πρόθυμος να παραιτηθεί από το δικαίωμά του πάνω σ΄όλα τα πράγματα για τόσο διάστημα, όσο απαιτεί η ειρήνη. Χρειάζεται ο κοινός σεβασμός σε κάποιες συνθήκες αλλά οι συνθήκες χωρίς τη δύναμη που θα τις στηρίζει, μένουν λόγια. Επομένως: για να εξισορροπηθούν τα συμφέροντα των ανθρώπων με τις ανάγκες της κοινωνίας είναι απαραίτητο να εγκαθιδρυθεί μια ισχυρή κυρίαρχη δύναμη. Μέσω ενός συμβολαίου οι άνθρωποι θα πρέπει να εναποθέσουν σε κάποιον το δικαίωμα να θέσουν έτσι τέρμα στη φυσική κατάσταση του συνεχούς πολέμου και της αναρχίας. Με μια συνθήκη ο καθένας παραχωρεί το φυσικό δικαίωμά του σε έναν άνθρωπο ή σε σύνολο υπό τον όρο ότι όλοι θα κάνουν το ίδιο. 'Ετσι δημιουργείται το «κράτος» μια πανίσχυρη δύναμη, «θνητός θεός και Leviathan. Το κράτος αυτό οργανώνει την τάξη καθορίζοντας το δίκαιο και το άδικο και επιβάλλοντας την κυριαρχία του λογικού και άρα την ειρήνη και την ασφάλεια.
Το κράτος του Hobbes είναι πανίσχυρο και αυταρχικό, το καθεστώς όμως που θεμελιώνει ο Locke είναι ηπιότερο και πιο φιλελεύθερο. Στα Δυο δοκίμια για την πολιτική εξουσία (1690), θέλοντας να υπερασπιστεί τη φιλελεύθερη επανάσταση του 1688, υποστηρίζει τα εξής: Στη φυσική κατάσταση όλοι οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι, ίσοι και ανεξάρτητοι. Εγκαθιδρύουν κάποιους υποτυπώ­δεις δεσμούς μεταξύ τους και ζουν ήσυχα και ειρηνικά. Η ειρήνη όμως αυτή είναι προσωρινή και επισφαλής, γιατί δεν υπακούουν όλοι οι άνθρωποι στο λογικό. Κύριο αίτιο είναι η ιδιοκτησία, που την επισημαίνει και ο Πλάτων στην Πολιτεία ως πηγή κάθε κακού, αφού συνδέεται με την πλεονεξία και την απληστία. Ο Locke όμως θέτει το ζήτημα στη φιλελεύθερη αστική βάση: Ο ιδιοκτήτης που αποχτάει κάτι με την έντιμη εργασία του, λέει, είναι εκτεθειμένος στην αρπακτική διάθεση του άλλου. Έτσι και ο πόλεμος είναι πάντα πιθανός και η ανασφάλεια μόνιμη. Εξάλλου, στη φυσική κατάσταση ο καθένας έχει το δικαίωμα (που του δίνει η φυσική δύναμη) να δικάζει ή να τιμωρεί τον άλλο, πράγμα που οδηγεί στη βία. Για τους λόγους αυτούς οι άνθρωποι είναι υποχρεωμένοι να αφήσουν τη φυσική κατάσταση και να κάνουν μια «συμφωνία με την οποία τα άτομα εγκαταλείπουν ορισμένα δικαιώματά τους και τα αναθέτουν στο κράτος. Το κράτος θα θέσει νόμους που θα προστατεύουν με ποινή θανάτου την ιδιοκτησία, την εθνική ασφάλεια και γενικά το κοινό καλό. Βλέπουμε ότι η αντίληψη του Locke για την πολιτική εξουσία είναι ατομιστική και στοχεύει στον αστικό φιλελευθερισμό. Το κράτος θα είναι όργανο στην υπηρεσία των συμφερόντων των συμβαλλομένων ατόμων χωρίς άλλες αρμοδιότητες.
Περισσότερο ηθικά είδε το θέμα ο Spinoza (1632,-1677) στο έργο του Πραγματεία για τη θρησκεία και την Πολιτική. Υποστηρίζει ότι στη φυσική κατάσταση επικρατεί ο νόμος της ατομικής δύναμης. Γι' αυτό χρειάζεται η πολιτικά οργανωμένη κοινωνία, μέσα στην οποία η ατoμική δύναμη υποχωρεί στη νομική και ηθική δύναμη της ομάδας. Πάλι βέβαια το δίκαιο ταυτίζεται με τη δύναμη και εδώ μπορούμε να θυμηθούμε το Θρασύμαχο της πλατωνικής Πολιτείας. Όμως δεν είναι πια η δύναμη του ατόμου που επιβάλλεται, αλλά η δύναμη του συνόλου και προέρχεται από την εκχώρηση μέρους της ατομικής δύναμης του καθενός.
Ο Rousseau (1712-1778) είναι τόσο ο άνθρωπος της φύσης όσο και του Κοινωνικού Συμβολαίoυ. Πιστεύει ότι η φύση είναι «καλή» αφού είναι θεϊκή, και ζητάει ένα συγκερασμό φυσικής ελευθερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης σύμφωνη με τους πόθους της ανερχόμενης αστικής τάξης που πιέζεται από το απολυταρχικό καθεστώς και την Εκκλησία. Υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος γεννήθηκε ελεύθερος, αλλά εΙναι παντού σκλαβωμένος και ζητάει μια μορφή κοινότητας που να προστατεύει την προσωπικό­τητα και την περιουσία του καθενός και στην οποία ο καθένας παρά το γεγονός ότι θα είναι ενωμένος με τους υπόλοιπους, θα μπορεί να υπακούει μόνο στον εαυτό του μένοντας ελεύθερος όπως ήταν στη φυσική του κατάσταση. Προς αυτή την κατεύθυνση η κοινωνία θα πρέπει να αναδιοργανωθεί με βάση ένα Κοινωνικό Συμβόλαιο. Κύριος όρος τoυ συμβολαίου θα είναι η ολοκληρωτική προσχώρηση του πολίτη με όλα του τα δικαιώματα στην κοινότητα, στη γενική θέληση. Η γενική θέληση θα ψηφίζει τους νόμους και κατά συνέπεια ο καθένας θα μπορεί να είναι ελεύθερος, αφού ο νόμος θα εκφράζει τη γενική θέληση, άρα και τη δική του. Υποτασσόμενος λοιπόν στο νόμο είναι σαν να υποτάσσεται στον ίδιο τον εαυτό του.
Ποια θα είναι όμως η γενική θέληση; Η γενική θέληση απαιτεί ομοφωνία ως προς τον κύριο όρο του Συμβολαίου, απαιτεί δηλαδή την καθολική αποδοχή του. Από κει και πέρα, στις επιμέρους ρυθμίσεις, γενική θέληση είναι η μειοψηφία, που εκφράζεται με το ήμισυ συν ένα. Αλλωστε η απόφαση της γενικής θέλησης (ο νόμος) δε θεωρείται ποτέ οριστική και αμετάκλητη. Από την εφαρμογή θα καθορίζεται η διατήρηση, η τροποποίηση ή η κατάργηση. Η γενική θέληση λοιπόν που αντιστοιχεί στο «νoμoθετικό» σώμα (είχε γίνει ήδη από τον Μοντεσκιέ η διάκριση των εξουσιών) θα διαλέγει τις αρχές που θα φροντίζουν για την εφαρμογή των νόμων, την εκτελεστική δηλαδή εξουσία που θα κυνερνά στο όνομα του λαού για όσο χρόνο της αναθέτει ο λαός την εξουσία. Πάντως το συμβόλαιο του Ρουσσώ αντιτίθεται σε αυτό του Hobbes και Λόκ, καθώς δεν είναι ουσιαστικά συμβόλαιο ανάμεσα σε ανθρώπους ούτε ανάμεσα σε ανθρώπους και κυρίαρχο, αλλά συμβόλαιο του καθενός με τον εαυτό του.
Αποτελεί άθροισμα ατομικών βουλήσεων. Το κράτος είναι ένας συναιτερισμός όπου όλα τα μέλη είναι ίσα. Ο νέος κυρίαρχος είναι ο λαός και το κάθε μέλος ονομάζεται πολίτης ως συμμέτοχος στην κυρίαρχη λαϊκή εξουσία και υπήκοος ως υποταγμένος στους νόμους της. Μας παραπέμπει η άποψη στον αστικό κοινοβουλευτισμό.
Η κριτική του Τόμας Χομπς (1588-1679) στην άποψη του Αριστοτέλη
Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των ανδρών, που έγραψαν σχετικά με τις κοινοπολιτείες, υποθέτουν ή απαιτούν από μας ή μας παρακαλούν να πιστέψουμε ότι ο άνθρωπος είναι ένα πλάσμα γεννημένο να ταιριάζει στην κοινωνία. Οι Έλληνες τον αποκαλούν «ζῷον πολιτικόν»· και πάνω σ' αυτή τη βάση διαμορφώνουν τη θεωρία τους για την πολιτική κοινωνία, λες και για τη διατήρηση της ειρήνης και τη διακυβέρνηση της ανθρωπότητας το μόνο πράγμα που είναι απαραίτητο είναι να συμφωνήσουν οι άνθρωποι να συνάψουν ορισμένες συμφωνίες και καταστάσεις μεταξύ τους, τις οποίες οι ίδιοι θα πρέπει στη συνέχεια να αποκαλούν νόμους. Αυτό το αξίωμα, παρόλο που γίνεται παραδεκτό από τους περισσότερους, είναι, παρόλα αυτά, βεβαιότατα λάθος· και είναι ένα λάθος που προκύπτει από τη σχεδόν ανύπαρκτη κατανόηση της ανθρώπινης φύσης που έχουμε. Γιατί αυτοί που θα ρίξουν μια πιο κοντινή ματιά στις αιτίες λόγω των οποίων οι άνθρωποι πλησιάζουν ο ένας τον άλλο και βρίσκουν ευχαρίστηση ο ένας από την παρέα του άλλου, εύκολα θα διαπιστώσουν ότι αυτό συμβαίνει όχι γιατί από τη φύση δε θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, αλλά ότι συμβαίνει τυχαία. Επομένως, δεν αναζητούμε από τη φύση μας την κοινωνία αυτή καθ' εαυτή, αλλά επειδή είναι δυνατόν να λάβουμε τιμή ή κέρδος από αυτήν.
(Τόμας Χομπς, Φιλοσοφικές υποτυπώσεις περί κυβερνήσεως και κοινωνίας, 1651)


Ερωτήσεις

1.Να συνθέσετε έναν όσο το δυνατό πληρέστερο ορισμό της πόλης.
2.Να προσδιορίσετε τα κοινά σημεία και τις διαφορές ανάμεσα στις διάφορες «κοινότητες»
3.Πώς θεμελιώνει ο Αριστοτέλης τη θέση ότι ο άνθρωπος είναι «φύσει ζῷον πολιτικόν»;
4.Να εξηγήσετε τη συλλογιστική πορεία που ακολουθεί ο Αριστοτέλης
5.Να συγκρίνετε την άποψη του Αριστοτέλη για τον άνθρωπο ως ζῷον πολιτικόν και αυτά που υποστηρίζει ο Πρωταγόρας(Εν.4η και 5η)
6.Να βρείτε και να εξηγήσετε τα σημεία του κειμένου που περικλείουν την τελεολογική σκέψη του Αριστοτέλη
7.Ποια συλλογιστική πορεία ακολουθεί ο Αριστοτέλης;Να την εξηγήσετε με παραδείγματα από το κείμενο.
8.Με βάση το κείμενο να υποστηρίξετε την άποψη ότι η φύσις και το τέλος είναι στενά συνδεδεμένες και προσδιορίζονται η μια σε σχέση με την άλλη.



















1 Σκοποί πολιτικής κοινότητας Αριστοτέλη-Πρωταγόρα:
Αριστοτέλης
=σκοπός είναι το «ζῆν»,η επιβίωση και μετά το «εὖ ζῆν», η ευδαιμονία, που επιτυγχάνεται με την αυτάρκεια
=η ικανότητα αντίληψης δικαίου,αδίκου,καλού,κακού προϋπάρχει και δε χρειάζεται να επιβληθεί
Πρωταγόρας
= Κύριος σκοπός είναι η ασφάλεια και η άμυνα απέναντι στις εξωτερικές συνθήκες.Με τη φωτιά και την τεχνική κατακτά την «εὐπορίαν τοῦ βίου»,πριν τη δημιουργία πόλεων
=αναγκαία η επιβολή «αἰδοῦς»και «δίκης»για την επιβίωση της πολιτικής κοινότητας.

2 Ξενοφώντας,Απομνημονεύματα,2.1.13 « (Ἀρίστιππος)ἀλλ’ ἐγώ τοι οὐδ’ εἰς πολιτείαν ἐμαυτόν κατακλῄω, ἀλλὰ ξένος πανταχοῦ εἰμί».Ο Διογένης ο Λαέρτιος, 6,38,αναφέρει πως γενικά οι Κυνικοί υποστήριζαν « ἂπολις, ἂοικος, πατρίδος ἐστερημένος,πτωχός,πλανήτης,, βίον ἒχων τοὐφ’ ἡμέραν».