Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016

ΠΛΑΤΩΝ, ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
ΕΝΟΤΗΤΑ 5

Α. Θέμα της ενότητας:
-Δυο είναι τα θέματα:
1.Στην πρώτη παράγραφο δίνεται απόδειξη για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής
2.Στη δεύτερη παράγραφο δίνεται η πρώτη απόδειξη για το διδακτό της πολιτικής αρετής
Β. Αναλυτικά:
1.Απόδειξη εμπειρική του Πρωταγόρα ότι όλοι οι άνθρωποι μετέχουν δικαιοσύνης και κάθε άλλης πολιτικής τέχνης= καθολικότητα της πολιτικής αρετής.
2.Στάση των Αθηναίων απέναντι σ’ αυτόν που διατείνεται ότι είναι ικανός σε κάποια τέχνη, ενώ δεν είναι: χλευασμός, αποδοκιμασία, νουθεσία
3.Τρελό θεωρούν αυτόν που παραδέχεται ότι είναι άδικος…
4.Για τους Αθηναίους:όλοι πρέπει να μετέχουν στη δικαιοσύνη και πολιτική αρετή, διαφορετικά να μη συγκαταλέγονται μεταξύ των ανθρώπων.
5.Με αποδείξεις επιδιώκει να υποστηρίξει ότι η πολιτική αρετή δεν είναι έμφυτη ούτε τυχαία μπορεί να αποκτηθεί, αλλά ότι είναι αποτέλεσμα επιμέλειας.
=Όσα ελαττώματα είναι φυσικά οι άνθρωποι τα αντιμετωπίζουν με κατανόηση και συμπάθεια.
=Όσα ελαττώματα προέρχονται από αδιαφορία του ανθρώπου να τα διδαχτεί και να τα μάθει, τότε επισύροντα: οργή, τιμωρία, νουθεσία.
ΑΡΑ:έτσι αποδεικνύεται το διδακτό της πολιτικής αρετής
Μετάφραση
Και για να μη νομίζεις ότι εξαπατάσαι, πάρε πάλι ως απόδειξη ότι πραγματικά όλοι οι άνθρωποι πιστεύουν πως κάθε άντρας μετέχει και στη δικαιοσύνη και στην άλλη πολιτική αρετή, το εξής˙ στις άλλες δηλαδή ικανότητες, όπως ακριβώς εσύ λες, εάν κάποιος ισχυρίζεται ότι είναι ικανός αυλητής, ή (ικανός) σε οποιαδήποτε άλλη τέχνη, στην οποία δεν είναι, τον περιγελούν ή αγανακτούν, και οι συγγενείς του τον πλησιάζουν και τον συμβουλεύουν με τη σκέψη ότι είναι τρελός˙ στη δικαιοσύνη όμως και στην άλλη πολιτική αρετή, και αν ακόμα γνωρίζουν για κάποιον ότι είναι άδικος, αν αυτός ο ίδιος λέει την αλήθεια εναντίον του εαυτού του μπροστά σε πολλούς, πράγμα το οποίο στην πρώτη περίπτωση θεωρούσαν ότι είναι σωφροσύνη, το να λέει δηλαδή κανείς την αλήθεια, σ’ αυτή την περίπτωση (το θεωρούν) τρέλα, και ισχυρίζονται ότι όλοι πρέπει να λένε ότι είναι δίκαιοι, είτε είναι είτε όχι, διαφορετικά (ισχυρίζονται) ότι είναι τρελός αυτός που δεν προσποιείται ότι κατέχει τη δικαιοσύνη˙ γιατί, κατά τη γνώμη τους, είναι αναγκαίο ο καθένας να μετέχει με οποιονδήποτε τρόπο σ’ αυτή, διαφορετικά (είναι αναγκαίο) να μη συγκαταλέγεται ανάμεσα στους ανθρώπους.
Ότι λοιπόν εύλογα δέχονται κάθε άνθρωπο ως σύμβουλο γι’ αυτή την αρετή, επειδή πιστεύουν ότι όλοι μετέχουν σ’ αυτή, αυτά φέρνω ως επιχειρήματα˙ ότι όμως νομίζουν ότι αυτή δεν είναι έμφυτη, ούτε εμφανίζεται τυχαία, αλλά ότι μπορεί να διδαχθεί και ότι ύστερα από φροντίδα γίνεται κτήμα, σε όποιον γίνεται κτήμα, αυτό θα προσπαθήσω στη συνέχεια να σου αποδείξω. Γιατί για όσα κακά νομίζουν οι άνθρωποι, ο ένας για τον άλλο, ότι έχουν από τη φύση τους ή από τύχη, κανείς δεν οργίζεται ούτε συμβουλεύει ούτε διδάσκει ούτε τιμωρεί όσους τα έχουν, για να μην είναι τέτοιοι, αλλά τους λυπούνται˙ για παράδειγμα, στους άσχημους ή μικρόσωμους ή ασθενικούς ποιος είναι τόσο ανόητος, ώστε να προσπαθεί να (τους) κάνει κάτι από αυτά; Γιατί γνωρίζουν, νομίζω, ότι αυτά υπάρχουν στους ανθρώπους από τη φύση και από την τύχη, δηλαδή οι καλές ιδιότητες και οι αντίθετές τους˙ όσες όμως καλές ιδιότητες νομίζουν ότι τις αποκτούν οι άνθρωποι με φροντίδα και άσκηση και διδασκαλία, εάν κάποιος δεν έχει αυτές, αλλά τις αντίθετές τους κακές, σ’αυτές τις περιπτώσεις, υποθέτω, προκαλούνται και οι θυμοί και οι τιμωρίες και οι συμβουλές˙ μία από αυτές (τις κακές ιδιότητες) είναι και η αδικία και η ασέβεια και με έναν λόγο καθετί το αντίθετο στην πολιτική αρετή.


Σχόλια
1. «ὅτιδὲαὐτὴν…ἐξἐπιμελείας»: ήδη ο Πρωταγόρας θεωρεί ότι απάντησε στην ερώτηση γιατί οι Αθηναίοι δέχονται κάθε άνθρωπο ως σύμβουλο της πολιτικής αρετής. Τώρα θα προσπαθήσει να αποδείξει ότι η αρετή δεν είναι «φύσει» ούτε «ἀπὸτοῦαὐτομάτου» αλλά αποκτάται «ἐξἐπιμελείας».
   Βέβαια, υπάρχει φαινομενικά αντίφαση. Η «αἰδὼς» και «δίκη» δόθηκε απ΄ το Δία, άρα είναι «φύσει» και δε χρειάζεται διδασκαλία. Εμφανώς υπονοείται ο «δυνάμει» χαρακτήρα της πολιτικής αρετής, δηλαδή οι άνθρωποι εξασφάλισαν τις προϋποθέσεις της πολιτικής αρετής. «Ἐνεργείᾳ», όμως,  θα γίνει εφόσον διδαχτεί και αποτελέσει αντικείμενο επιμέλειας. Δε δόθηκαν όλ’ αυτά εξ αρχής στον άνθρωπο, όπως η «ἔντεχνος σοφία», αλλά σε κάποια στιγμή της πολιτισμικής τους εξέλιξης

2. Με επιμέλεια, άσκηση και διδαχή αποκτάται η αρετή, κατά τον Πρωταγόρα. Βέβαια είναι και η μίμηση, που όμως δεν την αναφέρει, προφανώς γιατί πολλές φορές οδηγεί σε  αρνητικά αποτελέσματα.
3. «ἐάν τις ταῦταμὴἔχῃ, ἀλλὰτἀναντία τούτων κακά»: Δυο είναι οι κατηγορίες αγαθών για τον Πρωταγόρα:
-τα «φύσει»  και  «τύχῃ» ή «ἀπὸτοῦαὐτομάτου» και τα
-«ἐξ ἐπιμελείαςκαὶἀσκήσεωςκαὶδιδαχῆς».
Στα πρώτα περιλαμβάνονται τα σωματικά χαρακτηριστικά)παράστημα, ομορφιά, υγεία…), στα άλλα όσα με την αγωγή αποκτά κανείς και τη σκόπιμη προσωπική προσπάθεια. Ωστόσο, ο χωρισμός αυτός είναι χρήσιμος αρχικά, γεννάει όμως προβλήματα στις συνέπειές του. ΄Ετσι, δύσκολα μπορεί κανείς να καθορίσει δύο τάξεις κακών στις δυο τάξεις αγαθών που να μπορούν εξίσου να χωριστούν.
   Σε αντίθεση με τα φυσικά ελαττώματα, τα ελαττώματα που οφείλονται σε έλλειψη άσκησης, διδασκαλίας και φροντίδας, όπως η αδικία και ασέβεια και οτιδήποτε στην πολιτική αρετή αντίκειται, ο καθένας θυμώνει, γιατί πιστεύει ότι αποκτώνται με επιμέλεια και μάθηση, οπότε ο άνθρωπος αυτός δεν προσπάθησε ή δε θέλησε να μάθει, ώστε να βελτιωθεί. ΄Οσο για «τὸπᾶντὸἐναντίοντῆςπολιτικῆςἀρετῆς» θα αποτελέσει σημαντικό σημείο του διαλόγου, απ΄τη στιγμή που θα ανακύψει το πρόβλημα αν η αρετή είναι μια και ενιαία ή πολλές. Και προφανώς η ασέβεια δεν είναι αντίθετο της πολιτικής αρετής, αλλά μέρος του αντίθετου.
4.Στην αρετή, δηλαδή στην «αιδώ» και τη «δίκη», συμμετέχουν όλοι οι άνθρωποι. Ο Πρωταγόρας το ενισχύει αυτό ως εξής: ισχυρίζεται ότι αν κάποιος υποστηρίζει ότι κατέχει μια τέχνη (πχ. αυλητής)που στην πραγματικότητα δεν την κατέχει, τον περιγελούν και τον συμβουλεύουν σα να είναι τρελός. Συνετός είναι αν παραδεχτεί την αδυναμία του στη συγκεκριμένη περίπτωση. Αντίθετα, αν κάποιος είναι άδικος και το παραδέχεται, αυτό είναι τρέλα. Η ειλικρινής παραδοχή της αδυναμίας θεωρούνταν σωφροσύνη, εδώ τώρα θεωρείται τρέλα. Άρα:
το να είναι κανείς δίκαιος είναι αναγκαίος όρος της ανθρώπινης ύπαρξης και συμμετοχής του στην κοινωνική ζωή. Γι αυτό η «αιδώς» και «δίκη» δόθηκαν σ’ όλους τους ανθρώπους  κατά το μύθο.
5.Τα προτερήματα και ελαττώματα του ανθρώπου τα διακρίνει σε φυσικά- όπως η ομορφιά, η ασχήμια κλπ-και επίκτηταή διδακτά, όπως είναι η δικαιοσύνη, η ευσέβεια, η αδικία…Στα πρώτα ο άνθρωπος αδυνατεί να επέμβει και να τα διαμορφώσει, τα επίκτητα όμως  είναι καθαρά αποτέλεσμα διδαχής, επιμέλειας και φροντίδας  ή αδιαφορίας  και οκνηρίας. Στα πρώτα οι άνθρωποι δείχνουν  συμπόνια, ανεκτικότητα και μεγαθυμία. Πιστεύουν πως δεν είναι δυνατό να κατηγορήσουν ,να συμβουλέψουν ή να τιμωρήσουν ανθρώπους λόγω φυσικής τους μειονεξίας. Αντίθετα, νιώθουν ότι μπορούν ευθέως να κατηγορήσουν εκείνους που δε φρόντισαν να αναπληρώσουν με προτερήματα τα επίκτητα ελαττώματά τους και τους διδάσκουν ή νουθετούν.
Ερώτηση 1η: Πώς δικαιολογείται η φράση: «ᾧ ἂνπαραγίγνηται» που υπονοεί ότι κάποιοι μπορεί να μη συμμετέχουν στην πολιτική αρετή; (Έμφυτη η πολιτική αρετή, αλλά διδάσκεται;)
   Γεγονός είναι ότι η δικαιοσύνη και η πολιτική αρετή αποτελούν βασικά συστατικά της ανθρώπινης ιδιότητας, αφού αποτελούν στοιχεία της «αιδούς» και «δίκης», που δόθηκαν στους ανθρώπους κατ’ εντολή του Δία. Η συμμετοχή όλων κρίθηκε αναγκαία, διότι πώς θα μπορούσαν διαφορετικά να υπάρξουν πόλεις, αν δεν ήταν όλοι συμμέτοχοι στην πολιτική αρετή; Έτσι ο σεβασμός και η δικαιοσύνη ,άρα η πολιτική αρετή, θεωρούνται στοιχεία σύμφυτα στους ανθρώπους. Όμως δεν ήταν δυνατό, παρά την εντολή του Δία, να εξασφαλιστεί η καθολικότητά τους στους ανθρώπους, εφόσον δεν αποτελούσαν μέρος της αρχικής τους φύσης. ΄Αρα ,η αιδώς και η δίκη και επομένως η πολιτική αρετή βρίσκονται δυνάμει στον άνθρωπο και αποτελούν πρότυπα που πρέπει να κατακτηθούν από τον άνθρωπο με τη λογική και τον προσωπικό του αγώνα. Οι προϋποθέσεις και η ίδια η πραγμάτωση της πολιτικής εντάσσονται σε ένα γίγνεσθαι, σε μια πορεία προς την πολιτική, μέσα από φροντίδες, μόχθο και παιδεία, η οποία συναιρεί τις φαινομενικές διαφοροποιήσεις και αντιθέσεις σε μια δυναμική σύλληψη του πολιτικού φαινομένου, που νοείται ως συνεχής προσπάθεια για ηθικο-πολιτική τελείωση των ανθρώπων.
Ερώτηση 2η:Γιατί η δικαιοσύνη και η πολιτική αρετή θεωρούνται, κατά τον Πρωταγόρα, στοιχεία σύμφυτα με την ίδια την ανθρώπινη ιδιότητα;
            Ο Πρωταγόρας τελειώνοντας το μύθο συνεχίζει με λογική διερεύνηση των δεδομένων και καταθέτει εμπειρική απόδειξη= τεκμήριον, για να πείσει το Σωκράτη ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν συμμετοχή στη δικαιοσύνη και σε κάθε άλλη πολιτική αρετή. Τονίζοντας το αναγκαίο της συμμετοχής των πολιτών στις αρετές πρόδηλα τα θεωρεί στοιχεία σύμφυτα με την ίδια την ανθρώπινη φύση. Πβ. επιχειρήματα  με τη στάση των Αθηναίων απέναντι σ’ αυτόν που ισχυρίζεται ότι είναι ειδικός σε μια τέχνη ενώ δεν είναι…=τρελός θεωρείται. Αντίθετα συμβαίνουν σε θέματα σχετικά με τη δικαιοσύνη και κάθε πολιτική αρετή. Αν είναι άδικος και το ομολογεί, είναι τρελός. Πρέπει να λέει ότι είναι δίκαιος, γιατί καθένας αναγκαία πρέπει να συμμετέχει στη δικαιοσύνη, διαφορετικά «μὴεἶναιἐνἀνθρώποις».
Άρα: ο Πρωταγόρας θεωρεί τη δικαιοσύνη και πολιτική αρετή στοιχεία σύμφυτα με την ίδια την ανθρώπινη ιδιότητα. Δεν μπορεί να νοηθεί άνθρωπος που δε συμμετέχει σ’ αυτές τις αρετές.
   Γεγονός είναι ότι η δικαιοσύνη και η πολιτική αρετή αποτελούν βασικά συστατικά της ανθρώπινης ιδιότητας, αφού αποτελούν στοιχεία της «αιδούς» και «δίκης»,που δόθηκαν σ’ όλους γενικά τους ανθρώπους με εντολή του Δία. Η συμμετοχή κρίθηκε από το Δία απαραίτητη και οι ποινές εξοντωτικές, πράγμα που υποδηλώνει πόσο αναγκαίος όρος είναι η συμμετοχή για την ύπαρξη πολιτείας….
-Διάχυτη είναι η άποψη, όπως βλέπουμε, για την αποφασιστική αξία της φυσικής ικανότητας. Οι σοφιστές όμως τόνιζαν τη «νόμῳ» παραδοχή και ότι με την αγωγή, τη μόρφωση και την άσκηση είναι δυνατόν ο καθένας να διδαχτεί την πολιτική αρετή. Έτσι, περιορίζει το ρόλο της φύσης και τονίζει το ρόλο της παιδείας στο θέμα της πολιτικής αρετής.
6. «Ὧνἐστιἓνκαὶ ἡ ἀδικία…ἀρετῆς» = σε αντίθεση με τα φυσικά ελαττώματα, για τα οποία κανείς δε θυμώνει ούτε συμβουλεύει ούτε διδάσκει ούτε τιμωρεί, για τα ελαττώματα που οφείλονται στην έλλειψη φροντίδας, άσκησης και διδασκαλίας, όπως η αδικία και η ασέβεια και οτιδήποτε αντίπαλο στην πολιτική αρετή, ο καθένας θυμώνει και νουθετεί, πράγμα που υποδηλώνει ότι αποκτάται με επιμέλεια και μάθηση. Το «πᾶνἐναντίον…» θα μας απασχολήσει, γιατί στη συνέχεια του διαλόγου θα τεθεί το ερώτημα αν η αρετή είναι μια και ενιαία ή πολλές. Έτσι, η ασέβεια δεν είναι αντίθετη της πολιτικής αρετής αλλά μέρος του αντιθέτου, οπότε ο συγγραφέας μπορεί να περάσει από την ειδική στην καθολική αρετή.
Προσοχή: αἰδὼς= σωφροσύνη ¹ἀσέβεια
                    Δίκη= δικαιοσύνη ¹ἀδικία
7. Ο Πρωταγόρας χρησιμοποιεί το παράδειγμα του Σωκράτη για εκείνους που έχουν εξειδικευμένες γνώσεις παραλλάσσοντάς το ως εξής:
·       Αντί να αναφερθεί σ’ αυτούς που έχουν εξειδικευμένες γνώσεις οικοδομικής και ναυπηγικής, αναφέρεται στον αυλητή
·       Μεταφέρει το παράδειγμα από την εμπειρία της πολιτικής στην εμπειρία όλης της κοινωνίας διευρύνοντας το χώρο.
8. Η αποδεικτέα θέση
«Ἳναδέμήoἲῃἀπατσθαι…λαβέτεκμήριον»:
·       Ο Σωκράτης δεν έχει κάνει λόγο καθαρά για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής, αλλά απέδειξε πως οι Αθηναίοι δε θεωρούν ότι αυτή είναι κάτι που δι­δάσκεται. Το στοιχείο της καθολικότητας το εισήγαγε στη συζήτηση ο ίδιος ο Πρωταγόρας. Ωστόσο, το παίρ­νει ως δεδομένο, σαν να απορρέει από την παραπάνω γνώμη των Αθηναίων. Έτσι ο Πρωταγόρας δείχνει να αποδέχεται την εννοούμενη αυτή άποψη του Σωκράτη, να τη στηρίζει με το τεκμήριονκαι να στηρίζει και τον ίδιο το Σω­κράτη («να είσαι σίγουρος και να μη νομίζεις ότι πέφτεις έξω»).
·       Ο Πρωταγόρας δίνει συγκεφαλαιωτικά τη θέση που έχει αναπτύξει (την πολιτική αρετή την έχουν όλοι οι άνθρωποι) και δηλώνει ότι τώρα θα τη στηρί­ξει με ένα τεκμήριον. Παρατηρούμε ότι προσθέτει ως στοιχείο της πoλιτικής αρετής τη δικαιοσύνη, εννοώντας επιπλέον ότι η πολιτική αρετή συνίσταται σε επιμέρους αρετές: στη δικαιοσύνη και σε άλλες (είναι δηλαδή μια σύνθετη αρετή. Στο τέλος του αποσπάσματος νοείται και η ευσέβεια ως επιμέρους αρετή). Και αναφέρεται η δικαιοσύνη, για να δοθεί παρακάτω το σχετικό παράδειγμα με τον άδικο.
Η πολιτική αρετή
·       Η  ομολογία ή η απόκρυψη της αδικίας και η προσποίηση της δικαιοσύνης εξετάζεται εδώ από την πλευρό της γνώμης του κόσμου. Διαφορετική θα ήταν η εκτίμηση και η θεώρηση του πράγ­ματος, αν εξεταζόταν από την πλευρό της ηθικής δεοντολογίας ή της λει­τουργίας των κοινωνικών θεσμών.
·       Παρατηρούμε ότι ο Πρωταγόρας σε όλη την ανάλυση της άποψης για την καθο­λικότητα της αρετής, καθώς προσπαθεί να αποδείξει ότι την αρετή την έχουν όλοι, καταλήγει στο ότι πρέπει να την έχουν όλοι, είναι ανάγκη να την έχουν ό­λοι. Το ύφος του λοιπόν δεν είναι αποφαντικό, όπως θα ταίριαζε στο στοχα­στικό λόγο, αλλά δεοντολογικό.

Η συλλογιστική πορεία του Πρωταγόρα
·       Στις τέχνες: έστω ότι κάποιος δεν είναικαλός αυλητής.  Αν πει το αντίθετο, ότι είναι καλός αυλητής, είναι τρελός. Αν πει την αλήθεια, ότι δεν είναι καλός,          είναι μυαλωμένος.
·       Στην αρετή (στη δικαιοσύνη): έστω ότι κάποιος δεν είναι δίκαιος. Αν πει το αντίθετο, ότι είναι δίκαιος, είναι μυαλωμένος. Αν πει την  αλήθεια, ότι δεν είναι δίκαιος,  είναι τρελός
·       Αν παριστάνει τον δίκαιο, είναι μυαλωμένος. Αν δεν παριστάνει τον δίκαιο,είναι τρελός.
·       Συμπέρασμα: Όλα τα παραπάνω αποδεικνύουν ότι: γονται πάντες νθρωποι πάντα νδραμετέχεινδικαιοσνης τε καίτςλληςπολιτικςρετς.



Ο συλλογισμός
α. Η αποδεικτέα θέση
·       Όλοι οι άνθρωποι νομίζουν πως κάθε άντρας έχει μερίδιο στην πολιτική α­ρετή
β. Οι αιτιολογήσεις
·       επειδή όλοι πρέπει να ισχυρίζονται ότι είναι δίκαιοι
·       και επειδή είναι αναγκαίο να έχει ο καθένας μερίδιο στην πολιτική αρετή
Κριτική του τεκμηρίου
              I.      Ως προς τη λογική ορθότητα του διαλογισμού έχουμε να παρατηρήσουμε ότι: ενώ η αποδεικτέα θέση έχει αποφαντική διατύπωση (γoνται... μετέχειν), στις δύο αιτιολογήσεις υπάρχει δεοντολογική διατύπωση (δενφάναι και ἀναγκαονμετέχειν), η οποία όμως δεν έχει αποδεικτική ισχύ. Δεν μπορούμε να πούμε: «όλοι έχουν πολιτική αρετή, επειδή όλοι πρέπει να ισχυρίζονται πως είναι δίκαιοι και επειδή είναι αναγκαίο να έχουν όλοι μερίδιο σ' αυτήν».Το ζητούμενο είναι τι συμβαίνει και όχι τι πρέπει να συμβαίνει. Ο συλλογισμός θα ήταν λογικά ορθός, αν είχε ως συμπέρασμα τη φράση: «γoνται πάντες νθρωποι πάντα νδραδενμετέχειν δικαιοσύνης», που είναι δεοντολογική και θα συμφωνούσε με τις αιτιολογήσεις.
           II.      Επισημαίνεται ότι ο Πρωταγόρας αποδεικνύει τι πιστεύουν οι άνθρωποι για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής και όχι τι συμβαίνει στην πραγματικότητα.
9.Ο συλλογισμός(2η παράγραφος)
·       Τα μειονεκτήματα που οφείλονται στη φύση και στην τύχη δε διορθώνονται
·       Όμως τα ελαττώματα που δεν προέρχονται από τη φύση και την τύχη μπορούν να διορθωθούν: επιδέχονται διδασκαλία, για να γίνουν προτερήματα, δηλαδή αρετές.
·       Επομένως η αρετή διδάσκεται
Κριτική της απόδειξης
·       Η απόδειξη αυτή του Πρωταγόρα δεν είναι πειστική, επειδή η αποδεικτέα θέ­ση χρησιμοποιείται παράλληλα και ως αποδεικτικό επιχείρημα. Δηλαδή, η βασι­κή φράση που χρησιμοποιείται για την απόδειξη του διδακτού της αρετής(ὅσαδὲἐξἐπιμελείαςκαὶἀσκήσεωςκαὶδιδαχῆςοἴονται γίγνεσθαι ἀγαθὰἀνθρώποις) είναι η ίδια η αποδεικτέα θέση: πρέπει να αποδειχτεί αυτό ακρι­βώς.Αυτός ο τρόπος απόδειξης είναι ένα είδος σοφίσματος, που λέγεται λήψη του ζητουμένου.
·       Οι δύο φράσεις του κειμένου: α) νπαραγίγνηταικαι β) άν τις ταταμὴ­χέρχονται σε αντίφαση με την καθολικότητα της αρετής, επειδή υποδηλώ­νουν πως υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι δεν έχουν αρετή. Όμως το ίδιο υπο­δηλώνει γενικά και η όλη προσπάθεια του Πρωταγόρα για την απόδειξη του διδακτού της αρετής: υπάρχουν δηλαδή άνθρωποι που δεν έχουν αρετή και την αποκτούν με τη διδασκαλία. Αν όμως δώσουμε αυτές τις ερμηνείες, καταρρέει είτε η μία θεωρία, για την καθολικότητα της αρετής, είτε η άλλη, για το διδακτό της αρετής. Επομένως, πρέπει να θεωρήσουμε ότι τα δώρα τουΔία, την αιδώ και τη δίκη (= την αρετή), τα έχουν οι άνθρωποι δυνάμει (έχουν δηλαδή δοσμένη από το Δία όχι την ίδια την αρετή, αλλά τη δυνατότητα για την απόκτησή της).
·       Επισημαίνεται ότι ο Πρωταγόρας αποδεικνύει τι πιστεύουν οι άνθρωποι γενικά και βέβαια δίνει τις δικές του θέσεις μέσω των ανθρώπων.
10. Αισθητικά.
·       Πολυσύνδετα:=ἢκαταγελῶσιν ἢ χαλεπαίνουσιν
                                                  = οὐδὲνουθετεῖ…οὐδὲ…οὐδὲ…ἀλλὰ…
                                                  =ἐξἐπιμελείαςκαὶἀσκήσεωςκαὶδιδαχῆς…
                                                   =οἵ τε θυμοὶγίγνονταικαὶ…καὶ…
                                                    =καὶ  ἡ ἀδικίακαὶ  ἡ ἀσέβειακαὶ…
·       Βραχυλογία:    =ἢ ἄλληνἡντινοῦντέχνην(ἱκανὸςεἶναι)…
                                                      =ἐνταῦθαμανίαν(ἡγοῦνταιεἶναι)…
·       Παρήχηση:        =τοῦτοσοὶμετὰτοῦτο…\παρήχηση του «τ»
                                                      =τοὺςαἰσχροὺς ἢ σμικροὺς ἢ ἀσθενεῖςτὶς
οὕτωςἀνόητοςὥστετὶ τούτων…\
                                                         παρήχηση του «σ» και «τ»








Κριτική αποτίμηση 5ης ενότητας

  1. Κριτική στην άποψη καθολικότητας της πολιτικής αρετής: Ο Πρωταγόρας προσπάθησε να αποδείξει την καθολικότητα της αρετής. Χρησιμοποίησε το μύθο με το Δία, για να ισχυροποιήσει την άποψή του. Ωστόσο, υπάρχουν κάποια αδύνατα σημεία:
    • «ἐάντεᾦσινἐάντεμὴ», «ᾧ ἂνπαραγίγνηται»: Οι δυο αυτές φράσεις φανερώνουν ότι υπάρχουν κάποιοι, οι οποίοι δε μετέχουν στη δικαιοσύνη και την πολιτική αρετή
    • Αν όμως την έχουν όλοι, επειδή ο Δίας τη μοίρασε, τότε πώς δικαιολογείται ότι κάποιοι δεν την έχουν ή ότι η αρετή διδάσκεται;
    • Ο Πρωταγόρας χρησιμοποιεί ένα συλλογισμό που  καταλήγει στο συμπέρασμα ότι την πολιτική αρετή πρέπει να ισχυρίζονται ότι όλοι την έχουν, είτε την έχουν είτε όχι. Άρα, ο Πρωταγόρας δεν αποδεικνύει ότι όλοι τη διαθέτουν, αλλά ότι όλοι πρέπει να τη διαθέτουν ή και ότι πρέπει να δείχνουν και να ισχυρίζονται ότι τη διαθέτουν. Άρα αποδεικνύεται όχι η καθολικότητα της πολιτικής αρετής, αλλά η αναγκαιότητα της καθολικότητάς της.
    • Το επιπλέον αδύνατο σημείο του συλλογισμού του Πρωταγόρα έγκειται στο ότι καταλήγει χρησιμοποιώντας προτάσεις που περιέχουν το «πρέπει». Όμως, όταν οι προκείμενες είναι δεοντολογικές, τότε το συμπέρασμα είναι πιθανολογικό.
  2. Κριτική στην άποψη ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται: Τα αδύνατα σημεία συλλογισμού  του Πρωταγόρα στην προσπάθειά του να αποδείξει την παραπάνω άποψη είναι τα εξής:
·         Η άποψη ότι η αρετή διδάσκεται φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με την άποψη καθολικότητας της αρετής. Αν όλοι τη διαθέτουν, ποιο το νόημα διδασκαλίας της; Από ποιον και προς ποιον;
·         Η διανομή της πολιτικής αρετής σε όλους τους ανθρώπους από το Δία έρχεται σε αντίθεση με την άποψη του διδακτού της. Η ένσταση είναι ότι δεν υφίσταται αντίθεση, διότι ο άνθρωπος την κατέχει δυνάμει, ο Δίας έδωσε στον άνθρωπο τη δυνατότητα να μετ΄χει στην αιδώ και τη δίκη και χρειάζεται τη διδασκαλία, επιμέλεια, άσκηση, για να την αποκτήσει.
·         Η συλλογιστική πορεία του Πρωταγόρα εμφανίζει μια μεγάλη αδυναμία. Το συμπέρασμα έχει χρησιμοποιηθεί ως πρόταση του συλλογισμού. Ο σοφιστής λέγει: οι άνθρωποι διδάσκουν την πολιτική αρετή. Άρα αυτό αποδεικνύει ότι διδάσκεται! Ο συλλογισμός δεν είναι ορθός, υπάρχει θέμα λήψης του ζητουμένου. Εμφανίζεται ως δεδομένο αυτό που πρέπει να αποδειχτεί.
·         Ο Πρωταγόρας διατύπωσε ότι η διαδικασία της εκπαιδευτικής αγωγής περιλαμβάνει την επιμέλεια, άσκηση και διδαχή. Παραλείπει βέβαια  και μια τέταρτη μέθοδο διδασκαλίας: τη μίμηση(βλ. παραπάνω για τους λόγους). Άρα, η διδασκαλία είναι ένας εκ των τρόπων απόκτησής της. Άρα χρειάζονται και οι άλλοι για την τελική της απόκτηση.



μερική απάντηση 1ης ερώτησης βιβλίου

      Αν προσπαθούσαμε να προσθέσουμε επιχειρήματα που να αποδεικνύουν ότι η δικαιοσύνη και η πολιτική αρετή είναι στοιχεία σύμφυτα με την ανθρώπινη ιδιότητα, θα υποπέσουμε στο ίδιο σφάλμα του Πρωταγόρα. Θα φαίνεται ότι υποστηρίζουμε την άποψη ότι η δικαιοσύνη πρέπει να υπάρχει στον άνθρωπο και όχι ότι πραγματικά είναι σύμφυτη στη φύση του. Θα μπορούσαμε να πούμε:
Ø  Η δικαιοσύνη συμβάλλει στον εξανθρωπισμό του κόσμου
Ø  Η άσκηση της πολιτικής προωθεί τη σκέψη, την κρίση, τον ορθό λόγο και έτσι ο άνθρωπος γίνεται πραγματικά άνθρωπος
Ø  Το δίκαιο απαλλάσσει τον άνθρωπο από το φόβο, του επιτρέπει να ζει ειρηνικά, να προοδεύει και να εξελίσσεται.
            Όμως, πρέπει να αντιληφθούμε ότι όλα αυτά τα επιχειρήματα δεν αποδεικνύουν ότι η δικαιοσύνη και η άλλη πολιτική αρετή είναι σύμφυτες στον άνθρωπο, αλλά ότι τα στοιχεία αυτά πρέπει να είναι συνυφασμένα με την ανθρώπινη ιδιότητα. Άρα πέφτουμε στο ίδιο σφάλμα με τον Πρωταγόρα. Επιχειρηματολογούμε για το τι πρέπει να ισχύει, όχι για το τι ισχύει.















Απάντηση στη β΄ερώτηση του σχολικού βιβλίου
  • Η επιβολή των ποινών πρέπει να γίνεται με το πνεύμα της ισονομίας. Όλοι οι πολίτες είναι ίσοι απέναντι στο νόμο. Οι διατάξεις των νόμων δεν πρέπει να κάνουν διακρίσεις. Η δυσπιστία στο νόμο από τους πολίτες είναι απόρροια της επιλεκτικής εφαρμογής τους, οπότε εκδηλώνεται ως απείθεια στο νόμο. Ο Θουκυδίδης μάλιστα έλεγε εύστοχα ότι καλύτερη κοινωνία δεν είναι αυτή που έχει τους καλύτερους νόμους, αλλά αυτή που τους εφαρμόζει.
  • Ο νόμος πρέπει να εφαρμόζεται όχι εκφοβιστικά ή εκδικητικά, αλλά σωφρονιστικά και παραδειγματικά, να φαίνεται ο νόμος προστάτης των πολιτών
  • Ο νόμος πρέπει να εφαρμόζεται με σκοπό την εξυπηρέτηση των πολιτών, πρέπει να περιφρουρεί τα δικαιώματα των πολιτών, να είναι όργανο των αδυνάτων, όχι όπλο στα χέρια των δυνατών
  • Όταν ο νόμος παραβιάζεται, πρέπει να  γίνεται εξαντλητική διερεύνηση της ενοχής του προσώπου προς αποφυγή άδικης ποινής.
  • Η επιβολή των ποινών πρέπει να γίνεται με το πνεύμα σωφρονισμού του δράστη και παραδειγματισμού των άλλων και όχι με πνεύμα εξόντωσης
  • Αν οι πολίτες βλέπουν να μένουν αδικήματα ατιμώρητα, τότε οδηγούνται στην ανομία ή ηθελημένη παρανομία.
  • Η ποινή πρέπει να μην επιβάλλεται με σκληρότητα, πρέπει όμως να επιβάλλεται, διαφορετικά επικρατεί χάος και αδικία.
  • Η ποινή οφείλει τον εγκληματία να τον αντιμετωπίζει ως ασθενή που χρήζει θεραπείας και όχι να εξοντώνεται ως αρρώστια της πόλης




«ἐξἐπιμελείαςκαὶἀσκήσεωςκαὶδιδαχῆς»
Οι παράγοντες που θα συντελέσουν στην κατάκτηση της πολιτικής αρετής είναι η φροντίδα, η άσκηση και η διδασκαλία, που αποτελούν τις τρεις μορφές αγωγής. Ως βοηθητικά στοιχεία αναφέρονται επιπλέον η νουθεσία και η τιμωρία. Πιο συγκεκριμένα:  α) Η φροντίδα (ἐπιμέλεια) είναι η επιλογή των παιδευτικών/μορφωτικών αγαθών που θα παρασχεθούν. β) Η άσκηση (ἄσκησις) είναι η εξασφάλιση πραγματικών συνθηκών αγωγής. Οι άνθρωποι οφείλουν να να ασκηθούν, δηλαδή να μάθουν να εφαρμόζουν αυτά που διδάσκονται, ώστε να είναι έτοιμοι να ανταποκριθούν ικανοποιητικά στους ρόλους, που θα αναλάβουν αργότερα στο πλαίσιο της κοινωνίας και στη συναναστροφή τους με τους συνανθρώπους και τους συμπολίτες τους. Αυτό σημαίνει ότι στη διαδικασία της αγωγής είναι σημαντικό να αποκτήσουν οι άνθρωποι με τον εθισμό την προσδοκώμενη από την πολιτεία συμπεριφορά.  γ) Η διδασκαλία (διδαχή) είναι η θεωρητική κατάρτιση και η συστηματική παροχή γνώσεων στον μαθητή από τον δάσκαλο, που έχει την ευθύνη καθοδήγησης.
Για να είναι, βέβαια, αποτελεσματική η διαδικασία της αγωγής οι παραπάνω μορφές αγωγής χρειάζεται να βρίσκονται σε σχέση αλληλεξάρτησης και συμπληρωματικότητας. Οφείλουμε, ωστόσο, να σημειώσουμε ότι στις μορφές αγωγής εντάσσεται και η μίμηση, την οποία σκόπιμα παραλείπει ο Πρωταγόρας, γιατί δεν εξυπηρετεί την επιχειρηματολογία του. Η μίμηση που έχει στόχο ανώτερα πρότυπα είναι θεμιτή. Όταν, όμως, κάποιος μιμείται άκριτα ή αρνητικά πρότυπα, τότε ελλοχεύουν κίνδυνοι τόσο για την ανθρώπινη προσωπικότητα όσο και για το κοινωνικό σύνολο. Επομένως, η αποτελεσματικότητα της μίμησης είναι αμφισβητήσιμη και η αναφορά του σ’ αυτή θα ανέτρεπε όλη του τη θεωρία για το «διδακτόν» της αρετής ή θα έστρεφε τη συζήτηση σε θέματα άσχετα ή με χαλαρή σχέση με το βασικό ζητούμενο για το διδακτό της αρετής.

Τέλος, η αναφορά στις τρεις μορφές αγωγής έμμεσα προβάλλει την αναγκαιότητα του καλού δασκάλου, δηλαδή του κατάλληλου και ικανού παιδαγωγού να αναλάβει την αγωγή του νέου. Ένας τέτοιος δάσκαλος είναι ο Πρωταγόρας, από τον λόγο του οποίου συνάγεται και η αξία του ως παιδαγωγού. Ειδικά ο μεθοδικός τρόπος, με τον οποίο πραγματεύεται το θέμα του, η συναγωγή συμπερασμάτων από σειρά επιχειρημάτων και η ταξινόμηση προϋποθέσεων, επιχειρημάτων και παραδειγμάτων τον καθιστούν άξιο σμιλευτή του παιδαγωγικού λόγου και τον σπουδαιότερο ίσως εκπρόσωπο του ελληνικού διαφωτισμού.

Σύντομη απόδοση του συλλογισμού του Πρωταγόρα
Μείζων προκείμενη: ο άνθρωπος ανέχεται τα φυσικά μειονεκτήματα/ελαττώματά του, όχι όμως και τα επίκτητα, τα οποία μεταστρέφει σε αρετές με την επιμέλεια, την άσκηση και τη διδαχή.
Ελάσσων προκείμενη: η ασέβεια και η αδικία ως επίκτητα ελαττώματα είναι το αντίθετο της πολιτικής αρετής.
Συμπέρασμα: άρα η πολιτική αρετή ως το αντίθετο της ασέβειας και της αδικίας αποκτάται με την επιμέλεια, την άσκηση και τη διδαχή.








Διαγραμματική παρουσίαση του συλλογισμού του Πρωταγόρα

Κριτική της απόδειξης για το «διδακτόν» της αρετής
Η απόδειξη του Πρωταγόρα θεμελιώνεται σε σκέψη που διέπεται από πραγματικό ανθρωπισμό και λαμβάνει τον άνθρωπο ως μέτρο σύγκρισης. Από την άλλη οργανώνεται με σοφιστικό τρόπο με αποτέλεσμα να αποβλέπει στην πειθώ απλώς του δέκτη και όχι στην αναζήτηση και εύρεση της μίας και μοναδικής αλήθειας, που είναι το ζητούμενο του Σωκράτη.Ειδικότερα, ο μεθοδικός τρόπος, με τον οποίο πραγματεύεται ο Πρωταγόρας το θέμα του, και η ταξινόμηση προϋποθέσεων, επιχειρημάτων και λογικών παραδειγμάτων φανερώνουν ότι ο σοφιστής αγωνιά για την πειστικότητα των λόγων του και όχι για την εύρεση της απόλυτης αλήθειας. Ο σοφιστικός τρόπος προσέγγισης του θέματος φαίνεται, λοιπόν, στα εξής: α) Η βασική φράση που χρησιμοποιεί ως τεκμήριο για την απόδειξη της αρετής («ὅσαδὲἐξἐπιμελείαςκαὶἀσκήσεωςκαὶδιδαχῆςοἴονται γίγνεσθαι ἀγαθὰἀνθρώποις») αποτελεί την ίδια την αποδεικτέα θέση, αυτό δηλαδή που χρειάζεται να αποδειχθεί. Έχουμε, λοιπόν, το είδος σοφίσματος που ονομάζεται «λῆψιςτοῦ ζητουμένου». β) «ᾧ ἂνπαραγίγνηται» / «ἐάν τις ταῦταμὴἔχῃ»: Οι δύο φράσεις έρχονται σε αντίφαση είτε με τη θεωρία ότι η αρετή διδάσκεται, αφού αφήνεται να εννοηθεί ότι κάποιοι δεν μπορούν να την αποκτήσουν με τη διδασκαλία, είτε με τη θεωρία για την καθολικότητα της αρετής, αφού δέχεται ότι υπάρχουν και κάποιοι που δεν την κατέχουν.
γ) Παρουσιάζει ως άποψη γενικά των ανθρώπων, τη δική του απλώς άποψη για το θέμα. δ) Υπολανθάνει η απαίτηση του ικανού και κατάλληλου δασκάλου, όπως ο ίδιος, για να διδάξει την πολιτική αρετή.  Συνολικά για τον αποδεικτικό λόγο του Πρωταγόρα στην ενότητα αυτή, μπορούμε να πούμε ότι η έλλειψη πειστικότητας των επιχειρημάτων του Πρωταγόρα οφείλεται κυρίως στην ασάφεια της διατύπωσής του. Πιο συγκεκριμένα, όταν ο Πρωταγόρας ισχυρίζεται ότι όλοι οι άνθρωποι κατέχουν την πολιτική αρετή («ἡγοῦνται πάντες ἄνθρωποι πάντα ἄνδραμετέχειν δικαιοσύνης τε καὶτῆςἄλληςπολιτικῆςἀρετῆς») εννοεί ότι όλοι έχουν μέσα τους στοιχεία πολιτικής αρετής ως προδιάθεση και καταβολές. Πρέπει, όμως, να μεσολαβήσει η διδασκαλία για να φτάσουν στην πλήρη κατάκτησή της. Όταν, πάλι, ισχυρίζεται ότι υπάρχουν και κάποιοι που δεν την έχουν, εννοεί αυτούς που δεν την έχουν αναπτύξει πλήρως, που έχουν αδιαφορήσει να την κατακτήσουν μέσω της διδασκαλίας και, επομένως, έχουν μείνει στο στάδιο της προδιάθεσης, των καταβολών («ἐάντεὦσινἐάντεμὴ / ᾧ ἂνπαραγίγνηται» / «ἐάν τις ταῦταμὴἔχῃ»). Συνεπώς, το πρόβλημα, κατά τον Πρωταγόρα, είναι πώς ο άνθρωπος με δεδομένη τη γενική αίσθηση του δικαίου (που του χαρίζουν η αιδώς και η δίκη ως προδιάθεση και καταβολές) μπορεί και πρέπει να παιδεύεται και να ευαισθητοποιείται προκειμένου να κατακτήσει μια δίκαιη συμπεριφορά από κοινωνικοπολιτική άποψη.
Ερώτηση 1
Γιατί η δικαιοσύνη και η πολιτική αρετή θεωρούνται, κατά τον Πρωταγόρα, στοιχεία σύμφυτα με την ίδια την ανθρώπινη ιδιότητα (τουλάχιστον από τη στιγμή που ο άνθρωπος εισέρχεται στον πολιτισμό); Αναλύστε τα επιχειρήματα του Πρωταγόρα στο απόσπασμα αυτό και προσθέστε τα δικά σας.
(ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 86)Απάντηση
Με δεδομένο ότι ο άνθρωπος σταδιακά έφθασε σε εκείνο το σημείο ωριμότητας, ώστε να συλλάβει την αιδώ και τη δίκη ως αναγκαία βάση της κοινωνικής ηθικής του και της πολιτικής αρετής, φαίνεται επαρκώς αιτιολογημένη η θέση του Πρωταγόρα ότι η δικαιοσύνη και η πολιτική αρετή είναι στοιχεία σύμφυτα με την ίδια την ανθρώπινη ιδιότητα. Κατά την άποψη του Πρωταγόρα, η πολιτική αρετή είναι σύμφυτη με την ιδιότητα του ανθρώπου ως μέλους μιας κοινωνίας και ως δημιουργού πολιτισμού. Αποτελεί, δηλαδή, την προϋπόθεση για τη συνοχή της κοινωνίας, την αρμονική συμβίωση μέσα σ’ αυτή και την περαιτέρω ανάπτυξη πολιτισμού. Γι’ αυτό και κρίνεται απαραίτητο να έχουν όλοι μερίδιο στην αρετή, αλλιώς να μην αποτελεί μέλος της κοινωνίας. Ο Πρωταγόρας επιχειρεί να αποδείξει αυτή τη θέση δείχνοντας α) την καθολικότητα της πολιτικής αρετής και β) το διδακτό της αρετής. Η άποψη αυτή στηρίζεται στα εξής επιχειρήματα: α). κάποιος που δεν είναι δίκαιος, θεωρείται μυαλωμένος, αν προσποιηθεί ότι είναι δίκαιος, ακόμα κι αν δεν είναι˙ αλλιώς, θεωρείται τρελός. β). όλοι πρέπει να ισχυρίζονται ότι είναι δίκαιοι, ακόμα κι αν δεν είναι γ). πρέπει όλοι οι άνθρωποι να έχουν μερίδιο στην πολιτική αρετή και να συμμετέχουν στη δικαιοσύνη δ). η συμμετοχή στην αρετή πρέπει να φαίνεται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, δηλαδή ή κάποιος να έχει πράγματι τη δικαιοσύνη ή έστω να προσποιείται ότι την κατέχει.
Ο Πρωταγόρας προβάλλει ρεαλιστικά τη συμβατική αντίληψη της αθηναϊκής κοινωνίας ότι δεν μπορεί να υπάρχει άνθρωπος (ούτε κοινωνία) χωρίς στοιχειώδη αίσθηση δικαιοσύνης, γι’ αυτό και δεν ανέχονται οι Αθηναίοι κανέναν να ομολογεί ότι είναι άδικος, ότι δηλαδή αρνείται τη δυνατότητα, το δικαίωμα και την υποχρέωση να είναι δίκαιος. Συγχρόνως, διαφαίνεται και η κοινωνική ηθική της αθηναϊκής κοινωνίας που απαιτούσε κάθε πολίτης να έχει πολιτική και κοινωνική συνείδηση, η οποία στοιχειωδώς εκδηλώνεται με κατάφαση του δικαίου. Αυτό αναγκαστικά οδηγούσε στο να υποστηρίζει κανείς, έστω με τα λόγια, ότι ήταν δίκαιος, γιατί διαφορετικά θα θεωρούνταν απειλή για τη συνοχή της κοινωνίας. Συνεπώς, ο Πρωταγόρας προβάλλει ως επιχείρημα για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής το συμβατικό αίσθημα δικαίου που χαρακτηρίζει την αθηναϊκή κοινωνία. Ως πρόσθετα επιχειρήματα που επιβεβαιώνουν ότι η δικαιοσύνη και η πολιτική αρετή είναι σύμφυτες με την ίδια την ανθρώπινη ιδιότητα μπορούμε να αναφέρουμε τα εξής:
1. Ο άνθρωπος ως είδος συνδέεται με την ύπαρξη οργανωμένης συμβιωτικής ομάδας, η οποία προϋποθέτει τη δικαιοσύνη και την πολιτική αρετή, προκειμένου να πάρει μορφή. Συνεπώς, η εκδήλωση των ειδολογικών γνωρισμάτων του ανθρώπου συνδέεται με αυτές τις δύο αρχές.
2. Οι δύο αυτές αρχές είναι αναγκαίες όχι απλώς για το ζῆν, αλλά και για το εὖζῆν των ανθρώπων, το οποίο είναι εφικτό μόνο στην οργανωμένη κοινωνία στη βάση της δικαιοσύνης και της πολιτικής αρετής.
3. Η δημιουργία και η εξέλιξη του πολιτισμού ως συγκροτήματος υλικών, πνευματικών και ηθικών κατακτήσεων, που καταξιώνουν το ανθρώπινο είδος, είναι προϊόν δικαιοσύνης και αρετής και όχι ανηθικότητας και κακίας.
4. Για τον άνθρωπο «το φυσικό δεν είναι και αξιόπρακτο». Αυτό σημαίνει ότι δεν υποτάσσεται στο ένστικτο και στη φυσική παρόρμηση, όπως κάθε άλλος ζωικός οργανισμός, αλλά συντάσσει κανόνες και αρχές, με τις οποίες ρυθμίζει τις σχέσεις του με τους ομοίους του. Άρα, ο άνθρωπος ως είδος απέναντι στο ένστικτο αντιτάσσει τη λογική και απέναντι στη φυσική βία την ηθική του.
Ερώτηση 2
Πώς προσπαθούν οι άνθρωποι να καλλιεργήσουν την ιδιότητα της δικαιοσύνης και της πολιτικής αρετής;
(ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 86)
Απάντηση
Η φροντίδα, η άσκηση και η διδασκαλία αποτελούν τρεις μορφές αγωγής, με τις οποίες μπορεί να αποκτηθεί η πολιτική αρετή. Ως βοηθητικά στοιχεία αναφέρονται, επίσης, η τιμωρία και η νουθεσία, που αποβλέπουν στην ενίσχυση της μαθησιακής διδασκαλίας. Πιο συγκεκριμένα:
α) Η φροντίδα (ἐπιμέλεια) είναι η επιλογή των κατάλληλων παιδευτικών/μορφωτικών αγαθών που θα παρασχεθούν.
β) Η άσκηση (ἄσκησις) είναι η εξασφάλιση πραγματικών συνθηκών αγωγής. Οι άνθρωποι οφείλουν να ασκηθούν, δηλαδή να μάθουν να εφαρμόζουν αυτά που διδάσκονται, ώστε να είναι έτοιμοι να ανταποκριθούν ικανοποιητικά στους ρόλους, που θα αναλάβουν αργότερα στο πλαίσιο της κοινωνίας και στη συναναστροφή τους με τους συνανθρώπους και τους συμπολίτες τους. Αυτό σημαίνει ότι στη διαδικασία της αγωγής είναι σημαντικό να αποκτήσουν οι άνθρωποι με τον εθισμό την προσδοκώμενη από την πολιτεία συμπεριφορά.
γ) Η διδασκαλία (διδαχή) είναι η θεωρητική κατάρτιση και η συστηματική παροχή γνώσεων στον μαθητή από τον δάσκαλο, που έχει την ευθύνη καθοδήγησης.
Για να είναι, βέβαια, αποτελεσματική η διαδικασία της αγωγής, οι παραπάνω μορφές αγωγής χρειάζεται να βρίσκονται σε σχέση αλληλεξάρτησης και συμπληρωματικότητας. Τέλος, η αναφορά στις τρεις μορφές αγωγής έμμεσα προβάλλει την αναγκαιότητα του καλού δασκάλου, δηλαδή του κατάλληλου και ικανού δασκάλου να αναλάβει την αγωγή του νέου.
Ερώτηση 3
Ο Πρωταγόρας προσκομίζει μια εμπειρική απόδειξη για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής. Ποια είναι αυτή και γιατί θεωρείται τρελός όποιος δέχεται ότι δεν κατέχει τη δικαιοσύνη και την άλλη πολιτική αρετή;
Απάντηση
Ο Πρωταγόρας για να αποδείξει τη θέση του για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής προβαίνει στη συγκριτική εξέταση δύο παραδειγμάτων από την αθηναϊκή κοινωνία. Το πρώτο αναφέρεται στη στάση της κοινής γνώμης απέναντι στους ειδικούς σε έναν τεχνικό τομέα, εδώ σε έναν αυλητή, και το δεύτερο στη στάση της κοινής γνώμης απέναντι στον πολίτη και στη σχέση του με τη δικαιοσύνη. Η διαφορετική στάση της κοινής γνώμης στη μια και στην άλλη περίπτωση είναι για τον Πρωταγόρα επαρκής λόγος για να πείσει τον Σωκράτη και το ακροατήριό του για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής.
1ο παράδειγμα: «Ἐνγὰρταῖςἄλλαιςἀρεταῖς, ὥσπερσὺ λέγεις, ἐάν τις φῇἀγαθὸςαὐλητὴςεἶναι, ἢ ἄλληνἡντινοῦντέχνηνἣνμήἐστιν, ἢ καταγελῶσιν ἢ χαλεπαίνουσιν, καὶοἱοἰκεῖοιπροσιόντεςνουθετοῦσινὡςμαινόμενον˙»
Η αρετή, εδώ, δεν έχει ηθικό περιεχόμενο, αλλά αποδίδει την ικανότητα και τις γνώσεις κάποιου σε έναν ειδικό τομέα. Η κοινή γνώμη των Αθηναίων, απορρίπτει αυστηρά όποιον ισχυρίζεται ότι έχει ειδικές γνώσεις, ενώ δεν έχει, δηλαδή όποιον δεν διαθέτει τη στοιχειώδη αυτογνωσία για το τι γνωρίζει και τι είναι. Όσον αφορά, λοιπόν, την ικανότητα ή τις γνώσεις σε κάποια τέχνη, επαινείται το να λέει κανείς την αλήθεια. Διαφορετικά, καταδικάζεται στη συνείδηση της κοινής γνώμης.
2ο παράδειγμα: «ἐνδὲδικαιοσύνῃκαὶἐντῇἄλλῃπολιτικῇἀρετῇ, ἐάντινακαὶεἰδῶσινὅτιἄδικόςἐστιν, ἐὰνοὗτοςαὐτὸς καθ’ αὑτοῦτἀληθῆλέγῃἐναντίονπολλῶν, ὃ ἐκεῖσωφροσύνηνἡγοῦντοεἶναι, τἀληθῆ λέγειν, ἐνταῦθαμανίαν …»
Αντίθετα, όσον αφορά τη δικαιοσύνη (και την πολιτική αρετή γενικότερα), θεωρείται σωστό το να λένε όλοι ότι είναι δίκαιοι, ακόμα κι αν δεν είναι. Η κοινή γνώμη αποδέχεται ότι ο καθένας είτε είναι δίκαιος είτε όχι πρέπει να υποστηρίζει ότι είναι ή να φαίνεται δίκαιος. Όποιος αποκλίνει από τη στάση αυτή, δεν μπορεί να γίνεται αποδεκτός ως μέλος της κοινωνίας. Φαίνεται εδραιωμένη η αντίληψη ότι η κοινωνική συνύπαρξη των ανθρώπων δεν συμφωνεί με την αδικία, η οποία απειλεί με διάσπαση τη συνοχή της κοινωνίας, και ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που τουλάχιστον δεν καταφάσκει στη δικαιοσύνη.
Ειδικότερα, το σκεπτικό του Πρωταγόρα μπορεί να ερμηνευθεί και ως εξής:
α) ακόμα κι ένας άδικος είναι σε θέση να διακρίνει τη δίκαιη από την άδικη πράξη. Αυτό σημαίνει ότι έχει μέσα του κάποια στοιχεία δικαιοσύνης, που όμως δεν έχουν καλλιεργηθεί επαρκώς, ώστε να τον αποτρέψουν από τη διάπραξη της αδικίας. Άρα, δεν θα πει αλήθεια, αν ισχυριστεί ότι είναι άδικος.
β) το να ομολογεί κάποιος δημόσια την αλήθεια, ότι δηλαδή είναι άδικος, θεωρείται παραφροσύνη, διότι: θα υποστεί ποινές, θα αμαυρωθεί η δημόσια εικόνα του. Κανένας λογικός άνθρωπος δεν θέλει να του συμβεί κάτι τέτοιο. Ο Πρωταγόρας φαίνεται να διεισδύει στη νοοτροπία των ανθρώπων και να παρατηρεί ότι δεν τους ενδιαφέρει το τι πρέπει ή είναι σωστό να κάνουν, αλλά το τι τους συμφέρει να κάνουν. Επίσης, δεν τους ενδιαφέρει η πραγματική τους εικόνα (το εἶναι), όσο η εικόνα που συνάδει με τα προβαλλόμενα κοινωνικά πρότυπα και το κοινώς αποδεκτό σύστημα αξιών (το φαίνεσθαι). Συνεπώς, η κοινωνική ηθική και το συμβατικό αίσθημα δικαίου αφορά (και πρέπει να αφορά) όλους τους ανθρώπους, διαφορετικά θέτουν τον εαυτό τους έξω από την κοινωνία και υφίστανται ό,τι συνεπάγεται αυτό.
Ερώτηση 4
Να αξιολογήσετε την εμπειρική απόδειξη του Πρωταγόρα για την καθολικότητα της αρετής. Τη βρίσκετε πειστική;
Απάντηση

Το «τεκμήριον» του Πρωταγόρα είναι μια υποδειγματική εφαρμογή των τεχνικών και των κανόνων της ρητορικής. Αποτελεί επίκληση στην εμπειρία και μάλιστα εμπειρία κοινή και αποδεκτή από όλους και γι’ αυτό είναι τυπικό τεκμήριο. Επιπλέον, το σχήμα της αντίθεσης, που χρησιμοποιεί ο ρήτορας για να δείξει τι ισχύει στον χώρο της τεχνικής γνώσης και τι στον χώρο της δικαιοσύνης, είναι ένα κλασικό, τυπικό στοιχείο ρητορικής που χρησιμοποιείται στους ρητορικούς λόγους. Ωστόσο, η αξιολόγηση του τεκμηρίου του Πρωταγόρα φανερώνει τα εξής τρωτά σημεία του:

α) Η αποδεικτέα θέση έχει αποφαντική διατύπωση («ἡγοῦνται … μετέχειν»), ενώ στις δύο αιτιολογήσεις υπάρχει δεοντολογική διατύπωση («δεῖνφάναιἀναγκαῖονμετέχειν»), η οποία όμως δεν έχει αποδεικτική ισχύ. Δεν ευσταθεί ο συλλογισμός ότι «όλοι έχουν την πολιτική αρετή, επειδή όλοι πρέπει να λένε ότι είναι δίκαιοι και επειδή είναι αναγκαίο να έχουν όλοι μερίδιο σ’ αυτή». Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι τι πραγματικά συμβαίνει και όχι τι πρέπει να συμβαίνει. Ο συλλογισμός θα ήταν λογικά ορθός, αν είχε ως συμπέρασμα τη φράση: «ἡγοῦνται πάντες ἄνθρωποι πάντα ἄνδραδεῖνμετέχειν δικαιοσύνης τε καὶτῆςἄλληςπολιτικῆςἀρετῆς».
β) «ἐάντεὦσινἐάντεμή»: η φράση έρχεται σε αντίφαση με την καθολικότητα της αρετής, που υποστηρίχτηκε στην αποδεικτέα θέση, καθώς εδώ δηλώνεται ότι υπάρχουν και άδικοι άνθρωποι.
γ) Ο συλλογισμός έχει περιορισμένη αποδεικτική αξία, γιατί ως προς τη μορφή είναι υποθετικός, στηρίζεται δηλαδή σε κρίσεις που ισχύουν υπό όρους και όχι απόλυτα.

δ) Οι προκείμενες δεν είναι λογικές κρίσεις, αλλά εμπειρικά παραδείγματα και χαρακτηρίζονται από υποκειμενισμό.
Ερώτηση 5
«ἢ μὴεἶναιἐνἀνθρώποις»: να συγκρίνετε την τιμωρία αυτή με τη θανάτωση («κτείνεινὡςνόσον πόλεως») που προτάθηκε στην 4η ενότητα από τον Δία. Είναι η κύρωση αυτή ηπιότερη ή όχι και γιατί;
Απάντηση

Ο Πρωταγόρας φαίνεται ότι δέχεται πως η πολιτική ιδιότητα, έστω και ως κατάφαση στην έννοια της δικαιοσύνης, είναι ειδοποιό γνώρισμα του ανθρώπου και απαραίτητη προϋπόθεση για να είναι δεκτός στην πολιτική κοινωνία. Όταν και αυτό το ελάχιστο της κατάφασης στην έννοια του δικαίου λείπει από κάποιον, ο άνθρωπος αυτός δεν μπορεί να συγκαταλέγεται ανάμεσα στους ανθρώπους, γιατί υστερεί και αποτελεί απειλή για τους ιδρυτικούς σκοπούς της πολιτικής κοινωνίας. Έτσι, σ’ αυτή την ενότητα προτείνεται αυτός να μη συγκαταλέγεται μεταξύ των ανθρώπων, δηλαδή να εξορίζεται και να του στερούνται τα πολιτικά του δικαιώματα. Απ’ την άλλη, στην 4η ενότητα είχε προταθεί από τον Δία η θανατική ποινή («κτείνεινὡςνόσον πόλεως»). Ίσως η ποινή του Πρωταγόρα να φαίνεται ηπιότερη σε σχέση με αυτή που επιβάλλει ο Δίας˙ έχουν όμως και οι δύο τον ίδιο σκοπό: να οδηγήσουν τους ανθρώπους στην αρετή. Έτσι, προβάλλεται ο παιδευτικός ρόλος των νόμων. Αν, βέβαια, λάβουμε υπόψη μας τη σημασία που έχει η πόλη και η συμμετοχή του πολίτη στα κοινά την εποχή αυτή, καταλαβαίνουμε πως η ποινή που αναφέρει ο Πρωταγόρας είναι ισάξια ή και αυστηρότερη από αυτή που προτείνεται από τον Δία.
Ερώτηση 6
Πώς αποδεικνύει ο Πρωταγόρας ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται; Να καταγράψετε τα επιχειρήματά του και να τα αξιολογήσετε.
Απάντηση

Ο Πρωταγόρας, προκειμένου να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται, διακρίνει δύο κατηγορίες χαρακτηριστικών, τα φυσικά / έμφυτα και τα επίκτητα.
α) Προτερήματα και ελαττώματα που προέρχονται από τη φύση και την τύχη: σ’ αυτή την κατηγορία εντάσσονται χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την εξωτερική εμφάνιση και τον ανθρώπινο οργανισμό. Φυσικά, δεν τον απασχολούν τα φυσικά προτερήματα, γιατί αυτά δεν του είναι απαραίτητα για την απόδειξή του, αφού όλοι θαυμάζουν αυτούς που τα έχουν. Με όποιον, όμως, έχει φυσικά ελαττώματα (ασχήμια, μικρό ανάστημα, ασθενικό σώμα) κανείς δεν οργίζεται ούτε προσπαθεί να τα διορθώσει με συμβουλές, διδασκαλία και τιμωρίες, γιατί δεν εξαρτώνται από τη βούληση και την ευθύνη του ανθρώπου («ἀπότοῦαὐτομάτου»). Αντίθετα, νιώθουν οίκτο και συμπόνια για τη σκληρότητα της φύσης ή της τύχης.
β) Χαρακτηριστικά που αποκτούν οι άνθρωποι ύστερα από φροντίδα, άσκηση και διδασκαλία. Σ’ αυτή την κατηγορία εντάσσονται στοιχεία, που έχουν να κάνουν με τον χαρακτήρα του ανθρώπου κι επομένως με τις αρετές. Εύλογα, και πάλι, δεν ασχολείται με όσους ήδη διαθέτουν αυτές τις αρετές. Απ’ αυτό, λοιπόν, το σημείο ξεκινά την απόδειξη του «διδακτού» της αρετής: όποιος δεν έχει αρετές, αλλά τα αντίθετα χαρακτηριστικά (για παράδειγμα την αδικία και την ασέβεια), οι άνθρωποι θυμώνουν μαζί του, τον τιμωρούν και τον συμβουλεύουν, διότι αδιαφόρησε να τα καλλιεργήσει. Άρα, η πολιτική αρετή διδάσκεται.
Η απόδειξη του Πρωταγόρα θεμελιώνεται σε σκέψη που διέπεται από πραγματικό ανθρωπισμό και λαμβάνει τον άνθρωπο ως μέτρο σύγκρισης. Από την άλλη, οργανώνεται με σοφιστικό τρόπο, με αποτέλεσμα να αποβλέπει στην πειθώ απλώς του δέκτη και όχι στην αναζήτηση και εύρεση της μίας και μοναδικής αλήθειας, που είναι το ζητούμενο του Σωκράτη. Ειδικότερα, ο μεθοδικός τρόπος, με τον οποίο πραγματεύεται ο Πρωταγόρας το θέμα του, και η ταξινόμηση προϋποθέσεων, επιχειρημάτων και λογικών παραδειγμάτων φανερώνουν ότι ο σοφιστής αγωνιά για την πειστικότητα των λόγων του και όχι για την εύρεση της απόλυτης αλήθειας. Ο σοφιστικός τρόπος προσέγγισης του θέματος φαίνεται, λοιπόν, στα εξής:
α) Η βασική φράση που χρησιμοποιεί ως τεκμήριο για την απόδειξη της αρετής («ὅσαδὲἐξἐπιμελείαςκαὶἀσκήσεωςκαὶδιδαχῆςοἴονται γίγνεσθαι ἀγαθὰἀνθρώποις») αποτελεί την ίδια την αποδεικτέα θέση, αυτό δηλαδή που χρειάζεται να αποδειχθεί. Έχουμε, λοιπόν, το είδος σοφίσματος που ονομάζεται «λῆψιςτοῦ ζητουμένου».

β) «ᾧ ἂνπαραγίγνηται» / «ἐάν τις ταῦταμὴἔχῃ»: οι δύο φράσεις έρχονται σε αντίφαση είτε με τη θεωρία ότι η αρετή διδάσκεται, αφού αφήνεται να εννοηθεί ότι κάποιοι δεν μπορούν να την αποκτήσουν με τη διδασκαλία, είτε με τη θεωρία για την καθολικότητα της αρετής, αφού δέχεται ότι υπάρχουν και κάποιοι που δεν την κατέχουν.

γ) Παρουσιάζει ως άποψη των ανθρώπων γενικά, τη δική του απλώς άποψη για το θέμα.

δ) Υπολανθάνει η απαίτηση του ικανού και κατάλληλου δασκάλου, όπως ο ίδιος, για να διδάξει την πολιτική αρετή.
Συνολικά για τον αποδεικτικό λόγο του Πρωταγόρα στην ενότητα αυτή, μπορούμε να πούμε ότι η έλλειψη πειστικότητας των επιχειρημάτων του Πρωταγόρα οφείλεται κυρίως στην ασάφεια της διατύπωσής του. Πιο συγκεκριμένα, όταν ο Πρωταγόρας ισχυρίζεται ότι όλοι οι άνθρωποι κατέχουν την πολιτική αρετή («ἡγοῦνται πάντες ἄνθρωποι πάντα ἄνδραμετέχειν δικαιοσύνης τε καὶτῆςἄλληςπολιτικῆςἀρετῆς») εννοεί ότι όλοι έχουν μέσα τους στοιχεία πολιτικής αρετής ως προδιάθεση και καταβολές. Πρέπει, όμως, να μεσολαβήσει η διδασκαλία για να φτάσουν στην πλήρη κατάκτησή της. Όταν, πάλι, ισχυρίζεται ότι υπάρχουν και κάποιοι που δεν την έχουν, εννοεί αυτούς που δεν την έχουν αναπτύξει πλήρως, που έχουν αδιαφορήσει να την κατακτήσουν μέσω της διδασκαλίας και, επομένως, έχουν μείνει στο στάδιο της προδιάθεσης, των καταβολών («ἐάντεὦσινἐάντεμὴ / ᾧ ἂνπαραγίγνηται» / «ἐάν τις ταῦταμὴἔχῃ»). Συνεπώς, το πρόβλημα, κατά τον Πρωταγόρα, είναι πώς ο άνθρωπος με δεδομένη τη γενική αίσθηση του δικαίου (που του χαρίζουν η αιδώς και η δίκη ως προδιάθεση και καταβολές) μπορεί και πρέπει να παιδεύεται και να ευαισθητοποιείται προκειμένου να κατακτήσει μια δίκαιη συμπεριφορά από κοινωνικοπολιτική άποψη.
Ερώτηση 7
Είναι γνωστό ότι ο άνθρωπος μαθαίνει αρχικά με τη μίμηση. Γιατί, κατά τη γνώμη σας, την παραλείπει ο Πρωταγόρας;
Απάντηση

Στις μορφές αγωγής εντάσσεται και η μίμηση, την οποία σκόπιμα παραλείπει ο Πρωταγόρας, γιατί δεν εξυπηρετεί την επιχειρηματολογία του. Η μίμηση που έχει στόχο ανώτερα πρότυπα είναι θεμιτή. Όταν, όμως, κάποιος μιμείται άκριτα ή αρνητικά πρότυπα, τότε ελλοχεύουν κίνδυνοι τόσο για την ανθρώπινη προσωπικότητα όσο και για το κοινωνικό σύνολο. Επομένως, η αποτελεσματικότητα της μίμησης είναι αμφισβητήσιμη και η αναφορά του σ’ αυτή θα ανέτρεπε όλη του τη θεωρία για το «διδακτόν» της αρετής ή θα έστρεφε τη συζήτηση σε θέματα άσχετα ή με χαλαρή σχέση με το βασικό ζητούμενο για το διδακτό της αρετής.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
1.      Γιατί η δικαιοσύνη και η πολιτική αρετή θεωρούνται, κατά τον Πρωταγόρα, στοιχεία σύμφυτα με την ίδια την ανθρώπινη ιδιότητα (τουλάχιστον από τη στιγμή που ο άνθρωπος εισέρχεται στον πολιτισμό); Αναλύστε τα επιχειρήματα του Πρωταγόρα στο απόσπασμα αυτό και προσθέστε τα δικά σας.
(ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 86)
2.      Πώς προσπαθούν οι άνθρωποι να καλλιεργήσουν την ιδιότητα της δικαιοσύνης και της πολιτικής αρετής;(ερώτηση από το σχολικό εγχειρίδιο στη σελίδα 86)
3.      Ο Πρωταγόρας προσκομίζει μια εμπειρική απόδειξη για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής. Ποια είναι αυτή και γιατί θεωρείται τρελός όποιος δέχεται ότι δεν κατέχει τη δικαιοσύνη και την άλλη πολιτική αρετή;
4.      Να αξιολογήσετε την εμπειρική απόδειξη του Πρωταγόρα για την καθολικότητα της αρετής. Τη βρίσκετε πειστική;
5.      «ἢ μὴεἶναιἐνἀνθρώποις»: να συγκρίνετε την τιμωρία αυτή με τη θανάτωση («κτείνεινὡςνόσον πόλεως») που προτάθηκε στην 4η ενότητα από τον Δία. Είναι η κύρωση αυτή ηπιότερη ή όχι και γιατί;
6.      Πώς αποδεικνύει ο Πρωταγόρας ότι η πολιτική αρετή διδάσκεται; Να καταγράψετε τα επιχειρήματά του και να τα αξιολογήσετε.

7.      Είναι γνωστό ότι ο άνθρωπος μαθαίνει αρχικά με τη μίμηση. Γιατί, κατά τη γνώμη σας, την παραλείπει ο Πρωταγόρας; 

Δεν υπάρχουν σχόλια: