Κυριακή 18 Φεβρουαρίου 2018

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΩΝ
Σκεπτικισμός-Αρχαίος και νεότερος
1. α) Τι σηµαίνει ο όρος σκεπτικισµός;
β) Να αναφέρετε τις δύο κύριες µορφές που προσέλαβε ο σκεπτικισµός
στο πλαίσιο της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας.
2. Γιατί ο σκεπτικισµός αµφισβητεί τη δυνατότητα του ανθρώπου να αποκτήσει έγκυρη γνώση;
3. Ποια είναι η βασική διαφορά ανάµεσα στον ακαδηµαϊκό σκεπτικισµό και τον πυρρωνισµό;
4. Τι σηµαίνουν οι όροι «σοσθένεια τν λόγων», «ποχή»;
5. Ο σκεπτικισµός θα µπορούσε να θεωρηθεί ότι ευσταθεί ως φιλοσοφική θεωρία στις µέρες µας;
6. «Ο Αρκεσίλαος δεν έγραψε τίποτε λένε µερικοί, για τον λόγο ότι για όλα τα ζητήµατα κρατούσε την γνώµη του για τον εαυτό του πέχειν»)». Διογένης Λαέρτιος, Βίοι φιλοσόφων, Δ-6.32, Αρκεσίλαος: Ποιες απόψεις των σκεπτικιστών υποδηλώνονται µε αυτή τη στάση του Αρκεσίλαου;
7. Επειδή τότε επιθυµούσα να ασχοληθώ µόνο µε την αναζήτηση της αλήθειας, σκέφτηκα ότι έπρεπε να κάνω εντελώς το αντίθετο και να απορρίψω ως απόλυτα ψευδές καθετί στο οποίο θα µπορούσα να φανταστώ την παραµικρή αµφιβολία, για να δω αν θα έµενε καθόλου ύστερα από αυτά κάτι που να πιστεύω και που να είναι τελείως αδιαµφισβήτητο. Έτσι, επειδή οι αισθήσεις µάς απατούν καµιά φορά, θέλησα να υποθέσω ότι δεν υπήρχε τίποτε που να είναι έτσι όπως µας κάνουν να το φανταζόµαστε· και επειδή υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν λάθη καθώς συλλογίζονται, έστω κι όταν εγγίζουν τα απλούστερα θέµατα της γεωµετρίας, και κάνουν σε αυτά παραλογισµούς, απέρριψα ως ψευδείς όλους τους λόγους που είχα χρησιµοποιήσει προηγουµένως ως αποδείξεις· και τέλος, σκεπτόµενος ότι όλες αυτές οι ίδιες σκέψεις που κάνουµε ξύπνιοι µπορούν να µας έρθουν όταν κοιµόµαστε, χωρίς όµως και να είναι καµιά τους αληθινή, αποφάσισα να υποθέσω ότι δέχοµαι πως όλα τα πράγµατα που είχαν ποτέ µπει στο πνεύµα µου δεν ήταν περισσότερο αληθινά από τις ψευδαισθήσεις των ονείρων µου.Αλλά αµέσως πρόσεξα ότι, την ώρα που ήθελα να σκεφτώ πως όλα είναι ψεύτικα, έπρεπε αναγκαστικά εγώ που το σκεπτόµουν να είµαι κάτι· και παρατηρώντας ότι αυτή η αλήθεια: «σκέπτοµαι άρα υπάρχω» ήταν τόσο στέρεη και τόσο ασφαλής, ώστε όλες οι πιο παράδοξες υποθέσεις των Σκεπτικών δεν µπορούσαν να την κλονίσουν, έκρινα ότι µπορούσα να τη δεχτώ χωρίς δισταγµό ως την πρώτη αρχή της φιλοσοφίας που ζητούσα.
R. Descartes, Λόγος για τη Μέθοδο, Κεφάλαιο ΙV
-Με αφετηρία το παραπάνω κείµενο να εξηγήσετε µέσα από ποια συλλογιστική διαδικασία έφτασε ο Ντεκάρτ στο cogito ergo sum και τι προσπάθησε να αποδείξει µέσα από αυτή την περίφηµη φράση.
8. «Οι εναλλασσόµενες γνώµες και οι πλανερές αισθήσεις είναι κάτι πολύ συχνό και γι. αυτό δεν µπορούµε να τους έχουµε εµπιστοσύνη. Καθώς το ίδιο αντικείµενο µας προκαλεί -ανάλογα µε τις συνθήκες- διαφορετικές κάθε φορά εντυπώσεις, δεν µπορούµε να πούµε µε βεβαιότητα ποια από αυτές είναι η αυθεντική, και γενικά αν κάποια από αυτές περιέχει την αληθινή ουσία του πράγµατος. Επίσης η ενάργεια και η βεβαιότητα µε την οποία ονειρευόµαστε πρέπει να µας γεννά την αµφιβολία ια αµφιβολία που δεν είναι ποτέ δυνατό να εξαφανιστεί εντελώς- µήπως ονειρευόµαστε ακόµη και όταν έχουµε την εντύπωση ότι είµαστε σε εγρήγορση και ότι αντιλαµβανόµαστε µε τις αισθήσεις (.) Καµιά άλλη δραστηριότητά µου, εκτός από τη συνειδησιακή, δεν περ έχει τη βεβαιότητα του είναι. Το ότι λ.χ. περπατώ µπορεί να είναι κάτι που το φαντάζοµαι στο όνειρό µου. το ότι όµως είµαι ένα ον που έχει συνείδηση δεν είναι δυνατό να αποτελεί απλά και µόνο αποκύηµα της φαντασίας µου, γιατί και η φαντασία είναι ένα είδος συνείδησης ...»
Ντεκάρτ, Meditations1
-Με βάση το παραπάνω κείµενο να αναπτύξετε µε δικά σας λόγια τον προβληµατισµό του Ντεκ;aρτ για την ύπαρξη της πραγµατικότητας.
9. Ποιο είναι το οντολογικό επιχείρηµα του  Nτεκάρτ για την ύπαρξη του Θεού;
10. Πώς κρίνετε το επιχείρηµα του Ντεκάρτ για την ύπαρξη του Θεού;
11. Σύµφωνα µε τη διδασκαλία του Ντεκάρτ, επειδή από τη νηπιακή µας ηλικία δεχτήκαµε για τα αισθητά πράγµατα πολλές κρίσεις πριν κάνουµε χρήση του λογικού µας, αποµακρυνόµαστε από τη γνώση της αλήθειας λόγω πολλών προκαταλήψεων. Από αυτές µπορούµε να απελευθερωθούµε, αν µια για πάντα φροντίσουµε να αµφιβάλουµε για όλα αυτά για τα οποία θα είχαµε και την παραµικρή υποψία αβεβαιότητας.
Πώς κρίνετε αυτή την άποψη του Ντεκάρτ;
12. Μπορείτε να συσχετίσετε τη µέθοδο της καθολικής αµφιβολίας, που εισηγήθηκε ο Ντεκάρτ, µε τη µέθοδο της παντελούς άγνοιας, που την προσποιόταν ο Σωκράτης, προκειµένου να εξασφαλ σει την έγκυρη γνώση των πραγµάτων;
13. Ο Ντεκάρτ υποστήριζε ότι η ψυχή διαφέρει εντελώς από το σώµα. Μπορείτε να σκεφτείτε επιχειρήµατα υπέρ ή κατά αυτής της άποψης;
14. Μήπως η ψυχή δεν «υφίσταται» καθόλου, αφού δεν έχει υλική υπό- σταση; Αιτιολογήστε την απάντησή σας.
15. Είναι η ψυχή ενιαία µε το σώµα, ή διαφέρει εντελώς απαυτό;
Ε π ι χ ε ι ρ ή µ α τ α υ π έ ρ τ η ς α ΄ ά π ο ψ η ς :
1. Ψυχή και σώµα αποτελούν ενότητα, διότι και τα δύο πάλλονται (βλ. Ηρακλείτου απόσπασµα, Β51, Diels-Kranz), έστω και αν αυτό γίνεται µε διαφορετικό παλµό: διαφέρουν ως προς την ένταση,αλλά δεν είναι διαφορετικά όντα.
2. Ψυχή και σώµα αποτελούν ενότητα, διότι το σύµπαν είναι µια ζωντανή ενότητα που ζωογονεί ακόµα και τα σώµατα που µας φαίνονται άψυχα: π.χ. τα φυτά µοιάζουν άψυχα, αντλούν από τη γη την ικανότητα να τρέφονται και να γεννούν άλλα φυτά
(Πλωτίνος).
3. Ψυχή και σώµα αποτελούν ενότητα, διότι και τα πιο «άψυχα» σώµατα φθείρονται και έτσι µεταποιούνται σε άλλα σώµατα, άρα έχουν εντός τους µια ψυχική δύναµη που τα ωθεί προς τη φθορά και την αλλαγή· η ίδια η τάση προς τη φθορά είναι ένα είδος ζωής
(F. Ravaisson, 1813-1900).
Ε π ι χ ε ι ρ ή µ α τ α  υ π έ ρ  τ η ς  β ΄ ά π ο ψ η ς :
1. Η ψυχή διαφέρει εντελώς από το σώµα, διότι δεν είναι υλική και δεν εκτείνεται µέσα στο χώρο (René Descartes).
2. H ψυχή διαφέρει εντελώς από το σώµα, διότι θυµάται το παρελθόν της και µπορεί να προβλέπει ή και να προετοιµάζει το µέλλον της· άρα ζει µέσα στον τρισδιάστατο ιστορικό χρόνο, ενώ το υλικό σώµα υπάρχει µόνο στιγµιαία.
3. Το σώµα διαφέρει εντελώς από την ψυχή, διότι τρέφεται µόνο µε υλικά στοιχεία, ενώ η ψυχή ανατρέφεται µε αισθήµατα, µε συναισθήµατα και µε νοήµατα.
Γ. Τζαβάρας, Εγχειρίδιο Φιλοσοφίας, εκδ. Κωστέα-Γείτονα, σσ. 22-23
16. Δυισµός - Φυσικαλισµός.
Δυισµός είναι η άποψη ότι συνιστάµεθα από ένα σώµα συν µία ψυχή και ότι η νοητική µας ζωή συντελείται µέσα στην ψυχή µας. Φυσικαλισµός είναι η άποψη ότι η νοητική µας ζωή έγκειται σε φυσικές λειτουργίες µέσα στον εγκέφαλό µας. Μια άλλη δυνατότητα είναι ότι η νοητική µας ζωή συντελείται µέσα στον εγκέφαλό µας, ωστόσο όµως όλες αυτές οι εµπειρίες, τα αισθήµατα, οι σκέψεις και οι επιθυµίες δεν είναι φυσικές λειτουργίες µέσα στον εγκέφαλό µας. Αυτό θα σήµαινε ότι η γκρίζα µάζα από δισεκατοµµύρια νευρικά κύτταρα µέσα στο κρανίο µας δεν είναι απλώς ένα φυσικό αντικείµενο. Έχει πλήθος φυσικές ιδιότητες - µεγάλα ποσά χηµικής και ηλεκτρικής ενέργειας εκλύονται µέσα σ. αυτή τη µάζα - αλλά έχει επιπλέον και νοητικές λειτουργίες, που συντελούνται µέσα σ. αυτήν. Η άποψη ότι ο εγκέφαλος είναι η έδρα της συνείδησης, αλλά ότι οι συνειδητές καταστάσεις του δεν είναι απλώς φυσικές καταστάσεις, καλείται θεωρία διπλής όψης. Αποκαλείται έτσι, επειδή σηµαίνει πως, όταν δαγκώνουµε ένα κοµµάτι σοκολάτας, αυτό προκαλεί στον εγκέφαλό µας µια κατάσταση ή λειτουργία µε δύο όψεις: µια φυσική όψη που συνεπάγεται ποικίλες χηµικές και ηλεκτρικές µεταβολές και µία νοητική όψη - την εµπειρία του αρώµατος της σοκολάτας. Όταν συντελείται αυτή η λειτουργία, ένας επιστήµονας που θα κοίταζε µέσα στον εγκέφαλό µας, θα ήταν σε θέση να παρατηρήσει τη φυσική όψη, αλλά εµείς θα ήµασταν εκείνοι που θα υφίσταντο, εκ των έσω, τη νοητική όψη: εµείς θα είχαµε την αίσθηση ότι γευόµαστε σοκολάτα. Αν αυτό ήταν αλήθεια, τότε ο ίδιος ο εγκέφαλός µας θα είχε µια εσωτερική όψη, που δε θα µπορούσε να την προσεγγίσει ένας εξωτερικός παρατηρητής ακόµη και µε την ανατοµία. (.) Φαίνεται ότι δύο ειδών πράγµατα, πολύ διαφορετικά, συµβαίνουν στον κόσµο: τα πράγµατα που ανήκουν στη φυσική πραγµατικότητα, τα οποία πολλοί, διαφορετικοί άνθρωποι µπορούν να τα παρατηρήσουν απ. έξω κι εκείνα τα άλλα πράγµατα που ανήκουν στη νοητική πραγµατικότητα και τα οποία καθένας από µας τα βιώνει εσωτερικά, κατά την περίπτωσή του. Αυτό δεν ισχύει µόνο για τους ανθρώπους: τα σκυλιά, οι γάτες, τα άλογα και τα πουλιά φαίνεται πως έχουν συναίσθηση· τα ψάρια, τα µυρµήγκια και τα σκαθάρια είναι πολύ πιθανό να έχουν επίσης. Ποιος ξέρει πού σταµατά αυτό; Δε θα αποκτήσουµε µιαν επαρκή γενική σύλληψη του κόσµου έως ότου εξηγήσουµε πώς, όταν ένας αριθµός φυσικών στοιχείων συναθροισθούν κατά τον σωστό τρόπο, σχηµατίζουν όχι απλώς ένα λειτουργικό βιολογικό οργανισµό, αλλά µια συνειδητή ύπαρξη. Αν η συνείδηση αυτή καθεαυτή µπορούσε να ταυτιστεί µε κάποιου είδους φυσική κατάσταση, θα άνοιγε ο δρόµος για µιαν ενοποιηµένη φυσική θεωρία σχετικά µε το πνεύµα και το σώµα και, ίσως, ακόµη για µιαν ενοποιηµένη θεωρία σχετικά µε το σύµπαν. Αλλά υπάρχουν αρκετά ισχυροί λόγοι εναντίον µιας καθαρά φυσικής θεωρίας για τη συνείδηση, ώστε να φαίνεται πιθανό πως είναι αδύνατη µια φυσική θεωρία για το σύνολο της πραγµατικότητας.
Thomas Nagel, Θεµελιώδη φιλοσοφικά προβλήµατα, ό.π., σσ. 40, 42-46
17. Υπάρχει ή δεν υπάρχει Θεός;
Ε π ι χ ε ι ρ ή µ α τ α υ π έ ρ τ η ς α ΄ ά π ο ψ η ς :
1. Ο Θεός πρέπει να θεωρηθεί υπαρκτός, διότι ένα τέλειο ον, όπως θα πρέπει να είναι ο Θεός, δεν µπορεί να έχει την ατέλεια του να µην υπάρχει.
2. Ο Θεός πρέπει να θεωρηθεί υπαρκτός, διότι ο κόσµος ως χρονικά και χωρικά πεπερασµένος προέκυψε αναγκαστικά από µια απέρα- ντη θεϊκή αιτία, η οποία σαν τέτοια δεν προέκυψε από κάτι πρωτύτερο, αλλά είναι «αιτία του εαυτού της» (λατινικά: causa sui).
3. Ο Θεός πρέπει να θεωρηθεί υπαρκτός, διότι όλες οι ηθικές έννοιες, όπως η υπευθυνότητα, η αρετή, η δικαιοσύνη κ.λπ., δεν µπορούν να στηριχθούν ικανοποιητικά, αν δεν θεµελιωθούν πάνω στην ύπαρξη ενός καλού και δίκαιου Θεού.
Ε π ι χ ε ι ρ ή µ α τ α υ π έ ρ τ η ς β ΄ ά π ο ψ η ς :
1. Ο Θεός πρέπει να θεωρηθεί ανύπαρκτος, διότι ως άνθρωποι µπορούµε να κάνουµε µόνο εικασίες σχετικά µε την ύπαρξή του, που δεν έχουν καµιά ρεαλιστική βάση.
2. Ο Θεός πρέπει να θεωρηθεί ανύπαρκτος, διότι όχι µόνο δεν αποτελεί ικανοποιητική εξήγηση της φύσης ως υπερφυσική της αιτία, αλλά έχουν βρεθεί επαρκείς φυσικοί νόµοι (όπως είναι ο νόµος της εξέλιξης των ειδών, ο νόµος της αφθαρσίας της ύλης κ.λπ.) που εξηγούν κάθε φυσικό φαινόµενο.
3. Ο Θεός πρέπει να θεωρηθεί ανύπαρκτος, διότι η προσφυγή στην ύπαρξή του χαρακτηρίζει ένα ατελές στάδιο του ανθρώπινου πολιτισµού, που χάρη στην πρόοδο των επιστηµών αναδείχθηκε εσφαλ- µένο και ανασχετικό των ανθρώπινων προσπαθειών για ευηµερία και αυθυπαρξία.

Γ. Τζαβάρας, ό.π., σσ. 30-31

Δεν υπάρχουν σχόλια: