Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2017

Ενότητα 5η

Βασικές θέσεις-Στόχοι
1.Σημάδι των έξεων πρέπει να θεωρήσουμε την ηδονή ή λύπη που συνοδεύει την πράξη
2.Συσχετισμός συναισθημάτων με την ηθική αρετή (και ως παιδαγωγική μέθοδος)
3.Σώφρων είναι αυτός που απέχει από τις σωματικές ηδονές και χαίρεται
Ακόλαστος αυτός που απέχει από τις σωματικές ηδονές, αλλά δυσανασχετεί
Ανδρείος αυτός που αντιμετωπίζει τα δεινά και χαίρεται
Δειλός αυτός που με αυτό δυσαρεστείται
4.Η ηθική αρετή συνδέεται με την ηδονή ή λύπη, οπότε πρέπει από νέοι ακόμη να παίρνουμε εκείνη την αγωγή που θα μας κάνει να χαιρόμαστε και να λυπόμαστε με αυτά που πρέπει. Αυτή είναι και η ορθή παιδεία. Το ποιος αποφασίζει για το τι πρέπει είναι προφανώς η πολιτική κοινωνία
5.                  Ἓξις
___________ |______________
|                                                 |
Ἡδονή                                Λύπη
|____________|______________|
σώφρων           |                ἀκόλαστος
ἀνδρεῖος          |                δειλός
                Ηθική αρετή
                        |
                  Παιδεία
6.Η πράξη παρακολουθείται από συναίσθημα ευχάριστο ή δυσάρεστο, ανάλογα με την ποιότητά της. Αυτό το θεωρεί ως κριτήριο για τη διαμόρφωση έξεως αντίστοιχης με την ποιότητα της πράξης.
7.Η διάκριση ηδονών σε καλές ή κακές δε συνάγεται άμεσα από το κείμενο, όπως και η σχέση ηθικής αρετής με τη ζωή στην πολιτική κοινωνία.Βλ.




Μετάφραση.

Αποδεικτικό σημάδι όμως των έξεων πρέπει να θεωρούμε την ευχαρίστηση(ηδονή)ήδυσαρέσκεια(λύπη)που τις πράξεις μας συνοδεύει. Αυτός, δηλαδή, που απέχει από τις σωματικές ηδονές και αυτό του προκαλεί ευχαρίστηση, είναι άνθρωπος σώφρων. Αυτός που δυσαρεστείται με το πράγμα είναι ακόλαστος. Επίσης, ο άνθρωπος που υπομένει όλα τα επικίνδυνα πράγματα και χαίρεται ή τουλάχιστον δε δυσαρεστείται είναι ανδρείος, δειλός είναι αυτός που το πράγμα αυτό τον δυσαρεστεί. Και όλα αυτά γιατί η ηθική αρετή σχετίζεται στην πραγματικότητα με την ευχαρίστηση και τη δυσαρέσκεια. Εξαιτίας της ευχαρίστησης πράττουμε ευτελή πράγματα, εξαιτίας της δυσαρέσκειας απέχουμε απ΄ τα όμορφα πράγματα. Γι αυτό το λόγο πρέπει να έχει πάρει ήδη από μικρός κανείς την αγωγή εκείνη,όπως λέγει ο Πλάτωνας, που θα τον κάνει να ευχαριστιέται ή να δυσαρεστείται με αυτά που πρέπει. Αυτή λοιπόν είναι η σωστή παιδεία.

Λεξιλογικά-Συντακτικά-Ετυμολογικά-Ομόρριζα.

1.      .ήδονήν: ομόρριζα: ἡδονικός, ήδονισμός, ἣδομαι, ήδονίζομαι. συνώνυμα: τέρψις, γλυκύτης, εὐφροσύνη, ἀπόλαυσις, εὐχαρίστησις. αντώνυμα: ἄλγος, πόνος, λύπη, ὀδύνη, ἀλγηδών, θλίψις.
2.      χαίρων: ον. εν., αρσ. γένους της μτχ. ενεστώτα του ρ. χαίρω.<χαρ-j-ω+πρόσληψη προσφύματος ε,χαιρε-/ παρακ. κεχάρηκα και γέγηθα από το γήθω ή γηθέω //αρχικοί χρόνοι: χαίρω, ἒχαιρον, χαιρήσω, ἐχάρην, γέγηθα - κεχάρηκα, ἐγεγήθειν. //ομόρριζα: χαρά, χαρωπός, χάρις, χαρίζομαι, χαρίεις, περιχαρής, χάρμη (= χαρά της μάχης), χαρμόσυνος, χαρμοσύνη, χάρμα (= πηγή χαράς). συνώνυμα: ἀγάλλομαι, γέγηθα, εὐθυμῶ, εὐφραίνομαι, ἣδομαι, τέρπομαι. αντώνυμα: ἀθυμῶ, ἀνιῶμαι, ἄχθομαι, θλίβομαι, λυποῦμαι.
3.      αχθόμενος: ον. εν., αρσ. γένους της μτχ. ενεστώτα του ρ. ἄχθομαι.<ἄχθος=βάρος,<√αχ- πβ.ἄγχω, ἀγχόνη, ἄγχι=κοντά //αρχικοί χρόνοι: ἄχθομαι, ἠχθόμην, ἀχθέσομαι - ἀχθεσθήσομαι, ἠχθέσθην, ἤχθη­μαι. //ομόρριζα: ἄχθος, ἀχθοφόρος, ἐπαχθής, σεισάχθεια, ἀνεπαχθῶς, ἀχθηδων (= βάρος, λύπη, φορτίo).//συνώνυμα: ἀγανακτῶ, ἀθυμῶ, ἀνιῶμαι, βαρύνομαι, λυποῦμαι, χαλεπῶς φέρω.//αντώνυμα: ἀγάλλομαι, εὐφραίνομαι, ἥδομαι, τέρπομαι, χαίρω.
4.      λυπούμενος: ον. εν., αρσ. γένους της μτχ. ενεστώτα του ρ. λυπέομαι -οῦμαι. //ομόρριζα: (α.ε.) λύπη, ἀλύπητος, συλλυπητήριος, λύπημα, (ν.ε.) λυπημός, αξιoλύ­πητος.//συνώνυμα: ἀνιῶμαι, βλάπτω, ἐνοχλῶ, ἀλγῶ, θλίβομαι, ἀθυμῶ, ἄχθομαι, βαρύνομαι.//αντώνυμα: ἀγάλλομαι, εὐφραίνομαι, ἣδομαι, τέρπομαι, χαίρω, γέγηθα.
5.      πράττομεν:ομόρριζα: (α.ε.) πρᾶξις, πρᾶγμα, ἀπράγμων, πράκτωρ, ἄπρακτος, εὒπρακτος, πρα­κτικός, Πραξιτέλης, ἀπραξία, εὐπραξία, δυσπραγία, (ν.ε.) εισπράκτορας, άπραγος, πράγμα, πραματευτής, πραμάτεια, μεταπράτης.
6.      ἀπεχόμεθα:.ομόρριζα: (α.ε.) ἓξις, μέθεξις, εὐεξία - καχεξία, ἑξῆς, σχολεῖον, σχεδόν - σχέδιον, σχέσις - κατάσχεσις, σχῆμα, ἐκεχειρία, ἔνοχος, ἡνίοχος κ.ά., (ν.ε.) συνεκτικό ς, ανεκτικός, αντοχή, μετοχή, ανοχή, εξοχή, εχέμυθος, εκτός, ακάθεκτος, άσχετος, νουνεχή ς, πολιούχος Κ.ά.
7.      ἦχθαι: απαρ. παρακειμένου του ρ. ἂγομαι.//ομόρριζα:ἀγωγή, ἀγωγός, ἀγώγιμος, ἂγημα, στρατηγός, λοχαγός, χορηγός, ξεναγός, ἂξων, ἀ­γέλη, ἃμαξα, ἀκτίς.
8.      φησὶν: ομόρριζα: φάσις, κατάφασις, φήμη, προφήτης, φωνή, φάτις, φατός, ἂφατος.
9.      δεῖ: οριστική ενεστώτα του απρόσωπου ρ. δεῖ. Το ρ. δέω, όπως και τα ρ. πλέω, νέω, θέωέχουν μονοσύλλαβο θέμα και στον ενεστώτα και παρατατικό συναιρούν μόνον τα ε + ε και ε + ει (βλ. Γ.Α.Ε., § 327).//αρχικοί χρόνοι: δεῖ, ἔδει, δεήσει, ἐδέησε, δεδέηκε, ἐδεδεήκει.//ομόρριζα: δέησις, ἔνδεια, ἐνδεής, τὸ δέον.//συνώνυμα: πρέπει, προσήκει, χρή, χρεών ἐστι, δέον ἐστί.
Ερμηνευτικά

1.Μεταξύ 4ης και 5ης ενότητας:
Οι αρετές είναι έτσι κατασκευασμένες ώστε να καταστρέφονται από την έλλειψη και την υπερβολή, όπως συμβαίνει με τη σωματική δύναμη και υγεία. Η υπερβολή και η έλλειψη καταστρέφουν τη σωφροσύνη και την ανδρεία, ενώ η μεσότητα τις διασώζει.(Δεν εννοείται για παράδειγμα πλήρης αποχή από τις σωματικές ηδονές, διότι τότε θα επρόκειτο για έλλειψη. Άρα πρέπει να αποφεύγονται οι υπερβολές και να διατηρείται το μέτρο).

2.Ό,τι συμβαίνει με τη σωματική δύναμη συμβαίνει και με τις ηθικές αρετές:επειδή απέχουμε από τις σωματικές ηδονές, γινόμαστε σώφρονες. Επειδή δείχνουμε περιφρόνηση στις επικίνδυνες καταστάσεις, γινόμαστε ανδρείοι και γινόμενοι τέτοιοι ευκολότατα θα μπορούμε να αντιμετωπίζουμε τους κινδύνους που φόβο προκαλούν.

3.&1-5:Συλλογιστική πορεία:
-Η αρετή είναι έξις, δημιουργείται με επανάληψη μιας πράξης(1-2)
-Η ποιότητα της πράξης καθορίζει και την ποιότητα της έξης(3-4)
-την πράξη ακολουθεί πάντα ένα συναίσθημα ευχάριστο ή δυσάρεστο, ανάλογα με την ποιότητά της. Αυτό είναι το κριτήριο διαμόρφωσης έξης αντίστοιχης με την ποιότητα της πράξης.

4.Για τον Αριστοτέλη(ΠερίΨυχής)η Ηδονή αποτελεί αγαθό από τη στιγμή που κατά γενική ομολογία η λύπη είναι κακό. Άρα και στο θέμα των ηθικών έξεων φυσικό κριτήριο είναι η ηδονή ή λύπη που οι πράξεις μας επιφέρουν. Το θέμα της ηδονής είχε ιδιαίτερα απασχολήσει τους αρχαίους φιλοσόφους. Έτσι, ο Δημόκριτος και ο Επίκουρος συνιστούσαν μετρημένη απόλαυση της ηδονής, αποφυγή ηδονοθηρικού βίου. Ο Αρίστιππος ο Κυρηναίος δεν έβαζε όρια στην απόλαυση της ηδονής. Ο Πλάτων, επηρεασμένος στην αρχή από την ιδέα του μέτρου στην απόλαυση της ηδονής, σύμφωνα με τις ασκητικές θεωρίες των Πυθαγορείων, θεώρησε ότι η ηδονή μολύνει την ψυχή.

5.Η έννοια των έξεων:Πρόκειται για τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας. Προέρχεται ως λέξη από το έχω:ἔχ-σις. Η κατάληξη μάλιστα –σις δηλώνει ενέργεια του υποκειμένου κι έτσι η λέξη ἓξις δηλώνει κατοχή, απόκτηση και την προσπάθεια για απόκτηση και κατοχή. Αργότερα χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει και την ιδιότητα που απέκτησε και έχει πλέον κάποιος αφού επανέλαβε πολλές φορές κάτι, ώστε να του γίνει συνήθεια. Έτσι χρησιμοποιείται η λέξη από τον Αριστοτέλη, για να δηλώσει τη μόνιμη μορφή του χαρακτήρα ενός ατόμου, τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα του, που αποκτιούνται με την επίμονη άσκηση, την επίμονη επανάληψη κάποιων ενεργειών.

6.Οι έννοιες:
  • Ηδονή= είναι η χαρά, η ευχαρίστηση, το ευχάριστο συναίσθημα που δε δημιουργείται όμως από σωματικό ερέθισμα(πρόκειται τότε για σωματική ηδονή),αλλά προκαλείται από πράξεις της αρετής. Το αντίστοιχο ρήμα είναι το «χαίρω»,που σημαίνει νιώθω ευχάριστα, δοκιμάζω ευχάριστο συναίσθημα. Προσοχή: υπάρχει και η ηδονή που συνοδεύει τις ευτελείς μας πράξεις
  • Λύπη= το αντίθετο της ηδονής δυσάρεστο γενικά συναίσθημα. Είναι η στενοχώρια, η δυσαρέσκεια που συνοδεύει τις ευτελείς μας πράξεις οι οποίες αντίκεινται στην αρετή. Προσοχή: Νιώθουμε λύπη και για όμορφες πράξεις και ενέργειές μας, οπότε μας κάνει να τις αποφεύγουμε.
  • Σώφρων= είναι αυτός που μένει μακριά από τις σωματικές ηδονές και αυτό του προκαλεί ευχαρίστηση. Είναι ο εγκρατής άνθρωπος που μπορεί να επιβληθεί στον πειρασμό των σωματικών του ηδονών. Σήμερα η συνώνυμη λέξη είναι συνετός, μυαλωμένος
  • Ακόλαστος= είναι εκείνος που νιώθει ευχαρίστηση απολαμβάνοντας τις σωματικές ηδονές αλλά και εκείνος που μένει μακριά από αυτές, αλλά αυτό του προκαλεί λύπη και στενοχώρια. Ακόλαστος είναι ο ακρατής αλλά και ο εγκρατής που όμως νιώθει λύπη και δυσαρέσκεια από την εγκράτειά του.
  • Ανδρείος= είναι αυτός που στέκεται να αντιμετωπίσει όλα τα επικίνδυνα πράγματα και αυτό του προκαλεί ευχαρίστηση ή τουλάχιστον δεν του προκαλεί λύπη.
  • Δειλός= Είναι αυτός που όχι μόνο φυγομαχεί μπροστά στον κίνδυνο ,αλλά και αυτός που ακόμη κι αν τα υπομένει, νιώθει λύπη και δυσαρέσκεια που το κάνει.
Όταν ο Αριστοτέλης κάνει λόγο για αποχή από τις σωματικές ηδονές δεν εννοεί πλήρη αποχή. Σε διαφορετική περίπτωση θα επρόκειτο για έλλειψη, άρα κακία. Σώφρων επομένως είναι αυτός που απέχει από τις υπερβολικές σωματικές ηδονές και τηρεί το μέτρο. Πρόκειται για ιδέα που πρωτοεμφανίζεται στην αρχαία ελληνική ιατρική. Στο «Περί Επιδημιών», ΣΤ, ο Ιπποκράτης συμβουλεύει το μέτρο στα πάντα, ώστε να διατηρηθεί η σωματική υγεία. Έτσι, τα δεινά που ο ανδρείος υπομένει είναι οι κίνδυνοι της μάχης ή οι δυσκολίες της ζωής. Νιώθει ηδονή όταν δείχνει γενναιότητα ή τουλάχιστον δεν λυπάται. Ο δειλός όχι μόνο στενοχωριέται όταν συναντά δυσκολίες, αλλά νιώθει υπερβολικό φόβο. Και ο ανδρείος βέβαια μπορεί να νιώθει φόβο στη μάχη, τον ξεπερνά όμως και προχωρά.

7.Οι ηδονές και οι λύπες διακρίνονται σε καλές και κακές:οι πρώτες τείνουν στη διατήρηση της μεσότητας, οι δεύτερες όχι:"διάμὲν γάρ τὴνἡδονήντὰφαῦλαπράττομεν, διά δὲτὴνλύπηντῶνκαλῶνἀπεχόμεθα". Έτσι σημαντικός είναι ο ρόλος της παιδείας ώστε ο άνθρωπος να διακρίνει τις καλές και κακές ηδονές και να επιλέγει τις πρώτες.

8.Η υπέρμετρη επιδίωξη της ηδονής οδηγεί σε φαύλες πράξεις, η επιθυμία αποφυγής της λύπης μας κρατά μακριά από καλές και ωφέλιμες ενέργειες. Εδώ βρίσκεται ο ρόλος της παιδείας. Αυτή μπορεί να διδάξει τους νέους με ποια πράγματα πρέπει να ευχαριστιούνται και με ποια και ως ποιο βαθμό να λυπούνται.

9.Το κριτήριο των έξεων
Όταν ο άνθρωπος έχει διαμορφώσει τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα του, δοκιμάζει κατά την εκτέλεση της πράξης ένα ευχάριστο ή δυσάρεστο συναίσθημα. Εδώ βρίσκεται το κριτήριο που δείχνει τη διαμόρφωση αυτών. Δυο παραδείγματα αναφέρει ο Αριστοτέλης για να γίνει σαφής:το πρώτο με βάση τα συναισθήματα κάποιου που απέχει από ευτελείς πράξεις και το δεύτερο με βάση τα συναισθήματα κάποιου που ενεργεί σύμφωνα με την αρετή. Έτσι εκείνος που μένει μακριά από τις σωματικές ηδονές και αυτό τον ευχαριστεί είναι σώφρων άνθρωπος. Όποιος δυσαρεστείται με την αποχή από τις σωματικές ηδονές είναι ακόλαστος. Όποιος αντιμετωπίζει τα επικίνδυνα πράγματα και ευχαριστιέται ή έστω δε δυσαρεστείται αυτός είναι ανδρείος. Αν δυσαρεστείται είναι δειλός.
ΑΡΑ:το κριτήριο είναι η ευχαρίστηση ή δυσαρέσκεια. Δεν αρκεί κάποιος να κρατά μια ηθική στάση. Δεν αρκεί να απέχει από τις σωματικές ηδονές, αλλά και να το ευχαριστιέται. Έτσι οι ηθικές αρετές αποτελούν πηγή ευχαρίστησης για τον άνθρωπο.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι και στον Πλάτωνα συναντάμε την ίδια ιδέα ως προς τη σχέση ηθικής αρετής και συναισθημάτων,ότι δηλαδή οι ηδονές και οι λύπες επηρεάζουν αποφασιστικά τη ζωή των ατόμων και των κοινωνιών: «όταν οι άνθρωποι συζητούν για νόμους, όλη τους σχεδόν η συζήτηση είναι για το τι είναι <ἡδύ>και τι είναι <λυπηρόν>και στη ζωή της πόλης και στην προσωπική ζωή των ανθρώπων(Νόμοι, 636d5).

10.Ηδονή-Λύπη:σύγκριση αναφοράς στην αρχή και το τέλος του κειμένου:
Στην αρχή του κειμένου ο Αριστοτέλης συσχετίζει την ηδονή και λύπη με τους σταθερούς τρόπους συμπεριφοράς, με τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα, θετικά ή αρνητικά. Στη συνέχεια επικεντρώνεται σε όσα από αυτά τα στοιχεία αποτελούν αρετές και διατυπώνει το συμπέρασμα ότι «περί ἡδονάςκαὶλύπαςἐστίν ἡ ἡθικήἀρετή».Όμως με την ηδονή οι άνθρωποι οδηγούνται σε φαύλες πράξεις, ενώ με τη λύπη απέχουν από τις καλές, ώστε να μη νιώσουν δυσάρεστα συναισθήματα από την πραγμάτωσή τους. Έτσι:
-Αρχικά:
  • η ηδονή συνοδεύει την πραγμάτωση της ηθικής αρετής
  • η λύπη συνοδεύει τις μη ηθικές ενέργειες
-στη συνέχεια εξέταση της ηδονής-λύπης σε σχέση με ανθρώπους που δε διαμόρφωσαν "ἓξεις":
  • για να νιώσουμε ηδονή φαύλα πράττουμε
  • για να αποφύγουμε τη λύπη, απέχουμε από τις ηθικές πράξεις
-Σύγκριση:πρέπει πλέον να κάνουμε λόγο για "καλές"και "κακές"ηδονές:οι πρώτες συντείνουν στη διατήρηση της μεσότητας και του ορθού λόγου, ενώ οι δεύτερες πράττουν το αντίθετο.
-Άρα:η Παιδεία είναι αυτή που θα καταστήσει τον άνθρωπο ικανό να διακρίνει μεταξύ "καλών" και "κακών" ηδονών και να επιλέξει τις πρώτες.
11.Το ερώτημα είναι πώς ο άνθρωπος θα μπορούσε να ξεχωρίζει ποιες πράξειςπρέπει να συνοδεύονται από ευχάριστα και ποιες από δυσάρεστα συναισθήματα= χαίρεινκαὶλυπεῖσθαιοἷςδεῖ».Ποιος μάλιστα έχει την ευθύνη να καθορίσει αυτές τις πράξεις και να συνηθίσει τους ανθρώπους να κάνουν "ἅ δεῖ" και να νιώθουν "ηδονή" γι αυτό; Προφανώς η ηθική αρετή σχετίζεται με την οργανωμένη πολιτική-κοινωνική ζωή, την πόλη και αυτή είναι που έχει την ευθύνη. Εδώ επικαλείται ο Αριστοτέλης τον Πλάτωνα και αποδέχεται την άποψή του-θέση του για το ρόλο της Αγωγής. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα(Νόμοι ΙΙ,653ac)για τη διαμόρφωση των μόνιμων στοιχείων του χαρακτήρα του ανθρώπου σημαντικός είναι ο ρόλος της αγωγής, γεγονός στο οποίο και ο Αριστοτέλης συναινεί. Ο Πλάτων πιστεύει ότι από μικρή ηλικία πρέπει ο άνθρωπος να διαπαιδαγωγείται κατάλληλα, ώστε γρήγορα να φτάσει στο σημείο να δοκιμάζει ευχάριστα συναισθήματα με ηθικές πράξεις. Καθοριστικός είναι, επομένως, ο ρόλος του ανθρώπινου περιβάλλοντος του παιδιού, κυρίως των γονέων και δασκάλων, οι οποίοι από νωρίς πρέπει να επεμβαίνουν και να καθοδηγούν το παιδί, να κάνουν υποδείξεις και να δίνουν τις σχετικές κατευθύνσεις. Θα συνηθίσει έτσι στις ηθικές πράξεις και θα φτάσει στο σημείο μόνο αυτές να επιδιώκει, καθώς θα συνοδεύεται από ευχάριστα συναισθήματα επιβράβευσης, και να αποφεύγει τις ανήθικες, για να μη δοκιμάζει το δυσάρεστο συναίσθημα της απόρριψης. Καθώς αυτός ο εθισμός θα συνεχιστεί και σε μεγάλη ηλικία, θα διαμορφωθούν οι έξεις, τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα, στραμμένες στις ηθικές πράξεις.
Οι Επιφυλάξεις
Ο πλατωνικός ορισμός είναι αποδεκτός και για τη σύγχρονη παιδα­γωγική ως προς το πρώτο σκέλος, δηλαδή ως προς το ότι πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα για τη διαπαιδαγώγηση του ανθρώπου από την πολύ μικρή του ηλικία. Όμως επισημαίνουμε επιφυλάξεις σε συσχετισμό με τη σύγχρονηπαιδαγωγική:

α. Η πλατωνική αγωγή εμπεριέχει το στοιχείο του αυταρχισμού, αφού αυτοί που ασκούν το έργο της επιβάλλουν τις δικές τους επιλογές στο παιδί, το οποίο ποδηγετείται και είναι παθητικός δέκτης του περιεχομένου της αγωγής. Αυτά αντιβαίνουν στη σύγχρoνη παιδαγωγική, η οποία θέλει την ελεύθερη και ενεργητική συμμετοχή του παιδιού στη διαδικασία της αγωγής.
β. Ο χαρακτήρας της πλατωνικής αγωγής είναι φρονηματιστικός, αφού αυτή έχει στόχο να εμφυσήσει και να επιβάλει την ηθική αρετή και να διαπλάσει ηθικούς χαρακτήρες (πάντα στο πλαίσιο του πολιτικού βί­ου). Όμως η σημερινή αγωγή θέτει ως στόχο την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας αφήνοντας στο ίδιο το παιδί τις προσωπικές επι­λογές, με την παράλληλη καλλιέργεια της ευθύνης γι' αυτές δέχεται μάλιστα ότι το παιδί πρέπει να μάθει ακόμα και από τα λάθη του, φτάνει βέβαια να προστατευτεί από τραγικές παρεκκλίσεις.

12.Ηθική και ψυχολογία
Ο Αριστοτέλης συνδέει στενά την ηθική με την ψυχολογία προβάλλοντας την άποψη ότι κάθε πράξη τη συνοδεύει ένα ευχάριστο ή ένα δυσάρεστο συναίσθημα. Έτσι, κοντά στους όρους της ηθικής ( ἓξεις, σώφρων, ἀ­κόλαστος, ἠθικὴἀρετὴκ.ά.) χρησιμοποιεί και όρους της ψυχολογί­ας (ήδονή, λύπη, ἀχθόμενος, χαίρων κλπ.).Η σύνδεση αυτή δεν εί­ναι τυχαία, αφού ο Αριστοτέλης είναι ο πρώτος που ασχολήθηκε συστηματικά με την έρευνα ψυχολογικών θεμάτων και από πολλούς θεωρείται πατέρας της ψυχολογίας. Έχει γράψει μάλιστα και πολλά σχετικά συγγράμματα με οξύτατες παρατηρήσεις. Ο αριστο­τελικός συσχετισμός της αρετής με τα συναισθήματα είναι αντίθε­τος με τη νοησιαρχική αντίληψη του Σωκράτη για την αρετή (η α­ρετή είναι γνώση), ενώ την άποψη ότι τα συναισθήματα επηρεά­ζουν τη ζωή των ανθρώπων την είχε διατυπώσει και ο Πλάτωνας.

13. Αναφέρθηκε στην αρχή αυτής της ενότητας ότι η ηθική του Αριστοτέλη δεν έχει ασκητικό χαρακτήρα. Πραγματικά, η ηθική αδιαλλαξία, που θεω­ρεί τον ενάρετο ευδαίμονα ακόμη και στην περίπτωση που αυτός περιπί­πτει σε μεγάλες δυστυχίες ή υποβάλλεται σε σωματικά βασανιστήρια, είναι ξένη στον Αριστοτέλη.1 Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, όπως προανα­φέραμε, αναγνωρίζει τη σημασία των υλικών αγαθών για την επίτευξη της ευδαιμονίας. Έτσι, παρά τη σαφή θέση του απέναντί τους, ο φιλόσοφος δε φτάνει στο άλλο άκρο, ώστε να εξοβελίσει την ηδονή από την ηθική του. Είναι αρκετά «προσγειωμένος» και ανθρώ­πινος, ώστε να αναγνωρίσει τη σημασία της ως παράγοντα, που με ορι­σμένες προϋποθέσεις ανακουφίζει την ψυχή και γλυκαίνει τον αγώνα της ζωής. Όπως αυτός που απολαμβάνει όλες τις ηδονές και δεν απέχει από καμία είναι ακόλαστος, έτσι και αυτός που αποφεύγει όλες τις ηδονές εί­ναι άξεστος και αναίσθητος. Η σωφροσύνη, όπως και η αν­δρεία, χάνεται εξαιτίας της υπερβολής και της έλλειψης και σώζεται χάρη στο ορθό μέτρο - τη μεσότητα.2 Το θέμα της αρετής-μεσότητας αποτελεί την κορύφωση της αριστοτελικής ηθικής.
Α) «Σημεῖονδὲδεῖποιεῖσθαι… λυπούμενος δειλός.» Η ΗΔΟΝΗ Ή Η ΛΥΠΗ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΩΝ ΕΞΕΩΝ
Σημεῖον:
Ο Αριστοτέλης, αφού έδειξε ότι ο εθισμός οδηγεί στη διαμόρφωση έξεων, δηλαδή στην απόκτηση μόνιμων γνωρισμάτων του χαρακτήρα μας, είναι υποχρεωμένος να δείξει ποιο είναι το αποδεικτικό στοιχείο ότι η έξη διαμορφώθηκε. Έτσι αναφέρεται στο «σημεῖον», δηλαδή στο αποδεικτικό στοιχείο που συνάγεται από το υλικό των αισθήσεων και τη λογική επεξεργασία του. Επειδή, λοιπόν, το «σημεῖον» δεν είναι τυχαία ένδειξη, αλλά επεξεργασμένο λογικά υλικό, αποτελεί ασφαλές μέσο για να στηρίξει κανείς την αλήθεια των λεγομένων του.
Σημεῖονδὲδεῖποιεῖσθαιτῶνἕξεωντὴνἐπιγινομένηνἡδονὴν ἢ λύπηντοῖςἔργοις·Το ευχάριστο ή δυσάρεστο συναίσθημα από τις πράξεις μας απόδειξη διαμόρφωσης των «ἕξεων»
Η «ἕξις» είναι το τέλος μιας πορείας εθισμού και σημαίνει ότι ο άνθρωπος έχει αποκτήσει με τον εθισμό μόνιμα γνωρίσματα. Κριτήριο ότι συντελέστηκε η πορεία εθισμού και κρυσταλλώθηκε σε έξη είναι τα ευχάριστα ή δυσάρεστα συναισθήματα που προκαλεί η επιτέλεση των πράξεων στον άνθρωπο. Ο φιλόσοφος διακρίνει την ηδονή σε «καλή» και «κακή» ή σε ανώτερη και κατώτερη αντίστοιχα. Η «καλή ή ανώτερη ηδονή» συνδέεται με την εγκράτεια και την αποχή του ανθρώπου από την «κακή ή κατώτερη ηδονή». Η λύπη μπορεί να προκύπτει από την αδυναμία ή την απροθυμία του ανθρώπου να αποφύγει την «κακή ή κατώτερη ηδονή» και να υποβάλει τον εαυτό του στη δοκιμασία της εγκράτειας. Στην προσπάθειά του να γίνει κάτοχος της αρετής ο άνθρωπος έχει συνεχώς ανάγκη από επιβεβαιώσεις για την ορθότητα των ενεργειών του, για την ορθότητα γενικά της πορείας του. Ποιος ή τι θα τον βεβαιώσει ότι πορεύεται στον δρόμο που θα τον οδηγήσει στην αρετή και όχι ενδεχομένως στον δρόμο που θα τον οδηγήσει στο αντίθετό της, στην κακία; Η απάντηση του Αριστοτέλη είναι ότι υπάρχει στην πραγματικότητα ένα αλάνθαστο αποδεικτικό στοιχείο: η ευχαρίστηση ή η δυσαρέσκεια που συνοδεύει τις πράξεις μας. Αν το άτομο ενεργεί όπως ενεργεί και αυτό του προκαλεί ευχαρίστηση, θα πει πως οι ενέργειές του είναι σωστές. Αν, αντίθετα του προκαλούν δυσαρέσκεια και λύπη οι ενέργειές του, θα πει πως έχει πολύ δρόμο ακόμα μπροστά του ως την κατάκτηση της αρετής. Όταν, λοιπόν, κάνουμε ενάρετες πράξεις και χάρη σε αυτές αισθανόμαστε ευχαρίστηση, αυτό σημαίνει ότι η αρετή αποτελεί μόνιμο χαρακτηριστικό μας. Από την άλλη, η λύπη που αισθανόμαστε, όταν πράττουμε ενάρετα, αποδεικνύει ότι δεν έχουμε κάνει κτήμα μας την αρετή, δεν είμαστε ακόμη ενάρετοι, αλλά ακόλαστοι.
«ὁ μὲνγὰρἀπεχόμενοςτῶνσωματικῶνἡδονῶνκαὶαὐτῷτούτῳ χαίρων σώφρων, ὁ δ’ ἀχθόμενοςἀκόλαστος, καὶ ὁ μὲνὑπομένωντὰδεινὰκαὶ χαίρων ἢ μὴλυπούμενόςγεἀνδρεῖος, ὁ δὲλυπούμενος δειλός.»
Παραδείγματα


Για να στηρίξει λογικά ο φιλόσοφος τη θέση ότι τα ευχάριστα ή δυσάρεστα συναισθήματα αποδεικνύουν τη διαμόρφωση έξης, χρησιμοποιεί παραδείγματα με τα οποία φτάνει στο σημείο να υποστηρίξει ότι δεν είναι αρκετό να απέχει κανείς από τις σωματικές ηδονές για να δικαιούται τον χαρακτηρισμό του σώφρονα ανθρώπου. Τον χαρακτηρισμό αυτό θα τον δικαιούται, μόνο αν η αποχή από τις σωματικές ηδονές γίνεται για αυτόν πηγή ευχαρίστησης και χαράς. Κάτι παραπάνω: αν η αποχή από τις σωματικές ηδονές του προκαλεί λύπη και στενοχώρια, τότε –και παρά την αποχή του!- θα εξακολουθήσει να λέγεται, να είναι ακόλαστος. Το ίδιο στην περίπτωση της ανδρείας: ανδρείος είναι αυτός που υπομένει τα δεινά κι αυτό του προκαλεί χαρά ή, έστω, δεν του προκαλεί λύπη. Γιατί, αν του προκαλεί λύπη, τότε δεν είναι ανδρείος, αλλά δειλός –και ας υπομένει τα δεινά! Ότι αυτό ήταν μια βαθιά πίστη του Αριστοτέλη το διαπιστώνουμε και από τη συχνότητα με την οποία την πρόβαλλε (αἱ κατ’ ἀρετὴν πράξεις εἰσὶνἡδεῖαι). Έτσι:
1ο παράδειγμα («ὁ μὲνγὰρἀπεχόμενος … ἀκόλαστος»): αν κανείς κρατιέται μακριά από τις σωματικές ηδονές και αυτό του προκαλεί ευχάριστα συναισθήματα, τότε η αποχή του αυτή συνιστά μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα του και είναι σώφρων, ενώ αν η αποχή αυτή του προκαλεί δυσάρεστα συναισθήματα, τότε δεν του έχει γίνει μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα του και είναι ακόλαστος. Επομένως, δεν αρκεί να απέχει κανείς από τις σωματικές ηδονές για να χαρακτηρίζεται σώφρων. Τον χαρακτηρισμό αυτό τον δικαιούται, μόνο εάν η αποχή αυτή του προκαλεί ευχάριστα συναισθήματα.
Για να γίνει πιο κατανοητό το παράδειγμα, καλό είναι να διευκρινιστούν τα εξής:
«ἡδονή»: είναι το ευχάριστο συναίσθημα, η ηθική ικανοποίηση, η ανώτερη ηδονή που ολοκληρώνει τον άνθρωπο και δεν προκαλείται από σωματικό ερέθισμα. Για το ευχάριστο συναίσθημα που προκαλείται από σωματικό ερέθισμα, ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τον όρο «σωματικαὶἡδοναί». Όταν ο Αριστοτέλης μιλά για αποχή από τις σωματικές ηδονές («ἀπεχόμενοςτῶνσωματικῶνἡδονῶν»), δεν εννοεί την πλήρη αποχή από αυτές, αλλά την αποχή από τις υπερβολικές σωματικές ηδονές, την έμμετρη απόλαυσή τους. Η πλήρης αποχή είναι, κατά τον φιλόσοφο, κακία και αναίσθητος αυτός που απέχει πλήρως από αυτές.
«λύπη»: είναι το δυσάρεστο συναίσθημα.
«σώφρων»: είναι αυτός που χρησιμοποιεί τη λογική του ώστε να ενεργεί σωστά, ο εγκρατής, αυτός που τηρεί το μέτρο. Η αποχή από τις σωματικές ηδονές τού προκαλεί ευχάριστα συναισθήματα, γιατί μπορεί και επιβάλλεται σ’ αυτές και αποδεικνύει στον εαυτό του την ισχυρή του θέληση.
«ἀκόλαστος»: είναι αρχικά αυτός που δίνεται στις σωματικές ηδονές δίχως μέτρο. Στην ενότητα που εξετάζουμε ακόλαστος είναι αυτός που απέχει από τις σωματικές ηδονές, επιβάλλεται σ’ αυτές, αλλά η αποχή αυτή του προκαλεί δυσάρεστα συναισθήματα. Λυπάται, όταν δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του για απόλαυση των σωματικών ηδονών.
2ο παράδειγμα («καὶ ὁ μὲνὑπομένων … δειλός»): αν κάποιος υπομένει τους κινδύνους της μάχης ή τις αντιξοότητες της ζωής και αυτό του προκαλεί ευχάριστα ή τουλάχιστον όχι δυσάρεστα συναισθήματα, τότε αυτό είναι πια μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα του και είναι ανδρείος. Αν όμως υπομένει τους κινδύνους με δυσαρέσκεια, τότε το να υπομένει τους κινδύνους δεν του έχει γίνει ακόμη μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα του και είναι δειλός. Σε τελική ανάλυση, αν η πράξη ανδρείας μάς ευχαριστεί, αυτό δείχνει ότι μέσα μας έχει σχηματιστεί και σταθεροποιηθεί η ἕξις να πράττουμε ανδρεία. Αντίθετα, αν μας προκαλεί λύπη η πράξη μας, η λύπη αυτή δείχνει ότι η πράξη μας δεν είναι εκδήλωση ἕξεως, αλλά είναι αντίθετη με αυτή και την φθείρει.
Ας διευκρινίσουμε τώρα τους εξής όρους:
«ἀνδρεῖος»: αισθάνεται ικανοποίηση, χαρά, όταν αντιμετωπίζει τα δεινά. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν νιώθει το συναίσθημα του φόβου, αλλά μπορεί και επιβάλλεται σ’ αυτό και το ξεπερνά κι αυτό είναι στοιχείο της αρετής.
«δειλός»: λυπάται, όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με τις δυσκολίες, και νιώθει υπερβολικό φόβο στην αντιμετώπιση των κινδύνων. Ο φόβος του υπερβαίνει τα όρια του μέτρου και δεν μπορεί να τον ξεπεράσει. Αυτό είναι στοιχείο της κακίας.

Β) «Περὶἡδονὰς… τῶνκαλῶνἀπεχόμεθα.» Η ΗΘΙΚΗ ΑΡΕΤΗ ΣΥΝΔΕΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΗΔΟΝΗ ΚΑΙ ΤΗ ΛΥΠΗ. ΟΙ ΣΥΝΗΘΕΙΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ
«Περὶἡδονὰςγὰρκαὶλύπαςἐστὶν ἡ ἠθικὴἀρετή·»
Τα παραδείγματα που αναφέρθηκαν προηγουμένως οδηγούν τον Αριστοτέλη στη διατύπωση του συμπεράσματός του, ότι η ηθική αρετή συνδέεται με τα ευχάριστα και τα δυσάρεστα συναισθήματα. Δεν αρκεί, λοιπόν, να κάνει κάποιος ηθικές πράξεις για να θεωρηθεί ότι έχει κατακτήσει τις ηθικές αρετές, αλλά και να βιώνει ευχάριστα συναισθήματα μέσα από αυτές. Αν οι πράξεις αυτές δεν προκαλούν χαρά, αλλά είναι αποτέλεσμα επιβολής και καταναγκασμού και προκαλούν δυσάρεστα συναισθήματα, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ηθικά ενάρετος αυτός που τις πράττει. Η αρετή δηλαδή ρυθμίζει τα συναισθήματα της ηδονής και της λύπης στην ψυχή του ανθρώπου και θέτει μέτρο σε αυτά και συνεπώς συνδέεται όχι μόνο με το καθαρά λογικό μέρος της ψυχής, αλλά και με το άλογο, το λεγόμενο επιθυμητικό. Σ’ αυτό το σημείο, μάλιστα, με τη σύνδεση ηθικής και συναισθημάτων, διαφαίνονται και στοιχεία ψυχολογίας, της οποίας ο Αριστοτέλης έθεσε τις βάσεις και θεωρείται θεμελιωτής της. Η ηθική συνδέεται στενά με συναισθήματα και επιθυμίες (ενώ κάποιες θεωρίες τη σχετίζουν με το διανοητικό κυρίως μέρος του ανθρώπου). Την ίδια ιδέα, ότι δηλαδή αἱἡδοναὶκαίαἱλῦπαι επηρεάζουν αποφασιστικά τη ζωή των ατόμων και των κοινωνιών, τη συναντούμε και στον Πλάτωνα: «νόμων δὲπέριδιασκοπουμένωνἀνθρώπωνὀλίγουπᾶσάἐστιν ἡ σκέψιςπέρι τε τὰςἡδονὰςκαὶτὰςἐν τε πόλεσινκαὶἐνἰδίοιςἔθεσιν». Ο Αριστοτέλης όμως συστηματοποίησε περισσότερο από τον δάσκαλό του την εξέταση των συναισθημάτων, και είδε τα συναισθήματα με λιγότερη, γενικά, αυστηρότητα από εκείνον.
«διὰμὲνγὰρτὴνἡδονὴντὰφαῦλαπράττομεν, διὰδὲτὴνλύπηντῶνκαλῶνἀπεχόμεθα». Οι συνήθεις ηθικά λανθασμένες επιλογές των ανθρώπων.

Ο Αριστοτέλης αιτιολογεί στο σημείο αυτό το προηγούμενο συμπέρασμα. Αν συγκρίνουμε την αναφορά της ηδονής με εκείνη στην αρχή της ενότητας, γίνεται φανερό ότι πρέπει να διακρίνουμε μεταξύ «καλών» και «κακών» ηδονών: οι πρώτες συντείνουν στη διατήρηση της μεσότητας και του ορθού λόγου, ενώ οι δεύτερες έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Η παιδεία λοιπόν καθιστά τον άνθρωπο ικανό να διακρίνει μεταξύ «καλών» και «κακών» ηδονών και να επιλέγει τις πρώτες. Εκτός λοιπόν από την ηδονή, τη χαρά δηλαδή και την ευχαρίστηση που προκαλούν οι πράξεις της αρετής, υπάρχει και η ηδονή που συνοδεύει συχνά και τις ευτελείς μας πράξεις. Στο συγκεκριμένο εδάφιο χρησιμοποιεί τον όρο «ἡδονὴ» με την αρνητική σημασία της. Σημαίνει, δηλαδή, την άμετρη επιθυμία, τον ακόρεστο πόθο. Όσοι έχουν διαμορφώσει κακές «ἕξεις» και, επομένως, δεν έχουν κατακτήσει τις ηθικές αρετές, πράττουν ευτελείς και ασήμαντες πράξεις, γιατί αυτές τους δημιουργούν ευχάριστα συναισθήματα. Αντίθετα, αποφεύγουν τις ηθικές πράξεις, για να αποφύγουν να βιώσουν δυσάρεστα συναισθήματα.Αυτή η ηδονή είναι μάλιστα και που μας παρασέρνει στο να τις πράττουμε –όπως υπάρχει και η λύπη, η στενοχώρια δηλαδή και η δυσαρέσκεια που συνοδεύει, επίσης συχνά, και τις όμορφες πράξεις και ενέργειές μας, κάτι που μας κάνει τελικά να τις αποφεύγουμε. Γι’ αυτό και όταν κάποια στιγμή ο Αριστοτέλης θα φτάσει να συζητά (Ηθικά Νικομάχεια 1109 α30εξ.) τους πρακτικούς τρόπους με τους οποίους ο καθένας θα πρέπει να βοηθά τον εαυτό του να αποκτήσει την αρετή, δεν θα παραλείψει να τονίσει ότι το κάθε άτομο οφείλει να εξετάζει να δει προς τα πού είναι εὐκατάφορον, ποιες είναι δηλαδή οι φυσικές ροπές του, κάτι που θα το καταλάβει «ἐκτῆςἡδονῆςκαὶ λύπης τῆς γινομένης περὶἡμᾶς», από την ευχαρίστηση δηλαδή και τη δυσαρέσκεια που συνοδεύουν τις πράξεις μας και τις ενέργειές μας. Γι’ αυτό και θα συστήσει στη συνέχεια να είμαστε στο μέγιστο δυνατό βαθμό προσεκτικοί σε ό,τι αφορά «τὸἡδὺκαὶτὴνἡδονήν· οὐγὰρἀδέκαστοικρίνομεν αυτήν».
Γ) «Διὸδεῖἦχθαί… αὕτηἐστίν.» Η ΟΡΘΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΩΣ ΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΛΥΠΗΣ
Ορισμός της παιδείας
Η πλατωνική διδασκαλία εκτίθεται στους Νόμους (653b - c). Δεν δυσκολεύεται καθόλου να πει κανείς πως είναι, ίσως, ο πιο σημαντικός ορισμός της αγωγής –και είναι πολλοί, ως γνωστόν, οι ορισμοί που δοκιμάστηκαν ως σήμερα για την έννοια αυτή: «Η πιο σωστή παιδεία, η πιο σωστή αγωγή είναι αυτή που μας κάνει ικανούς να χαιρόμαστε με ό,τιαξίζει και να λυπούμαστε για ό,τι αξίζει». Ο Αριστοτέλης συμφωνεί με τον Πλάτωνα (στους Νόμους) και διατυπώνει κι ο ίδιος τη θέση ότι στη διαμόρφωση των μόνιμων στοιχείων του χαρακτήρα μας σημαντικό ρόλο παίζει η ορθή αγωγή και ιδιαίτερα από πολύ μικρή ηλικία. Το ανθρώπινο περιβάλλον του παιδιού (γονείς και δάσκαλοι), οφείλει από νωρίς να επεμβαίνει, να καθοδηγεί, να του υποδεικνύει τις πράξεις για τις οποίες πρέπει να νιώθει ευχάριστα συναισθήματα και να το βοηθήσει να ασκηθεί σ’ αυτές. Με την επιβράβευση των ηθικών πράξεων και την αποδοκιμασία των μη ηθικών πράξεων θα το βοηθήσει να επιδιώκει μόνο τις πρώτες, αφού μόνο αυτές θα του προσφέρουν τη χαρά της επιβράβευσης, συναίσθημα που προτιμά να αισθάνεται κάθε άνθρωπος. Ο φιλόσοφος επισημαίνει τον κεφαλαιώδους σημασίας ρόλο που έχει η παιδεία στη διάπλαση του ήθους του ανθρώπου, η οποία πρέπει να παρέχεται από μικρή ηλικία. Προσδιορίζει την έναρξη της παιδευτικής αγωγής στην πολύ μικρή ηλικία «εὐθὺςἐκ νέων», δείχνοντας μάλλον τη μεγάλη σημασία που έχει η επίδραση των φορέων αγωγής στον αδιαμόρφωτο ακόμη άνθρωπο. Έτσι, θα επέλθει ο εθισμός σε ενάρετες - ηθικές πράξεις, ο οποίος θα συνεχιστεί και σε μεγαλύτερες ηλικίες, μέχρι να διαμορφωθούν τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα.
Οι παιδαγωγικές αντιλήψεις του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη και η σύγχρονη παιδαγωγική
Η σύγχρονη παιδαγωγική αποδέχεται την άποψη ότι ο άνθρωπος πρέπει να διαπαιδαγωγείται από πολύ μικρή ηλικία. Επίσης, αναγνωρίζει την αξία και τη συμβολή της ηθικής επιβράβευσης.
Διάσταση απόψεων μπορούμε να παρατηρήσουμε ως προς τον χαρακτήρα της αγωγής: η πλατωνική αγωγή έχει χαρακτήρα περισσότερο αυταρχικό. Οι φορείς αγωγής προσπαθούν να επιβάλουν στο παιδί τις δικές τους επιλογές και δεν το αφήνουν να ενεργήσει ελεύθερα. Αντίθετα, η σύγχρονη παιδαγωγική προωθεί την ελεύθερη και ενεργητική συμμετοχή του παιδιού στη διαδικασία της αγωγής. Αυτό πρέπει να αφήνεται να αναπτύξει ελεύθερα την προσωπικότητά του, να κάνει τις επιλογές του, να αναλαμβάνει την ευθύνη τους και να μαθαίνει μέσα από τα λάθη του. Ο ρόλος των φορέων αγωγής είναι να το καθοδηγήσουν και να το προστατέψουν από σημαντικές παρεκτροπές χωρίς να επιβάλουν συμπεριφορές.
Η κοινωνική διάσταση της αρετής
Η πόλη (μέσω των νομοθετών), αλλά και η οικογένεια και το στενό κοινωνικό περιβάλλον είναι αυτοί που έχουν την ευθύνη για την κατάκτηση της ηθικής αρετής από τους ανθρώπους. Η αρετή, λοιπόν, έχει κοινωνικό χαρακτήρα, επειδή οι πράξεις μας συντελούνται μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον και έχουν αντίκτυπο στον κοινωνικό περίγυρο, ο οποίος προσδιορίζει το πόσο ηθικές είναι οι πράξεις μας και μας αποδίδει ηθικούς χαρακτηρισμούς σύμφωνα με αυτές. Κάθε κοινωνία - πολιτεία αξιολογεί ποιες πράξεις είναι ηθικές και μας υποχρεώνει με την παιδεία και την αγωγή να τις ακολουθήσουμε.

Θυμηθείτε ότι είχαμε παραπέμψει σ’ αυτό το σημείο τη συζήτηση για την εναλλαγή πρώτου και τρίτου πληθυντικού προσώπου που είχαμε προσέξει στη δεύτερη ενότητα. Συζητήστε λοιπόν στην τάξη για το θέμα αυτό.
Παρατηρούμε και σ’ αυτή αλλά και σε άλλες ενότητες ότι, όταν ο Αριστοτέλης αναφέρεται σε ανθρώπους (στους οποίους συμπεριλαμβάνει και τον εαυτό του), χρησιμοποιεί το α’ πληθυντικό πρόσωπο. Συγκεκριμένα, στη 2η ενότητα χρησιμοποιεί οχτώ ρήματα σε αυτό το πρόσωπο: «κομιζόμεθα», «ἀποδίδομεν», «ἐλάβομεν», «ἐχρησάμεθα», «ἔσχομεν», «λαμβάνομεν», «μανθάνομεν», «γινόμεθα». Στην ενότητα, πάλι, που βρισκόμαστε, χρησιμοποιεί σε α’ πληθυντικό πρόσωπο τους τύπους «πράττομεν» και «ἀπεχόμεθα», ενώ και σε πολλά απαρέμφατα το εννοούμενο υποκείμενο είναι στο ίδιο πρόσωπο (πχ. «ἦχθαι», «χαίρειν», «λυπεῖσθαι»). Από την άλλη, όταν αναφέρεται στους οικοδόμους ή τους κιθαριστές, χρησιμοποιεί το γ’ πληθυντικό πρόσωπο (π.χ. 2η ενότητα: «οἷονοἰκοδομοῦντεςοἰκοδόμοιγίνονταικαὶκιθαρίζοντεςκιθαρισταὶ (γίνονται)»). Η αλλαγή αυτή ίσως να οφείλεται στο ότι ο φιλόσοφος δεν είχε προσωπική επαφή με τις τέχνες και τους τεχνίτες. Ωστόσο, μας προβληματίζει ότι στην 4η και 6η ενότητα εναλλάσσει τα πρόσωπα («γινόμεθαοἱμὲν δίκαιοι οἳδὲἄδικοι», «οἳμὲνγὰρ σώφρονες καὶπρᾶοιγίνονται») ή χρησιμοποιεί γ’ πληθυντικό εκεί που θα περιμέναμε α’ πληθυντικό («ἀγαθὸςἄνθρωποςγίνεται», ενώ θα περιμέναμε «ἀγαθοὶἄνθρωποιγινόμεθα»). Από τα παραπάνω, λοιπόν, μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η χρήση γ’ προσώπου δεν αποτελεί συνειδητή επιλογή, αλλά χρησιμοποιείται μάλλον ασυναίσθητα και προσδίδεται μ’ αυτό τον τρόπο ποικιλία στον λόγο. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι τα κείμενα του Αριστοτέλη προέρχονται από προσωπικές του σημειώσεις, που χρησιμοποιούσε στις παραδόσεις των μαθημάτων του. Είναι, λοιπόν, εύλογο σ’ αυτές τις σημειώσεις να έχουν παρεισφρήσει και στοιχεία του προφορικού λόγου.Από την άλλη μπορούμε να υποστηρίξουμε σοβαρά ότι ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί το γ’ πληθυντικό πρόσωπο, όταν πρόκειται για δεξιότητες που αφορούν τον καταμερισμό της εργασίας και συνεπώς οι δεξιότητες αυτές δεν είναι γνώρισμα όλων των ανθρώπων. Αντίθετα, χρησιμοποιεί το α’ πληθυντικό πρόσωπο, όταν αναφέρεται στις ηθικές αρετές και συνεπώς σε γνωρίσματα που αφορούν όλους τους ανθρώπους ανεξαιρέτως.

Δύο φορές πιο πάνω η λέξη ἕξις γράφτηκε μέσα σε εισαγωγικά. Γιατί;
Με τη λέξη «ἕξις» ο Αριστοτέλης δηλώνει τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα, τους σταθερούς τρόπους συμπεριφοράς, που μπορεί να είναι καλοί ή κακοί, αρετές ή κακίες και που γίνονται κτήμα μέσω της επανάληψης κάποιων ενεργειών. Η σημασία της, λοιπόν, ως αριστοτελικού όρου δεν είναι ίδια στην αρχαία και στη νέα ελληνική. Συγκεκριμένα, στην αρχαία ελληνική σήμαινε το να κατέχει κανείς συνέχεια κάτι που έχει αποκτήσει. Στη νέα ελληνική πάλι η λέξη αποκτά ψυχολογικό περιεχόμενο και είναι η συνήθεια ως αποτέλεσμα επανάληψης, μάθησης ή συνεχούς επίδρασης του ίδιου παράγοντα. Κλείνεται, λοιπόν, σε εισαγωγικά, για να δηλωθεί από τους συγγραφείς του σχολικού εγχειριδίου ότι χρησιμοποιείται με την αριστοτελική σημασία.
14.Συνοψίζοντας

Η έρευνα του φιλοσόφoυ δεν επιδιώκει να μάθουμε τι είναι η αρετή αλλά πώς μπορού­με να γίνουμε ενάρετοι. Πρέπει λοιπόν να εξετασθεί η φύση των πράξεων, γιατί αυτή καθορίζει τη φύση των συνηθειών. Και για τον καθορισμό της φύσης των πράξεων κοινή είναι η πεποίθηση, κατά τον Αριστοτέλη, ότι ο ορθός λόγος πρέπει να αποτε­λεί τη βάση κάθε ενέργειας. Σε μια τέτοια έρευνα, επισημαίνει, πρέπει να λαμβάνε­ται υπόψη ότι τα πράγματα που είναι φτιαγμένα από τη φύση καταστρέφoνται από την έλλειψη ή την υπερβολή. Η έλλειψη όμως και η υπερβολή συνδέονται και με την αρετή. Γινόμαστε σώφρονες, επειδή περιορίζουμε τις σωματικές ηδονές και επειδή είμαστε σώφρονες, μπορούμε να θέτουμε όρια σ' αυτές. Η έξη σταθεροποιεί τη συ­μπεριφoρά μας και το κριτήριο ότι έχουν διαμορφωθεί οι έξεις είναι η ηδονή ή η λύπη που προκαλείται από τα έργα μας.
Ο σώφρων χαίρεται, επειδή κυριαρχεί πάνω στις σωματικές ηδονές και λυπάται, όταν κυριαρχείται απ' αυτές. Έτσι η σωφροσύνη ταυτίζεται στον Αριστοτέλη με την εγκράτεια, όπως η ακολασία με την ακρότητα και την ακρασία.
Πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι ο όρος ηδονήέχει μεγάλο εύρος σημασιών. Μπορεί να σημαίνει θετικά «την ευχαρίστηση, τη χαρά, τη χαρούμενη διάθεση» αλλά και αρνητικά «την ορμή, τον πόθο, την άμετρη επιθυμία».
Η ηδονή είναι σ' όλες τις περιπτώσεις παρακολουθητική. Είναι αγαθή, γιατί η λύπη, κατά γενική ομολογία, είναι κακό. Διαφέρουν όμως οι ηδονές, όπως και οι πράξεις, κατά το είδος. Έτσι σαφώς επισημαίνεται ότι η υποδούλωση στις σωματικές ηδονές δεν προσιδιάζει στους σώ­φρονες. Οι ανώτερες ηδονές είναι αυτές που απολαμβάνει ο φρόνιμος άνθρωπoς ή οι ηδονές που ολοκληρώνουν την λειτουργία ή τις λειτουργίες που προσιδιάζουν στον άνθρωπο» (Ι. During).
Μετά το παράδειγμα και της ανδρείας ο Αριστοτέλης καταλήγει στο τελικό του συμπέρασμα ότι «περί ἡδονὰςκαίλύπαςἐστίν ἡ ἡθικήἀρετή». Η αρετή, δηλαδή, είναι συνυφασμένη με την ηδονή και τη λύπη, είναι ρυθμιστική της ηδονής και της λύπης. Παράλληλα θέτει μέτρο στα συναισθήματα αυτά, χωρίς βέβαια να τα κα­ταργεί, αφoύ βρίσκονται μέσα στο άλογο μέρος της ανθρώπινης ψυχής.
Είναι φανερό ότι στην αιτιολόγηση του συμπεράσματος που ακολουθεί, η ήδονήχρησιμοποιείται με την αρνητική της έννοια. Η υπέρμετρη και επίμονη επιδίωξη της ηδονής και η υπερεκτίμησή της μας οδηγεί σε φαύλες πράξεις, ενώ η επιθυμία μας να απαλλαγούμε από συναισθήματα λύπης μας κρατά μακριά από καλές και ωφέ­λιμες ενέργειες. Στο σημείο αυτό ο Αριστοτέλης τονίζει τον ρόλο της παιδείας. Αυτή μπορεί να διδάξει τους νέους με ποια πράγματα πρέπει να ευχαριστιούνται και με ποια και ως ποιο βαθμό χρειάζεται να λυπούνται.
1«Οἱδὲτὸντροχιζόμενονκαὶτὸνδυστυχίαιςμεγάλαις περιπίπτοντα εὐδαίμοναφάσκοντεςεἶναι, ἐάν ᾖ ἀγαθός, ἤ ἑκόντες ἤ ἄκοντεςοὐδὲνλέγουσιν» (Ηθ. Νικομ., 1153 b 19-21). Ο υπαι­νιγμός αναφέρεται πιθανώς στους Κυνικούς, στοιχεία όμως ηθικής αδιαλλαξίας απαντούν και στον Πλάτωνα (πρβλ. Γοργία, 473 c κ.εξ.).
2Ηθ. Νικομ., 1104 a 22-27.





Επισημάνσεις
1.
Η αρετή είναι ευχαρίστηση

Στην προσπάθειά του να γίνει κάτοχος της αρετής ο άνθρωπος έχει συνεχώς ανάγκη από επιβεβαιώσεις για την ορθότητα των ενεργειών του, για την ορθότητα γενικά της πορείας του· ένα λόγο παραπάνω, αφού —όπως είδαμε στην 3η Ενότητα— "ἐκτῶναὐτῶνκαὶδιὰτῶναὐτῶνκαὶ γίνεται πᾶσαἀρετὴκαὶ φθείρεται", όπως ακριβώς στις τέχνες ("ἐκ γὰρτοῦκιθαρίζεινκαὶοἱἀγαθοὶκαὶκακοὶ γίνονται κιθαρισταί"): ποιος ή τι θα βεβαιώσει τον άνθρωπο ότι περπατάει πάνω στο δρόμο που θα τον οδηγήσει στην αρετή και όχι, ενδεχομένως, πάνω στο δρόμο που θα τον οδηγήσει στο αντίθετό της, στην κακία; Η απάντηση του Αριστοτέλη είναι ότι υπάρχει, στην πραγματικότητα, ένα αλάνθαστο αποδεικτικό στοιχείο: η ευχαρίστηση ή η δυσαρέσκεια που συνοδεύει τις πράξεις μας· αν το άτομο ενεργεί όπως ενεργεί και αυτό του προκαλεί ευχαρίστηση, θα πει πως οι ενέργειές του είναι οι σωστές· αν, αντίθετα, οι ενέργειές του τού προκαλούν δυσαρέσκεια και λύπη, θα πει πως έχει πολύ ακόμη δρόμο μπροστά του ως την κατάκτηση της αρετής. Συνεπής μάλιστα προς τον εαυτό του ο Αριστοτέλης φτάνει στο σημείο να υποστηρίξει ότι δεν είναι αρκετό να απέχει κανείς από τις σωματικές ηδονές για να δικαιούται τον χαρακτηρισμό του σώφρονα ανθρώπου· τον χαρακτηρισμό αυτόν θα τον δικαιούται μόνο αν η αποχή από τις σωματικές ηδονές γίνεται γι' αυτόν πηγή ευχαρίστησης και χαράς· κάτι παραπάνω: αν η αποχή από τις σωματικές ηδονές του προκαλεί λύπη και στενοχώρια, τότε -και παρά την αποχή του!- θα εξακολουθήσει να λέγεται = να είναι ακόλαστος· το ίδιο και στην περίπτωση της ανδρείας: ανδρείος είναι αυτός που υπομένει τα δεινά κι αυτό του προκαλεί χαρά ή, έστω, δεν του προκαλεί λύπη· γιατί αν του προκαλεί λύπη, τότε πια δεν είναι ανδρείος, αλλά δειλός — κι ας υπομένει τα δεινά! Ότι αυτό ήταν μια βαθιά πίστη του Αριστοτέλη το διαπιστώνουμε και από τη συχνότητα με την οποία την πρόβαλλε (εδώ ας θυμηθούμε το χωρίο 1099 των "Ηθικών Νικομαχείων", όπου τονίζεται ότι "αἱ κατ' ἀρετὴν πράξεις εἶναιἡδεῖαι").
[πηγή: Φιλοσοφικός Λόγος, Γ Λυκείου Θεωρητικής Κατεύθυνσης. Βιβλίο του καθηγητή, σελ. 144-5].

2. Οι καλές και κακές ηδονές κατά τον Αριστοτέλη

Σκοπός της ηθικής παιδείας είναι ο αγαθός να ευχαριστιέται με τις κατάλληλες ηδονές όταν πρέπει, με αυτούς που πρέπει και με τα μέσα και τον τρόπο που πρέπει (᾿Ηθ. Νικ. Β΄, κεφ. 3). Η ηδονή που συνοδεύει μια πράξη είναι μια ένδειξη ότι η πράξη αυτή εκφράζει την ανάλογη έξη, και ότι η έξη αυτή έχει σταθεροποιηθεί. Π.χ., εάν η ανδρεία πράξη μας ευχαριστεί, αυτό είναι δείγμα ότι έχει σχηματιστεί και σταθεροποιηθεί μέσα μας η έξη να πράττουμε κατά τρόπο ανδρείο. Αντίθετα εάν μια πράξη μάς είναι λυπηρή, η λύπη αυτή είναι ένδειξη ότι η πράξη μας δεν εξωτερικεύει την έξη μας αλλά έρχεται σε αντίθεση με αυτήν και την «φθείρει», παρεμποδίζει δηλαδή την ανάπτυξη και ολοκλήρωσή της στην αρετή. Έργο λοιπόν του πολιτικού και του νομοθέτη είναι να διαμορφώσει τους χαρακτήρες των πολιτών έτσι που να ευχαριστιούνται και να λυπούνται κατά τον τρόπο που να προάγει το «εὖζῆν» του κοινωνικού συνόλου, την κοινωνική αρμονία. Η θεωρία της ηδονής και της λύπης είναι από μια άποψη αντικείμενο της πολιτικής επιστήμης.
[πηγή: Α. Μπαγιόνας, Μαθήματα ηθικής φιλοσοφίας του Αριστοτέλη, Μέρος Α΄, Ιωάννινα, χχ., σελ. 81-82]
3. Πλάτων Νόμοι 643ab
ΑΘΗΝΑΙΟΣ: Λέγω, λοιπόν, και υποστηρίζω ότι όποιος άνθρωπος έχει σκοπό να γίνει ενάρετος σε ό,τι τον ενδιαφέρει, πρέπει να ασχολείται από την πρώτη του παιδική ηλικία αστεία και σοβαρά με τα σχετικά ζητήματα του κλάδου του. Όποιος θέλει, παραδείγματος χάριν, να γίνει καλός γεωργός ή οικοδόμος, ο δεύτερος πρέπει να παίζει χτίζοντας κανένα παιδιάστικο οικοδόμημα, κι ο πρώτος να καλλιεργεί τη γη. Κι όποιος ανατρέφει τον καθένα απ' αυτούς τους δυο, πρέπει να τους φτιάχνει μικρά εργαλεία, απομιμήσεις των αληθινών. Επίσης όσα μαθήματα πρέπει να μάθει, να τα προμελετά. Ο οικοδόμος, λόγου χάριν, να μάθει να χρησιμοποιεί το μέτρο, ή το νήμα της στάθμης και ο πολεμιστής να καβαλλικεύει παίζοντας τα άλογα ή κάμνοντας κάτι παρόμοιο, και να προσπαθεί ο νομοθέτης με τα παιχνίδια να στρέφει τις απολαύσεις και τις επιθυμίες των παιδιών εκεί όπου όταν φτάσουν πρέπει να τελειώσουν. Βασικό, λοιπόν, σκοπό της παιδείας νομίζουμε την σωστή ανατροφή που, με το παιχνίδι, θα οδηγήσει όσο το δυνατό αποτελεσματικότερα την ψυχή του παιδιού ν' αγαπήσει με όλη του την ύπαρξη εκείνο, στο οποίο όταν γίνει άντρας, θα παραστεί ανάγκη να είναι τέλειος. Προσέχτε λοιπόν, όπως σας είπα, αν σας αρέσει αυτό που σας ανέπτυξα μέχρι τώρα


Ερωτήσεις

1.Το ότι ο σώφρων χαίρεται όταν αποφεύγει τις σωματικές ηδονές, ενώ ο ακόλαστος λυπάται, τι αποδεικνύει σχετικά με τη φύση της αρετής-έξης και τη στάση του Αριστοτέλη απέναντι στην ηδονή;
2.Με ποιον τρόπο ο Αριστοτέλης επεξηγεί τη φράση ότι «περί ἡδονάς και λύπαςἐστίν ἡ ἠθικήἀρετή»;
3.Με ποιο κριτήριο μπορεί να αποφανθεί κανείς για την οριστική διαμόρφωση των έξεων;
4.Ποια είναι η σχέση μεταξύ ηθικής αρετής και λύπης ή ηδονής και πώς την εξηγεί ο Αριστοτέλης;
5.Ποια θεωρεί ο Αριστοτέλης ορθή παιδεία; Συμφωνείτε με τα κριτήριά του;
6.Πώς αντιλαμβάνεστε την άποψη ότι η πραγμάτωση της ηθικής αρετής συνεπάγεται ευχαρίστηση για τον άνθρωπο;Μήπως μερικές φορές συμβαίνει το αντίθετο,δηλαδή να μας είναι δυσάρεστο το «ἠθικῶςπράττειν»;Πβ.Αριστοτέλης Η.Ν.,1117b 17-18: «οὐδήἐνἁπάσαιςταῖςἀρεταῖςτὸἡδέωςἐνεργεῖνὑπάρχει,πλήνἐφ’ὃσοντοῦ τέλους ἐφάπτεται»(=δεν είναι λοιπόν δυνατόν να βρει κανείς σε όλες ανεξαιρέτως τις αρετές μια ενέργεια που συνεπάγεται ηδονή, παρά μόνο εφόσον αυτή επιτυγχάνει το σκοπό της).
7.Να εντοπίσετε και να αναλύσετε το σημείο του κειμένου που φαίνεται ότι η ηθική αρετή συνδέεται με την οργανωμένη πολιτική-κοινωνική ζωή.
8.Ποιά είναι η αξία του συναισθήματος που συνοδεύει την ηθική πράξη με βάση το κείμενο;






Λεξιλογικές

1.ἦχθαι: Γράψτε πέντε παράγωγα της λέξης.
2.Να εντοπίσετε στο κείμενο λέξεις που έχουν ετυμολογική συγγένεια με τις εξής: ασήμαντος, αναμονή, επιδείνωση ,καχεξία, ανεύθυνος, δέος, δεοντολογία, επίγονος,αναμονή
3.Να γράψετε τις αντίθετες λέξεις:ἡδονή, χαίρων, σώφρων, ἀνδρεῖος, φαῦλα, χαίρω
4.Από τις λέξεις που σας δίνονται να γράψετε ομόρριζες λέξεις με τη σημασία που αναφέρεται:
του ποιοῦμαι:
-ξεπούλημα,σφετερισμός,υποκριτικός,
του χαίρω
-αστειεύομαι,κομψά,ταλέντο,ευνοϊκός



Επισημάνσεις στην εν. 5

1.      Κάτοχος της σωφροσύνης γίνεσαι, όταν αισθάνεσαι ικανοποίηση που τιθασεύεις τα πάθη και τις επιθυμίες σου και αισθάνεσαι χαρά από εκείνη τη στάση της ζωής που αποφεύγει πράξεις ακολασίας. Από αυτό προκύπτει το συμπέρασμα ότι η σωφροσύνη δεν πρέπει να απαιτεί συνεχώς εσωτερικό αγώνα. Στον πραγματικά σώφρονα άνθρωπο η αρετή γίνεται πηγή ευχαρίστησης και χαράς. Αλλού τονίζει ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχεια ότι « αἱ κατ’ ἀρετὴν πράξεις εἰσὶνἡδεῖαι», ότι δηλαδή οι πράξεις που είναι σύμφωνες με την αρετή είναι ευχάριστες και όχι αποτέλεσμα καταπίεσης. Και ο Περικλής στον Επιτάφιό του αναφέρει ότι οι Αθηναίοι τηρούν τους νόμους, όχι εξαιτίας κάποιου φόβου και με αισθήματα καταπίεσης και δυσφορίας, αλλά ως αποτέλεσμα εσωτερικής τους ανάγκης και ως πράξη που τους προξενεί ευχαρίστηση.
2.      «διὰμὲνγὰρτὴνἡδονἡντὰφαῦλαπράττομεν, διὰδὲτὴνλύπηντῶνκαλῶνἀπεχόμεθα»: Όταν κάνουμε την κακή πράξη, επειδή αυτό μας χαροποιεί, είμαστε ακόλαστοι. Όταν κάνουμε την καλή πράξη, αλλά αυτό μας στενοχωρεί, πάλι είμαστε ακόλαστοι, αφού η καλή πράξη δε συνοδεύεται από ηδονή, δηλαδή χαρά και ευτυχία. Όταν κάνουμε την καλή πράξη και απέχουμε από το κακό και αυτό μας προξενεί χαρά, τότε είμαστε ηθικοί και σώφρονες. Κάτοχος πραγματικός της ηθικής είναι αυτός που αισθάνεται θετικά συναισθήματα για τις ηθικές πράξεις και αρνητικά για τις ανήθικες.
3.      Η ηδονή για την οποία κάνει λόγο στην αρχή του κειμένου αναφέρεται σε κάτι διαφορετικό από τις ηδονές που κάνει λόγο στη συνέχεια. Υπάρχουν οι καλές και οι κακές ηδονές. Οι πρώτες, η ευχαρίστηση η ικανοποίηση, η ευτυχία, συντείνουν στη διατήρηση της μεσότητας και του ορθού λόγου, πρόκειται για την ευχαρίστηση δηλαδή που νιώθει ο άνθρωπος, όταν ενεργεί σύμφωνα με το μέτρο, αποφεύγοντας τις ακρότητες και σύμφωνα με τις επιταγές της λογικής, ενώ οι δεύτερες έχουν αντίθετο αποτέλεσμα. Οδηγούν τον άνθρωπο σε ακραίες συμπεριφορές, σε παράδοση σε πάθη και επιθυμίες που δεν υπακούουν στη φωνή της λογικής και της σύνεσης.
4.      Κριτήριο των έξεων για τον Αριστοτέλη είναι όχι αν κάνει καλές ή κακές πράξεις κάποιος, αλλά τι συναισθήματα νιώθει, όταν τις πράττει. Δεν αρκεί να απέχει κανείς από ανήθικες πράξεις, για να χαρακτηριστεί ηθικός. Θα πρέπει να αισθάνεται και χαρά, όταν απέχει από αυτές και να μην αισθάνεται στενοχώρια, όταν απέχει από τις ανήθικες πράξεις. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες ενστάνσεις. Υπάρχουν περιπτώσεις, όπου κάποιος αισθάνεται άσχημα, όταν ενεργεί σωστά, όταν για παράδειγμα ο γονιός τιμωρεί το παιδί του. Η πράξη του
συμφωνεί με το δίκαιο και πρέπον, δεν τον ευχαριστεί όμως, όταν την κάνει.
5.      Ο ρόλος της παιδείας:
o    Η σωστή παιδεία είναι αυτή που εθίζει τους νέους να χαίρονται με την τέλεση ηθικών πράξεων και να λυπούνται, όταν διαπράττουν ανήθικη πράξη. Ο Αριστοτέλης βλέπει την παιδεία με ανθρωπιστική οπτική, κύριο μέλημά της είναι η ηθική διαπαιδαγώγηση των νέων. Εμείς βέβαια δεν πρέπει να παραβλέπουμε και τον πολυδιάστατο ρόλο της, καθώς είναι αυτή που φροντίζει για τη μετάδοση της γνώσης, την ανάπτυξη της σκέψης και κρίσης.
o    Ο Αριστοτέλης, όπως και ο Πλάτωνας, θεωρεί υποχρεωτικό η εκπαιδευτική αγωγή να ξεκινά από την πολύ νεανική ηλικία, καθώς ο άνθρωπος υιοθετεί σωστούς κανόνες συμπεριφοράς και αρχές, όσο πιο νωρίς μυηθεί σε αυτά.
o    Βλ. σημειώσεις πριν ως προς την ένσταση μιας παιδείας που δεν προάγει την ελεύθερη βούληση, αλλά επιβάλλει αντιλήψεις και πεποιθήσεις, οπότε υπάρχει χειραγώγηση της σκέψης του παιδιού, Αυτή θα πρέπει να αποφεύγεται, ακόμη κι αν θεωρείται δεδομένο ότι τα παιδιά δεν έχουν συνείδηση του καλού και κακού
o    Το ερώτημα, επίσης, είναι ποιος θα διαμορφώσει τους κανόνες λειτουργίας της παιδείας. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη η Πολιτεία είναι αυτή που καθορίζει το πρόγραμμα της εκπαιδευτικής αγωγής, είναι αυτή που αναλαμβάνει το έργο της ηθικής διαπαιδαγώγησης, δίχως να παραγνωρίζεται το έργο της οικογένειας.