Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2014

Πλάτων, Πολιτεία, Ενότητα 13η

Πλάτων, Πολιτεία, Ενότητα 13η
Στόχοι

1.Απορία Γλαύκωνα: θα αδικηθούν οι φιλόσοφοι αν αναγκαστούν να ζουν χειρότερα, ενώ μπορούν να ζουν καλύτερα
=Ο Σωκράτης διευκρινίζει ότι ο νόμος πρέπει να ενδιαφέρεται για την ευημερία «το ευ πράττειν» oλόκληρης της πόλης και όχι μιας μερίδας των πολιτών.
2.Η ευημερία είναι απόρροια της ένωσης όλων των πολιτών που θα επιφέρει ο νόμος με την πειθώ ή και τον εξαναγκασμό(βία).
3.Με την πειθώ και βία(εξαναγκασμό) ο κάθε πολίτης θα προσφέρει στο σύνολο όποια ωφέλεια μπορεί και Δε θα ενεργεί με ασυδοσία.
4.Στόχος του νόμου= η ύπαρξη αρμονίας και ενότητας της πόλης.
5.Συμπέρασμα:Οι φιλόσοφοι δεν αδικούνται που ζουν στην Αθήνα, αλλά είναι και δίκαιο να τους αναγκάζουν να φροντίζουν και να φυλάγουν και τους συμπολίτες τους,που είναι δέσμιοι και ζουν υπό το καθεστώς αγνοίας.

Μετάφραση

   ΄Επειτα,είπε,θα τους αδικήσουμε αυτούς και θα τους κάνουμε να ζουν χειρότερα,αν και είναι δυνατόν σ΄αυτούς να ζουν καλύτερα;
   Λησμόνησες,είπα εγώ,πάλι,φίλε μου,ότι ο νόμος δεν ενδιαφέρεται γι αυτό,με ποιο τρόπο δηλαδή θα ευτυχήσει σε μεγάλο βαθμό μια μόνο κοινωνική ομάδα στην πόλη,αλλά αναζητά τρόπο(ο νόμος) να συμβεί αυτό σε όλη την πόλη,ενώνοντας αρμονικά τους πολίτες με την πειθώ και τη βία,ενεργώντας έτσι ώστε να μοιράζονται μεταξύ τους την ωφέλεια,που ο καθένας είναι ικανός να προσφέρει στο σύνολο και ο ίδιος(ο νόμος)διαμορφώνοντας τέτοιους πολίτες στην πόλη,όχι για να αφήσει να πηγαίνει ο καθένας όπου θέλει,αλλά για να τους χρησιμοποιεί ο ίδιος ως δεσμό που να ενώνει την πόλη διαφυλάσσοντάς την.
   Αληθινά,είπε,είναι αυτά(ή αληθινά λές).Πράγματι,το λησμόνησα.
   Σκέψου,λοιπόν,είπα,Γλαύκων,ότι Δε θα αδικήσουμε αυτούς που γίνονται φιλόσοφοι στην πόλη μας,αλλά δίκαια θα μιλήσουμε προς αυτούς,αν τους αναγκάζουμε να φροντίζουν και να φυλάνε τους άλλους.




Σχόλια

1.      Ο Γλαύκων έχει την επιφύλαξη ότι το πλημμύρισμα της ψυχής των φυλάκων με άφατη ευφροσύνη λόγω της θέασης του αγαθού είναι δικαίωμα του φιλοσόφου, εφόσον επίπονα έφτασε στον κόσμο του φωτός. Άρα, δεν έχουμε το ηθικό δικαίωμα να τον αποσπάσουμε από την μακαριότητά του, για να τον στείλουμε ξανά στα ζοφερά σκοτάδια του σπηλαίου. Η οπτική του Γλαύκωνα είναι ατομοκεντρική, κριτήριό του είναι το ατομικό συμφέρον. Άλλωστε, κατά τον Γλαύκωνα, όπως αναφέρεται και στην εισαγωγή του σχολικού εγχειριδίου, η δικαιοσύνη είναι μια υποκριτική κοινωνική σύμβαση που επιβάλλεται από τους πολλούς για την αυτοπροστασία τους. Επανέρχεται από τον Γλαύκωνα εδώ το ζήτημα που έχει θέσει και στο 360C της Πολιτείας, Το δακτυλίδι του Γύγη: «Γιατί κάθε άνθρωπος πιστεύει πως η αδικία τον ωφελεί ως άτομο πολύ περισσότερο από τη δικαιοσύνη». Ο Γλαύκωνας εκφράζοντας μια ατομοκεντρική αντίληψη αδυνατεί να δει τη γνώση ως προϋπόθεση υπέρβασης της ατομικής συνείδησης προς την κατεύθυνση της κοινωνικής συνείδησης και της αναγνώρισης της σχετικής προτεραιότητας που έχει το καλό της πολιτικά οργανωμένης κοινωνίας σε σχέση με το άτομο.
2.      Ο Σωκράτης όμως αντικρούει την άποψη λέγοντας ότι είχαν προηγουμένως συμφωνήσει(419…)ότι η ίδρυση της πόλης δεν αποσκοπεί στην υπέρμετρη ευδαιμονία μιας κοινωνικής ομάδας αλλά στην προκοπή του συνόλου: 420 b: «οὐ μὴν πρὸς τοῦτο βλέποντες τὴν πόλιν οἰκίζομεν, ὅπως ἕν τι ἡμῖν ἔθνος ἔσται διαφερόντως εὔδαιμον, ἀλλ΄ὅπως ὅτι μάλιστα ὅλη ἡ πόλις». Αν επιβάλλεται η μόρφωση των φρουρών και ιδίως των αρχόντων-βασιλέων να μορφωθούν, έτσι ώστε να είναι άξιοι του τίτλου τους, αυτό άμεσα συνδέεται με το σκοπό των οικιστών, να μην εξυπηρετήσουν το συμφέρον μιας ορισμένης κοινωνικής ομάδας, αλλά του συνόλου της πόλης. Οι φρουροί μάλιστα θα ζουν λιτά και μετρημένα δίχως περιουσία, πολυτελείς κατοικίες και χωρίς τη δυνατότητα φιλοξενίας φίλων(γιατί;)(419a…). Ο Γλαύκων  είχε συμφωνήσει ότι οι φύλακες, έστω και με αυτούς τους όρους, είναι ευδαιμονέστατοι και ότι θεμελιώνοντας την πόλη δεν πρέπει να έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στο πώς μια τάξη θα ευτυχήσει, αλλά πώς θα είναι όλη η πόλη ευτυχισμένη. Η οπτική του Σωκράτη που επικεντρώνεται στο δίκαιο καταναγκασμό των φιλοσόφων είναι κοινωνιοκεντρική.
3.      Πρέπει να επισημανθεί η πολύ μεγάλη σημασία που είχε ο νόμος για τον Πλάτωνα, κάτι που φαίνεται και στον διάλογο Κρίτων. Εκεί, ο νόμος προσωποποιείται και συνδιαλέγεται με τον Σωκράτη. Ο μύθος αυτός εκφράζει τη θεμελιώδη θεωρία του «Κοινωνικού συμβολαίου». Σύμφωνα με αυτό, κάθε πολίτης που νοιάζεται για την πόλη του οφείλει να τηρεί τους νόμους και να παραμερίζει το προσωπικό του συμφέρον, για να εξασφαλίσει τη συνοχή και την ομαλή συμβίωση μέσα σ’ αυτή. Αυτή τη στάση, άλλωστε, ακολούθησε μέχρι το τέλος της ζωής του και ο ίδιος ο Σωκράτης και το ίδιο θεωρεί ότι πρέπει να κάνουν και οι φιλόσοφοι.
4.      Πόσο δίκαιος είναι ο εξαναγκασμός των φιλοσόφων; Η άποψη του Πλάτωνα γίνεται κατανοητή στα πλαίσια της ιδανικής πολιτείας του, όχι για τη σύγχρονη εποχή. Για την αρχαιότητα δεν ήταν κατανοητή η αξία της ατομικής ελευθερίας. Για μας είναι σαφές ότι ο νόμος δεν μπορεί να παραβιάσει τα ατομικά δικαιώματα και τις ατομικές ελευθερίες. Το χρέος μας απέναντι στους άλλους είναι υπόθεση εσωτερικής ελευθερίας. Ηθική υποχρέωση μπορεί να γίνει δεκτή, καθώς είναι ευκτέα, η νομική υποχρέωση είναι απορριπτέα, καθώς θεωρείται αυταρχική άποψη. Βέβαια και ο Πλάτων στη συνέχεια(520b)θεωρεί άδικο τον εξαναγκασμό των φιλοσόφων στις άλλες κοινωνίες και μόνο στα πλαίσια της ιδανικής πολιτείας τον θεωρεί δίκαιο. Υποστηρίζει πως στις άλλες πολιτείες, επειδή οι φιλόσοφοι είναι αυτοδημιούργητοι (αὐτόματοι ἐμφύονται) δεν είναι δίκαιο να εξαναγκάζονται να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στη διακυβέρνηση της πολιτείας. Στην ιδανική όμως πολιτεία οι φιλόσοφοι οφείλουν την ανατροφή τους και την επιμελημένη τους παιδεία στην ίδια την πολιτεία, γι αυτό και είναι δίκαιο να μοιράζονται τις κυβερνητικές ευθύνες. Ο καταναγκαςσμός των φιλοσόφων είναι έκφραση ευγνωμοσύνης προς την κοινωνία που τους ανέθρεψε:
Μετάφραση
5.      Η αντίφαση: Στο συλλογισμό του Σωκράτη προκύπτει το εξής πρόβλημα. Ενώ υποστηρίζει πως μέλημα του νόμου είναι η ευτυχία του συνόλου, δέχεται μια κοινωνική τάξη, οι φιλόσοφοι, να θυσιάσει την ευτυχία της για χάρη του συνόλου.
6.      Άρση αντίφασης: Κοινή πεποίθηση των μεγάλων διανοητών Σωκράτη, Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Πρωταγόρα είναι ότι το άτομο και η κοινωνία εντάσσονται στο σύνολο και από αυτό καθορίζονται, ενώ έχουν και την παράλληλη υποχρέωση να συμβάλλουν στην εύρυθμη λειτουργία και την ευδαιμονία του. Ο Πλάτων στην Πολιτεία, 347 d γράφει: «επεί κινδυνεύει, πόλις ανδρων αγαθων ει γένοιτο,περιμάχητον αν είναι το μη άρχειν, ώσπερ νυνί το άρχειν, και ενταυθα αν καταφανές γενέσθαι ότι τω όντι αληθινός άρχων ου πέφυκε το αυτω συμφέρον σκοπεισθαι, αλλά το τω αρχομένω…», τονίζει, δηλαδή, ότι στην ουσία το χρέος του άρχοντα είναι η εξυπηρέτηση του συμφέροντος των αρχομένων. Πρόκειται για χρέος διανθισμένο μάλιστα και με μεταφυσικές θεωρήσεις, που ο Περικλής το εκφράζει με την αμεσότητα του πολιτικού του λόγου: Θουκ.ΙΙ,60: «ἐγὼ γὰρ ἡγοῦμαι πόλιν πλείω ξύμπασαν ὀρθουμένην ὠφελεῖν τοὺς ἰδιώτας ἢ καθ' ἕκαστον τῶν πολιτῶν εὐπραγοῦσαν, ἁθρόαν δὲ σφαλλομένην. καλῶς μὲν γὰρ φερόμενος ἀνὴρ τὸ καθ' ἑαυτὸν διαφθειρομένης τῆς πατρίδος οὐδὲν ἧσσον ξυναπόλλυται, κακοτυχῶν δὲ ἐν εὐτυχούσῃ πολλῷ μᾶλλον διασῴζεται». Επομένως η ευδαιμονία διασφαλίζεται όταν ολόκληρη η πόλη ευημερεί, παρά όταν ευημερούν μεν τα άτομα, όμως το σύνολο των πολιτών νοσεί προτεραιότητα λοιπόν είναι στο συμφέρον του κοινωνικού συνόλου και όχι στο ατομικό συμφέρον. Για τον Πλάτωνα μάλιστα η ευδαιμονία του συνόλου είναι ο κύριος σκοπός του νόμου και πρέπει να επιδιώκεται με κάθε τρόπο, και με πειθώ και εξαναγκασμό. Και ο Κρέων θα υποστηρίξει στην Αντιγόνη ότι «ἥδε ἐστὶν ἡ σώζουσα καὶ ταύτης ἐπιπλέοντες ὀρθῆς τοὺς φίλους ποιούμεθα». Και ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του θα υποστηρίξει ότι (Πολιτικά,1253α 22-24): «καὶ πρότερον δὲ τῇ φύσει πόλις ἢ οἰκία καὶ ἕκαστος ἡμῶν ἐστιν.  τὸ γὰρ ὅλον πρότερον ἀναγκαῖον εἶναι τοῦ μέρους: ἀναιρουμένου γὰρ τοῦ ὅλου οὐκ ἔσται ποὺς οὐδὲ χείρ».
7.      Αλληλένδετο με τον κοινωνικό χαρακτήρα της πολιτείας είναι το πνεύμα αμοιβαίας μεταδοτικότητας των πολιτών: να προσφέρει ο καθένας τα πλεονεκτήματα που αποκομίζει από τις ιδιαίτερες ενασχολήσεις του. Έτσι και η κατεύθυνση που υπαγορεύει δεσμευτικά ο νόμος θα είναι πέρα για πέρα κοινωνιστική, με βάση την αλληλεγγύη και το πνεύμα μεταδοτικότητας που συμβιβάζεται απόλυτα με την αρχή της υπευθυνότητας καθενός για το ιδιαίτερο έργο του. Βέβαια το συλλογικό συμφέρον απαιτεί και το δημοκρατικό πολίτευμα και να μην ταυτίζεται με το κομματικό, το ταξικό ή κυβερνητικό. Πολλοί τύραννοι επικαλέστηκαν το συλλογικό συμφέρον, για να εξοντώσουν πολιτικούς αντιπάλους και να διαπράξουν αίσχη. Άρα δεν είναι δίκαιος πάντα ένας νόμος που θεσπίζεται στο όνομα του συλλογικού συμφέροντος, αν δεν εξακριβώσουμε ότι πράγματι εξυπηρετεί το αληθινό συλλογικό συμφέρον.
8.      Αποστολή του άξιου κυβερνήτη είναι να επιτύχει την αμοιβαία προσέγγιση των πολιτών, τη συνοχή όλης της πόλης, διότι πόλη και πολίτης αλληλοεξαρτώνται και η ευημερία της πόλης ανάγεται στην ευημερία των πολιτών και στην ειρηνική τους συνύπαρξη στο εσωτερικό της πόλης. Όμως, η ανθρώπινη ψυχή είναι μικρογραφία της πόλης και η δικαιοσύνη αποτελεί αρετή ολόκληρης της πόλης( Πολιτεία 434 de).
9.      Η τριπλή λειτουργία του Νόμου για την επίτευξη της ευδαιμονίας του συνόλου: Ο Σωκράτης στην απάντησή του στην ένσταση του Γλαύκωνα προσωποποιεί τον Νόμο και του αποδίδει τρεις βασικές λειτουργίες του με τις οποίες επιδιώκεται η ευδαιμονία της πόλης. Χρησιμοποιεί τρεις μετοχές «συναρμόττων, ποιῶν και ἐμποιῶν» για να καταδείξει τρεις αδιαπραγμάτευτες λειτουργίες – προϋποθέσεις για την ύπαρξη και την ευδαιμονία της πόλης.
α. «συναρμόττων τοὺς πολίτας πειθοῖ τε καὶ ἀνάγκῃ» Με το πρώτο μετοχικό σύνολο ο Πλάτωνας προβάλλει την κοινωνική λειτουργία του Νόμου, καθώς επιδιώκεται η κοινωνική συναρμογή των πολιτών. Ο Πλάτωνας συχνά κάνει λόγο για την αναγκαιότητα της αρμονίας τόσο στα μέρη της ψυχής, με την υποταγή του κατώτερου μέρους στο ανώτερο (το «ἐπιθυμητικὸν» πρέπει να υποτάσσεται στο «θυμοειδὲς» και το τελευταίο στο «λογιστικόν»), όσο και στις σχέσεις των πολιτών μεταξύ τους. Μόνο αν επιτευχθεί αυτή η αρμονία, θα οδηγηθούν οι πολίτες στη δικαιοσύνη, στην ομαλή συμβίωση μέσα στην πόλη και κατ’ επέκταση στην ευδαιμονία. Αν όμως ο πολίτης είτε από φιλαυτία είτε από ματαιοδοξία είτε από αδυναμία κρίσης δεν είναι σε θέση να οριοθετήσει τον τομέα της δραστηριότητάς του, τότε τουλάχιστον θα πρέπει να συμμορφώνεται προς τις υποδείξεις του εμπειρότερου, του σοφότερου, του σωφρονέστερου. Έτσι, ο νόμος, προκειμένου να πείσει τους πολίτες να υπακούουν σ’ αυτόν, ώστε να επέλθει η κοινωνική αρμονία, χρησιμοποιεί την πειθώ και τη βία (Πλάτων, Νόμοι, 722b: ο άριστος νομοθέτης συνδυάζει την πειθώ με τη βία). Ο νόμος εναρμονίζει τους πολίτες χρησιμοποιώντας την πειθώ, την εκούσια δηλαδή υπακοή των πολιτών στις επιταγές του, και τον εξαναγκασμό, δηλαδή τη δύναμη των κυρώσεων που διαθέτει. Με την πειθώ, με τη χρήση, δηλαδή, λογικών επιχειρημάτων, την προβολή υγιών προτύπων και με την παιδεία οφείλουν οι πολίτες να συνειδητοποιήσουν τον κοινωνικό τους ρόλο, να παραμερίσουν το προσωπικό τους συμφέρον και να προσφέρουν αλληλοβοηθούμενοι ό,τι είναι δυνατόν στην πολιτεία. Η μέθοδος αυτή απευθύνεται κυρίως στους πεπαιδευμένους πολίτες. Υπάρχουν, όμως, πολίτες και μέλη της κοινωνίας, οι οποίοι δεν πείθονται με τον λόγο. Σ’ αυτούς επιβάλλεται η βία. Πρόκειται για τον καταναγκασμό που ορίζεται από τον νόμο και δεν επιβάλλεται τυραννικά, αυταρχικά. Η μέθοδος αυτή απευθύνεται, κυρίως, στον «ἄπειρον παιδείας ὄχλον», στον οποίο ο φιλόσοφος-νομοθέτης την εφαρμόζει, αλλά επιβάλλει και στους πολίτες, αν εκείνοι πολυπραγμονούν, καταναγκαστικά, υποχρεωτικά μέτρα για τη συμμόρφωσή τους στο πνεύμα της δικαιοσύνης, όπως και στους πεπαιδευμένους, που δεν έχουν συνετιστεί με την πειθώ, και στους άρχοντες, που είναι υποχρεωμένοι να ζουν με λιτότητα και ευσυνειδησία, ώστε να εκλείψει η διαφθορά από τον δημόσιο βίο. Αυτός ο λιτός και ευσυνείδητος τρόπος ζωής αναφέρθηκε και στην εισαγωγή του βιβλίου μας: τόσο οι φύλακες όσο και οι φιλόσοφοι-βασιλείς στο πλαίσιο της ιδανικής πολιτείας δεν έχουν προσωπική περιουσία, πολυτελείς κατοικίες, ούτε καν οικογένεια, για να είναι απερίσπαστοι στο λειτούργημά τους. Είναι φανερό, λοιπόν, ότι ο νόμος οφείλει να αποβλέπει στην ευδαιμονία όλης της πόλης και να υποχρεώνει τους Αγαθούς να ασκήσουν την εξουσία.
β. «ποιῶν μεταδιδόναι … ὠφελεῖν» Με το δεύτερο μετοχικό σύνολο ο Σωκράτης αποδίδει στον Νόμο οικονομική λειτουργία. Ο Νόμος κατοχυρώνει μια από τις βασικές ιδρυτικές αρχές της πόλης, τον καταμερισμό της εργασίας, με τον οποίο κατακτάται η αυτάρκεια. Έτσι, αν το άτομο είναι φύσει ενδεές, με την κοινωνική του συναρμογή γίνεται αύταρκες χάρη στην αυτάρκεια που αποκτά η κοινότητα με τον καταμερισμό της εργασίας. Οι εργασίες κατανέμονται σε κάθε πολίτη με βάση τις ικανότητές του, ώστε ο καθένας να στρέφει την προσοχή του όχι μόνο στην ικανοποίηση των δικών του αναγκών, αλλά και στις ανάγκες των συμπολιτών του, με στόχο το κοινό όφελος και την ευδαιμονία. Έτσι, μεταξύ των πολιτών καλλιεργούνται σχέσεις συνεργασίας, αλληλοβοήθειας, αλληλοπροσφοράς και αλληλεγγύης.
γ. «καὶ αὐτὸς ἐμποιῶν … ἐπὶ τὸν σύνδεσμον τῆς πόλεως» Με το τρίτο μετοχικό σύνολο δηλώνεται η παιδαγωγική και πολιτική λειτουργία του Νόμου, ο οποίος έχει χρέος να διαπλάθει ανθρώπους ικανούς και άξιους να διατηρούν τη συνοχή της πόλης. Για να γίνει αυτό, χρειάζεται ο Νόμος από τη μια να περιορίσει την ατομική επιθυμία, ώστε να τιθασευτεί η βούληση από τον Λόγο, και από την άλλη να κατευθύνει την πολιτική κοινωνικοποίηση των ανθρώπων. Συνεπώς, ο Νόμος υπηρετεί τον τελικό σκοπό της ευδαιμονίας του συνόλου και επιχειρώντας να υπαγάγει την ατομική επιθυμία στην αναγκαιότητα της κοινωνικής συναρμογής και της πολιτικής ευταξίας. Προς αυτή την κατεύθυνση ο Νόμος καλλιεργεί την κοινωνικότητα και ακόμη περισσότερο αναδεικνύει τους αγαθούς πολίτες σε πολιτικούς ηγέτες που επιφορτίζονται με τη διατήρηση της συνοχής της πόλης. Τέλος, ο νόμος θέτει όρια και περιορισμούς στη συμπεριφορά των πολιτών, αλλά και των φιλοσόφων-βασιλέων, ώστε να μην παρεκτρέπονται και διαταράσσουν τη συνοχή της πόλης.
10.  Σκοπός του νόμου δεν είναι η ευδαιμονία μιας μόνο τάξης, δηλαδή των φιλοσόφων, αλλά να είναι ευτυχισμένοι όλοι οι πολίτες. Και μάλιστα χρησιμοποιεί και την πειθώ και τον εξαναγκασμό, ώστε να δημιουργηθεί ένα αρμονικό σύνολο όπου ο κάθε πολίτης θα ωφελεί τους συμπολίτες του και θα απολαμβάνει ταυτόχρονα την ωφέλεια των άλλων. Η πειθώ προτάσσεται, διότι πρώτιστα επιδιώκεται η συναίνεση των αρχομένων με την επιχειρηματολογία ότι η ηθική τους εξανάσταση και η πολιτική τους αναγέννηση θα αποβούν προς όφελός τους. Αν αυτή δεν αποδώσει, τότε θα ασκηθεί πίεση(ανάγκη),ώστε οι αρχόμενοι να υποχρεωθούν να αποδεχτούν τη διαδικασία της «συναρμογής».
11.  Ο εξαναγκασμός που ο Πλάτων αναφέρει εξηγείται ψυχολογικά λόγω των εμπειριών του από τη φθορά του πολιτικού ήθους της Αθήνας, του προϊόντος ατομοκεντρισμού, της κυριαρχίας των δημαγωγών, των αυθαιρεσιών και εγκλημάτων των Τριάκοντα, που έκαναν τη δημοκρατία, παρά τις ατέλειές της να φαντάζει σαν ιδανικό πολίτευμα: Επιστολή 7η ,324d-325: «καὶ ὁρῶν δήπου τοὺς ἄνδρας ἐν χρόνῳ ὀλίγῳ χρυσὸν ἀποδείξαντας τὴν ἔμπροσθεν πολιτείαν… ἐδυσχέρανά τε καὶ ἐμαυτὸν ἐπανήγαγον ἀπὸ τῶν τότε κακῶν».  Ακόμη, από την τραγική διάψευση των ελπίδων του μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας και την καταδίκη σε θάνατο του Σωκράτη. Όταν επομένως η πραγμάτωση μιας τέτοιας πολιτείας κινδυνεύει να ματαιωθεί από έναν γενικευμένο, κατά την κρίση του, ηθικοπολιτικό  αμοραλισμό, σύμβολα του οποίου είναι οι μυθικές μορφές του Γύγη, του Αρδιαίου…η προσφυγή στον εξαναγκασμό τότε είναι η έσχατη λύση.
12.  Ο εξαναγκασμός ισχύει και για τους φύλακες που υποβάλλονται στη σχεδιασμένη εκπαίδευση, καθώς και για τους άρχοντες-βασιλείς, οι οποίοι και επιλέγονται με αυστηρώς αξιοκρατικές διαδικασίες μεταξύ των φυλάκων που έχουν συμπληρώσει τα πενήντα χρόνια της ηλικίας τους. Η εκπαίδευση των φυλάκων δεν είναι κάτι απλό, ούτε στην τύχη στηρίζεται, αλλά σπουδαίο και σοβαρό, ονομάζεται αληθινή φιλοσοφία και συνδέεται με τον αναπροσανατολισμό της ψυχής από τη νύκτα στην ημέρα, με την επιστροφή και ανύψωσή της στο όν.
13.  Ο Πλάτων οραματίζεται στην ιδανική του Πολιτεία να είναι αρμονικές οι σχέσεις των πολιτών, να είναι οι πολίτες ενωμένοι, έστω κι αν ο νόμος χρειαστεί να επιστρατεύσει όχι μόνο την πειθώ, αλλά και τον εξαναγκασμό. Άλλωστε η Πόλη-Κράτος είναι απόρροια ανάγκης και χρειάζεται συνεργασία, ώστε ο κάθε πολίτης να προσφέρει ανάλογα με τις δυνατότητές του. Θεωρεί αναγκαία τη βοήθεια και την προστασία που παρέχουν ο ένας στον άλλο, διότι έτσι αποκτά συνοχή το κοινωνικό σύνολο.
14.  Ο νόμος αναζητά τρόπους ευτυχίας των ανθρώπων στην πόλη όλων των κοινωνικών τάξεων= προτεραιότητα του συλλογικού συμφέροντος(ουχ όπως έν τι γένος ευ πράξει,όπη έκαστος βούλεται), επιδιώκει την ένωση και την αρμονική συμβίωση των πολιτών(συναρμόττων), ενεργεί έτσι ώστε ο κάθε πολίτης να προσφέρει την ωφέλειά του στο κοινωνικό σύνολο= αλληλεγγύη(μεταδιδόναι αλλήλοις της ωφελίας). Έτσι διαμορφώνεται  κοινωνικό ήθος. Η δίκαιη συμπεριφορά μόνο συμβάλλει στην ενότητα των μελών της κοινωνίας (εμποιων…πόλεως), περιορίζει την ασυδοσία (όπη έκαστος βούλεται), ενώ στόχος είναι η ενότητα της πόλης (επί τον σύνδεσμον της πόλεως).
15.  Μέσα επιβολής του νόμου:
-πειθώ= στοχεύει στην εσωτερική πειθαρχία του ατόμου. Αυτό ταιριάζει σε υπεύθυνους και ελεύθερους ανθρώπους. Όμως αναγκαίες προϋποθέσεις είναι ο δίκαιος νόμος και η εσωτερίκευση από τον πολίτη των ηθικών κανόνων που διέπουν την κοινωνική συμπεριφορά και τις κοινωνικές σχέσεις.
ανάγκη-βία= αποτέλεσμα είναι η συμμόρφωση του ατόμου. Επιβάλλεται στα αντικοινωνικά και άδικα άτομα. Βέβαια ο Πλάτων πιστεύει πως αυτή χρειάζεται στους απαίδευτους(άπειρον παιδείας όχλον), όχι στα ελεύθερα άτομα. Αν όμως είναι αυτοσκοπός ή μέσο επιβολής άδικου νόμου, τότε γίνεται μέσο καταπίεσης και εκφοβισμού και χρέος των πνευματικών ανθρώπων είναι να την καταγγέλλουν και να την αντιπαλεύουν.
16.  Προς επίρρωση του ρόλου του νόμου: τον προσωποποιεί:(τουτο ου μέλει νόμω, μηχαναται, συναρμόττων τους πολίτας πειθοι τε και ανάγκη, ποιων μεταδιδόναι, και αυτός εμποιων τοιούτους άνδρας εν τη πόλει, ουχ ίνα αφιη, αλλ΄ίνα αυτοις καταχρηται αυτός). Οι λέξεις-ρήματα χρησιμοποιούνται μεταφορικά για να δηλώσουν ενέργειες του νόμου. Τον θεωρεί δίκαιο και αντικειμενικό, εφόσον δεν κάνει διακρίσεις και όλους τους αντιμετωπίζει ισότιμα. Έχει παιδαγωγικό και όχι εκφοβιστικό χαρακτήρα και αποβλέπει στη διαμόρφωση του κοινωνικού ήθους. Είναι εξαναγκαστικός  εφόσον επιβάλλει ποινές όπου χρειάζεται, αλλά και δεσποτικός, όταν εξαναγκάζει τους φιλοσόφους να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Τότε όμως αφαιρεί την εσωτερική ελευθερία του ατόμου και το εξουθενώνει.
17.  Αναλυτικά: Χαρακτηρισμός Νόμου: Ο Πλάτωνας στον υποστηρικτικό του λόγο για την αναγκαιότητα του ηθικού εξαναγκασμού του φιλοσόφου να ασκήσει πολιτική εξουσία αναφέρεται στον νόμο. Ο νόμος παρουσιάζεται ως βασική αρχή της πολιτικής συμβίωσης, προκειμένου να αποκλειστεί ο κίνδυνος της αταξίας και του χάους που αναιρεί τις δυνατότητες της δίκαιης πολιτείας. Έτσι η κοινωνία παρουσιάζεται ως ένα σύνολο ανθρώπων αυτοτελές, αύταρκες, διαχρονικό και οργανωμένο,  όπου αναπτύσσεται συμμετρικά η ατομική και κοινωνική διάσταση του ανθρώπου. Ο νόμος, με άλλα λόγια, είναι η αναγκαιότητα που επιβάλλει την εναρμόνιση της ατομικότητας και της συλλογικότητας μέσα στην κοινωνία. Εγγυητής και διεκπεραιωτής αυτής της αναγκαιότητας καθίσταται ο φιλόσοφος. Κρίνοντας από τις λειτουργίες που επιτελεί και τα μέσα (πειθώ-βία, κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας, αγωγή αυτοπεριορισμού), που χρησιμοποιεί ο νόμος για να πείσει τους πολίτες πως είναι σωστό και αναγκαίο να υπακούουν σ’ αυτόν, συμπεραίνουμε ότι ο Σωκράτης προσπαθεί να συμβιβάσει το γενικό καλό με το ατομικό, από την οπτική μιας ολιστικής και κοινωνιοκεντρικής προσέγγισης του πολιτικού φαινομένου, στο οποίο εξασφαλίζεται η αξιοκρατία και η αμεροληψία. Αυτή η τόσο αναγκαστική επιβολή κανόνων και απαγορεύσεων δεν ταιριάζει σε δημοκρατικά πολιτεύματα, αλλά μάλλον σε αυταρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα. Σύμφωνα, μάλιστα, με ορισμένους μελετητές, η προτεραιότητα της πόλης έναντι του ατόμου συνιστά μια ολοκληρωτική αρχή, επειδή ενδέχεται το κράτος να είναι ισχυρό, αλλά οι πολίτες του δυστυχείς. Πρέπει, βέβαια, να επισημάνουμε ότι οι προθέσεις του είναι αγαθές, αφού απώτερος στόχος του νόμου είναι η χρήση κάθε μέσου για την εξυπηρέτηση του κοινού συμφέροντος. Επίσης, δεν πρέπει να παραβλέψουμε το γεγονός ότι για τον Πλάτωνα ευδαιμονία δεν είναι η προσωπική ευτυχία στη ζωή, αλλά η συναίσθηση ότι με τις ενέργειές του ο πολίτης καθιστά τους άλλους ευδαίμονες. Ο νόμος, λοιπόν, λειτουργεί ως απρόσωπος και ψυχρός άρχοντας, δρα αντικειμενικά, χωρίς να παρεκκλίνει από τον ορθό τρόπο διακυβέρνησης. Ρόλος του είναι να ρυθμίσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις λειτουργίες του κράτους, ώστε να επιτευχθεί η αρμονική και ομαλή συμβίωση των πολιτών με υψηλό βαθμό αλτρουισμού. Παρουσιάζεται, δηλαδή, ως ιδανικός ηγέτης της ιδανικής πολιτείας.
18.  Κριτική της επιχειρηματολογίας του Σωκράτη Με δεδομένα τα τελευταία σχόλια του Σωκράτη για τον ηθικό εξαναγκασμό των φιλοσόφων, μπορούμε να δούμε δύο κύριες τάσεις να διαμορφώνονται στην κριτική της σωκρατικής θέσης και επιχειρηματολογίας. Από τη μια η σωκρατική θέση και επιχειρηματολογία δικαιώνεται με την οπτική εκείνων που θεωρούν ότι η ευδαιμονία και η πληρότητα του ανθρώπου δεν συνδέεται αναγκαστικά με τον άνετο, ανέμελο και χωρίς ευθύνες βίο. Αντίθετα, αποδέχονται ότι για όσους δοκίμασαν την ευδαιμονία της Ιδέας και της αλήθειας, η άσκηση πολιτικής ηγεσίας, η κάθοδος στις σκιές της σπηλιάς, είναι θυσία και πόνος. Παρόλα αυτά όμως δέχονται την πολιτική ηγεσία και την μοιράζονται με τους άξιους, όχι από πάθος, ματαιοδοξία και συμφέρον, αλλά από βαθιά συναίσθηση καθήκοντος και αποστολής. Το καθήκον και η συνείδηση μιας ανώτερης αποστολής, η εσωτερική επιταγή του χρέους για την πραγματοποίηση της Ιδέας, αυτά τους τοποθετούν στην κορυφή της πολιτείας και συνάμα τους καθιστούν ανυποχώρητους και άτεγκτους σε ό,τι δεν υπηρετεί την Ιδέα και δεν προάγει την αξιοκρατία και τον τελικό σκοπό της ευδαιμονίας της πόλης συνολικά. Από την άλλη,  η άποψή του ότι πρέπει να εξαναγκαστούν οι φιλόσοφοι να αναλάβουν τα ηνία της πόλης με στόχο το συμφέρον του συνόλου δεν μπορεί να θεωρηθεί δίκαιη, αφού, αν εφαρμοστεί, δεν γίνεται σεβαστή η βούληση μιας μερίδας πολιτών, των φιλοσόφων. Πρώτος ο Αριστοτέλης παρατήρησε ότι ο σωκρατικός συλλογισμός χαρακτηρίζεται από αντίφαση, καθώς δεν είναι δυνατόν η ιδανική πολιτεία να ευαγγελίζεται την ευδαιμονία όλων των πολιτών και την ίδια στιγμή να κάνει τους φιλοσόφους δυστυχισμένους αναθέτοντάς τους την πολιτική ηγεσία. Με άλλα λόγια δεν μπορεί να υπάρξει ευδαιμονία μέσα στο κράτος χωρίς την προσωπική ευδαιμονία του κάθε πολίτη.
19.  Ανασύνθεση του περιεχομένου των ενοτήτων 11, 12 και 13: Η αλληγορία του σπηλαίου συμβολίζει την προσπάθεια του ανθρώπου να βγει από την άγνοια και την πλάνη στο φως της γνώσης και της αλήθειας, στην αναζήτηση των όρων της τέλειας πολιτείας. Η παιδεία είναι συναρτημένη με τη δικαιοσύνη, γιατί προϋπόθεση της δίκαιης πολιτείας είναι η δίκαιη ψυχή, που γίνεται δίκαιη, όταν κατακτήσει την ιδέα του δικαίου. Η γνωστική αυτή κατάκτηση προϋποθέτει την παιδεία, φορείς της οποίας είναι οι άρχοντες και ο τρόπος άσκησης της εξουσίας. Η ορθή άσκηση της εξουσίας εξασφαλίζει τη σωστή παιδεία που είναι απαραίτητη για τη διάπλαση της δίκαιης ψυχής. Η ορθή άσκηση της εξουσίας μπορεί να γίνει μόνο από όσους έχουν κατακτήσει την ιδέα της δικαιοσύνης, γιατί μόνο αυτοί μπορούν να ικανοποιήσουν τους όρους της δίκαιης πολιτείας, δηλαδή να ασκούν την εξουσία από χρέος και εσωτερική επιταγή και όχι από συμφέρον και υστεροβουλία. Έτσι, ο Πλάτωνας με τον ηθικό εξαναγκασμό των φιλοσόφων να ασκήσουν πολιτικά καθήκοντα, επιχειρεί να συνθέσει τον θεωρητικό βίο με τον πρακτικό κατά τη λογική ότι ο άνθρωπος που θεάται την ιδέα του αγαθού δεν μπορεί παρά να γίνεται και ο κήρυκάς της και ο εργάτης της. Συνεπώς, είναι καθοριστική η σημασία της παιδείας στη θέαση του Αγαθού, στην τελείωση του ανθρώπου στο πλαίσιο της ιδανικής πολιτείας. Ο εκπαιδευμένος από την πόλη φιλόσοφος, που αντίκρισε την αλήθεια, οφείλει να τη μεταλαμπαδεύσει και στους υπόλοιπους και να τους οδηγήσει στην συνειδητή άσκηση της αρετής. Οφείλει να αναλάβει τη διακυβέρνηση της πόλης, γιατί μόνο έτσι αυτή η πολιτεία θα χαρακτηρίζεται από τις αρχές της σοφίας, της ανδρείας, της σωφροσύνης και της δικαιοσύνης και θα πραγματώνει τον σκοπό της που είναι η ευδαιμονία όλης της πόλης και όχι μέρους της.
Ερωτήσεις-Απαντήσεις
1.      Πλάτ. Πολ. 347d «ἐπεὶ κινδυνεύει, πόλις ἀνδρῶν ἀγαθῶν εἰ γένοιτο, περιμάχητον ἂν εἶναι τὸ μὴ ἄρχειν, ὥσπερ νυνὶ τὸ ἄρχειν, καὶ ἐνταῦθ’ ἂν καταφανὲς γενέσθαι ὅτι τῷ ὄντι ἀληθινὸς ἄρχων οὐ πέφυκε τὸ αὐτῷ συμφέρον σκοπεῖσθαι, ἀλλὰ τὸ τῷ ἀρχομένῳ»(  Μετ. Γιατί είναι πιθανότατο ότι, αν ήταν δυνατό να βρεθεί μια πολιτεία κατοικημένη από χρηστούς ανθρώπους, όλοι θα προσπαθούσαν να έμεναν έξω από την εξουσία και τότε θα γινόταν ολοφάνερο ότι πραγματικά η ουσιαστική φύση του αληθινού άρχοντα είναι να αποβλέπει όχι στο δικό του συμφέρον, αλλά σ’ αυτό του αρχομένου).Σχολιάστε το χωρίο σε συσχετισμό με την άποψη που διατυπώνει ο John Stuart Mill (1806-1873) στο έργο του On Representative Government (Περί της αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης) ότι το καταλληλότερο άτομο για να του ανατεθεί μια εξουσία είναι εκείνο που δεν είναι καθόλου πρόθυμο να αναλάβει την εξουσία. (ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 122)
 Απάντηση: Αυτό που συνήθως συμβαίνει σε μια πολιτεία είναι να αναλαμβάνει κάποιος την εξουσία με σκοπό να εξυπηρετήσει το ατομικό του συμφέρον και να γευτεί τις τιμές και τις διακρίσεις. Οι φιλόσοφοι, όμως, και οι έντιμοι γενικότερα πολιτικοί δεν επιθυμούν να αναλάβουν την εξουσία είτε επειδή δεν διακατέχονται από τέτοιου είδους κίνητρα (αντίθετα, τα κίνητρά τους είναι η προσφορά προς το κοινωνικό σύνολο) είτε επειδή συναισθάνονται τη μεγάλη ευθύνη και τις δυσχέρειες που επιφέρει η ενασχόληση με τα κοινά. Έτσι, σύμφωνα και με την άποψη του Μill, αυτοί είναι οι καταλληλότεροι να αναλάβουν την ηγεσία της πόλης, καθώς η στάση τους αποδεικνύει την ευσυνειδησία και την εντιμότητά τους και, άρα, είναι οι μόνοι κατάλληλοι να εμφυσήσουν αυτά τα ιδεώδη και στους υπόλοιπους πολίτες, να τους φέρουν δηλαδή πιο κοντά στην ιδέα του αγαθού, που ήδη οι ίδιοι γνωρίζουν.
2.      Ποιες απόψεις διατυπώνονται από τον Σωκράτη και τον Γλαύκωνα για το αν είναι δίκαιος ο ηθικός εξαναγκασμός των φιλοσόφων; Αξιολογήστε τη θέση του Σωκράτη.
Απάντηση: Ο Γλαύκωνας αναρωτιέται με έντονη έκπληξη αν είναι δίκαιο για τους φιλοσόφους να εξαναγκαστούν να ασκήσουν την εξουσία στην πόλη, ενώ δεν το επιθυμούν. Κατά τη γνώμη του, αυτό δεν είναι δίκαιο, γιατί, αν απαρνηθούν τις φιλοσοφικές τους αναζητήσεις και τη γαλήνια ζωή τους για να ασχοληθούν με τα κοινά, θα γίνουν δυστυχισμένοι. Ο Γλαύκων, λοιπόν, βλέπει το δίκαιο από τη σκοπιά του ατομικού συμφέροντος και θεωρεί ότι είναι άδικο να παραγνωρίζεται η επιθυμία του ατόμου. Άλλωστε, κατά τον Γλαύκωνα, η δικαιοσύνη είναι μια υποκριτική κοινωνική σύμβαση που επιβάλλεται από τους πολλούς για την αυτοπροστασία τους. Επανέρχεται από τον Γλαύκωνα εδώ το ζήτημα που έχει θέσει και στο 360C της Πολιτείας, Το δακτυλίδι του Γύγη: «Γιατί κάθε άνθρωπος πιστεύει πως η αδικία τον ωφελεί ως άτομο πολύ περισσότερο από τη δικαιοσύνη». Ο Γλαύκωνας εκφράζοντας μια ατομοκεντρική αντίληψη αδυνατεί να δει τη γνώση ως προϋπόθεση υπέρβασης της ατομικής συνείδησης προς την κατεύθυνση της κοινωνικής συνείδησης και της αναγνώρισης της σχετικής προτεραιότητας που έχει το καλό της πολιτικά οργανωμένης κοινωνίας σε σχέση με το άτομο. Ο Σωκράτης αντικρούει την άποψη του Γλαύκωνα και του υπενθυμίζει ότι τελικός και κορυφαίος σκοπός του Νόμου, τον οποίο προσωποποιεί, είναι η ευδαιμονία όλης της πόλης και όχι μόνο μιας ομάδας. Βλέπει, λοιπόν, το δίκαιο από τη σκοπιά του συλλογικού συμφέροντος και εκφράζει κοινωνιοκεντρικές αντιλήψεις για την πολιτική οργάνωση της πόλης - κράτους. Συλλαμβάνει ο Σωκράτης την ουσία της ένστασης του Γλαύκωνα και απαντά προβάλλοντας το γενικό καλό της πολιτικά οργανωμένης κοινότητας ως αγαθό επιβαλλόμενο από τον Νόμο. Σ’ αυτό το σημείο πρέπει να επισημανθεί η πολύ μεγάλη σημασία που είχε ο νόμος για τον Πλάτωνα, κάτι που φαίνεται και στον διάλογο Κρίτων. Εκεί, ο νόμος προσωποποιείται και συνδιαλέγεται με τον Σωκράτη. Ο μύθος αυτός εκφράζει τη θεμελιώδη θεωρία του «Κοινωνικού συμβολαίου». Σύμφωνα μ’ αυτό, κάθε πολίτης που νοιάζεται για την πόλη του οφείλει να τηρεί τους νόμους και να παραμερίζει το προσωπικό του συμφέρον, για να εξασφαλίσει τη συνοχή και την ομαλή συμβίωση μέσα σ’ αυτή. Αυτή τη στάση, άλλωστε, ακολούθησε μέχρι το τέλος της ζωής του και ο ίδιος ο Σωκράτης και το ίδιο θεωρεί ότι πρέπει να κάνουν και οι φιλόσοφοι. Αξιολόγηση της θέσης του Σωκράτη: Με δεδομένα τα τελευταία σχόλια του Σωκράτη για τον ηθικό εξαναγκασμό των φιλοσόφων, μπορούμε να δούμε δύο κύριες τάσεις να διαμορφώνονται στην κριτική της σωκρατικής θέσης και επιχειρηματολογίας. Α) Από τη μια η σωκρατική θέση και επιχειρηματολογία δικαιώνεται με την οπτική εκείνων που θεωρούν ότι η ευδαιμονία και η πληρότητα του ανθρώπου δεν συνδέεται αναγκαστικά με τον άνετο, ανέμελο και χωρίς ευθύνες βίο. Αντίθετα αποδέχονται ότι για όσους δοκίμασαν την ευδαιμονία της Ιδέας και της αλήθειας, η άσκηση πολιτικής ηγεσίας, το ξανακατέβασμα στις σκιές της σπηλιάς, είναι θυσία και πόνος. Όμως δέχονται την πολιτική ηγεσία και τη μοιράζονται με τους άξιους, όχι από πάθος, ματαιοδοξία και συμφέρον, αλλά από βαθιά συναίσθηση καθήκοντος και αποστολής. Το καθήκον και η συνείδηση μιας ανώτερης αποστολής, η εσωτερική επιταγή του χρέους για την πραγματοποίηση της Ιδέας, αυτά τους τοποθετούν στην κορυφή της πολιτείας και συνάμα τους καθιστούν ανυποχώρητους και άτεγκτους σε ό,τι δεν υπηρετεί την Ιδέα και δεν προάγει την αξιοκρατία και τον τελικό σκοπό της ευδαιμονίας της πόλης συνολικά. Β) Από την άλλη η άποψή του ότι πρέπει να εξαναγκαστούν οι φιλόσοφοι να αναλάβουν τα ηνία της πόλης με στόχο το συμφέρον του συνόλου, δεν μπορεί να θεωρηθεί δίκαιη, αφού, αν εφαρμοστεί, δεν γίνεται σεβαστή η βούληση μιας μερίδας πολιτών, των φιλοσόφων. Πρώτος ο Αριστοτέλης παρατήρησε ότι ο σωκρατικός συλλογισμός χαρακτηρίζεται από αντίφαση, καθώς δεν είναι δυνατόν η ιδανική πολιτεία να ευαγγελίζεται την ευδαιμονία όλων των πολιτών και την ίδια στιγμή να κάνει τους φιλοσόφους δυστυχισμένους αναθέτοντάς τους την πολιτική ηγεσία. Με άλλα λόγια δεν μπορεί να υπάρξει ευδαιμονία μέσα στο κράτος χωρίς την προσωπική ευδαιμονία του κάθε πολίτη.
3.      Κρίνοντας από τα μέσα που χρησιμοποιεί ο νόμος για να πετύχει την υπακοή των πολιτών σ’ αυτόν διαγράψτε το χαρακτήρα του. Πώς θα χαρακτηρίζατε το πολίτευμα που λειτουργεί μ’ αυτόν τον τρόπο;
Απάντηση: Ο Πλάτωνας στον υποστηρικτικό του λόγο για την αναγκαιότητα του ηθικού εξαναγκασμού του φιλοσόφου να ασκήσει πολιτική εξουσία αναφέρεται στον νόμο. Ο νόμος παρουσιάζεται ως βασική αρχή της πολιτικής συμβίωσης, προκειμένου να αποκλειστεί ο κίνδυνος της αταξίας και του χάους που αναιρεί τις δυνατότητες της δίκαιης πολιτείας. Έτσι, η κοινωνία παρουσιάζεται ως ένα σύνολο ανθρώπων αυτοτελές, αύταρκες, διαχρονικό και οργανωμένο όπου αναπτύσσεται συμμετρικά η ατομική και κοινωνική διάσταση του ανθρώπου. Ο νόμος, με άλλα λόγια, είναι η αναγκαιότητα που επιβάλλει την εναρμόνιση της ατομικότητας και της συλλογικότητας μέσα στην κοινωνία. Εγγυητής και διεκπεραιωτής αυτής της αναγκαιότητας καθίσταται ο φιλόσοφος. Κρίνοντας από τις λειτουργίες που επιτελεί και τα μέσα (πειθώ-βία, κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας, αγωγή αυτοπεριορισμού), που χρησιμοποιεί ο νόμος για να πείσει τους πολίτες πως είναι σωστό και αναγκαίο να υπακούουν σ’ αυτόν, συμπεραίνουμε ότι ο Σωκράτης προσπαθεί να συμβιβάσει το γενικό καλό με το ατομικό, από την οπτική μιας ολιστικής και κοινωνιοκεντρικής προσέγγισης του πολιτικού φαινομένου, στο οποίο εξασφαλίζεται η αξιοκρατία και η αμεροληψία. Αυτή η τόσο αναγκαστική επιβολή κανόνων και απαγορεύσεων δεν ταιριάζει σε δημοκρατικά πολιτεύματα, αλλά μάλλον σε αυταρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα. Σύμφωνα, μάλιστα, με ορισμένους μελετητές, η προτεραιότητα της πόλης έναντι του ατόμου συνιστά μια ολοκληρωτική αρχή, επειδή ενδέχεται το κράτος να είναι ισχυρό, αλλά οι πολίτες του δυστυχείς. Πρέπει, βέβαια, να επισημάνουμε ότι οι προθέσεις του είναι αγαθές, αφού απώτερος στόχος του νόμου είναι η χρήση κάθε μέσου για την εξυπηρέτηση του κοινού συμφέροντος. Επίσης, δεν πρέπει να παραβλέψουμε το γεγονός ότι για τον Πλάτωνα ευδαιμονία δεν είναι η προσωπική ευτυχία στη ζωή, αλλά η συναίσθηση ότι με τις ενέργειές του ο πολίτης καθιστά τους άλλους ευδαίμονες. Ο νόμος, λοιπόν, λειτουργεί ως απρόσωπος και ψυχρός άρχοντας, δρα αντικειμενικά, χωρίς να παρεκκλίνει από τον ορθό τρόπο διακυβέρνησης. Ρόλος του είναι να ρυθμίσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις λειτουργίες του κράτους, ώστε να επιτευχθεί η αρμονική και ομαλή συμβίωση των πολιτών με υψηλό βαθμό αλτρουισμού. Παρουσιάζεται, δηλαδή, ως ιδανικός ηγέτης της ιδανικής πολιτείας. 
4.      Να συγκρίνετε τις απόψεις του Πλάτωνα και του Πρωταγόρα (ενότητα 7) για το σκοπό και τον χαρακτήρα του νόμου.
Απάντηση: Και στα δύο κείμενα παρατηρούμε ότι ο νόμος προσπαθεί να ρυθμίσει τη συμπεριφορά των πολιτών έτσι, ώστε να εξασφαλιστεί η αρμονία και η ευτυχία όλων των κοινωνικών ομάδων.  τον Πλάτωνα αυτό θα επιτευχθεί με την υποταγή της κατώτερης τάξης στην ανώτερη και με την ενσυνείδητη προσφορά της ανώτερης τάξης των φυλάκων-αρχόντων στο κοινωνικό σύνολο. Για τον Πρωταγόρα οι νόμοι είναι οι κατευθυντήριες γραμμές που χαράζει η πολιτεία για να διδάξει στους πολίτες της τα όρια μέσα στα οποία μπορούν να κινούνται χωρίς να τους παραβιάζουν. Ούτε ο νόμος, ούτε οι πολιτικές αρετές υπάρχουν «φύσει», οπότε χρειάζεται να αποκτηθούν με διδασκαλία και προσπάθεια και ένα σύστημα επιβολής ποινών μη εκδικητικό. Η εκπαίδευση στην αρετή είναι διαρκής διαδικασία, στην οποία είναι δύσκολο κανείς να ξεχωρίσει μία τάξη δασκάλων. 
Από την άλλη, βέβαια, παρατηρούμε κάποιες διαφορές που σχετίζονται με τον χαρακτήρα του νόμου. Στην Πολιτεία του Πλάτωνα ο νόμος φαίνεται να παρεμβαίνει έντονα στη ζωή των πολιτών, να εφαρμόζει βία («ἀνάγκῃ») και να στερεί κάποιες από τις ελευθερίες των πολιτών («οὐχ ἵνα ἀφιῇ τρέπεσθαι ὅπῃ ἕκαστος βούλεται») στην προσπάθειά του να διατηρήσει τη συνοχή της πόλης. Φαίνεται, λοιπόν, να έχει χαρακτήρα πιο αυταρχικό και τυραννικό. Αντίθετα, στον «Πρωταγόρα» ο νόμος φαίνεται να έχει χαρακτήρα περισσότερο παιδευτικό και καθοδηγητικό. Η υπακοή στους νόμους εντάσσεται, άλλωστε, μέσα στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού συστήματος της Αθήνας. Όταν, βέβαια, σημειώνονται παρεκτροπές, επιβάλλονται κι εδώ κυρώσεις.

















Ερωτήσεις-φύλλο εργασίας

1.Στην ένσταση του Γλαύκωνα για τους φιλοσόφους τι απαντά ο Σωκράτης; Είναι πειστικό το επιχείρημά του; Ποια ηθική εκφράζει η άποψη του Γλαύκωνα;

2.Να συγκρίνετε τις απόψεις Πλάτωνα και Πρωταγόρα για το ρόλο του νόμου.

3.Ποιος ο στόχος του νόμου και με ποιους τρόπους επιτυγχάνεται;

4.Πόσο ρεαλιστική κρίνετε την άποψη του Πλάτωνα για τους φιλόσοφους-βασιλείς;

5.Ποιες είναι οι σχέσεις μεταξύ πολιτών και μεταξύ νόμου και πολιτών; Ποιο πολίτευμα κατά τη γνώμη σας ευνοεί τις σχέσεις με τον τρόπο που μας περιγράφει ο Πλάτων;

6.Κατά πόσον δικαιολογείται η χρήση βίας από το νόμο;

7.Ποια σχέση έχει η αλληγορία του σπηλαίου με το θέμα της δικαιοσύνης και της ιδανικής πολιτείας;

Λεξιλογικές

1.χεῖρον, ἄμεινον, ἐπελάθου, καταχρῆται, σκέψαι: να γράψετε δυο ομόρριζες λέξεις για καθεμιά από τις παραπάνω

2.χεῖρον, ἀδικήσομεν, εὖ πράξει, ἀφίημι, ἀληθῆ, ἐπιμελοῦμαι: να γραφούν τα αντίθετα στην αρχαία ελληνική.

3.νεογνό,κάθετος,δικάσιμος,επίρρημα,τρόπαιο: να  βρείτε λέξεις ετυμολογικά συγγενείς στο κείμενο.







Δεν υπάρχουν σχόλια: