Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2015

8η Ενότητα.
Βασικές Ιδέες-Στόχοι.
1.Να γίνει αντιληπτό ότι η <μεσότητα> κατέχει κεντρική θέση στην αριστοτελική φιλοσοφία.
2.Να συνειδητοποιηθεί η σχέση ηθικής αρετής και μεσότητας.
3.Επιστήμη και τέχνη έχουν σχεδόν το ίδιο σημασιολογικό περιεχόμενο.(Πράγμα που δεν ισχύει όταν αντιμετωπίζονται από τον Αριστοτέλη ως <διανοητικές αρετές>,Η.Ν.1139b 20: στω δὴ οἷς ἀληθεύει ἡ ψυχὴ τῷ καταφάναι ἢ ἀποφάναι, πέντε τὸν ἀριθμόν· ταῦτα δ' ἐστὶ τέχνη ἐπιστήμη φρόνησις σοφία νοῦς· 
4.Σχέση ηθικής αρετής με τέχνη, φύση, πάθη και πράξεις.
5.Προσοχή:η φύση ανώτερη της τέχνης είναι: κάθε φυσική ύπαρξη τείνει προς την τελειότερη μορφή της,ενώ το έργο της τέχνης(καλό ή κακό)μένει αμετάβλητο και δεν τείνει πουθενά.
Άρα:Κριτήριο είναι η μεταβολή και η συνεχής βελτίωση και τελείωση.
6.Κάθε τέχνη εκπληρώνει σωστά το έργο της,όταν αποβλέπει στη μεσότητα.//Κάθε έργο τέχνης είναι ολοκληρωμένο όταν πετυχαίνει τη μεσότητα.
7.Η αρετή-ανώτερη αξιολογικά από την τέχνη-τη μεσότητα στοχεύει.//Η αρετή που στη μεσότητα στοχεύει είναι η ηθική.
Άρα:Η αρετή είναι"τελειότης φύσεως και κατορθωμένη φύσις"*.
*Η τέχνη μιμειται την Φύσιν(Φυσικά,Αριστ.ΙΙ,194a 21).O σχολιαστής του Αριστοτέλη Ασπάσιος αναφέρει σχετικά:<και γάρ η φύσις αμείνων της τέχνης,μιμειται γάρ η τέχνη την φύσιν,η δε αρετή έτι αμείνων,έστι γάρ η αρετή τελειότης φύσεως και κατορθωμένη φύσις>.

Μετάφραση.

Αν λοιπόν η κάθε τέχνη εκπληρώνει με αυτό τον τρόπο σωστά το έργο της,έχοντας το βλέμμα της στραμμένο προς το μέσο και σε αυτό κατευθύνοντας όλα τα έργα της(γι αυτό και συνηθίζουν να προσθέτουν στο τέλος για όλα τα πετυχημένα έργα ότι ούτε είναι δυνατόν να αφαιρέσει κανείς ούτε να προσθέσει σε αυτά,γιατί η υπερβολή και η έλλειψη φθείρουν το σωστό,ενώ η μεσότητα το διασώζει-και οι καλοί τεχνίτες,καθώς λέμε,σ΄αυτό έχοντας στραμμένο το βλέμμα τους εργάζονται),και εάν η αρετή είναιακριβέστερη κάθε τέχνης και ανώτερη,όπως ακριβώς και η φύση,τότε η αρετή έχει ως στόχο της το μέσο.Εννοώ βέβαια την ηθική,γιατί αυτή είναι που αναφέρεται σε πάθη και πράξεις:σ΄αυτά βρίσκεται η υπερβολή και η έλλειψη και το μέσο.
Η διευκρίνιση για την ηθική αρετή: Ο Αριστοτέλης, αφού διατύπωσε το συμπέρασμά του ότι η αρετή έχει στόχο της το μέσον, διευκρινίζει ότι η αρετή για την οποία μιλά είναι η ηθική και όχι η διανοητική, διότι:
A.Mόνο η ηθική αρετή έχει σχέση με τα πάθη(=συναισθήματα όχι παθήματα)και με τις πράξεις,
Β.σ' αυτά τα πράγματα, δηλαδή στα πάθη και στις πράξεις, υπάρχει υπερβολή, έλλειψη και μεσότητα.
Οι διανοητικές αρετές δεν είναι μεσότητα( “με αυτά ο Αριστοτέλης κάνει φανερό ότι η διανοητική αρετή δεν είναι μεσότητα' γιατί δεν πρέπει να γνωρίζει κανείς με μεσότητα και όχι υπερβολικά, αλλά θα ήταν άριστο να έχει όσο το δυνατό περισσότερες γνώσεις”, Ασπάσιος, σχο­λιαστής του Αριστοτέλη, αρχές 2ου μ.Χ αι.). Ήδη στην 1η ενότητα έχει ειπωθεί πως οι διανοητικές αρετές “τό πλεῖον ἐκ διδασκαλίας ἒχουσι καὶ τήν γένεσιν καὶ τήν αὒξησιν” και γι' αυτό απαιτείται εμπειρία και χρόνος, προκειμένου να αποκτηθούν. Αντίθετα, οι ηθικές αρετές αποκτιούνται με τον εθισμό και δεν υπάρχουν στον άνθρωπο εκ φύσεως.
Σ' αυτά μπορούμε να προσθέσουμε ότι οι ηθικές αρετές, κατά τον Αριστοτέλη, “στηρίζονται στη σχέση του επιθυμητικού και ορεκτικού με το λογικό μέρος της ψυχής και εξετάζουν την ενέργεια της ψυχής από ηθική άποψη, αναφέρονται στην ηθική πράξη, είναι αρετές ήθους, χαρακτήρα. Αντίθετα, οι διανοητικές είναι αρετές της διάνοιας, αναφέρονται στη διανοητική ενέργεια του νου”. Οι διανοητικές αρετές είναι η τέχνη, η επιστήμη, η φρόνηση, η σοφία, ο νους. Δεν είναι μεσότητες, γιατί είναι ασυμβίβαστες με τις έννοιες “υπερβολή” και “έλλειψη”, όπως λ.χ. η.σοφία.
Λέγοντας ηθική αρετή εννοεί την αρετή που σχετίζεται με τα πάθη και τις πράξεις του ανθρώπου. Και να μην ξεχνάμε ότι όταν ο Αριστοτέλης λέει “πάθη”, εννοεί την επιθυμία, την οργή, το φόβο, το θάρρος, το φθόνο, τη χαρά, τη φιλία, το μίσος, τον πόθο, το ζήλο, τον έλεο και γενικά όσα παρακολουθεί η ηδονή και η λύπη. Επομένως γνώρισμα των παθών είναι ότι επιδέχονται τη μεσότητα, την υπερβολή και έλλειψη, άρα είναι ένα είδος υλικής βάσης,στην οποία πραγματώνεται η αρετή.
9.Στην 8η ενότητα διευκρινίζει και τον τρόπο με τον οποίο η τέχνη, για παράδειγμα, φτάνει στην πιο τέλεια κατάσταση και εκπληρώνει σωστά το έργο της: έχοντας στραμμένο το βλέμμα προς το μέσον και κατευθύνοντας προς αυτό όλα τα έργα της. Άρα, όπως συμβαίνει με τον ίππο και τον οφθαλμό, και η τέχνη μέσα της έχει το στοιχείο της αρετής:
α.όταν τα έργα της έχουν φτάσει στην πιο τέλεια κατάστασή τους,είναι επιτυχημένα, όταν τίποτε δεν έχουμε να προσθέσουμε σ' αυτά ή να τους αφαιρέσουμε και
β.όταν τα έργα αυτά είναι σε θέση να επιτελέσουν με το σωστό τρόπο το έργο τους.



10.Τι ονομάζουμε "εντελέχεια"

Η κατάσταση της τελειότητας, όπου το ον θα είχε oλoκληρωτικά πραγματώσει τη μορφη του, οπου θα ειχε συντελεσθει ολη η τροχια της κινησης προς τη μορφή του, ονομάζεται εντελέχεια, γιατί τότε το ον πια έχει το ίδιο τέλος εντός του, συμπίπτει με τη μορφή του. Κάθε ον συγκεκριμένο έχει μια συγκεκριμένη εντελέχεια. Στην έννοια της εντελέχειας ολοκληρώνεται η έννοια της γένεσης που εκεί σταματά, γιατί εκεί γίνεται ό,τι είναι να γίνει
"Το δε δυνάμει εις εντελέχειαν βαδίζει" (Φυσ. 257 b 7) και το ον εκεί φυσικά σταματά την κίνησή του. Με την έννοια της εντελέχειας ολοκληρώνετα τόσο η έννοια του όντος όσο και η έννοια της γένεσής του.
Κ.Τσάτσος
11.Σχέση ηθικής αρετής, τέχνης και φύσης: Αν τα έργα της επιστήμης και της τέχνης, χάρη στην αποφυγή της υπερ­βολής και της έλλειψης, πραγματώνουν τη μεσότητα και, κατά συνέπεια, χαρακτηρίζονται από τελειότητα, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η αρε­τή είναι κάτι ακριβέστερο και ανώτερο από την τέχνη, γιατί δε συνδέεται με τη δημιουργία μορφών αλλά με την τελείωση του κορυφαίου στην α­ξιολογική κλίμακα όντος, που δεν είναι άλλο από τον άνθρωπο. Ως ακρι­βέστερη, «ακριβεστέρα», η αρετή επιτυγχάνει τη μεσότητα σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι η τέχνη. Και ως ανώτερη, ως σημαντικότερη, «αμείνων», αποτελεί αυθεντικότερη έκφανση της τελειότητας από ό,τι η τέχνη. Η υπογράμμιση της υπεροχής της αρετής απέναντι στην τέχνη αποσκοπεί, ακριβώς, να αποδείξει πως όσα ισχύουν για την τέχνη σε σχέση με τη μεσό­τητα ισχύουν σε μεγαλύτερο βαθμό για την αρετή, άρα η αρετή αποτελεί την κατ' εξοχήν πραγμάτωση της μεσότητας, δηλαδή την υπέρτατη τελειό­τητα. «Αφού για ένα έργο τέχνης, δηλαδή για κάτι που αναφέρεται στον κόσμο των παραστάσεών μας και αποτελεί αντικείμενο της εποπτείας μας, η μεσότητα σημαίνει αναμφισβήτητη τελειότητα και αφού η αρετή πραγματώνει τη μεσότητα ουσιαστικότερα και τελειότερα από όσο η τέχνη, έ­πεται πως η αρετή είναι η κατ' εξοχήν μεσότητα, πως η μεσότητα βρίσκει στην αρετή την αυθεντικότερη έκφραση καί συγκεκριμενοποίησή της»!. Αλλά και η φύση υπερέχει απέναντι στην τέχνη. Ο «επιστήμονας», όπως και ο «τεχνίτης», ενεργεί συνειδητά, εισάγει στις δραστηριότητές του το γνώρισμα της ακρίβειας και επιδιώκει την τελειότητα. Παρ' όλα αυτά, στα έργα και του ενός και του άλλου υπάρχει κάτι το υποκειμενικό, το πα­ρακινδυνευμένο, το επίπλαστο και το ατελές. Αντίθετα, η φύση διέπεται, ζωοποιείται και κυριαρχείται από την έννοια του σκοπού. Πραγματικά, «ώσπερ... οΙκονόμος αγαθός», δεν κάνει τίποτα στην τύχη, αλλά τείνει σταθερά στην πραγμάτωση ορισμένων σκοπών και γι' αυτό τα έργα της εκτελούνται με αλάνθαστη ακρίβεια και επομένως χαρακτηρίζονται από τελειότητα.
12. Ἱπποκράτης,Περὶ ἱερῆς νόσου,&21
Η αρρώστια που πραγματευθήκαμε, αυτή που τη λένε ιερή, έχει την αρχή της στις ίδιες αιτίες με τις άλλες αρρώστιες: στα εισερχόμενα και στα εξερχόμενα από τον οργανισμό του ανθρώπου, στο Ψύχος, στον ήλιο, στους ανέμους που αλλάζουν συνεχώς και που ποτέ δεν μένουν ήσυχοι. Όλα αυτά είναι θεϊκά πράγματα. Δεν υπάρχει επομένως λόγος να ξεχωρίζουμε την αρρώστια αυτή και να τη θεωρούμε πιο θεϊκή από τις άλλες όλες τους είναι θεϊκές και όλες τους είναι ανθρώπινες. Η κάθε αρρώστια έχει τη δική της φύση και τη δική της δύναμη, και απέναντι σε καμιά δεν μένουμε αμήχανοι και ανίκανοι να βρούμε μια διέξοδο. Τις πιο πολλές αρρώστιες τις γιατρεύει εκείνο ακριβώς που τις γεννά. Συγκεκριμένα: Τα πράγματα είναι τροφή το ένα για το άλλο -άλλο για το ένα, άλλο για το άλλα-, μπορεί όμως το ένα να γίνει στο άλλο και καταστροφή. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το ξέρει ο γιατρός, ώστε, διακρίνοντας την κατάλληλη για κάθε ξεχωρι­στή περίπτωση στιγμή, άλλοτε να προσφέρει αυτό που είναι τροφή και να ωφελεί, και άλλοτε, αφαιρώντας το, να βλάπτει. Γιατί και στην αρρώστια αυτή, το ίδιο όπως και σε όλες τις αρρώστιες, έχουμε την u­ποχρέωση όχι να δυναμώνουμε την πάθηση αλλά να την ταλαιπωρού­με, προσφέροντας ό ,τι της είναι πιο αντίθετο. ποτέ εκείνο στο οποίο έχει εθισθεί. Γιατί με τον εθισμό η αρρώστια προοδεύει και ακμάζει, ενώ με ό ,τι της είναι αντίθετο χάνει τη δύναμή της και εκλείπει. Οπωσδήποτε, όποιος μπορεί με κατάλληλη δίαιτα να κάνει το σώμα του ανθρώπου ξηρό ή υγρό, Ψυχρό ή θερμό, αυτός μπορεί και να για­τρεύει την αρρώστια που πραγματευθήκαμε χωρίς να καταφεύγει σε καθαρμούς και μαγγανείες -φτάνει να μπορεί κάθε φορά να διακρί­νει την κατάλληλη για κάθε χρήσιμη ενέργεια στιγμή.
(μετάφραση Δ. Λυπουρλής)
12.«Εἰ δὴ πᾶσα ἐπιστήμη… στοχαστική.» Η ΑΡΕΤΗ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΩΣ ΣΤΟΧΕΥΕΙ ΣΤΟ ΜΕΣΟΝ, ΟΠΩΣ Η ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ Η ΦΥΣΗ
Η θέση του Αριστοτέλη ότι η αρετή ενδεχομένως στοχεύει στο μέσον προκύπτει από δύο υποθετικές προκείμενες, μια εκτεταμένη παρενθετική προσθήκη και με δυνητική διατύπωση «ἂν εἴη». Χρειάζεται να παρακολουθήσουμε προσεκτικά την πορεία της σκέψης του για να διαπιστώσουμε τη μεθοδικότητά της και την ακρίβειά της. Στην προηγούμενη ενότητα ο Αριστοτέλης αναφέρθηκε στη μεσότητα, υποκειμενική και αντικειμενική, αλλά δεν τη συνέδεσε ρητά με την ηθική αρετή. Άλλωστε τα παραδείγματά του αναφέρονταν στην αριθμητική αναλογία για να δείξει την αντικειμενική μεσότητα και στις διατροφικές ανάγκες των αθλητών για να δείξει την υποκειμενική μεσότητα.
«Εἰ δὴ πᾶσα ἐπιστήμη… πρὸς τοῦτο βλέποντες ἐργάζονται)»
1η υποθετική προκείμενη: Αν η τέχνη στοχεύει στο μέσον, το οποίο διαφυλάσσει την τελειότητα των έργων.
Ο Αριστοτέλης έχει ήδη διαπιστώσει ότι η υποκειμενική μεσότητα είναι ειδοποιός διαφορά της αρετής ως οριστέας έννοιας, αλλά είναι υποχρεωμένος να δείξει ότι αυτό ισχύει και για την ηθική αρετή. Συνεχίζει λοιπόν με υποθετικό συλλογισμό συγκρίνοντας την τέχνη και τη φύση με την ηθική αρετή. Για να καταλήξει όμως στη θέση αυτή, πρώτα θα αναφερθεί στη μεσότητα που υπάρχει στις τέχνες. Εδώ, είναι χρήσιμο να επισημανθεί ότι οι όροι επιστήμη και τέχνη έχουν σχεδόν το ίδιο σημασιολογικό περιεχόμενο στην ενότητα και δεν έχουν καμία σχέση με τους ίδιους όρους, όταν χρησιμοποιούνται από τον Αριστοτέλη ως «διανοητικές αρετές».
Με την πρώτη υποθετική προκείμενη ο Αριστοτέλης δείχνει ότι κάθε τεχνική εργασία συνδέεται με σκοπό και πράξη (οὕτω τὸ ἔργον εὖ ἐπιτελεῖ, πρὸς τὸ μέσον βλέπουσα καὶ εἰς τοῦτο ἄγουσα τὰ ἔργα). Μάλιστα ο σκοπός καθορίζει τη γένεση και η ποιότητα των μέσων «οὕτω» την ποιότητα της πραγμάτωσης του σκοπού «εὖ ἐπιτελεῖ». Ο τρόπος πραγμάτωσης του σκοπού δίνεται επεξηγηματικά με τα μετοχικά σύνολα «βλέπουσα καὶ εἰς τοῦτο ἄγουσα τὰ ἔργα». Με τη μετοχή «βλέπουσα» εννοεί τη θεωρητικά προγενέστερη σύλληψη του σκοπού που εδώ ταυτίζεται με τη στόχευση του μέσου, και με τη μετοχή «ἄγουσα» την πράξη με την οποία πραγματώνεται ο σκοπός της μεσότητας. Η μεσότητα εμφανίζεται δυνάμει στη θεωρητική σύλληψή της ως σκοπού, ενώ πραγματώνεται ἐνεργείᾳ, καθώς με την πράξη προσλαμβάνει τα γνωρίσματά της στα έργα, δηλαδή το τέλειον και το αύταρκες.


«(ὅθεν εἰώθασιν ἐπιλέγειν…πρὸς τοῦτο βλέποντες ἐργάζονται)»
Παρενθετική πρόσθετη στήριξη της υποθετικής προκείμενης.

Όταν λοιπόν η τέχνη - επιστήμη λειτουργεί σωστά, επιδιώκει τη μεσότητα και γι’ αυτό τα έργα που δημιουργεί είναι τέλεια, ολοκληρωμένα («τοῖς εὖ ἔχουσιν ἔργοις»). Με τον όρο «ολοκληρωμένο έργο» εννοούμε αυτό που βρίσκεται στη μεσότητα, που τηρεί το μέτρο και την αρμονία και εξισορροπεί τις αντιθέσεις ανάμεσα στην υπερβολή και στην έλλειψη. Γι’ αυτό από αυτό δεν μπορούμε ούτε να αφαιρέσουμε κάτι («οὔτ’ ἀφελεῖν»), γιατί δεν έχει κάτι περιττό και με την αφαίρεση θα το οδηγήσουμε στην έλλειψη, ούτε να προσθέσουμε κάτι («οὔτε προσθεῖναι»), γιατί δεν του λείπει κάτι και με την πρόσθεση θα το οδηγήσουμε στην υπερβολή. Επομένως, γίνεται κατανοητό ότι η υπερβολή και η έλλειψη διαταράσσουν την ισορροπία και καταστρέφουν την τελειότητά του («φθειρούσης»), ενώ η μεσότητα τη διαφυλάσσει («σῳζούσης»). Συγκεκριμένα ο Αριστοτέλης αλλού αναφέρει ότι ένα έργο τέχνης δεν πρέπει να είναι ούτε «παμμέγεθες» ούτε «πάμμικρον» (Ποιητική, 1450b, 37-39). Υπέρ της τήρησης του μέτρου τασσόταν και ο Πλάτων, ο οποίος στον «Φίληβο» αναφέρει: «μετριότης γὰρ καὶ συμμετρία κάλλος δήπου καὶ ἀρετὴ πανταχοῦ συμβαίνει γίγνεσθαι» (= το μέτρο και η συμμετρία συμβαίνει να μεταβάλλονται σε ομορφιά και αρετή, Φίληβος, 64e, 6).
Ενισχύει πρόσθετα τα λεγόμενά του ο Αριστοτέλης με δεδομένα από τον χώρο της εμπειρίας. Στην καθημερινή πράξη η μεσότητα είναι κύριο μέλημα του αγαθού τεχνίτη, δηλαδή εκείνου που έχει συλλάβει και επιδιώκει το τέλειο έργο. Αξίζει να σχολιασθούν τα ρήματα «εἰώθασιν» και «λέγομεν» όχι μόνο γιατί αποδίδουν την κοινή γνώμη και καθημερινή πρακτική, αλλά και γιατί παραπέμπουν σε μια μακρά φιλοσοφική παράδοση:
α) Στην καθημερινή ζωή τους: αρκεί να θυμηθούμε τις γνωστές φράσεις «μηδὲν ἄγαν» και «μέτρον ἄριστον», που υποδεικνύουν την τήρηση του μέτρου. Επιπλέον, η «ὕβρις» προς τους θεούς αποτελούσε υπέρβαση του μέτρου και επέφερε την τιμωρία.
β) Στην τέχνη: τα κλασικά έργα τέχνης των αρχαίων Ελλήνων είχαν ως γνώρισμα τη μεσότητα. Οι αρχαίοι Έλληνες, σε αντίθεση με τους ανατολικούς λαούς, απέφευγαν και αποδοκίμαζαν την υπερβολή στα έργα τους.
γ) Στη φιλοσοφία: Η αναφορά στο μέσον ως στοιχείο τελειότητας των έργων επαναφέρει τον σχετικό προσωκρατικό προβληματισμό. Φαίνεται από μια άποψη σαν να ξαναπιάνει ο Αριστοτέλης το νήμα του Αναξίμανδρου, του Ηράκλειτου, του Πυθαγόρα. Η έννοια της «Δίκης», της «παλίντονης αρμονίης», «του μέτρου» επανέρχεται με άμεσο και έμμεσο τρόπο στον στοχασμό του Αριστοτέλη. Επίσης την τήρηση του μέτρου εξυμνούσε τόσο ο Δημόκριτος όσο και ο Πλάτων. Ο Δημόκριτος έλεγε: «καλὸν ἐν παντὶ τὸ ἴσον, ὑπερβολὴ δὲ καὶ ἔλλειψις οὔ μοι δοκέει» (= σε κάθε πράγμα καλό είναι το ίσιο (δηλαδή το μέτρο)˙ η υπερβολή και η έλλειψη δεν μου αρέσει). Ο Πλάτων πάλι αναφέρει στον Φίληβο: «μετριότης γὰρ καὶ συμμετρία κάλλος δήπου καὶ ἀρετὴ πανταχοῦ συμβαίνει γίγνεσθαι» (= το μέτρο και η συμμετρία συμβαίνει να μεταβάλλονται σε ομορφιά και αρετή). Επίσης, ο Ιπποκράτης στην ιατρική του, τόνιζε την αξία του μέτρου για τη διατήρηση της υγείας.Ο Αριστοτέλης βλέπει ότι η συμμετρία είναι ποσοτική έννοια, αναγκαία ωστόσο στον ποιοτικό προσδιορισμό του έργου: Άμεσα ως αριθμητική αναλογία, ως ποσοτική σχέση που εξασφαλίζει την ισορροπία. Έμμεσα ως προϋπόθεση της ποιότητας και μάλιστα της ηθικής. Έτσι το υγιές σώμα (π.χ. αθλητές), το ολοκληρωμένο έργο του εξειδικευμένου χειρώνακτα ή το έργο τέχνης στηρίζουν τον ποιοτικό τους χαρακτήρα στις ποσοτικές σχέσεις. Τα παραδείγματα της ενότητας 7 επιβεβαιώνουν την αριστοτελική αυτή αντίληψη.
«ἡ δ’ ἀρετὴ … καὶ ἡ φύσις,»
2η υποθετική προκείμενη: αν η αρετή υπερέχει από κάθε τέχνη, όπως και η φύση.
Στο χωρίο αυτό ο Αριστοτέλης συσχετίζει τις έννοιες τέχνη (η οποία εδώ ταυτίζεται με τον όρο «ἐπιστήμη»), φύση και αρετή και διαπιστώνει ότι έχουν ένα κοινό γνώρισμα, αλλά και διαφορές. Το κοινό τους γνώρισμα είναι ότι και οι τρεις έχουν τη δυνατότητα να δημιουργούν μορφές. Η διαφορά τους έγκειται σε τι δίνει μορφή η καθεμιά. Έτσι, λοιπόν: α) η τέχνη μορφοποιεί το υλικό της,
β) η αρετή δίνει μορφή στην προσωπικότητα του ανθρώπου και
γ) η φύση δημιουργεί κι αυτή τις δικές της μορφές.
Παράλληλα, ο φιλόσοφος επιχειρεί να ιεραρχήσει τις τρεις αυτές έννοιες. Έτσι, κατ’ αυτόν, η φύση είναι ανώτερη από την τέχνη, γιατί κάθε φυσικό ον έχει τάση προς την τελειότητα. Από τη στιγμή δηλαδή που γεννιέται και αυξάνεται, οδηγείται, ανεξάρτητα από τη θέλησή του, στο «τέλος», στην τελειότερη μορφή του. Αντίθετα, τα έργα τέχνης είναι σταθερά και αμετάβλητα και δεν τείνουν πουθενά. Ο Αριστοτέλης αναφέρει : «ο σκοπός και το ωραίο είναι σε μεγαλύτερο βαθμό παρόντα στη φύση, παρά στα έργα της τέχνης» (Περὶ ζώων μορίων, 639b, 19-21). Εξάλλου, όπως διαπιστώνει και ο Ασπάσιος, ο σχολιαστής του Αριστοτέλη, «μιμεῖται γὰρ τέχνη τὴν φύσιν» (= η τέχνη μιμείται τη φύση), γι’ αυτό και είναι κατώτερη αυτής. Από την άλλη, η αρετή είναι ανώτερη και από τη φύση και από την τέχνη, γιατί μορφοποιεί στην ουσία του τον άνθρωπο και αποτελεί ύψιστη έκφανση της μεσότητας. Όπως, μάλιστα, αναφέρει και ο Ασπάσιος, η αρετή είναι ανώτερη από την τέχνη, γιατί η αρετή είναι «τελειότης φύσεως καὶ κατωρθωμένη φύσις», δηλαδή μια φυσική ιδιότητα με επιτυχία οδηγημένη στον σκοπό της. Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι, για τον Αριστοτέλη, ανώτερη όλων είναι η αρετή, ακολουθεί η φύση και τελευταία στην ιεράρχηση έρχεται η τέχνη: Αρετή > φύση > τέχνη


«τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική» Συμπέρασμα και ολοκλήρωση του συλλογισμού. Λογικά συνάγεται το συμπέρασμα ότι η αρετή ενδεχομένως στοχεύει στη μεσότητα. Το συμπέρασμα εκφέρεται με δυνητική ευκτική, δηλαδή με δυνητική έκφραση, απόλυτα σύμφωνη με τον υποθετικό τρόπο σκέψης και εκφοράς του λόγου που προηγήθηκε.
Για να αποδείξει, λοιπόν, ο Αριστοτέλης ότι η αρετή έχει ως στόχο της το μέσον, διατυπώνει τον εξής υποθετικό συλλογισμό:

1η προκείμενη: αν η τέχνη στοχεύει στο μέσον («Εἰ δὴ πᾶσα ἐπιστήμη … ἄγουσα τὰ ἔργα») και
2η προκείμενη: αν η αρετή είναι ακριβέστερη και ανώτερη από την τέχνη («ἡ δ’ ἀρετὴ πάσης τέχνης ἀκριβεστέρα καὶ ἀμείνων ἐστὶν»)

Συμπέρασμα: η αρετή έχει ως στόχο της το μέσον («τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική»).

Καλό είναι να επισημανθεί εδώ ότι η χρήση υποθετικού συλλογισμού, ο οποίος βασίζεται σε προκείμενες από τις οποίες η μία τουλάχιστον είναι υποθετική πρόταση, προσιδιάζει στο ύφος του επιστημονικού λόγου, γιατί υποδηλώνει μετριοπάθεια, διαλλακτικότητα και έλλειψη δογματισμού. Άλλωστε, μέσα στο πλαίσιο της επιστημονικής έρευνας εντάσσεται και η διατύπωση υποθέσεων, οι οποίες αργότερα επαληθεύονται ή διαψεύδονται. Τη μετριοπάθεια και τη διαλλακτικότητα υποδηλώνει και η χρήση της δυνητικής ευκτικής στο χωρίο «τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική», η οποία δηλώνει αυτό που είναι δυνατό να γίνει στο παρόν και το μέλλον, δηλαδή το πιθανό και ενδεχόμενο. Η αρχική αυτή υπόθεση θα πάρει τη μορφή συμπεράσματος διατυπωμένου σε οριστική έγκλιση στην αμέσως επόμενη ενότητα. Ας μην ξεχνάμε, εξάλλου, ότι ο Αριστοτέλης συνέγραψε τα Ηθικά Νικομάχεια (όπως πληροφορούμαστε και από την εισαγωγή του σχολικού εγχειριδίου) σε ώριμη πια ηλικία, την οποία χαρακτήριζε η ηρεμία, η νηφαλιότητα, η ώριμη σκέψη και η έλλειψη δογματισμού.
Β) «Λέγω δὲ τὴν ἠθικήν· … καὶ τὸ μέσον.» Η ΜΕΣΟΤΗΤΑ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΗΘΙΚΗ ΑΡΕΤΗ, ΟΧΙ ΤΗ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗ
Σ’ αυτό το σημείο ο Αριστοτέλης συνδέει τη μεσότητα με την ηθική αρετή και σαφώς τη διακρίνει από τις προηγούμενες εφαρμογές της μεσότητας. Διαχωρίζει την ηθική αρετή ως προϊόν της έξεως και ως προϋπόθεση πράξεως από τη διανοητική αρετή που σχετίζεται με τον νου και παραπέμπει στη θεωρητική ζωή του ανθρώπου. Διευκρινίζει ότι η ηθική αρετή αναφέρεται στα πάθη και στις πράξεις, δηλαδή στην εξωτερίκευση του ανθρώπου, στη συμπεριφορά του εν γένει. Στην αριστοτελική έννοια «πάθη» αναφερθήκαμε και στην 6η ενότητα των Ηθικών Νικομαχείων. Είδαμε λοιπόν ότι για τον Αριστοτέλη πάθη είναι η επιθυμία, η οργή, ο φόβος, το θάρρος, ο φθόνος, η χαρά, η φιλία, το μίσος, ο πόθος, η ζήλεια, η λύπη, δηλαδή αυτά που σήμερα θα λέγαμε συναισθήματα. Μάλιστα, ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι τα «πάθη» είναι άλογες παρορμήσεις της ψυχής και βιολογικές ιδιότητες του ανθρώπινου είδους. Στις ψυχικές καταστάσεις και στη συμπεριφορά του ανθρώπου βρίσκουν εφαρμογή επίσης οι τρεις ποσοτικές έννοιες (υπερβολή, έλλειψη, το μέσον). Ακόμη τα συναισθήματα και η δράση του ανθρώπου επιδέχονται τον έλεγχο με βάση τις τρεις αυτές ποσοτικές έννοιες-κριτήρια.

Από την άλλη γίνεται φανερό ότι η μεσότητα αφορά τις ηθικές και όχι τις διανοητικές αρετές. Κι αυτό, γιατί οι ηθικές αρετές σχετίζονται με τα συναισθήματα και τις πράξεις και σ’ αυτά υπάρχει υπερβολή, έλλειψη και μεσότητα. Αντίθετα, οι διανοητικές αρετές δεν είναι μεσότητες. Σχετικά με τη διανοητική αρετή της σοφίας ο Ασπάσιος γράφει: «φανερὸν δὲ ποιεῖ διὰ τούτων ὅτι ἡ διανοητικὴ ἀρετὴ οὐκ ἔστι μεσότης· οὐ γὰρ δεῖ μέσως μὲν εἰδέναι, ὑπερβαλλόντως δὲ μή, ἀλλ’ ἐφ’ ὅσον οἷόν τε εἰδέναι ἄριστα ἂν ἔχοι» (= με αυτά (ο Αριστοτέλης) κάνει φανερό ότι η διανοητική αρετή δεν είναι μεσότητα· γιατί δεν πρέπει να έχει κανείς γνώσεις μεσαίας ποιότητας και όχι υπερβολικά πολλές, αλλά θα ήταν άριστο να έχει όσο το δυνατόν πιο πολλές γνώσεις). Δηλαδή στην αρετή της σοφίας θεωρείται πολύ καλό να έχει κανείς πάρα πολλές γνώσεις, να βρίσκεται δηλαδή στην υπερβολή.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ-ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
Ερώτηση 1
: «τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική»: Πρόσεξε ότι ο Αριστοτέλης απέφυγε να πει: «τοῦ μέσου ἐστὶ στοχαστική». Προσπάθησε να καταλάβεις τη διαφορά των δύο εκφραστικών τρόπων και εξήγησε στη συνέχεια την προτίμηση του Αριστοτέλη για την πρώτη – μπορούμε άραγε από την προτίμησή του να βγάλουμε συμπεράσματα και για τον χαρακτήρα του; Μην ξεχνάς αυτό που λένε, πως «το ύφος είναι ο άνθρωπος»! Θα βοηθηθείς, πάντως, στην προσπάθειά σου, αν ξαναθυμηθείς από το συντακτικό σου
α) τη σημασία του εκφραστικού σχήματος της δυνητικής ευκτικής, και
β) τη λεγόμενη (=;) «απλή σκέψη του λέγοντος».
(ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 172)
Παρατηρούμε ότι στη φράση «τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική», ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί δυνητική ευκτική και όχι οριστική. Η δυνητική ευκτική εκφράζει αυτό που είναι δυνατό να γίνει στο παρόν και το μέλλον, δηλαδή κάτι πιθανό και ενδεχόμενο, ή κάτι που ο συγγραφέας θέλει να παραθέσει ως απλή σκέψη του λέγοντος. Έτσι, αποφεύγει να είναι κατηγορηματικός και δογματικός. Από την άλλη, η οριστική δηλώνει το πραγματικό, το σίγουρο. Αν δεχτούμε την άποψη του Μπυφόν ότι «το ύφος είναι ο άνθρωπος», που επαναλαμβάνει και ο Γ. Σεφέρης στο κείμενό του για τον Μακρυγιάννη (Δοκιμές, Α’ τόμος, Ίκαρος 1981, σελ. 260), καταλαβαίνουμε ότι ο Αριστοτέλης ήταν μετριοπαθής, συγκαταβατικός και διαλλακτικός χαρακτήρας. Στην άποψη αυτή συνηγορεί και το γεγονός ότι τα Ηθικά Νικομάχεια γράφτηκαν στην ώριμη περίοδο της ζωής του, που διακρινόταν από μετριοπάθεια και έλλειψη δογματισμού.

Ερώτηση 2: Πώς ορίζει ο Αριστοτέλης τα «ολοκληρωμένα έργα»;
Με τον όρο «ολοκληρωμένο» ο Αριστοτέλης ορίζει αυτό το έργο που βρίσκεται στη μεσότητα, που τηρεί το μέτρο και την αρμονία και εξισορροπεί τις αντιθέσεις ανάμεσα στην υπερβολή και στην έλλειψη. Γι’ αυτό από αυτό δεν μπορούμε ούτε να αφαιρέσουμε κάτι («οὔτ’ ἀφελεῖν»), γιατί δεν έχει κάτι περιττό και με την αφαίρεση θα το οδηγήσουμε στην έλλειψη, ούτε να προσθέσουμε κάτι («οὔτε προσθεῖναι»), γιατί δεν του λείπει κάτι και με την πρόσθεση θα το οδηγήσουμε στην υπερβολή. Επομένως, γίνεται κατανοητό ότι η υπερβολή και η έλλειψη διαταράσσουν την ισορροπία και καταστρέφουν την τελειότητά του («φθειρούσης»), ενώ η μεσότητα τη διαφυλάσσει («σῳζούσης»). Συγκεκριμένα, ο Αριστοτέλης στην Ποιητική του αναφέρει ότι ένα έργο τέχνης δεν πρέπει να είναι ούτε «παμμέγεθες» ούτε «πάμμικρον».

Ερώτηση 3: Ο Αριστοτέλης συγκρίνει τις έννοιες τέχνη - αρετή - φύση. Ποιες ομοιότητες και ποιες διαφορές εντοπίζει και με ποια σειρά τις ιεραρχεί;
Στο χωρίο «ἡ δ’ ἀρετὴ … στοχαστική», ο Αριστοτέλης συσχετίζει τις έννοιες τέχνη (η οποία εδώ ταυτίζεται με τον όρο «ἐπιστήμη»), φύση και αρετή και διαπιστώνει ότι έχουν ένα κοινό γνώρισμα, αλλά και διαφορές. Το κοινό τους γνώρισμα είναι ότι και οι τρεις έχουν τη δυνατότητα να δημιουργούν μορφές. Η διαφορά τους έγκειται σε τι δίνει μορφή η καθεμιά. Έτσι, λοιπόν: α) η τέχνη μορφοποιεί το υλικό της,
β) η αρετή δίνει μορφή στην προσωπικότητα του ανθρώπου και
γ) η φύση δημιουργεί κι αυτή τις δικές της μορφές.

Παράλληλα, ο φιλόσοφος επιχειρεί να ιεραρχήσει τις τρεις αυτές έννοιες. Έτσι, κατ’ αυτόν, η φύση είναι ανώτερη από την τέχνη, γιατί κάθε φυσικό ον έχει τάση προς την τελειότητα. Από τη στιγμή δηλαδή που γεννιέται και αυξάνεται, οδηγείται, ανεξάρτητα από τη θέλησή του, στο «τέλος», στην τελειότερη μορφή του. Αντίθετα, τα έργα τέχνης είναι σταθερά και αμετάβλητα και δεν τείνουν πουθενά. Ο Αριστοτέλης αναφέρει: «ο σκοπός και το ωραίο είναι σε μεγαλύτερο βαθμό παρόντα στη φύση, παρά στα έργα της τέχνης» (Περὶ ζώων μορίων, 639b, 19-21). Εξάλλου, όπως διαπιστώνει και ο Ασπάσιος, ο σχολιαστής του Αριστοτέλη, «μιμεῖται γὰρ τέχνη τὴν φύσιν» (= η τέχνη μιμείται τη φύση), γι’ αυτό και είναι κατώτερη αυτής. Από την άλλη, η αρετή είναι ανώτερη και από τη φύση και από την τέχνη, γιατί μορφοποιεί στην ουσία του τον άνθρωπο και αποτελεί ύψιστη έκφανση της μεσότητας. Όπως μάλιστα αναφέρει και ο Ασπάσιος, η αρετή είναι ανώτερη από την τέχνη, γιατί η αρετή είναι «τελειότης φύσεως καὶ κατωρθωμένη φύσις», δηλαδή μια φυσική ιδιότητα με επιτυχία οδηγημένη στο σκοπό της. Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι, για τον Αριστοτέλη, ανώτερη όλων είναι η αρετή, ακολουθεί η φύση και τελευταία στην ιεράρχηση έρχεται η τέχνη: αρετή > φύση > τέχνη

Ερώτηση 4: Διατυπώστε (με προκείμενες και συμπέρασμα) τον συλλογισμό του Αριστοτέλη που αποδεικνύει ότι η αρετή έχει ως στόχο τη μεσότητα.

Για να αποδείξει ο Αριστοτέλης ότι η αρετή έχει ως στόχο της το μέσον, διατυπώνει τον εξής υποθετικό συλλογισμό :
1η προκείμενη: αν η τέχνη στοχεύει στο μέσον («Εἰ δὴ πᾶσα ἐπιστήμη … ἄγουσα τὰ ἔργα») και
2η προκείμενη: αν η αρετή είναι ακριβέστερη και ανώτερη από την τέχνη («ἡ δ’ ἀρετὴ πάσης τέχνης ἀκριβεστέρα καὶ ἀμείνων ἐστὶν»)
Συμπέρασμα: η αρετή έχει ως στόχο της το μέσον («τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική»).

Ερώτηση 5: Αν λάβουμε υπόψη τον υποθετικό συλλογισμό και τη δυνητική ευκτική («ἂν εἴη») που χρησιμοποιεί ο Αριστοτέλης, σε τι συμπεράσματα μπορούμε να καταλήξουμε για το ύφος του; Προσιδιάζει στον επιστημονικό λόγο;

Η χρήση υποθετικού συλλογισμού, ο οποίος βασίζεται σε προκείμενες από τις οποίες η μία τουλάχιστον είναι υποθετική πρόταση, προσιδιάζει στο ύφος του επιστημονικού λόγου, γιατί υποδηλώνει μετριοπάθεια, διαλλακτικότητα και έλλειψη δογματισμού. Άλλωστε μέσα στο πλαίσιο της επιστημονικής έρευνας εντάσσεται και η διατύπωση υποθέσεων, οι οποίες αργότερα επαληθεύονται ή διαψεύδονται. Τη μετριοπάθεια και τη διαλλακτικότητα υποδηλώνει και η χρήση της δυνητικής ευκτικής στο χωρίο «τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική», η οποία δηλώνει αυτό που είναι δυνατό να γίνει στο παρόν και το μέλλον, δηλαδή το πιθανό και ενδεχόμενο. Ας μην ξεχνάμε εξάλλου ότι ο Αριστοτέλης συνέγραψε τα Ηθικά Νικομάχεια (όπως πληροφορούμαστε και από την εισαγωγή του σχολικού εγχειριδίου) σε ώριμη πια ηλικία, την οποία χαρακτήριζε η ηρεμία, η νηφαλιότητα, η ώριμη σκέψη και η έλλειψη δογματισμού.
Ερώτηση 6: Ο Αριστοτέλης διευκρινίζει στο τέλος της ενότητας ότι, όταν αναφέρεται στην αρετή, εννοεί την ηθική και όχι τη διανοητική αρετή. Πώς εξηγείται η άποψη αυτή;

Σ’ αυτό το σημείο ο Αριστοτέλης συνδέει τη μεσότητα με την ηθική αρετή και σαφώς τη διακρίνει από τις προηγούμενες εφαρμογές της μεσότητας. Διαχωρίζει την ηθική αρετή ως προϊόν της έξεως και ως προϋπόθεση πράξεως από τη διανοητική αρετή που σχετίζεται με τον νου και παραπέμπει στη θεωρητική ζωή του ανθρώπου. Διευκρινίζει ότι η ηθική αρετή αναφέρεται στα πάθη και στις πράξεις, δηλαδή στην εξωτερίκευση του ανθρώπου, στη συμπεριφορά του εν γένει. Στην αριστοτελική έννοια «πάθη» αναφερθήκαμε και στην 6η ενότητα των Ηθικών Νικομαχείων. Είδαμε λοιπόν ότι για τον Αριστοτέλη πάθη είναι η επιθυμία, η οργή, ο φόβος, το θάρρος, ο φθόνος, η χαρά, η φιλία, το μίσος, ο πόθος, η ζήλεια, η λύπη, δηλαδή αυτά που σήμερα θα λέγαμε συναισθήματα. Μάλιστα, ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι τα «πάθη» είναι άλογες παρορμήσεις της ψυχής και βιολογικές ιδιότητες του ανθρώπινου είδους. Στις ψυχικές καταστάσεις και στη συμπεριφορά του ανθρώπου βρίσκουν εφαρμογή επίσης οι τρεις ποσοτικές έννοιες (υπερβολή, έλλειψη, το μέσον). Ακόμη τα συναισθήματα και η δράση του ανθρώπου επιδέχονται τον έλεγχο με βάση τις τρεις αυτές ποσοτικές έννοιες - κριτήρια.
Από την άλλη γίνεται φανερό ότι η μεσότητα αφορά τις ηθικές και όχι τις διανοητικές αρετές. Κι αυτό, γιατί οι ηθικές αρετές σχετίζονται με τα συναισθήματα και τις πράξεις και σ’ αυτά υπάρχει υπερβολή, έλλειψη και μεσότητα. Αντίθετα, οι διανοητικές αρετές δεν είναι μεσότητες. Σχετικά με τη διανοητική αρετή της σοφίας ο Ασπάσιος γράφει: «φανερὸν δὲ ποιεῖ διὰ τούτων ὅτι ἡ διανοητικὴ ἀρετὴ οὐκ ἔστι μεσότης· οὐ γὰρ δεῖ μέσως μὲν εἰδέναι, ὑπερβαλλόντως δὲ μή, ἀλλ’ ἐφ’ ὅσον οἷόν τε εἰδέναι ἄριστα ἂν ἔχοι» (= με αυτά (ο Αριστοτέλης) κάνει φανερό ότι η διανοητική αρετή δεν είναι μεσότητα· γιατί δεν πρέπει να έχει κανείς γνώσεις μεσαίας ποιότητας και όχι υπερβολικά πολλές, αλλά θα ήταν άριστο να έχει όσο το δυνατόν πιο πολλές γνώσεις). Δηλαδή στην αρετή της σοφίας θεωρείται πολύ καλό να έχει κανείς πάρα πολλές γνώσεις, να βρίσκεται δηλαδή στην υπερβολή.





















Ερωτήσεις

1.Ποιος είναι ο αισθητικός κανόνας ελέγχου του βαθμού τελειότητας ενός έργου τέχνης;
2.Ο Αριστοτέλης κατέταξε αξιολογικά στο κείμενο σε μια σειρά τις έννοιες τέχνη,αρετή,φύση.Ποια είναι η σειρά αυτή; Εξήγησέ την με το ο του Αριστοτέλη.
3.Στην 6η ενότητα ο Αριστοτέλης αναφέρθηκε στην αρετή του οφθαλμού, του ίππου, κλπ σε σχέση με την ολοκλήρωση του έργου που η φύση έχει αναθέσει σε κάθε ζώο ή πράγμα.Με βάση αυτές τις απόψεις και με βάση το κείμενο της ενότητάς σου αυτής να δείξεις πότε μια τέχνη είναι ενάρετη.
4.Με όρους τις αριστοτελικής φιλοσοφίας να δώσετε τον ορισμό των άριστων έργων και να τον αιτιολογήσετε.
5.Το συμπέρασμα «ἡ ἀρετή τοῦ μέσου ἂν εἲη στοχαστική»συνάγεται στο κείμενο από δυο προκείμενες.Ποιες είναι αυτές;Πιστεύετε ότι ένας τέτοιου είδους συλλογισμός ταιριάζει στο επιστημονικό ύφος;
6.Πάθη:στα Η.Νικ.,1105 b 23-26 ο Αριστοτέλης διευκρινίζει για τα πάθη: «Λέγω δε πάθη μέν ἐπιθυμίαν ὀργήν φόβον χαράν φιλίαν μῖσος πόθον ζῆλον ἒλεον, ὃλως οἷς ἓπεται ἡδονή ἤ λύπη».Λαμβάνοντας υπόψη σας αυτή τη διευκρίνιση και όσα εκτίθενται στις ενότητες 5η και 8η να δώσετε τα κοινά σημεία των ηθικών αρετών με τα πάθη και τις πράξεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια: