Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019

ΠΕΙΘΩ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΛΟΓΟ
O πολιτικός λόγος
Ο πολιτικός λόγος είτε γραπτός (π.χ. άρθρα, συνεντεύξεις) είτε προφορικός (π.χ.
ομιλίες, διαλέξεις) αναφέρεται σε ζητήματα γενικότερου ενδιαφέροντος (οικονομικά,
κοινωνικά, εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής) και απευθύνεται σε ένα ευρύ κοινό.
Σκοπός του πομπού είναι να πληροφορήσει, να διαφωτίσει τον δέκτη για το θέμα που
εξετάζει, ώστε αυτός να προβεί σε συγκεκριμένες επιλογές και ενέργειες. Ο πομπός
του πολιτικού λόγου (ρήτορας/ πολιτικός) χρησιμοποιεί όλους τους γνωστούς
τρόπους πειθούς.
Με τον πολιτικό λόγο ο πομπός επιθυμεί να πείσει τον δέκτη να πάρει κάποιες
αποφάσεις ή να προβεί σε κάποια ενέργεια. Ο δέκτης λοιπόν πρέπει να πεισθεί ότι η
απόφασή του είναι σύμφωνη με τα δικά του προσωπικά συμφέροντα και με τα
συμφέροντα του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου στο οποίο ανήκει.
Έτσι, ο πολιτικός λόγος χαρακτηρίζεται από:
1. Λογική επιχειρηματολογία.
2. Έντονη συναισθηματική φόρτιση και ρητορεία.
Επειδή ο πολιτικός λόγος συνδέεται με την εξουσία, ορισμένες φορές στοχεύει
στην παραπλάνηση ή στον εκφοβισμό του ακροατηρίου, έτσι ώστε να
εξασφαλιστεί η άκριτη αποδοχή από το δέκτη (ακροατήρια) των σκοπών και των
αποφάσεων του πομπού. Στις περιπτώσεις αυτές η αποδεικτική ισχύς των
επιχειρημάτων αντικαθίσταται από αυταπόδεικτες έννοιες ή λέξεις με τέτοια ηθική
διάσταση (έθνος, λαός, εθνική σωτηρία κ.λπ.) που εμποδίζουν τον λογικό έλεγχο και
παγιδεύουν το δέκτη.
Όταν ο πολιτικός λόγος παίρνει αυτή τη μορφή, με την παραποίηση των εννοιών και
τη στρέβλωση των αξιών, γίνεται προπαγάνδα.
Πολιτικός εξουσιαστικός Λόγος: Καταγραφή γνωρισμάτων των δύο γλωσσών
Με τον όρο «γλώσσα της εξουσίας» ή «εξουσιαστικός λόγος» εννοούμε τη γλώσσα
ή τον λόγο που υποκρύπτει εξουσιαστικές τάσεις και προσπαθεί να αλλοιώσει ή να
κάμψει τη βούληση του δέκτη, με σκοπό να τον αλλοτριώσει, να του κάνει «πλύση
εγκεφάλου» και να τον υποδουλώσει. Τέτοιος λόγος είναι ο λόγος των πολιτικών, των
διαταγμάτων, των προκηρύξεων, των διαφημίσεων, των νομοθεσιών, των άρθρων
των εφημερίδων κ.λπ
Α.- γνωρίσματα εξουσιαστικού λόγου
ΣΤΗ ΜΟΡΦΗ- ΕΚΦΡΑΣΗ:
1. Εμφανής ή λανθάνων διατακτικός χαρακτήρας. Ο διατακτικός χαρακτήρας
επιτυγχάνεται μέσα από:
α] ελλειπτικές και ονοματικές προτάσεις με χρήση προσδιορισμών οι οποίοι
υπογραμμίζουν αυταπόδεικτες αλήθειες με τρόπο δογματικό και απόλυτο.
β] περιορισμό του ρηματικού λόγου ή όταν χρησιμοποιείται το ρήμα προτιμούνται οι
εξακολουθητικοί χρόνοι οι οποίοι εμφανίζουν τις συγκεκριμένες χρονικές στιγμές και
τονίζουν τη διάρκεια και την αιωνιότητα.
2. Αοριστία, γενικότητα, ταυτολογία, μυστικοπάθεια: όλα αυτά καλλιεργούνται
μέσα από το μονοσήμαντο και κατευθυνόμενο μονόλογο.
3. Συνειδητή δημιουργία απόστασης και χάσματος ανάμεσα στο πομπό και το
δέκτη, ο οποίος πρέπει να αισθάνεται ασήμαντος, κατώτερος και εξαρτημένος από
τον πομπό (απόρροια όλων των προηγούμενων)
Β.- γνωρίσματα εξουσιαστικού λόγου
ΣΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ:
1. Προβολή των δομικών στοιχείων ενός αντι-κριτικού λόγου σκέψης: συντήρηση
και μεταφορά με μεγαληγορία και βεβαιότητα «αιώνιων και μοναδικών» αξιών,
αυταρχικός περιορισμός του διαλόγου μέσα από την εντολή στον δέκτη να
συντονίζεται στα μηνύματα του πομπού
2. Παραγκωνισμός ή συνειδητή άγνοια της καθημερινότητας μέσα από τη
γενίκευση αποδεκτών μεγάλων αξιών (πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια κλπ)
3. Στρέβλωση αξιών και παραποίηση του νοήματος εννοιών «Τα μεγάλα
προβλήματα της ζωής δεν λύνονται στην επιφάνεια, αλλά μονάχα στον βυθό. Σε
επιφανειακές διαστάσεις παραμένουν άλυτα» (Wittgenstein). Και στον βυθό
βρίσκεται η ψυχή του ανθρώπου. Τα αίτια λοιπόν της κρίσης της γλώσσας (και της
γλώσσας της εξουσίας) παραπέμπουν στα αίτια της κρίσης της παιδείας, τα οποία με
τη σειρά τους παραπέμπουν στην κρίση του ανθρώπου. Ένας φαυλεπίφαυλος κύκλος.
τελικά συμπεράσματα για τον άδικο λόγο της εξουσίας και τον δίκαιο λόγο της
παιδείας
Γίνεται φανερό από τα παραπάνω πως ο εξουσιαστικός είναι άδικος λόγος, αφού
φθείρει έννοιες και νοήματα, διαφθείρει τους δέκτες του και καταστρατηγεί κάθε
έννοια εντιμότητας και ειλικρίνειας στην επικοινωνία.
Στον αντίποδα αυτού του είδους του λόγου, ως μόνη ελπίδα για να αντισταθεί ο
άνθρωπος στη δύναμή του, αναδύεται ο δίκαιος λόγος της παιδείας. Πρόκειται για
τον λόγο που εκπέμπουν οι ελεύθερες ψυχές, τα βαθιά καλλιεργημένα πνεύματα, για
ένα λόγο ο οποίος, σε αντίθεση με τον άδικο λόγο των ισχυρών, διακρίνεται από τα
δικά του ιδιαίτερα γνωρίσματα:
1] Εντιμότητα, ειλικρίνεια, αλήθεια: αυτή έγκειται στη διατήρηση της πραγματικής
σχέσης σημαινόντων και σημαινομένων, στη σήμανση των πραγμάτων του κόσμου
με το αληθινό τους όνομα.
2] Σαφήνεια, διαύγεια, ακριβολογία: επιτυγχάνεται με τον λεξιλογικό πλούτο, ο
οποίος επιστρατεύεται, για να δηλωθεί κάθε σημασιολογική απόχρωση, με τις
ολοκληρωμένες συντακτικές δομές, με την εκφραστική ποικιλία χάρη στην οποία
δηλώνονται τα οριστικά και τα αβέβαια, τα πραγματικά και τα πιθανά, τα εφήμερα
και τα αιώνια.
3] Διαλλακτικότητα: ο λόγος της παιδείας είναι λόγος που συσχετίζει, αντιπαραθέτει
και συγκρίνει ποικίλα νοήματα, θέτει ερωτήματα και δοκιμάζει απαντήσεις. Είναι
ένας λόγος ερευνητικός, ζωντανός, δυναμικός.
4] Γνησιότητα, αυθεντικότητα, απουσία επιτήδευσης: είναι λόγος βαθύς, γιατί
αναδύεται από καλλιεργημένες συνειδήσεις, πυκνός γιατί εκπέμπεται από ανθρώπους
με περιεχόμενο, ουσιαστικός, γιατί αποτελεί τη φωνή ανθρώπων που έχουν λάβει
επιμελημένη αγωγή και παιδεία
Τα χαρακτηριστικά του Πολιτικού λόγου
Στο περιεχόμενο
 Λέξεις με ειδικό αξιολογικό βάρος και μεγάλη συναισθηματική φόρτιση,
όπως λαός, έθνος, πατρίδα, θρησκεία, παράδοση, κοινωνία, πολίτης,
δικαίωμα, συμφέρον, αριστερά, δεξιά, σοσιαλισμός, καπιταλισμός κ.ά.,
αναδεικνύονται σε κύριες λειτουργικές μονάδες του πολιτικού λόγου. Η
χρήση τους ποικίλλει ανάλογα με τις αρχές και τις θέσεις που εκφράζει ο
ομιλητής. Το επιβλητικό ηθικό και αξιολογικό μέγεθος των λέξεων αυτών
διευκολύνει τον ομιλητή στην επίτευξη των στόχων του.
 Εξιδανίκευση των σκοπών που επιδιώκονται, υποσχέσεις
 Σωτηριολογία ή καταστροφολογία.
 Προσπάθεια να συγκαλυφθεί το πραγματικό πρόσωπο της εξουσίας και να
εμφανιστεί τέτοιο που θα ήθελε να πιστεύουμε πως είναι (αμφισημία).
 Το σχόλιο και το σύνθημα επισκιάζει την πληροφορία και την τεκμηρίωση.
 Υποσχέσεις, συμβόλαια.
 Παραπειστικές και εκφοβιστικές μέθοδοι, ύβρεις, κινδυνολογία.
Στην έκφραση
 Η τυποποίηση της γλώσσας με ένα “τεχνικό” λεξιλόγιο (ξύλινος λόγος, ξύλινη
κωδικοποιημένη γλώσσα )
 Η χρήση της γλώσσας είναι περισσότερο συγκινησιακή, έντονη
συναισθηματική φόρτιση.
 Ρητορική υπερβολή, επαναλήψεις, έμφαση, στόμφος.
 Συνθήματα με χαρακτηριστικά του ποιητικού λόγου: μέτρο, ρυθμό,
ομοιοκαταληξία, ελλειπτικότητα και υπαινικτικότατα.
 Απλή γλώσσα, ώστε να δίνεται η εντύπωση ότι δεν υπάρχει απόσταση
ανάμεσα σε εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους
 Χρησιμοποιούνται σύντομες, περιεκτικές, κύριες προτάσεις, ενώ
αποφεύγονται οι σύνθετες και οι επαυξημένες με πολλούς όρους προτάσεις
και ο μακροπερίοδος υποταγμένος λόγος.
 Λεκτικός πληθωρισμός, κατάχρηση συνωνύμων και επαναλήψεις λέξεων.
 Διατύπωση βεβαιωτική (καταφατικές προτάσεις, απουσία αρνητικών μορίων),
θαυμαστική, έγκλιση: οριστική (βέβαιο), υποτακτική (επιθυμητό), προστατική
(προτροπή), β) ρηματικά πρόσωπα: α΄ ενικό, α΄ πληθυντικό (συλλογικότητα),
 (οτιδήποτε προκαλεί εντύπωση και θαυμασμό) δεοντολογική (αναφορές που
παραπέμπουν στο «πρέπει», στο «οφείλει», στη «δέσμευση
 Ρητορείες, μεγαλοστομία, θεωρητικολογίες.
 Ασάφεια και ακυρολεξία, μηνύματα χωρίς νοηματική συνοχή, επάρκεια ή
αποτελεσματικότητα. Αλλοίωση και διαστρέβλωση της σημασίας των λέξεων
 Αξιολογικός λόγος, δηλαδή χρήση εννοιών και λέξεων με τεράστιο ηθικό
βάρος (λαός, πατρίδα, έθνος).
Στην οργάνωση
 Χαλαρότητα, αποσπασματικότητα, έλλειψη της αλληλουχίας και της
συνεκτικότητας που διακρίνει, για παράδειγμα, τον επιστημονικό λόγο.
Πώς σχολιάζουμε ένα πολιτικό κείμενο:
 Αναφέρουμε το είδος του κειμένου (πολιτικό) και το θέμα του.
 Επισημαίνουμε ότι αποβλέπει στην πειθώ και γράφουμε την άποψη που
υποστηρίζει.
 Εντοπίζουμε και παραθέτουμε τους τρόπους, τα μέσα πειθούς και τα άλλα
εκφραστικά μέσα που χρησιμοποιεί ο συντάκτης του.
 Προσέχουμε μήπως το κείμενο περιέχει κάποια από τα χαρακτηριστικά του
νοσηρού πολιτικού λόγου, του πολιτικού, δηλαδή, λόγου που μετατρέπεται σε
προπαγάνδα
Τα κείμενα
Α. Αξιοποιώντας το παρακάτω κείμενο, να προβληματιστείτε σχετικά με τον σκοπό
που επιδιώκει ο πομπός στον πολιτικό λόγο, κάνοντας χρήση της πληθωρικής
γλώσσας.
Ο πληθωρισμός στην πολιτική γλώσσα εμποδίζει την επι κοινωνία, μετατρέποντας τις
λέξεις από έννοιες σε ασαφείς και νοηματικά ρευστές ηθικές κατηγορίες που
υποδηλώνουν συμφωνία ή διαφωνία, υπεράσπιση ή καταδίκη. Η χρήση που γίνεται
των λέξεων προβάλλει την ηθική διάσταση σε βάρος του νοήματος και μαζί με την
υπερβολή και τον στόμφο εμποδίζει την κατανόηση και υποβάλλει την άκριτη
αποδοχή.
Ο πληθωρισμός συνδέεται πολύ στενά με την αξιολόγηση που επιδιώκει, πράγμα που
δυσκολεύει την περιγραφή, καθώς τα χαρακτηριστικά που τεχνητά απομονώσαμε
συνήθως συνυπάρχουν και αλληλεξαρτώνται. Οι λέξεις που χρησιμοποιεί δεν έχουν
μόνο μεγάλο ηθικό βάρος, αλλά αποτελούν αξίες με τεράστιο κοινωνικό κύρος. Ο
χειρισμός της γλώσσας επιτρέπει να χάνεται το νόημα και στη θέση του να απομένει
η ασαφής αντιπαράθεση του καλού με το κακό. Χειρισμός που απομακρύνει τη
λογική, απευθύνεται στο συναίσθημα και συσπειρώνει τους ακροατές με θαυμαστικά
επιφωνήματα και κατάρες, εμποδίζουν τας τη διαφωνία, αλλά κυρίως εμποδίζοντας τη
συμφωνία που προκύπτει από την κρίση των δεκτών.
Το βασικότερο χαρακτηριστικό της πληθωρικής ρητορείας στον πολιτικό λόγο είναι
ότι κύριος στόχος της, παρά τα φαινόμενα, δεν είναι να πείσει τους δέκτες. Πριν απ’
όλα επιδιώκει να προκαλέσει τη συνοχή της κοινωνικής ομάδας στην οποία
απευθύνεται και όχι να μεταδώσει μήνυμα συγκεκριμένο. Δεν πληροφορεί τον δέκτη,
αλλά νομιμοποιεί τον πομπό. Δεν μεταδίδει μήνυμα συγκεκριμένο που απευθύνεται
στην κρίση των δεκτών, για να τους οδηγήσει στο λογικό συμπέρασμα ότι αυτά που
λέει ο ρήτορας είναι σωστά.
[Ά. Φραγουδάκη, Γλώσσα και Ιδεολογία, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 1997, σσ. 158-159]
Β. Στο ακόλουθο κείμενο που ακολουθεί πώς ο πολιτικός λόγος μετατρέπεται σε
προπαγάνδα.
α) Να εντοπίσετε ποιες έννοιες παραποιούνται και ποιες αξίες στρεβλώνονται.
β) Να εξετάσετε την ισχύ της τεκμηρίωσης και να σχολιάσετε τη λειτουργία των
στοιχείων του λεκτικού πληθωρισμού, με βάση το παρακάτω απόσπασμα: «Ο
λεκτικός πληθωρισμός στον πολιτικό λόγο χαρακτηρίζεται από πλεονασμούς,
κατάχρηση συνωνύμων, διατύπωση βεβαιωτική, δεοντολογική και θαυμαστική,
έντονη συναισθηματική φόρτιση και μεγαλοστομία. Παγιδεύει το δέκτη κυρίως
συναισθηματικά και ηθικά με το μέγεθος και το βάρος των αξιών που προβάλλει η
πολιτική ρητορεία» [Ά. Φραγουδάκη].
Η διαπαιδαγώγησή μου είναι σκληρή. Η αδυναμία πρέπει να διώχνεται με μαστίγιο.
Στα σχολεία μου θα ανδρωθεί μια νεολαία που θ’ αλλάξει τον κόσμο. Θέλω μια
νεολαία απότομη και σκληρή. Η νεολαία οφείλει να συγκεντρώσει όλα αυτά τα
στοιχεία. Πρέπει να υπομένει τον πόνο. Δεν πρέπει να υπάρχει σ’ αυτήν κανένα ίχνος
αδυναμίας ή τρυφερότητας. Το ελεύθερο και υπέροχο αγρίμι πρέπει να ξαναλάμψει
στα μάτια της. Δυνατή και όμορφη, έτσι ονειρεύομαι τη νεολαία μου. Θα είναι ικανή
να πραγματοποιεί όλες τις φυσικές ασκήσεις. Θέλω να δημιουργήσω μια αθλητική
νεολαία. Αυτός είναι ο πρώτος και κυριότερος στόχος. Έτσι, θα έχω μπροστά μου τον
καθαρό κι ευγενικό καρπό της φύσης. Έτσι, θα αναδημιουργήσω τον άνθρωπο. Δεν
θέλω πνευματική καλλιέργεια. Η επιστήμη θα διέφθειρε την νεολαία μου. Αυτό που
θα προτιμούσα είναι ό,τι μαθαίνει να το εφαρμόζει στο παιχνίδι. Αλλά οφείλει να
μάθει ν’ αυτοκυριαρχείται. Θέλω να μάθει να νικά και στις σκληρότερες δοκιμασίες
τον φόβο και τον θάνατο. Αυτό είναι το ύψιστο κατόρθωμα μιας ηρωικής νεολαίας,
απ’ αυτή θα ξεπηδήσει ο ελεύθερος άνθρωπος, μέτρο και κέντρο του κόσμου, ο
άνθρωπος δημιουργός, ο άνθρωπος Θεός. Στο σχολείο μου θα λατρεύεται η εικόνα
του ωραίου και αυτοκυρίαρχου ανθρώπου.
[Απόσπασμα από το βιβλίο του Ράουνσιγκ, Συνομιλίες με το Χίτλερ, στο βιβλίο:
Αξιολόγηση των μαθητών της Γ΄ Λυκείου στη Νεοελληνική Γλώσσα Έκφραση-Έκθεση.
Μάθημα Γενικής Παιδείας (τεύχος α΄), εκδ. ΚΕΕ, Αθήνα 1999, σ. 65]
 Η γλώσσα, ως βασική ιδιότητα του ανθρώπινου είδους και θεμέλιο για την
οικοδόμηση του πολιτισμού του, ύψιστη πνευματική κατάκτηση, προσφέρει
μεγάλη δύναμη στον άνθρωπο που την κατέχει και τη μιλά σωστά. Να εξετάσετε
για ποιο λόγο η πολιτική εξουσία ενδιαφέρεται να επηρεάζει και να ελέγχει τη
γλώσσα.
Γ. Η ελληνική εξωτερική πολιτική
Οι στόχοι της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι σαφείς και ξεκάθαροι.
Επιδιώκουμε την ειρήνη, την ασφάλεια, τη συνεργασία και τη σταθερότητα στην
περιοχή μας, πιστοί στις αρχές της καλής γειτονίας. Δεν τρέφουμε επιθετικές βλέψεις
απέναντι σε κανέναν και δεν διεκδικούμε τίποτε παρά την αναγνώριση από τους
γείτονες και τους τρίτους του δικαιώματός μας να ασκούμε ανεμπόδιστα τα
κυριαρχικά μας δικαιώματα, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο και τις Συνθήκες.
Τα πολλά ανοικτά μέτωπα που κληρονομήσαμε, η αμφισβήτηση και οι τριβές, εύλογα
μας υποχρεώνουν σε υψηλές αμυντικές δαπάνες, δεσμεύοντας πόρους που θα
μπορούσαν να διοχετευθούν στην ανάπτυξη πιο απλόχερης εισοδηματικής και
κοινωνικής πολιτικής. Η ένταση, λοιπόν, δεν συμφέρει κανένα και δεν την επιθυμεί η
κοινωνία και ο λαός μας. Κάνουμε ό,τι μπορούμε για τη μείωση της έντασης αυτής.
Τα εθνικά συμφέροντα δεν προασπίζονται με ρητορείες, ξόρκια και αφορισμούς. Δεν
αρκούν τα πατριωτικά λόγια, η αυτάρεσκη περιχαράκωση και εσωστρέφεια. Η
ακινησία και η άρνηση παγιώνουν τις μη επιθυμητές για μας καταστάσεις και τα
τετελεσμένα.
Η θεωρία της «διεθνούς συνωμοσίας» κατά της χώρας, η πτωχοπροδρομική αντίληψη
του απομονωτισμού, η επιδίωξη της «μικράς και εντίμου Ελλάδος» μας έβλαψε
ιστορικά.
Στόχος μας είναι η ισχυρή Ελλάδα. Μια Ελλάδα ικανή να ανταγωνιστεί με επιτυχία σ’
έναν κόσμο αλληλεξάρτησης. Ο κόσμος έχει αλλάξει. Νέες δυναμικές
αναπτύσσονται, όπου όλοι αξιοποιούν συγκριτικά πλεονεκτήματα, επανασταθμίζουν
συμφέροντα και ισορροπίες, μεγιστοποιούν τα οφέλη για τα εθνικά τους συμφέροντα.
Σ’ αυτόν τον κόσμο πρέπει να συμμετάσχουμε δυναμικά κι εμείς. Ν’ αναπτύξουμε μια
πολιτική δράσης, δημιουργικότητας, πρωτοβουλιών σε χώρους προκλήσεων και
ευκαιριών. Να διερευνούμε τα ερείσματά μας, να δημιουργήσουμε νέα. Προχωρούμε,
λοιπόν, στις απαραίτητες αναπροσαρμογές στον τρόπο διαμόρφωσης και άσκησης της
εξωτερικής πολιτικής με τους στόχους, όμως, αμετακίνητους.
Προσπαθούμε να εκσυγχρονίσουμε τον πολιτικό μας λόγο, να γίνουμε πιο ευέλικτοι
στους χειρισμούς μας. Η εθνική στρατηγική δεν υλοποιείται με ασκήσεις επί χάρτου,
αλλά με προσεκτικά βήματα και μεθοδικότητα. Η διπλωματία ασκείται με ένα πλέγμα
χειρισμών που κρίνεται από το συνολικό αποτέλεσμα. Δεν μπορείς να απομονώσεις
το μέρος από το όλο. Δεν είναι δυνατόν, κάθε φορά, οιαδήποτε κίνηση, τακτική ή μη,
οιαδήποτε ενέργεια να διαχωρίζεται από το πλαίσιο όπου είναι ενταγμένη και να
ελέγχεται ως υποχωρητική ή να εκτιμάται με συναισθηματικά κριτήρια. Αυτή η
καχυποψία ενέχει μια δαιμονολογική προσέγγιση, είναι πλεγματικά ηττοπαθής, δεν
βοηθάει την εθνική υπόθεση. Εκτός εάν γίνεται κακοπροαίρετα ή από
αντιπολιτευτική και μόνο σκοπιμότητα, οπότε παρέλκει κάθε γνήσια προσπάθεια
ανταλλαγής επιχειρημάτων και θέσεων ανάμεσά μας.
Γνωρίζουμε πολύ καλά τα εθνικά μας δίκαια και τα προβάλλουμε σθεναρά. Δεν
έχουμε να φοβηθούμε τίποτε, συνομιλώντας με οιονδήποτε, φίλο ή αντίπαλο. Έχουμε
εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μας, στις ικανότητές μας και στη διαύγεια των
επιχειρημάτων μας. Πρέπει να διακρίνουμε, όμως, ανάμεσα στις έννοιες: άλλο είναι η
απλή συζήτηση κοινωνικού χαρακτήρα στο πλαίσιο μιας διεθνούς συνάντησης, άλλο
η διερεύνηση προθέσεων, άλλο η συνομιλία ή ανταλλαγή απόψεων, άλλο ο διάλογος
και άλλο η διαπραγμάτευση. Έχουμε φθάσει στο σημείο και την απλή διπλωματική
χειραψία να την εκλαμβάνουμε ως διολίσθηση από πάγιες αρχές και θέσεις, ως
έναρξη ουσιαστικού διαλόγου, ακόμη και ως εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων!
[Πολιτικός λόγος Γιάννου Kρανιδιώτη. Απόσπασμα από ομιλία στο ελληνικό
κοινοβούλιο στις 16 Μαρτίου 1997. Στο βιβλίο: Τ. Δ. Κωσταλά, Λόγου Σπουδή.
Έκφραση – Έκθεση. Γ΄ Λυκείου. Τόμος Β΄, εκδ. Σαββάλας, Αθήνα 2001, σσ. 46-47]
1.Παρακολουθήσατε από την τηλεόραση την παραπάνω ομιλία πολιτικού στο
ελληνικό κοινοβούλιο. Αποφασίζετε να γράψετε μια επιστολή σε έναν φίλο σας,
ελληνικής καταγωγής, που διαμένει στο εξωτερικό, προκειμένου να τον ενημερώσετε
για το περιεχόμενο και παράλληλα να σχολιάσετε τη μορφή του λόγου. Η επιστολή
σας θα σταλεί με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.
2. Ανάμεσα στα χαρακτηριστικά του πολιτικού λόγου μπορούμε να διακρίνουμε: α)
Τη χρήση του α΄ πληθυντικού προσώπου. Να δικαιολογήστε την επιλογή του
πολιτικού, αναφερόμενοι στο υφολογικό αποτέλεσμα που έχει η χρήση του α΄
πληθυντικού προσώπου. β) Την παραινετική (ή δεοντολογική) γλώσσα. Να
εντοπίσετε αυτή τη μορφή της γλώσσας και να εξηγήσετε ποιες προθέσεις του
ομιλητή, κατά τη γνώμη σας, εξυπηρετεί.
3. Να σχολιάσετε την τέταρτη παράγραφο του κειμένου α) ως προς τη δομή της και
τον τρόπο ανάπτυξης β) ως προς τους τρόπους και τα μέσα πειθούς και γ). ως προς
τη συλλογιστική πορεία
4. Σε αφιερωματικό τεύχος του περιοδικού του σχολείου σου για την «Πολιτική»,
δημοσιεύεις κάποιες σκέψεις σου, με τη μορφή άρθρου, για το πρότυπο του ενεργού
και ώριμου πολίτη και τα χαρακτηριστικά του υγιούς και εποικοδομητικού πολιτικού
λόγου (300-400 λέξεις).
Ενεργός πολίτης
Είναι ο υπεύθυνος πολίτης
Είναι ο ενημερωμένος πολίτης
γνωρίζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του
εκφράζει την άποψή του
συμμετέχει ενεργά στην κοινωνία
είναι υπεύθυνος απέναντι στον εαυτό του και τους άλλους’
ενημερώνεται για τα κοινά
προστατεύει το περιβάλλον
διεκδικεί τα δικαιώματά του στο δημόσιο χώρο
σέβεται τη διαφορετικότητα
ενεργεί πολιτικά, συμμετέχει στις συλλογικές διαδικασίες
για να είναι κάποιος ενεργός πολίτης, απαιτείται:
να είναι ενημερωμένος
να είναι μορφωμένος
να ξέρει πού και πώς να συμμετέχει
να έχει ελεύθερη πρόσβαση στην πληροφόρηση, ώστε να διευρύνει τις
επιλογές του
να έχει βοήθεια στη λήψη αποφάσεων σε όλα τα επίπεδα
να προωθεί την ενεργό συμμετοχή του στην κοινωνία σε τοπικό, εθνικό και
ευρωπαϊκό επίπεδο
Ενεργός Πολίτης. Γιατί;
 Ο ενεργός πολίτης βοηθά (κατά τις δυνάμεις και δυνατότητές του) στην
επίλυση των λίαν πολύπλοκων προβλημάτων τόσο της καθημερινής μας
επιβίωσης όσο και της μελλοντικής μας ύπαρξης.
 Λόγω της πληθώρας των κοινωνικών προβλημάτων (περιβάλλον, διατροφή,
οικολογικά προβλήματα).
 Γιατί αποτελεί κατοχυρωμένο δικαίωμα, σύμφωνα με το πρόσφατο Σύνταγμα
της χώρας μας η συμμετοχή στην κοινωνική και πολιτική ζωή και δράση και
όχι μόνο.
 Γιατί ενισχύεται η κοινωνική πρόοδος και θωρακίζεται η ελευθερία και η
δικαιοσύνη.
 Γιατί συνιστά υγιές πρότυπο για τους νέους και τους συμπολίτες του.
 Γιατί συμβάλλει στη διάσωση της εθνικής και πολιτισμικής του ταυτότητας.
 Γιατί προάγεται συνεργασία , η φιλία, η αμοιβαιότητα και η ειρηνική
συνύπαρξη χωρίς ακρότητες και βίαιες ή παράλογες ενέργειες.
 Για να μπορεί να αντισταθεί ο πολίτης στην παραπληροφόρηση.
 Για να αντιστέκεται στη χειραγώγησή του.
 Για να ασκεί έλεγχο στη κεντρική εξουσία. (Γόνιμη αμφισβήτηση)
 Γιατί προάγεται η διαφάνεια και η αξιοκρατία.
 Γιατί ο ρόλος του στην κοινωνία δεν περιορίζεται στην άσκηση των
εκλογικών του καθηκόντων (άπαξ ανά τετραετία).
 Γιατί έτσι βρίσκεται σε διαρκή πνευματική εγρήγορση.
 Γιατί αποκτά οργανωμένη αντίληψη των πραγμάτων και συγκροτημένη εικόνα
του κόσμου.
 Γιατί αποτελεί αντίδοτο στην μοιρολατρία.
 Για την διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής.
 Για την αντιμετώπιση του ατομικισμού, του στείρου ανταγωνισμού και του
ωφελιμιστικού πνεύματος.
 Γιατί εξασφαλίζεται η υγιής πολιτικοποίηση και πατάσσεται ο τυφλός
κομματισμός και η πόλωση.
 Γιατί ως εθελοντής μπορεί να πετύχει πολλά, αλλά και να κερδίσει πολλά.
 Για να γνωρίζει επαρκώς τα δικαιώματα αλλά και τις υποχρεώσεις του.
 Λόγω της έλλειψης ζωτικού χώρου για προσωπική έκφραση.
 Για να απαγκιστρωθεί απ’ τον υλικό ευδαιμονισμό που του έγινε εμμονή. Για
να γίνει ξανά προτεραιότητα ο άνθρωπος.
 Γιατί έχει καταστεί επικίνδυνα έμμεση η δημοκρατία.
Ενδεικτική μεταβατική παράγραφος
Η ποσοτική και ποιοτική συμβολή της ενεργού πολιτότητας στον τόπο μας δηλώνει
τη στάθμη του πολιτισμού μας. Η συλλογική προσπάθεια των ενεργών πολιτών
διακλαδώνεται σε όλους τους κοινωνικούς τομείς, αγγίζοντας ευαίσθητα σημεία των
ευπαθών ομάδων του πληθυσμού και καθίστανται βασικοί εταίροι του κράτους στην
επίτευξη των κοινωνικών στόχων και στην υλοποίηση της κοινωνικής πολιτικής.
Απαραίτητη ωστόσο προυπόθεση προκειμένου να πυκνώσουν οι τάξεις των ενεργών
πολιτών και να αποκτήσουν οι νέοι πλήρη συνείδηση του κοινωνικού τους ρόλου,
είναι να γαλουχηθούν με την ενεργό πολιτότητα. Και στην προσπάθεια αυτή το
σχολείο είναι ένας φορέας που δύναται να διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο, καθώς
μπορεί δείξει στους νέους τον δρόμο για να μπορέσουν να αναλάβουν τις τύχες του
κόσμου στα χέρια τους.
Ρόλος/Δραστηριότητες
 Το σχολείο πρέπει να ενισχύσει:
την γόνιμη αμφιβολία και αμφισβήτηση
την ανάπτυξη κριτικής και προβληματισμού
την πολύπλευρη μόρφωση και καλλιέργεια
την αναλυτική και συνθετική διαδικασία σκέψης
την ανθρωπιστική παιδεία
την διαρκή πνευματική εγρήγορση
την φαντασία
την καινοτομία
την στοχοθεσία
τον εθνισμό
τον σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα
τον διάλογο / την πολυφωνία
το Δημοκρατικό φρόνημα
 Να μεταλαμπαδεύσει αρχές, αξίες, ιδανικά, υγιή πρότυπα, την αίσθηση του
καθήκοντος, ηθικές αρετές.
 Να βοηθήσει τα παιδιά να αποκτήσουν ωριμότητα, εγκράτεια και
σοβαρότητα.
 Να υπογραμμίσει τη σημασία της ενδοσκόπησης, της αυτοκριτικής και της
αυτογνωσίας.
 Να προάγει την αυτοπεποίθηση, την αισιοδοξία, την επιμονή, την υπομονή,
την εσωτερική ισορροπία και την εσωτερική πληρότητα των παιδιών.
 Να προτάξει τη σημασία του κοινού καλού σε σχέση με το στενά εννοούμενο
ατομικό συμφέρον.
 Να τους διδάξει κοινωνικές αρετές (συνεργασία, αλληλεγγύη, άμιλλα,
ομοψυχία, συναίνεση, διαλλακτικότητα, φιλία.)
 Να τονίσει τη σπουδαιότητα των κοινωνικών ελευθεριών (ισοτιμία, ισονομία,
αξιοκρατία, δικαιοσύνη).
 Να διδάξει τον σεβασμό στους νόμους αλλά και την ανάγκη στηλίτευσης των
αδικιών/αυθαιρεσιών.
 Να τους απωθήσει από τον άγονο μιμητισμό.
 Να διδάξει σύνεση στην διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους και συνέπεια στην
υλοποίηση των υποχρεώσεών τους.
 Να συμβάλλει στην πολιτικοποίησή τους και να τους δείξει πώς θα
συμμετέχουν στη διαμόρφωση της δημόσιας ζωής.
 Να διδάξει μεθόδους προστασίας από την παραπληροφόρηση, τον λαικισμό
και την δημαγωγία.
 Να αποτρέψει την πνευματική σύγχυση και την μηχανοποίηση της ζωής τους.
 Να τους βοηθήσει να επανασυνδεθούν με την φύση και να σέβονται το
περιβάλλον.
 Να απομυθοποιήσει τον υλικό ευδαιμονισμό και το χρήμα.
 Να αναπτύξει πρωτοβουλίες/δράσεις σε τοπικό επίπεδο.
 Να λάβει μέρος σε εθελοντικές δράσεις.
 Να ενισχύσει το έργο Μ.Κ.Ο. .
 Να οργανωθούν:
Συμμετοχικές, συνεργατικές, δημοκρατικές διαδικασίες διδασκαλίας και
μάθησης που δίνουν έμφαση στην ποιότητα των σχέσεων που αναπτύσσεται
και στο κλίμα που δημιουργείται.
Βιωματικές και ενεργητικές διδακτικές στρατηγικές για καλλιέργεια, βίωση
και εμπέδωση στάσεων, συμπεριφορών, αξιών και δεξιοτήτων.
 Με συνεχή σύνδεση θεωρίας και πράξης.
 Με διαθεματικές προσεγγίσεις του στόχου μέσα από διάφορα γνωστικά
αντικείμενα αλλά και αξιοποίηση κάθε ευκαιρίας που προσφέρει η σχολική
ζωή.
Ενδεικτικός επίλογος
Σε μια εποχή που η κοσμοθεωρία των πολλών συμπυκνώνεται στο περιεχόμενο της
φράσης «ο άνθρωπος για τον άνθρωπο λύκος», καλούμαστε να αποδείξουμε ότι
είμαστε φτιαγμένοι για μεγαλύτερα πράγματα. Η ευθυνοφοβία και η εκ του ασφαλούς
κριτική δηλητηρίασε τη σκέψη μας για πολλά χρόνια και μας βύθισε σε μια αδράνεια
που βόλεψε εκείνους που βρήκαν ελεύθεριο πεδίο και λειτούργησαν στα κέντρα
λήψεως αποφάσεων με ιδιοτέλεια και αμοραλισμό. Αδρανείς πολίτες, ωστόσο,
σημαίνει συνένοχοι πολίτες και το γνωρίζουμε καλά. Ας πάρουμε τις αποφάσεις μας
και ας επιλέξουμε ποιοί θέλουμε εν τέλει να είμαστε. Εάν θέλουμε να αλλάξουμε τα
πράγματα μπορούμε, υπάρχει λύση. Αρκεί να είμαστε ενεργοί!
Τα αίτια και οι συνέπειες της αδιαφορίας των πολιτών για τα κοινά στη
σύγχρονη κοινωνία.
Είναι γεγονός πως ο άνθρωπος από τη φύση του είναι «κοινωνικό ον» και αδυνατεί να
ζήσει και να ολοκληρωθεί έξω από την κοινωνική ομάδα. Το άτομο είναι δεμένο μ’
άρρηκτη σχέση αλληλεπίδρασης και αλληλεξάρτησης με το κοινωνικό του
περιβάλλον. Όπως έδειξε η εμπειρία, για να προοδεύσει ο άνθρωπος πρέπει να ζει
μέσα σε μια κοινωνία που ευημερεί. Κοινό στοιχείο, λοιπόν, των ανθρώπων μιας
κοινωνίας, είναι ότι οι πολίτες συμμετέχουν στα κοινά και ενδιαφέρονται για τα
κοινωνικά προβλήματα που προκύπτουν.
Ωστόσο, υπάρχουν άτομα που δεν αισθάνονται την κοινωνική τους ευθύνη –που είναι
η πρώτη αρετή του πολίτη- που αδιαφορούν. Αυτοί, οι αδιάφοροι για τα κοινά
πολίτες, δεν είναι φιλήσυχοι, αλλά απολιτικοί, άρα άχρηστοι και ίσως επικίνδυνοι
πολίτες. Είναι «αχρείοι», δηλαδή υπήκοοι, παθητικοί δέκτες που δεν ενδιαφέρονται
για την πολιτεία, καθώς και για τα οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά
θέματα που την απασχολούν.
Στην αρχαία Ελλάδα με τον όρο πολιτική θεωρούσαν τη φροντίδα των κοινών
υποθέσεων της πόλης μέσα από τους ίδιους τους πολίτες. Μετά την επικράτηση και
τη διαμόρφωση της δημοκρατίας του Κλεισθένη στην Αθήνα, έγινε απαραίτητη η
πολιτική ενεργοποίηση κάθε Αθηναίου πολίτη, για να επικρατήσει ο δήμος οριστικά.
Εξάλλου, ένας νόμος του Σόλωνα, υποχρέωνε κάθε πολίτη να ενταχθεί σε κάποια
πολιτική μερίδα στους πολιτικούς αγώνες. Αν προτιμούσε την ουδετερότητα, τότε
έχανε τα πολιτικά του δικαιώματα. Για τον Αθηναίο πολίτη του χρυσού αιώνα, ήταν
αδιανόητο να αδιαφορεί για τα κοινά, αντίθετα, ενδιαφερόταν εξίσου για τις ιδιωτικές
και πολιτικές υποθέσεις, δηλαδή συνδύαζε την ιδιωτική με τη δημόσια ζωή. Όποιος
παρέμενε αδιάφορος και ουδέτερος λογαριαζόταν ως άχρηστος.
Σήμερα, στον «αιώνα των μαζών», στον αιώνα της ετεροκατεύθυνσης, η ανάγκη της
συμμετοχής στα κοινά είναι εμφανής όσο ποτέ. Οι πολίτες είναι απαραίτητο να
συμμετέχουν στην οργάνωση, τον έλεγχο και την καθοδήγηση της κοινωνικής
ομάδας. Ολ’ αυτά προϋποθέτουν υπεύθυνο πολίτη και ο υπεύθυνος πολίτης δε
γεννιέται, αλλά γίνεται. Και γίνεται μέσα από δυο διαδικασίες: την πολιτική
κοινωνικοποίηση και την πολιτική συμμετοχή.
Η πολιτική κοινωνικοποίηση είναι η διαδικασία, κατά την οποία ο άνθρωπος
μεταβάλλεται σε πολίτη, με τη μετάδοση από την κοινωνία γνώσεων, στάσεων και
αξιών. Αυτό είναι το πρώτο στάδιο για τη διαμόρφωση του ενεργού πολίτη. Το
δεύτερο στάδιο είναι η πολιτική συμμετοχή, η προαιρετική ομαδική ή ατομική
συνεργασία των μελών μιας κοινωνίας στα κοινά, που μετατρέπεται σε πράξη με τη
συμμετοχή στις εκλογές των αιρετών αρχόντων, με την ορθή πληροφόρηση, με τον
έλεγχο και την κριτική των πληροφοριών, με συμμετοχή στα κέντρα λήψης
αποφάσεων και, γενικότερα, με παρακολούθηση και ενεργό ενδιαφέρον για τα
πολιτικά σύμβαντα.
Χωρίς καμιά αμφιβολία, η πολιτικοποίηση που καταλήγει σε ενεργούς πολίτες είναι
απαραίτητη για την πολιτική δημοκρατία και αναγκαία προϋπόθεση της «καλής» και
ομαλής λειτουργίας της. Άρα, η άποψη του Θουκυδίδη στον «Επιτάφιο» ότι ο
αδιάφορος πολίτης είναι όχι φιλήσυχος, αλλά άχρηστος ελέγχεται ως ορθή. Και αυτό,
γιατί ο αδιάφορος για τα κοινά πολίτης αφήνει τις υποθέσεις που τον αφορούν να
πάρουν τον κατήφορο της καταστροφής, μετατοπίζοντας τις ευθύνες της αποτυχίας
στους συμπολίτες του και στους πολιτικούς. Ο ίδιος, αδρανής και αδιάφορος δεν είναι
κοινωνικά υπεύθυνος ως πολίτης.
Ο αδιάφορος πολίτης, πιστεύει ότι η ιδιωτική και η δημόσια ζωή είναι δυο κύκλοι που
πρέπει να διαχωριστούν και ότι επιτελεί τα πολιτικά του καθήκοντα συμμετέχοντας
στις εκλογές. Πολύ περισσότερο στις μέρες μας, επικρατεί η εσφαλμένη αποχή, ότι ο
πολίτης δρα πολιτικά αν συμμετέχει στην εκλογική διαδικασία, ενώ το μεταξύ των
εκλογών χρονικό διάστημα είναι χρόνος τέλειας πολιτικής «αγρανάπαυσης».
Επιπροσθέτως, ο μη συμμετέχων στα κοινά, είναι συνήθως δειλός, παθητικός,
ανεύθυνος και ευθυνόφοβος. Είναι άνθρωπος «παραιτημένος», ενσάρκωση της
φιλοσοφίας του «δε βαριέσαι» και του «ωχ αδερφέ», θεατής και όχι πρωταγωνιστής
της κοινωνικής σκηνής. Μέσω της πολιτικής του αδράνειας το άτομο αυτό
αχρηστεύει τη θέληση, τη σκέψη και τα οράματα του. Δε συντελεί και δεν εργάζεται
για τη βελτίωση της κοινωνίας, ο άνθρωπος αυτός μετατρέπεται σε αντικείμενο και
όχι υποκείμενο της ιστορίας. Μετατρέπεται σε «παράσιτο» που με τη συμπεριφορά
του αποτελεί τροχοπέδη της δημοκρατίας. Αυτό το άτομο ανήκει στους «μηδέν
πράττοτες», οι οποίοι συντελούν με την αδιαφορία τους, ώστε να μην επιλύονται τα
οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά προβλήματα της κοινωνίας, με
αποτέλεσμα η κοινωνία να οδηγείται σε στασιμότητα και οπισθοδρόμηση. Το άτομο
που προτάσσει το προσωπικό συμφέρον αντιμάχεται την κοινωνική πρόοδο,
ευθύνεται για την κοινωνική καθυστέρηση. Παράλληλα λογίζεται ως αλλοτριωμένο,
ασυνείδητο και ανεύθυνο.
Φυσικά, η αδιαφορία για τα κοινά παρατηρείται σε όλες τις εποχές και σε όλους τους
τόπους, αν και με διαφορετικό βαθμό.
Καταρχήν, για να συμμετέχουν πολιτικά τα μέλη μιας κοινωνίας, πρέπει πρώτα να
είναι ορθά κοινωνικοποιημένοι. Η πολιτική σκέψη διαμορφώνεται καθημερινά,
βασισμένη πάντα σε αρχές που δοθήκαν κατά τη διάρκεια της νεαρής ηλικίας από
τους φορείς που είναι υπεύθυνοι για κάτι τέτοιο. Πολιτική αδιαφορία λοιπόν,
σημαίνει ότι τα μέλη μιας κοινωνίας δε διαπαιδαγωγήθηκαν πολιτικά από την
οικογένεια, το σχολείο, την κοινωνία.
Η ανευθυνότητα και η ανωριμότητα αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο στην αχρήστευση
του πολίτη. Πολιτική είναι η τέχνη του «άρχειν» και του «άρχεσαι», και η τέχνη του
να μετέχει κανείς αποτελεσματικά στα κοινά είτε σαν άρχων είτε σαν αρχόμενος.
Ωστόσο, τα άτομα που δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν αυτή την ευθύνη,
αυτοαφοπλίζονται, γίνονται υπήκοοι, έρμαια της όποιας εξουσίας.
Πραγματικά, η ιδιοτέλεια υπήρξε πάντοτε βασικός λόγος της πολιτικής αδιαφορίας,
όμως στην περίπτωση αυτή ο άνθρωπος αρνείται την κοινωνική του φύση.
Ειδικότερα, στην εποχή μας υπάρχουν συνθήκες που ενισχύουν το φαινόμενο της
κοινωνικής αδιαφορίας. Στη σύγχρονη καταναλωτική κοινωνία, όπου το χρήμα έχει
αναδυθεί σε μοναδική αξία, δημιουργείται στους ανθρώπους μια τάση ιδιοποίησης
όλο και περισσότερων υλικών αγαθών. Ο άνθρωπος πλέον ενδιαφέρεται για την
απόκτηση χρήματος, ενώ την ίδια στιγμή αδιαφορεί για το συνάνθρωπο, την πολιτεία,
την ηθικότητα των σκοπών και μέσων.
Το ατομικό συμφέρον κυριαρχεί, ο άνθρωπος αλλοτριώνεται, δε λαμβάνει υπόψη του
τον κοινωνικό χαρακτήρα της ανθρώπινης ύπαρξης, γίνεται ατομιστής αδιάφορος για
τα κοινά. Συνεπώς, η πολιτική αδιαφορία συνδέεται άμεσα με τον ατομικισμό και τον
ανταγωνισμό, αφού το άτομο αρνούμενο την κοινωνική του ιδιότητα, μεγιστοποιεί
την ατομική του διάσταση και ορίζει ως πλαίσιο ενδιαφερόντων μόνο ότι ικανοποιεί
την ατομική ευτυχία.
Παράλληλα, στη σύγχρονη εποχή που αναθεωρούνται και αμφισβητούνται τα πάντα
η απολιτική σκέψη προβάλλεται ως μόδα. Γεγονός που ξεκινά από την έντονη
αμφισβήτηση της κομματικοποίησης εκείνης, που οδηγεί στο φανατισμό και τη
μισαλλοδοξία και καταλήγει στην πλήρη πολιτική αδιαφορία.
Από την άλλη μεριά σήμερα επικρατεί μια ιδεολογική σύγχυση, αποτέλεσμα της
ύπαρξης πολλών ιδεολογικών ρευμάτων στην εποχή μας, που καθένα από αυτά
διεκδικεί την αλήθεια. Συνέπεια αυτής της σύγχυσης είναι ο αρνητισμός ο
μηδενισμός, η αδιαφορία για τα κοινά, φαινόμενα που παρουσιάζονται κυρίως στους
νέους.
Φυσικά, ως ένα βαθμό η εποχή των μελών μιας κοινωνίας από τα κοινά οφείλεται και
στη μη σωστή χρήση των μέσων μαζικής επικοινωνίας. Αν ληφθεί υπόψη ότι οι πιο
κρίσιμες ανθρώπινες αποφάσεις είναι οι πολιτικές, γιατί συνδέονται με το μέλλον του
πολίτη και την καταξίωση της ανθρώπινης συμβίωσης, που είναι, τελικά, η ελευθερία,
γίνεται φανερή η σημασία της αντικειμενικής πληροφόρησης. Η ορθή πολιτική πράξη
επιχειρείται από ενήμερο λαό. Η σωστή ενημέρωση οδηγεί στη συμμετοχή του πολίτη
στα κοινά, τον ενεργοποιεί. Παράλληλα, μια άλλη αποστολή των μέσων μαζικής
επικοινωνίας είναι η προαγωγή του διαλόγου μεταξύ αρχόντων και ερχομένων, μιας
και ο διάλογος είναι η βάση της δημοκρατίας. Σήμερα, όμως πολλές φορές, τα ΜΜΕ
ξεφεύγουν από την αποστολή τους, παραπληροφορούν το κοινό, το μετατρέπουν «σ’
ευσυγκίνητη και εύπλαστη μάζα».
Ωστόσο, μια κοινωνία που έχει μετατραπεί σε μάζα, χάνει το δημιουργικό της ρόλο,
τη δημοκρατική της ευαισθησία και ευθύνη. Τα άτομα ομοιομορφοποιούνται, χάνουν
την ατομική τους ευθύνη, μετατρέπονται σε άβουλα όντα, αποπροσανατολισμένα και
απολιτικά.
Η αδιαφορία για τα κοινά είναι σήμερα μια πραγματικότητα. Παρ’ ολ’ αυτά ο
αδιάφορος πολίτης δεν έχει καμία σχέση με την πορεία και τις δραστηριότητες μιας
κοινωνίας. Βρίσκεται έξω από τις κοινωνικοπολιτικές ταλαντώσεις γεγονός ου
τορπιλίζει τη Δημοκρατία και ευνοεί τον καιροσκοπισμό και τη δημαγωγία.
Όμως, η αδιαφορία αντιτίθεται στην ολοκλήρωση του ανθρώπου και αυτό, γιατί ως
ολοκλήρωση νοείται η ανάπτυξη όλων των πτυχών που συνθέτουν τον άνθρωπο,
ψυχοπνευματική καλλιέργεια και ηθική τελείωση, κατάκτηση της πολιτικής και
κοινωνικής ιδιότητας. Το αδιάφορο για τα κοινά άτομο αρνείται την πολιτική του
υπόσταση και την κοινωνική του ευθύνη, συνεπώς αλλοτριώνεται.
Παράλληλα, η έκλειψη προβληματισμού, η παθητική στάση απέναντι στα πάντα, η
αδιαφορία καταστρατηγεί κάθε έννοια υπευθυνότητας, άρα και ελευθερίας του
πολίτη, μιας και ανοίγει δρόμο στη δημαγωγία, στον εκμαυλισμό, στον πολιτικό
εκφυλισμό. Οι άνθρωποι όμως που χάνουν την ελευθερία τους, οδηγούνται σε
πνευματική και ηθική πτώση, αλλοτριώνονται, μαζοποιούνται, γίνονται όχλος.
Ο αποπροσανατολισμένος πολίτης απέχει από κάθε πολιτική και κοινωνική πράξη,
περιορίζει και εξαφανίζει κάθε μορφή κοινωνικού ελέγχου και διαλόγου και, τότε, η
δημοκρατία μετατρέπεται σε απλή επίφαση, αφού το βάρος της πολιτικής ευθύνης
ανατίθεται μόνο στους επαγγελματίες πολιτευτές. Όταν λοιπόν η ανενεργοποίηση του
πολίτη περιορίζει ή εξαφανίζει τον κοινωνικό έλεγχο, τότε πηγή εξουσίας δεν είναι ο
λαός, αλλά κάποιες απρόσωπες συγκεντρωτικές και γραφειοκρατικές πρακτικές. Ο
λαός δε συμμετέχει στα κοινά, δεν αποφασίζει για τα κοινά, απλώς αλλάζει, μέσω των
εκλογών τα ονόματα των τυράννων του, ενώ η κοινωνική ηγεσία παύει να είναι
εκφραστής της συλλογικής βούλησης.
Ταυτοχρόνως, όλες οι πολιτικές διαδικασίες αδρανούν και η κοινωνία οδηγείται σε
στασιμότητα. Οι πολίτες δε συνειδητοποιούν και δεν προωθούν τα κοινά συμφέροντα
και επιδιώξεις, δεν προτείνουν αλλαγές και συνεπώς, δε συντελούν στη βελτίωση της
κοινωνίας, αλλά και της δικής τους ζωής. Τα θεμέλια της κοινωνικής ανάπτυξης και
ισορροπίας ναρκοθετούνται από τους ίδιους.
Μη συμμετοχή στα κοινά, υποδηλώνει ηττοπάθεια, έλλειψη προβληματισμού,
παθητική στάση απέναντι στα πάντα. Αδράνεια για τα κοινά, όμως, σημαίνει χάσιμο
της ελευθερίας, αλλοτρίωση και τυποποίηση. Ταυτόχρονα, οι άνθρωποι μη
γνωρίζοντας πως αλλιώς να καλυτερεύσουν τις συνθήκες ζώνης τους, πώς να
αποφασίζουν οι ίδιοι για ότι τους αφορά οδηγούνται σε πράξεις βίας και γίνονται
αντικοινωνικοί.
Η άσκηση πολιτικής δεν είναι δικαίωμα μονό, είναι και υπέρτατο χρέος και ιδίως
στον αιώνα μας, «αιώνα των μαζών» και της ετεροκατεύθυνσης. Βεβαία, η πολιτική
είναι ο κατεξοχήν τομείς δράσης του σκεπτόμενου και συνειδητού ανθρώπου και
απαιτεί το μέγιστο δυνατό βαθμό ευθύνης και ορθολογισμού. Η δραστηριοποίηση
λοιπόν του ατόμου είναι το αποτέλεσμα της γνώσης και της κατανόησης του
κοινωνικού χώρου, των αναγκαιοτητών που διαμορφώνουν και καθορίζουν την
κοινωνική πορεία. Χρέος λοιπόν της Πολιτείας, αλλά και των φορέων
κοινωνικοποίησης, είναι η σωστή πολιτική καθοδήγηση των ατόμων και, κυρίως, των
νέων. Η διαπαιδαγώγηση των πολιτών πρέπει να έχει σαν αφετηρία το χαρακτήρα και
τη δομή της κοινωνίας, μέσα στην οποία υπάρχει και κινείται το άτομο. Το άτομο
πρέπει να πείθεται καθημερινά ότι το κοινωνικό, οικονομικό αλλά και πολιτικό
πλαίσιο μέσα στο οποίο υπάρχει δεν αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά υπηρετεί το δικό του
συμφέρον.
Αναγκαία είναι, λοιπόν, η πολιτική κοινωνικοποίηση των ατόμων που οδηγεί σε
«ωριμότητα» και πολιτική συμμετοχή, που δημιουργεί συνείδηση ευθύνης, τα οποία
αποτελούν αξίες και αγαθά για το σύγχρονο άνθρωπο.
Είναι σκόπιμο, η πολιτική κοινωνικοποίηση να ξεκινάει από την οικογένεια. Η υγιείς
πολιτική κοινωνικοποίηση του παιδιού είναι θέμα όλης της συμπεριφοράς των
γονιών. Οι γονείς είναι αναγκαίο να διαπνέονται σε όλες τις εκδηλώσεις τους από
δημοκρατικό πνεύμα, να μην παίρνουν αυθαίρετες αποφάσεις, να συνδιαλέγονται για
κάθε τι με το παιδί. Παράλληλα, επειδή οι γονείς λειτουργούν ως πρότυπα για το
παιδί, η όλη τους πολιτική συμπεριφορά-δηλαδή αν είναι ενεργοί ή όχι πολίτες, ο
τρόπος που σχολιάζουν τα πολιτικά δρώμενα, η πολιτική τους στάση- θα επηρεάσει
σημαντικά την κοινωνική συμπεριφορά του παιδιού.
Μεγάλη ευθύνη, επίσης στον τομές αυτό φέρει και το σχολείο. Το παιδί
κοινωνικοποιείται πολιτικά μέσα από τα ειδικά μαθήματα, όπως είναι η αγωγή του
πολίτη, η ιστορία, η κοινωνιολογία, που του δίνουν τις βασικές γνώσεις στην τέχνη
του «άρχειν» και του «άρχεσθαι». Επιπρόσθετα, ο δημοκρατικός τρόπος διδασκαλίας,
η προώθηση του διαλόγου και της συνεργασίας, καθώς και η σωστή λειτουργία των
μαθητικών κοινοτήτων, θα συντελέσει στο να προετοιμαστούν οι αυριανοί πολίτες
που θα επωμισθούν την ευθύνη της ιστορίας.
Συγχρόνως, τα ΜΜΕ με τον τρόπο που σχολιάζουν τα πολιτικά γεγονότα, με την
ποιότητα της ενημέρωσης πάνω σε κοινωνικό-πολιτικά θέματα, προσφέρουν στο
άτομο μια ευρύτερη αντίληψη του κόσμου, που θα αποτελέσει τη βάση των πολιτικών
του επιλογών, και της συμμετοχής του στα κοινά.
Παράλληλα, η συμμετοχή του ατόμου σε διαφορές ομάδες (αθλητικές, πολιτιστικές,
πολιτικές), συμβάλλουν στην ανάπτυξη του συλλογικού πνεύματος.
Βεβαία και η Πολιτεία μέσω των δημοκρατικών θεσμών παιδεύει τους πολίτες και
τους εθίζει σε ένα δημοκρατικό τρόπο ζωής.
Τέλος, η πολιτική ωριμότητα είναι και υπόθεση καθαρά ατομική, εξαρτάται από τα
προσωπικά ενδιαφέροντα του ατόμου, από την παιδεία του, από τη διάθεση
συμμετοχής του στα κοινά.
Εκείνο πάντως που πρέπει να συνειδητοποιήσει κάθε πολίτης, είναι πως η ύπαρξη του
μέρους εξαρτάται από το όλο, άρα το όλο έχει προτεραιότητα, γιατί διασφαλίζει το
μέρος. Όπως έλεγε ο Αριστοτέλης είναι ανάγκη να προηγείται σε σημασία το όλο και
όχι το μέρος («το γάρ όλον πρότερον αναγκαίον είναι του μέρους»), γιατί αν
καταστραφεί το όλο δε θα υπάρχει μέρος.
Κύριο λοιπόν μέλημα για την εύρυθμη λειτουργία μιας κοινωνίας είναι η δημιουργία
υπεύθυνων και συνειδητοποιημένων, πολιτών απαλλαγμένων από μισαλλοδοξία και
φανατισμούς, δογματισμούς και προκαταλήψεις, με γνώση της αλληλεξάρτησης
ατόμου-κοινωνίας, μακριά από μικροκομματικά συμφέροντα.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η πολιτική συνείδηση είναι ασπίδα, που προφυλάσσει
από τη χειραγώγηση, την υποτέλεια και τον αποπροσανατολισμό, ενώ η συμμετοχή
στα κοινά αποτελεί εγγύηση της ελευθερίας του ατόμου και της ευημερίας της
κοινωνίας.
Κλείνοντας, θα ήθελα να τονίσω και να επισημάνω πως, κατά τη γνώμη μου, η
συμμετοχή στα κοινά δεν είναι πράξη υποχρέωσης των πολιτών. Αντίθετα, αποτελεί
τον ακρογωνιαίο λίθο της κοινωνίας και διαχωρίζει τους πολίτες από τους ιδιώτες.
Την ώρα που θα κληθούμε να ασκήσουμε το δικαίωμα μας να συμμετάσχουμε ενεργά
στην εξέλιξη της κοινωνίας, εκείνη την ώρα που οικιοθελώς θα αρνηθούμε τη
συμμετοχή μας στα κοινά, ας σκεφτούμε: «η ιστορία μας κρίνει»…
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΝΕΟΙ
Προσδιορισμός της έννοιας πολιτική
• Ο όρος πολιτική προκύπτει από τον αρχαιοελληνικό όρο «πόλις» που εσήμαινε το
χώρο της οικονομικής, της κοινωνικής και της στρατιωτικής αυτάρκειας μιας
πολιτικά συγκροτημένης ομάδας ατόμων. Μέσα στο χώρο της πόλεως, το άτομο, ο
πολίτης, είχε τη δυνατότητα να βιώσει με πληρότητα τα όσα συνιστούσαν την
ιδιότητά του μέσω της παιδείας και της συμμετοχής του στα κοινά.
• Σήμερα, ο όρος πολιτική δηλώνει τη συγκεκριμένη στάση και τις επιλογές μιας
κοινωνίας όπως αυτές προσδιορίζονται από τη μορφή του πολιτεύματος και
ασκούνται από την ομάδα που αναλαμβάνει το ρόλο της πολιτικής εξουσίας. Ωστόσο,
η άσκηση της πολιτικής επηρεάζεται από τις πιέσεις που ασκούνται τόσο στο
εσωτερικό της κοινωνίας (κόμματα, συνδικάτα εργαζομένων, ομάδες οικονομικών
συμφερόντων κλπ) όσο και από πιέσεις που ασκούνται από εξωτερικούς παράγοντες
(πολιτικές και στρατιωτικές συμμαχίες, οικονομικές σχέσεις κλπ). Οι νέοι απέχουν
από την πολιτική
α. Ενδείξεις
• αδιαφορούν για την πολιτική κατάσταση της χώρας τους
• είναι απρόθυμοι να αφιερώσουν χρόνο, προκειμένου να πληροφορηθούν και να
μάθουν • αγνοούν τους όρους με τους οποίους διεξάγεται η πολιτική
• απέχουν από εκλογικές διαδικασίες
• πιστεύουν ότι στην πολιτική επικρατεί ασυδοσία και ότι αυτοί που την ασκούν
υπηρετούν κομματικά συμφέροντα και αποβλέπουν στο προσωπικό όφελος
β. Αίτια
• ο αυταρχισμός των κομμάτων: τα κόμματα με τη συμπεριφορά τους πείθουν ότι
φροντίζουν μόνο για το δικό τους συμφέρον (αύξηση εκλογικού ποσοστού) στα ίδια
τα κόμματα υπάρχει έλλειμμα δημοκρατίας (υπερισχύει η φωνή ορισμένων, οι
αποφάσεις λαμβάνονται ερήμην των κομματικών οργάνων)
• το αντιπροσωπευτικό σύστημα: η πολιτική δημοκρατία σήμερα μοιραία έχει
προσαρμοστεί στις συνθήκες που καθορίζονται από τη μεγάλη εδαφική έκταση και το
πληθυσμιακό μέγεθος των χωρών, γεγονός που απομακρύνει συναισθηματικά τον
πολίτη από αυτήν η αμεσότητα έχει χαθεί και επιπλέον ο τύπος που -υποτίθεται-
λειτουργεί σαν γέφυρα ανάμεσα στους πολίτες και την πολιτική, περισσότερο
αποπροσανατολίζει παρά κατευθύνει και παιδαγωγεί
• η περιρρέουσα ηθική και κοινωνική ατμόσφαιρα: η κυρίαρχη ιδεολογία της εποχής
-οι υλικές απολαύσεις, ο εύκολος πλουτισμός, η αποδυνάμωση της ηθικής αντίστασης
απέναντι στις προκλήσεις- υπονομεύουν κάθε διάθεση για σοβαρή ενασχόληση με τα
κοινά συχνά αποκαλύπτεται ότι εκπρόσωποι του λαού, αλλά και κόμματα
εμπλέκονται σε επιλήψιμες για την ιδιότητα και το κύρος τους υποθέσεις κι αυτό
προκαλεί την απέχθεια των νέων
• τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι νέοι: το πρόβλημα των σπουδών, η πτώση
του ποιοτικού επιπέδου των πανεπιστημίων, ο κορεσμός των επαγγελμάτων, η
ανεργία στις τάξεις των νέων επιστημόνων, η ανισότητα στις ευκαιρίες -εφόσον σε
τέτοιες κρίσιμες καταστάσεις ανθούν τα μέσα- προκαλούν στους νέους το φαινόμενο
της εσωστρέφειας Έκφραση Έκθεση, Διδακτικό Υλικό για τους Θεματικούς Κύκλους
της Γ’ Λυκείου 48 γ. Αποτελέσματα:
• η αδιαφορία των νέων για την πολιτική επιβραδύνει την πολιτικοποίηση τους,
επομένως και την οργανική ένταξή τους στην κοινωνία
• μια μεγάλη ομάδα νέων μεταβάλλεται σε απαθείς παρατηρητές των πολιτικών
δρωμένων, γεγονός που λειτουργεί υπονομευτικά για το μέλλον της δημοκρατίας
• η αδιαφορία μοιραία γεννά τον ιδεολογικό αντίποδα του ακραίου φανατισμού, που
εκδηλώνεται με πράξεις και ενέργειες οι οποίες προκαλούν την αντίδραση των
κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους
Η ώρα της νέας γενιάς
Του δρος ΧΡΗΣΤΟΥ Κ. ΧΟΛΕΒΑ χειρουργού οδοντιάτρου
Η εποχή μας χαρακτηρίζεται ως α-πολιτική. Φαινόμενό της είναι η αποχή των
πολιτών από τα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα, καθώς και η εκλογή στα κοινά
ανθρώπων που είναι γνωστοί για τις καλλιτεχνικές, αθλητικές, τηλεοπτικές τους
ενασχολήσεις και όχι για τις πολιτικές τους απόψεις. Χαρακτηριστικό
παράδειγμα αποτελεί η μεγάλη αποχή των πολιτών και κυρίως των νέων από τις
πρόσφατες εκλογές.
Αυτό είναι ένα γεγονός που πρέπει να προβληματίσει όλους, μα περισσότερο τους
πολιτικούς και όσους ασχολούνται με την πολιτική. Η νεολαία είναι αυτή που έχει τη
δύναμη και τα προσόντα να επέμβει δυναμικά στην εξέλιξη της κοινωνίας και να την
οδηγήσει στην έξοδο από την κρίση, ωστόσο έχει αποστασιοποιηθεί από όλα αυτά,
καθώς το παρόν πολιτικό σύστημα δεν ενδιαφέρεται γι' αυτή.
Κύριος παράγοντας της απέχθειας των νέων προς τα κοινά είναι το κλίμα της εποχής,
στο οποίο κυριαρχούν η αδικία, η ατιμωρησία, η ανισότητα, η αναξιοκρατία, η
ανηθικότητα και η υποκρισία των πολιτικών. Ακόμη, οι πολιτικοί είτε έχουν ξεχάσει
τους λόγους εκλογής τους είτε έχουν απορροφηθεί τόσο πολύ από τις προσωπικές
τους φιλοδοξίες, ώστε δεν αντιλαμβάνονται ότι η νεολαία χρειάζεται μέριμνα για να
καταφέρει να εξελιχθεί. Επίσης, ρόλο παίζουν και οι προσταγές της «μόδας», για τις
οποίες οι νέοι συνηθίζουν να ακολουθούν τη μάζα χωρίς να έχουν επίγνωση των
ενεργειών τους. Σημαντική είναι και η ιδεολογική σύγχυση που επικρατεί στις
κοινωνίες. Δεν υπάρχει ξεκάθαρος ιδεολογικός προσανατολισμός των κομμάτων,
καθώς πολλά από αυτά αντιμετωπίζουν το θέμα της επιβίωσης και αναζητούν
καινούργιους ψηφοφόρους.
Ολα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω αποτελούν λόγους που οδηγούν τη νεολαία σε α-
πολιτική συμπεριφορά. Επειδή, όμως, η μήτρα μιας χώρας είναι η νεολαία της, θα
πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες και να κάνει την υπέρβαση για την αλλαγή.
Πρώτα από όλα, για να είναι ενεργός η παρουσία τους στην πολιτική ζωή, θα πρέπει
να αντιληφθούν την ύπαρξη ηθικής και αξιών. Θα πρέπει να βιώσουν ένα κράτος
δικαίου, το οποίο θα τους προσφέρει ασφάλεια και θα τους αντιμετωπίζει με ισοτιμία.
Θα πρέπει και οι ίδιοι να συμμετέχουν στη λήψη αποφάσεων και να μην
περιορίζονται στην άκριτη εφαρμογή τους.
Τα ίδια τα κόμματα θα πρέπει να εκσυγχρονιστούν και να συμβαδίσουν με τις
εξελίξεις της εποχής. Παράλληλα με τις διαχρονικές αξίες που υπηρετούν, να
παρουσιάσουν μια εκσυγχρονισμένη εικόνα και γλώσσα, ώστε να αποδείξουν στους
νέους ότι τους κατανοούν και έχουν τη δύναμη να πορευθούν πλάι τους και να τους
στηρίξουν.
Φυσικά, και οι ίδιοι οι νέοι οφείλουν να συνειδητοποιήσουν ότι η αδιαφορία και η μη
συμμετοχή τους στα πολιτικά δρώμενα ζημιώνει κατά κύριο λόγο την κοινωνία. Θα
πρέπει να στοχεύουν στην πολιτική συμμετοχή. Γιατί οι νέοι άνθρωποι έχουν
μεγαλύτερη συναίσθηση των κοινωνικών προβλημάτων, καθώς πολλά από αυτά
απασχολούν ιδιαίτερα τους ίδιους, όπως η παιδεία, η ανεργία, η εγκληματικότητα.
Ακόμη, πολλά θέματα έχουν τη δυνατότητα να τα διαχειριστούν με μεγαλύτερη
αντίληψη και ταχύτητα, όπως θέματα που σχετίζονται με την τεχνολογία. Η νέα γενιά
οφείλει να εκφράσει την άποψή της χωρίς φόβο.
Στην κατεύθυνση αυτή μπορούν να συμβάλουν φυσικά τόσο τα ΜΜΕ όσο και οι
πνευματικοί άνθρωποι. Τα ΜΜΕ χρησιμοποιώντας ορθά τη δύναμη που διαθέτουν,
προβάλλοντας το ήθος, την αξιοπρέπεια, την πολυφωνία και την αποκάλυψη της
αλήθειας. Οι πνευματικοί άνθρωποι, δίνοντας το παράδειγμα αλλά και
χρησιμοποιώντας το κύρος τους, να αφυπνίσουν τις συνειδήσεις και να τονώσουν την
ατομική και κοινωνική ευθύνη των νέων.
Είναι η ώρα η νέα γενιά να πρωτοστατήσει στην επίλυση πολιτικών και κοινωνικών
προβλημάτων, όπως άλλωστε έχει κάνει πολλές φορές στην παρελθόν. Βέβαια, από
τη στιγμή που όλο το κοινωνικό σύστημα περιφρονεί τη γνήσια πολιτικοποίηση, θα
είναι θαύμα οι νέοι να ασχοληθούν σοβαρά με την πολιτική. Ωστόσο, δεν είναι
ακατόρθωτο. Η ενεργή και γόνιμη συμμετοχή των νέων στην πολιτική θα οδηγήσει
σε κοινωνική πρόοδο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: